Ο παραλογισμός της Άγκυρας για την Κρήτη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο παραλογισμός της Άγκυρας για την Κρήτη

Γιατί η τουρκική απόπειρα αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας επί της μεγαλονήσου είναι αβάσιμη κατά το Διεθνές Δίκαιο*

Επιχειρώντας να οπτικοποιήσει τον παραλογισμό του, ο κ. Yalım έφτιαξε έναν χάρτη στον οποίο εικονίζεται η Κρήτη μοιρασμένη σε τέσσερα κάθετα χωρισμένα κομμάτια, τα οποία έχει αυθαίρετα «μοιράσει» στους τέσσερις Βαλκάνιους συμμάχους (αποδίδοντας -κατά προσέγγιση- το Λασίθι στην Σερβία, το Ηράκλειο στο Μαυροβούνιο, το Ρέθυμνο στην Βουλγαρία και τα Χανιά στην Ελλάδα). Χωρίς να κάνει καμία αναφορά στο πως το Μαυροβούνιο παραιτήθηκε υπέρ του οθωμανικού κράτος (μάλλον του ξέφυγε αυτή η λεπτομέρεια), σε επόμενο χάρτη εικονίζει τα μερίδια των τριών Βαλκάνιων συμμάχων της Ελλάδας ως «επιστραφέντα» στο οθωμανικό κράτος -και μάλιστα χωρίς καν να το αναφέρει, αφού καταλήγει κατευθείαν στο συμπέρασμα ότι «στην Ελλάδα ανήκει μόνο το 1/4 της Κρήτης», ενώ «τα 3/4 της Κρήτης και 14 νησιά γύρω από αυτήν ανήκουν στην Τουρκική Δημοκρατία».

Εάν ο κ. Yalım είχε επιδείξει σπουδή αντίστοιχη με την εικονογράφηση στο να ψάξει τι προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο, θα είχε ανακαλύψει ότι η παραίτηση ενός κράτους από την άσκηση κυριαρχίας επί ορισμένου εδάφους δεν γίνεται υπέρ του «προκατόχου» ή «παρόχου» (εν προκειμένω του Οθωμανού σουλτάνου), αλλά υπέρ των άλλων «διαδόχων» ή «δικαιούχων» που έχουν δικαιώματα επ’ αυτού (εν προκειμένω της Ελλάδας). Κατά συνέπεια, μετά την παραίτηση των Βαλκάνιων συμμάχων της Ελλάδας από τα δικαιώματα που απέκτησαν επί της Κρήτης με την Συνθήκη του Λονδίνου, το νησί πέρασε ασφαλώς και καθ’ ολοκληρία στην Ελλάδα, η οποία ασκούσε ήδη και ασκεί έκτοτε αδιάλειπτα την κυριαρχία της επ’ αυτού.

Πέρα από τον γενικό αυτόν κανόνα, ένα σημείο που φαίνεται «να διαφεύγει της προσοχής» του κ. Yalım είναι ότι με την Συνθήκη του Λονδίνου ο Οθωμανός σουλτάνος εκχώρησε την Κρήτη ονομαστικά «εις τους Συμμάχους Ηγεμόνας», υπέρ των οποίων παραιτήθηκε από κάθε δικαίωμά του επ’ αυτής. Πιστή σε όσα συμφώνησε και ερμήνευσε κατά τον ίδιο τρόπο που ερμήνευσαν και τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν διεκδίκησε ξανά την Κρήτη, αλλά ούτε και αμφισβήτησε την μεταβίβαση και υπαγωγή της στην Ελλάδα μέχρι το τέλος της ύπαρξής της. Η στάση της αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο μια συνθήκη μπορούν να ερμηνεύσουν αυθεντικά μόνο οι ίδιοι οι συμβαλλόμενοι [8].

Ένα άλλο γεγονός που ο κ. Yalım σκόπιμα παραβλέπει ή υποβαθμίζει είναι ότι το κράτος που εκχώρησε την Κρήτη το 1913 ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και όχι η σημερινή Τουρκία που ιδρύθηκε το 1923 και αρέσκεται να προβάλλεται ως διάδοχο κράτος της. Ως προς τα ζητήματα διαδοχής, το Διεθνές Δίκαιο προβλέπει ότι «ανεξαρτήτως του αν το προγενέστερο κράτος [Οθωμανική Αυτοκρατορία] εξακολουθεί ή όχι να υφίσταται, κάθε Συνθήκη ισχύουσα κατά το χρονικό σημείο της διαδοχής των κρατών έναντι του συνόλου του εδάφους του προγενέστερου κράτους εξακολουθεί να ισχύει έναντι κάθε διάδοχου κράτους», όπως η Τουρκία (Άρθρο 34 της Σύμβασης της Βιέννης του 1978). Παρότι τα παραπάνω θα πρέπει να κάνουν σαφές ακόμα και στον πιο δύσπιστο ότι οι θεωρίες του κ. Yalım δεν έχουν βάση στο Διεθνές Δίκαιο, οι ισχυρισμοί αυτού του είδους δεν πρέπει να μένουν αναπάντητοι από τους Έλληνες επιστήμονες, ερευνητές και ακαδημαϊκούς, καθώς οι κλιμακούμενες προκλήσεις και αμφισβητήσεις της Άγκυρας μπορεί να δημιουργήσουν σε βάθος χρόνου «έθιμο» (όπως για παράδειγμα οι παραβάσεις και παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου), το οποίο η τουρκική πλευρά αργότερα επικαλείται για να αμφισβητήσει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα ή να διεκδικήσει δικαιώματα και αρμοδιότητες σε περιοχές που κατά το Διεθνές Δίκαιο δεν έχει.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

*Το κείμενο αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος αριθ. 63 (Απρίλιος-Μάιος 2020) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.