Το τουρκικό παιχνίδι με την ΑΟΖ της Παλαιστίνης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τουρκικό παιχνίδι με την ΑΟΖ της Παλαιστίνης

Οι προβληματισμοί σε Αθήνα και Λευκωσία για την πιθανολογούμενη συμφωνία Άγκυρας - Ραμάλα

Με βάση τα ως άνω δεδομένα και υπό τις παρούσες συγκυρίες, όπως παλαιότερα η Χαμάς έβρισκε ευήκοα ώτα στην Άγκυρα, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει τώρα με την Παλαιστινιακή Αρχή. Αντιστοίχως, είναι απολύτως λογικό και επόμενο η Άγκυρα να θελήσει να αξιοποιήσει τις παρούσες ενδιαφέρουσες συγκυρίες για τον αγώνα που δίνει η ίδια στο φλέγον για εκείνην ζήτημα των θαλασσίων ζωνών στην Μεσόγειο και να υποδηλώσει την παρουσία της, χρησιμοποιώντας ως πρότυπό της την λογική που διέπει το πρόσφατο τουρκο-λυβικό σύμφωνο.

Η Παλαιστινιακή Αρχή έχει υιοθετήσει την Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982) και από την 1η Φεβρουαρίου 2015 αποτελεί τμήμα της παλαιστινιακής έννομης τάξης. Παρά το γεγονός ότι η μοναδική «θαλάσσια έξοδος» της Παλαιστινιακής Αρχής βρίσκεται ήδη από το 2007 υπό την de facto διακυβέρνηση της Χαμάς, η διεθνής κοινότητα κατά την συντριπτική της πλειοψηφία αναγνωρίζει ότι η κυριαρχία επί της Λωρίδας της Γάζας ανήκει στον μοναδικό νόμιμο εκπρόσωπο των Παλαιστινίων, δηλαδή στην κυβέρνηση της Ραμάλα. Στις 24 Σεπτεμβρίου 2019, ο υπουργός Εξωτερικών της Παλαιστινιακής Αρχής, Ριάντ Μάλκι, κατέθεσε δήλωση στα αρμόδια όργανα του ΟΗΕ περί καθορισμού ΑΟΖ με βάση την μεσογειακή ακτογραμμή της Γάζας. Η δήλωση αυτή συνοδεύθηκε με κατάλογο των γεωγραφικών συντεταγμένων. Παρ’ όλα αυτά, ούτε προηγήθηκε, ούτε όμως και ακολούθησε καμία διαπραγμάτευση με το Ισραήλ και με την Αίγυπτο, με αποτέλεσμα η Παλαιστινιακή ΑΟΖ να μην αναγνωρίζεται από τις κυβερνήσεις της Ιερουσαλήμ και του Καΐρου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η σιγή που διατηρούν οι οργανώσεις Χαμάς και Ισλαμική Τζιχάντ που ουσιαστικά ελέγχουν την συγκεκριμένη παλαιστινιακή ακτογραμμή –μιας και η πρωτοβουλία ανακήρυξης ΑΟΖ προέρχεται από την Παλαιστινιακή Αρχή, με την οποίαν οι σχέσεις τους είναι κάθε άλλο παρά αγαστές. Στην πράξη, ο χαρακτήρας αυτής της κίνησης της Παλαιστινιακής Αρχής αποτιμάται ως μια «έμπρακτη δήλωση ύπαρξης» στον ενεργειακό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου, που στρέφεται κατ ’αρχήν κατά του σφετερισμού εξουσίας της Χαμάς στην Γάζα, και δευτερευόντως κατά του καθεστώτος θαλασσίων ζωνών που υφίσταται μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου στα ανοικτά των ακτών της Λωρίδας της Γάζας. Ουσιαστικά, η Παλαιστινιακή Αρχή, έχοντας απωλέσει de facto την διακυβέρνηση της Γάζας, δεν είναι σε θέση να ασκήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα που επικαλείται στην θαλάσσια ζώνη που περιγράφεται από τις συντεταγμένες που κατέθεσε στον ΟΗΕ. Περαιτέρω ανάλυση είναι περιττή.

Κατόπιν των ανωτέρω, είναι σαφές ότι η ανακήρυξη ΑΟΖ εκ μέρους της Παλαιστινιακής Αρχής έχει σαφώς πολιτικό χαρακτήρα. Πλην όμως, θα πρέπει παράλληλα να επισημανθούν τα εξής: η ελληνικών συμφερόντων εταιρεία φυσικού αερίου Energean είχε συνάψει συμφωνία με την Παλαιστινιακή Αρχή, βάσει της οποίας, όταν η κυβέρνηση της Ραμάλα θα είναι σε θέση να ελέγχει την κυριαρχία της ακτογραμμής της Γάζας, τότε [η Energean] θα έχει τα δικαιώματα διερεύνησης και εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που θα βρίσκονται εντός της Παλαιστινιακής ΑΟΖ. Είναι σαφές ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες τουλάχιστον, η εφαρμογή της εν λόγω σύμβασης ανάγεται στο πολύ μακρινό μέλλον –εάν υποτεθεί ότι ισχύει ακόμα. Συγχρόνως, η Παλαιστινιακή Αρχή συμμετέχει στο Περιφερειακό Φόρουμ για την Αξιοποίηση του Φυσικού Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου (EMGF), που εδρεύει στο Κάιρο. Στο Φόρουμ συμμετέχουν επίσης το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ιορδανία, η Ελλάδα, η Κύπρος και η Ιταλία (με ηχηρή την απουσία της Τουρκίας και του Λιβάνου,ως επίσης και της Συρίας, λόγω της συνεχιζόμενης εμφύλιας σύρραξης). Μάλιστα, στις 16 Ιανουαρίου 2020, τα κράτη-μέλη συμφώνησαν ο συγκεκριμένος φορέας να αναβαθμισθεί σε περιφερειακό διεθνή οργανισμό. Καθαυτό το γεγονός καθιστά την Παλαιστινιακή Αρχή ενεργειακό εταίρο της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η παρούσα συγκυρία βρίσκει την Τουρκία και την Παλαιστινιακή Αρχή να χρειάζονται η μια την υποστήριξη της άλλης. Από τη μια, η κυβέρνηση της Ραμάλα ελπίζει στην διπλωματική στήριξη της Άγκυρας , ενόψει του ενδεχομένου μιας μονομερούς ισραηλινής προσάρτησης εδαφών της Δυτικής Όχθης που θα μπορούσαν να φτάσουν στο 30% της συνολικής της έκτασης. Από την άλλη, η κυβέρνηση της Άγκυρας επιδιώκει να διαταράξει το υπάρχον καθεστώς των θαλασσίων ζωνών στην Μεσόγειο –κατ’ αρχάς μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου, αλλά κατ’ επέκτασιν μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας, Ισραήλ και Αιγύπτου. Αρκεί να επισημανθεί ότι η θαλάσσια ζώνη που η παλαιστινιακή πλευρά εκλαμβάνει ως δική της, «διακόπτει» την κοινή γραμμή ορίων που συνδέει την Κυπριακή ΑΟΖ με τις θαλάσσιες ζώνες της Αιγύπτου και του Ισραήλ.

Το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι γιατί την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να τις απασχολεί το ενδεχόμενο υπογραφής μιας διμερούς συμφωνίας περί θαλασσίων ζωνών μεταξύ Τουρκίας και Παλαιστινιακής Αρχής.