Οι διασώσεις από χρέη λόγω κορωνοϊού βάζουν φωτιά στην κλιματική αλλαγή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι διασώσεις από χρέη λόγω κορωνοϊού βάζουν φωτιά στην κλιματική αλλαγή

Οι κεντρικές τράπεζες δεν πρέπει να υποστηρίζουν τις βυθιζόμενες εταιρείες ορυκτών καυσίμων

Η πανδημία COVID-19 έβγαλε την κλιματική αλλαγή από τα πρωτοσέλιδα, αλλά δεν την σταμάτησε. Τον τελευταίο μήνα, ο θερμαινόμενος Ινδικός Ωκεανός ενθάρρυνε σμήνη ακρίδων να μεταπηδήσουν από την Ανατολική Αφρική στη Νότια Ασία. Ένα σύννεφο σκόνης παρασύρθηκε από την έρημο της Σαχάρας στην Αμερική. Πυρκαγιές ξέσπασαν στο πέρμαφροστ της Σιβηρίας που ξεπαγώνει. Αυτή η παγκόσμια κρίση -όπως εκείνη που προκλήθηκε από τον νέο κορωνοϊό, αλλά πιο μόνιμη- απειλεί να προκαλέσει σοκ στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής θα μπορούσαν να βάλουν σε περιδίνηση τον ασφαλιστικό και τον τραπεζικό κλάδο, ενώ παράλληλα θα ανατρέψουν τον ενεργειακό τομέα, παράγοντας από κοινού μια οικονομική κρίση που δεν θα μοιάζει με καμία που είδαμε ποτέ πριν.

07072020-1.jpg

Μια φλόγα αερίου στην κομητεία Converse, στην πολιτεία Ουαϊόμινγκ των ΗΠΑ, τον Σεπτέμβριο του 2017. Damon Winter / The New York Times / Redux
--------------------------------------------------------

Αλλά πριν η πανδημία αναστατώσει τις οικονομίες, μια ομάδα κεντρικών τραπεζών και χρηματοπιστωτικών ρυθμιστικών Αρχών του κόσμου με επικεφαλής τους Ευρωπαίους είχε συμφωνήσει σε τρόπους διαχείρισης των κινδύνων που θέτει η υπερθέρμανση του πλανήτη. Αυτές οι τράπεζες και οι ρυθμιστικές Αρχές έχουν αναγκαστεί έκτοτε να λάβουν έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, επομένως έχουν σε μεγάλο βαθμό αγνοήσει, εγκαταλείψει ή καθυστερήσει πολλές από τις συνταγές τους. Αντίθετα, στηρίζουν τις βιομηχανίες άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου που τελικά απειλούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα με το να επιταχύνουν την κλιματική αλλαγή.

Στην Ευρώπη, όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες -όπου οι κεντρικές τράπεζες και οι χρηματοπιστωτικές ρυθμιστικές Αρχές δεν έχουν ενσωματώσει ουσιαστικά την κλιματική αλλαγή στην λήψη των αποφάσεών τους- τα χρήματα της διάσωσης βρίσκουν τον δρόμο τους σε αγωνιζόμενες, φορτωμένες με χρέη και ολοένα και περισσότερο ασύμφορες εταιρείες ορυκτών καυσίμων. Όχι μόνο η ενεργοποίηση των επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα είναι κακή δημόσια πολιτική, αλλά έχει και ελάχιστη οικονομική λογική. Οι κορυφαίες κεντρικές τράπεζες του κόσμου πρέπει να αντιστρέψουν γρήγορα την πορεία τους και να περιορίσουν τις επενδύσεις στην βιομηχανία ορυκτών καυσίμων, προκειμένου να αποφευχθεί περαιτέρω αύξηση του συστημικού κινδύνου που θέτει η κλιματική αλλαγή στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

ΠΡΑΣΙΝΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Κατά την περίοδο από το 2013 έως το 2020, η Τράπεζα της Αγγλίας έγινε η πρώτη κεντρική τράπεζα που έκανε σχέδια για τις οικονομικές επιπτώσεις ενός θερμαινόμενου πλανήτη. Η κλιματική αλλαγή, όπως προσδιόρισε η τράπεζα, απειλούσε την οικονομία όχι μόνο μέσω των φυσικών συνεπειών των εντατικών καταιγίδων, των πλημμυρών και της ξηρασίας, αλλά και μέσω των απαραίτητων δαπανών της μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα, και πιθανώς από τις παρεπόμενες αγωγές από πλευρές που πλήττονται από την αναστάτωση. Το 2017, ο διοικητής της τράπεζας, Mark Carney, άρχισε να προειδοποιεί για μια καθοδηγούμενη από το κλίμα «στιγμή Minsky» -μια ξαφνική κατάρρευση της αγοράς προκληθείσα από απερίσκεπτη κερδοσκοπική δραστηριότητα- που θα απειλούσε τα ίδια τα θεμέλια του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Μαζί με άλλες επτά κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Κίνας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ολλανδίας, η Τράπεζα της Αγγλίας δημιούργησε στα τέλη του 2017 ένα δίκτυο ομοϊδεατών ιδρυμάτων που δεσμεύτηκαν να «πρασινίσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα». Σήμερα, το Δίκτυο για το Πρασίνισμα του Χρηματοπιστωτικού Συστήματος (Network for Greening the Financial System ) περιλαμβάνει περισσότερες από 60 κεντρικές τράπεζες και χρηματοοικονομικές εποπτικές Αρχές, που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ και είναι αφοσιωμένες στο να εξασφαλίσουν ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές προετοιμάζονται επαρκώς για τους κλιματικούς κινδύνους.

Ο Κάρνεϊ έθεσε την Τράπεζα της Αγγλίας στην πρώτη γραμμή της χάραξης πολιτικής σε αυτόν τον χώρο. Επινόησε τo πρώτο στρες τεστ για την ποσοτικοποίηση των πιθανών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που επέβλεπε. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η βιομηχανία άνθρακα θα δεχόταν ιδιαίτερα σκληρό πλήγμα, χάνοντας το 65% της οικονομικής αξίας της σε ένα σενάριο «απότομης αλλαγής». Η πετρελαϊκή βιομηχανία δεν τα πήγε πολύ καλύτερα, με 42% μείωση της οικονομικής αξίας της στο ίδιο σενάριο. Αυτές οι βιομηχανίες χτυπήθηκαν ιδιαίτερα σκληρά επειδή η απαραίτητη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα θα οδηγήσει σε δραστικές μειώσεις της αξίας των περιουσιακών στοιχείων αυτών των εταιρειών, εξαλείφοντας δισεκατομμύρια σε επενδυμένο κεφάλαιο.

Αυτές οι προβολές ενθάρρυναν την Τράπεζα της Αγγλίας να εξετάσει το ενδεχόμενο ελέγχου των δικών της επενδύσεων για να περιορίσει ή σταδιακά να καταργήσει τις αγορές σε εταιρείες άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πράγματι, ο Andrew Bailey, διάδοχος του Carney, βρήκε ότι η ευθυγράμμιση του χαρτοφυλακίου της τράπεζας με στόχο τη μείωση των εκπομπών άνθρακα είναι «απόλυτα λογική». Άλλες κεντρικές τράπεζες φαίνονταν έτοιμες να ακολουθήσουν. Η Κριστίν Λαγκάρντ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεσμεύθηκε [1] να εξαλείψει σταδιακά τα υψηλού άνθρακα περιουσιακά στοιχεία της τράπεζας. Η σουηδική Riksbank προχώρησε περαιτέρω, πουλώντας [2] κρατικά ομόλογα, όπως της Αυστραλίας, που ήταν εκτεθειμένα σε βιομηχανίες υψηλών εκπομπών άνθρακα. Συνολικά, αυτές οι κινήσεις σηματοδότησαν στις αγορές ότι οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων ενέχουν σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους και ότι οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούσαν να τις συγκρατήσουν.

Από την άλλη, ωστόσο, οι χρηματοοικονομικές ρυθμιστικές Αρχές των ΗΠΑ ήταν λιγότερο πεπεισμένες. Η επιρροή της διοίκησης του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, κράτησε την Ομοσπονδιακή Τράπεζα εκτός της επίσημης συμμετοχής της στο δίκτυο που χτίστηκε από τον Κάρνεϊ. Σε αντίθεση με τους ομολόγους της στον κόσμο, η Fed δεν διενήργησε στρες τεστ και δεν εξέδωσε δεσμεύσεις για τον έλεγχο αγορών σε εταιρείες άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου, ακόμη και όταν οι αμερικανικές εταιρείες ορυκτών καυσίμων είχαν γίνει πολύ ευάλωτες. Μια δεκαετία χαμηλών επιτοκίων και εύκολου δανεισμού ενθάρρυνε τις εταιρείες των ΗΠΑ να επεκταθούν μέσω πιστώσεων. Μέχρι τις αρχές του 2020, οι βιομηχανίες πετρελαίου και φυσικού αερίου των ΗΠΑ, για παράδειγμα, είχαν περισσότερα από 700 δισεκατομμύρια δολάρια σε ανεξόφλητα χρέη σύμφωνα με το Ινστιτούτο Οικονομικής και Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης της Ενέργειας (Institute for Energy Economics and Financial Analysis) [3]. Όμως, η συμβολή του κλάδου στα εταιρικά κέρδη των ΗΠΑ είχε συρρικνωθεί σταθερά, ακόμη και όταν τα επίπεδα του χρέους του είχαν φθάσει στα ύψη -έτσι ώστε η πετρελαϊκή βιομηχανία να αποτελεί τώρα μόλις το 4% του δείκτη S&P 500 [4], μειωμένη από το 25% το 1980.

ΕΠΙΤΑΧΥΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΡΙΣΚΑ

Όταν χτύπησαν η πανδημία και η συνακόλουθη χρηματοπιστωτική κρίση, οι αγορές χρέους, στις οποίες βασίστηκαν οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων, ακινητοποιήθηκαν [5]. Οι επενδυτές φοβήθηκαν να δανείζουν σε ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον και οι εταιρείες δεν μπορούσαν πλέον να δανείζονται για να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους. Το κάποτε απλό καθήκον της έκδοσης χρέους ή της αναχρηματοδότησής του έγινε ξαφνικά θέμα οικονομικής ζωής ή θανάτου. Η πετρελαϊκή βιομηχανία ανετράπη σε μια νύχτα, μεταξύ των αρνητικών τιμών [6] τον Απρίλιο και μιας τεράστιας πτώσης της παγκόσμιας ζήτησης. Η βιομηχανία άνθρακα δέχθηκε παρόμοιο πλήγμα από τη μειωμένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά την διάρκεια της πανδημίας, η οποία έβλαψε δυσανάλογα την βιομηχανία επειδή το λειτουργικό κόστος της είναι μεγαλύτερο από εκείνο πολλών άλλων μορφών ενέργειας. Οι πολιτειακοί και ομοσπονδιακοί κανονισμοί που ευνοούν την ανανεώσιμη ενέργεια έναντι του άνθρακα επηρεάζουν επίσης την βιομηχανία, με τους αναλυτές να προβλέπουν τώρα ότι ο άνθρακας θα παράγει μόνο το 10% της ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ έως το 2024 [7], από 50% μια δεκαετία πριν.

Η γενική χρηματοπιστωτική κρίση ανάγκασε τις κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο να δράσουν για να προστατεύσουν τις εθνικές τους οικονομίες από μια παλίρροια πτωχεύσεων σε εκκρεμότητα. Όμως, οι διασώσεις ήταν αρκετά αδιάκριτες, κατευθύνοντας οικονομική υποστήριξη σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων των ίδιων των βιομηχανιών άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου για τις οποίες οι κεντρικές τράπεζες είχαν αμφιβολίες. Όχι μόνο οι χρηματοοικονομικές ρυθμιστικές Αρχές υποστήριξαν εταιρείες ορυκτών καυσίμων με νέες επενδύσεις, αλλά επίσης, τουλάχιστον προσωρινά, εγκατέλειψαν τις προσπάθειές τους να αντιμετωπίσουν τους μακροπρόθεσμους κινδύνους για το κλίμα που δημιουργούν αυτές οι επενδύσεις.

Η Τράπεζα της Αγγλίας ανέβαλε τα στρες τεστ και τις προσπάθειές της να ανακατευθύνει τις επενδύσεις μακριά από τις βιομηχανίες παραγωγής εντάσεως άνθρακα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία είχε ακολουθήσει το προβάδισμα της Τράπεζας της Αγγλίας πριν από την κρίση, καθυστέρησε επίσης την αναθεώρηση της πολιτικής για το κλίμα. Ακόμη χειρότερα, το πρώτο κύμα αγορών περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ από τα μέσα Μαρτίου έως τα μέσα Μαΐου οδήγησε 7,6 δισεκατομμύρια ευρώ [8] απευθείας σε εταιρείες ορυκτών καυσίμων. Τα ίδια οικονομικά επικίνδυνα περιουσιακά στοιχεία που τόσο ανησυχούσαν αυτές τις κεντρικές τράπεζες πριν από την κρίση -άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο- καταφθάνουν τώρα γρήγορα στους ισολογισμούς τους [9].

07072020-2.jpg

Η Lagarde και ο Carney σε μια εκδήλωση για την κλιματική αλλαγή στο Λονδίνο, τον Φεβρουάριο του 2020. Reuters
--------------------------------------------------------------

Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων των ΗΠΑ, υποκινημένες από τους Ρεπουμπλικάνους συμμάχους τους στο Κογκρέσο και από τον ίδιο τον Τραμπ, πίεσαν την Fed να μειώσει τις πιστωτικές απαιτήσεις που περιόρισαν την αγορά ανεπιθύμητου [junk debt] χρέους (μεγάλο μέρος του χρέους των εταιρειών ορυκτών καυσίμων θεωρείται υψηλού ρίσκου και πολύ χαμηλότερο από το επενδυτικό κατώφλι). Η Fed χαλάρωσε τα επενδυτικά κριτήρια μέσω ενός προγράμματος που ονομάζεται Main Street Lending Program, το οποίο επέτρεπε στις χρεωμένες εταιρείες να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους με δάνεια που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση, παρά τον συναγερμό [10] του παρατηρητηρίου του Κογκρέσου. Ταυτόχρονα, η βιομηχανία άνθρακα επέδραμε σε άλλα μέτρα έκτακτης ανάγκης, όπως το Paycheck Protection Program, που προοριζόταν να στηρίξει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Κατά μέσο όρο, οι βιομηχανίες που αποδέχθηκαν αυτά τα κεφάλαια ΣΔΙΤ τα χρησιμοποίησαν για να καλύψουν το 52% του κόστους μισθοδοσίας˙ ωστόσο, η βιομηχανία άνθρακα εξασφάλισε με επιτυχία κεφάλαια για να καλύψει το 72% του κόστους μισθοδοσίας.

Επιπλέον, δύο νέα προγράμματα που ανακοινώθηκαν [11] τον Μάρτιο επέτρεψαν στην Fed, για πρώτη φορά, να αγοράσει εταιρικό χρέος (ιστορικά αγόραζε μόνο κρατικό χρέος και στεγαστικά δάνεια), ανοίγοντας την πόρτα για άμεση αγορά ομολόγων από εταιρείες άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ενώ η κυβέρνηση έχει κατευθύνει μόνο ένα μέρος των διαθέσιμων χρημάτων στην αγορά, η Influence Map, μια οικονομική δεξαμενή σκέψης (think tank) με έδρα το Λονδίνο, αποκάλυψε ότι μόνο ένα από αυτά τα προγράμματα έχει κατευθύνει σχεδόν 100 εκατομμύρια δολάρια σε εταιρείες ορυκτών καυσίμων [12]. Εάν το πρόγραμμα συνεχιστεί χωρίς περαιτέρω περιορισμούς, θα μπορούσε να διοχετεύσει 19 δισεκατομμύρια δολάρια σε ορυκτά καύσιμα. Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πιθανό να ξοδέψουν ένα μεγάλο μέρος των κεφαλαίων διάσωσης που λαμβάνουν για την εξυπηρέτηση των δικών τους χρεών, όχι για την πρόσληψη νέων εργαζομένων -και ενδεχομένως ούτε καν για την αποτροπή απολύσεων [13].

ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΜΗΝΥΜΑ

Η διάσωση δεν θα κάνει τις βιομηχανίες άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου πιο βιώσιμες. Αντίθετα, αυτές οι εταιρείες θα παραμείνουν στην πύλη του θανάτου, φορτωμένες από χρέος. Στηρίζοντάς τες, οι κεντρικές τράπεζες αγνοούν ακριβώς τις οικονομικές συμβουλές [14] που οι ίδιες εδώ και χρόνια έχουν παρουσιάσει σε άλλους. Επιπλέον, στέλνουν το μήνυμα στους επενδυτές ότι σε μια εποχή κρίσης τίποτα δεν είναι πολύ ύποπτο για να διασωθεί -ούτε καν η σφαδάζουσα βιομηχανία ορυκτών καυσίμων.

Οι δημοσιονομικές ρυθμιστικές Αρχές έχουν ακόμη χρόνο να στραφούν προς μια καλύτερη κατεύθυνση. Στην Ευρώπη, η Lagarde έχει ξαναδεσμευτεί σε μια αναθεώρηση της κλιματικής πολιτικής που είναι σχεδιασμένη να ολοκληρωθεί στα μέσα του επόμενου έτους -εγκαίρως για την επόμενη μεγάλη διεθνή σύνοδο κορυφής για το κλίμα στην Γλασκώβη. Ομάδες της κοινωνίας των πολιτών την κάλεσαν να τηρήσει τις προηγούμενες δεσμεύσεις [15]. Η ηγεσία της θα μπορούσε να βοηθήσει να ενθαρρύνει άλλες κεντρικές τράπεζες να αρχίσουν και πάλι να περιορίζουν τις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, οι ηγέτες των Ρεπουμπλικανών φαίνεται να έχουν δεσμευτεί να διασώσουν την βιομηχανία ορυκτών καυσίμων (το έχουν δηλώσει δημοσίως) [16]. Αλλά μια διοίκηση Δημοκρατικών, εάν έρθει στην εξουσία, θα μπορούσε να επικαλεστεί τον νόμο Dodd-Frank [17] χωρίς να επιδιώξει έγκριση από το Κογκρέσο, επιτρέποντας στον πρόεδρο να θέσει όρια στις χρηματοοικονομικές ροές προς εταιρείες άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Τελικά, οι ρυθμιστικές Αρχές μπορούν να αποφασίσουν σε ποια κατεύθυνση θέλουν να ωθήσουν τις οικονομίες τους. Η τρέχουσα πορεία για πολλές κεντρικές τράπεζες που γνωρίζουν πάρα πολύ καλά την απειλή που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή στα χρηματοπιστωτικά τους συστήματα στέλνει, παρά ταύτα, δισεκατομμύρια δολάρια φορολογουμένων σε εταιρείες ορυκτών καυσίμων. Εάν δεν αντιστρέψουν την πορεία τους, τα χρέη αυτών των εταιρειών θα παραμείνουν σε δημόσιους και ιδιωτικούς ισολογισμούς ως ωρολογιακές βόμβες, υποδηλώνοντας τον ίδιο κίνδυνο για τον οποίον προειδοποίησαν οι κεντρικές τράπεζες εδώ και χρόνια.

Copyright © 2020 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2020-07-03/coronav...

Σύνδεσμοι:

[1] https://www.climatechangenews.com/2019/09/04/european-central-bank-gradu...
[2] https://www.theguardian.com/environment/2019/nov/15/swedens-central-bank...
[3] https://ieefa.org/ieefa-commentary-federal-lending-to-the-oil-and-gas-se...
[4] https://ieefa.org/ieefa-update-oil-and-gas-stocks-place-dead-last-in-201...
[5] https://www.bloomberg.com/news/articles/2020-02-26/coronavirus-chaos-bri...
[6] https://www.bloomberg.com/news/articles/2020-03-27/one-corner-of-u-s-oil...
[7] https://www.scientificamerican.com/article/can-coal-survive-the-coronavi...
[8] https://www.greenpeace.org/eu-unit/issues/climate-energy/3933/ecb-inject...
[9] https://influencemap.org/report/The-ECB-and-Pandemic-Bonds-ece9791d5425b...
[10] https://www.politico.com/news/2020/04/30/feds-expansion-of-lending-progr...
[11] https://www.bloomberg.com/opinion/articles/2020-03-23/companies-can-borr...
[12] https://influencemap.org/report/Necessary-Intervention-or-Moral-Hazard-5...
[13] https://www.bloomberg.com/news/articles/2020-05-01/fed-rebuked-over-loan...
[14] https://www.bloomberg.com/news/articles/2020-05-05/fed-is-propping-up-co...
[15] https://www.positivemoney.eu/2020/04/climate-coronavirus-lagarde/
[16] https://www.bloomberg.com/news/articles/2020-04-08/republican-senators-w...
[17] https://rooseveltinstitute.org/how-dodd-frank-could-curb-the-climate-cri...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition