Ο αυτοκαταστροφικός εθνικισμός της Κίνας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο αυτοκαταστροφικός εθνικισμός της Κίνας

Η θρασεία διπλωματία και η ρητορική των κομπασμών υπονομεύει την επιρροή του Πεκίνου
Περίληψη: 

Όσο περισσότερο το ΚΚΚ στηρίζεται στον εθνικισμό, τόσο λιγότερο θα πρέπει να ανησυχούν οι Ηνωμένες Πολιτείες για την Κίνα ως έναν αντίπαλο για την παγκόσμια ηγεσία. Ήδη, σε όλο τον κόσμο, οι κινέζικες προσπάθειες να διακηρυχθεί η ανωτερότητα της Κίνας στην καταπολέμηση του κορωνοϊού έχουν πυροδοτήσει υποψίες και συναγερμό, όπως και απαιτήσεις για αποζημιώσεις, αγωγές, και εκκλήσεις για επανεξέταση των δεσμών με την Κίνα.

Η JESSICA CHEN WEISS είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Διακυβέρνησης στο Cornell University και η συγγραφεύς του βιβλίου με τίτλο Powerful Patriots: Nationalist Protest in China’s Foreign Relations [1].

Στους μήνες από τότε που ξεκίνησε η παγκόσμια πανδημία της [ασθένειας] COVID-19 στην Wuhan, οι ηγέτες της Κίνας έχουν γίνει όλο και πιο εθνικιστικοί. Έχουν καυχηθεί σε ακροατήρια τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό για την υπεροχή του συστήματος της Κίνας όσον αφορά την καταπολέμηση της νόσου. Έχουν διακινήσει θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με το ότι ο νέος κορωνοϊός προήλθε από τις ΗΠΑ. Έχουν αγκαλιάσει την διπλωματία «πολεμιστή λύκου» (“wolf warrior” diplomacy), επιτιθέμενοι αγενώς σε ξένους επικριτές και χρησιμοποιώντας κοινωνικά μέσα και άλλες πλατφόρμες για να επισημάνουν τις ξένες αδυναμίες.

20072020-1.jpg

Μια οθόνη εμφανίζει τον Xi να φορά μάσκα προσώπου, στο Πεκίνο, στην Κίνα, τον Μάιο του2020. Tingshu Wang / Reuters
---------------------------------------------------------------

Αν και ο κύριος στόχος της εθνικιστικής ώθησης του Πεκίνου ήταν η οικοδόμηση εγχώριας στήριξης για το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), προκάλεσε επίσης εντάσεις με την Ουάσινγκτον, καθώς κάθε πλευρά προσπαθεί να ξεπεράσει την άλλη στο να μετατοπίζει την ευθύνη και στο να αποφεύγει την λογοδοσία για τον χειρισμό της COVID -19 [2]. Η ρητορική του «οφθαλμού αντί οφθαλμόν» έχει ήδη επιταχύνει μια κούρσα προς τα κάτω στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας και εμπόδισε την συνεργασία στην καταπολέμηση της πανδημίας. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτή η πιο εθνικιστική κινεζική προσέγγιση θα παρουσιάσει ακόμη μεγαλύτερες προκλήσεις στο μέλλον, παρεμποδίζοντας τη μόχλευση και την αποτροπή των ΗΠΑ με τρόπους που θα περιορίσουν τις αμερικανικές πολιτικές επιλογές.

Αλλά μακροπρόθεσμα, ο εθνικισμός θα αποδειχθεί ακόμη περισσότερο ένα εμπόδιο για τις φιλοδοξίες του Πεκίνου, καθώς υπονομεύει τις κινεζικές προσπάθειες να προσελκύσει διεθνή υποστήριξη και να επιδείξει παγκόσμια ηγεσία. Η διπλωματία «πολεμιστή λύκου» ίσως να καθησυχάζει τους Κινέζους εθνικιστές εγχωρίως [3], αλλά θα περιορίσει την ελκυστικότητα της Κίνας στο εξωτερικό. Και η ξενοφοβία και η καταστολή στο όνομα της εθνικής σταθερότητας -είτε προς τους Αφρικανούς μετανάστες στην Guangzhou, τις μειονότητες της Κεντρικής Ασίας στην Xinjiang είτε τους εθνοτικά Κινέζους στο Χονγκ Κονγκ- έχουν αποκαλύψει το ψέμα στις κινεζικές προσπάθειες να προβάλουν μια καλοπροαίρετη και μεγαλόψυχη εικόνα. Ακόμα κι αν το Πεκίνο αναγνωρίσει αυτά τα προβλήματα, θα είναι δαπανηρό -αν και όχι αδύνατο- για την κινεζική ηγεσία να περιορίσει τον εθνικισμό που εξαπέλυσε.

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΑΤΗΣΗΣ

Σε κάποιο βαθμό, το Πεκίνο έχει ήδη μετριάσει την πιο επιθετική εθνικιστική ρητορική του απέναντι σε μια εσωτερική και διεθνή αντίδραση τις τελευταίες εβδομάδες. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Zhao Lijian, αρνήθηκε ότι η Κίνα προσπαθεί να εξαγάγει το μοντέλο της σχετικά με την αντίδραση στον κορωνοϊό. Κορυφαία στρατιωτικά γεράκια προειδοποίησαν [4] Κινέζους εθνικιστές να μην χρησιμοποιήσουν βία για την επανένωση με την Ταϊβάν. Οι λογοκριτές έχουν κλείσει λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που προωθούν «πλαστές και παραπλανητικές» [5] αξιώσεις σχετικά με την Ινδία, το Καζακστάν και το Βιετνάμ. Όμως, παρά τη μέτρια αυτή μείωση [6] της εθνικιστικής ρητορικής, ακόμη και τα εσωτερικά ρεπορτάζ της Κίνας υποδηλώνουν [7] ότι το παγκόσμιο αντι-κινεζικό αίσθημα βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο του μετά από την καταστολή στην πλατεία Τιενανμέν το 1989.

Ωστόσο, ο πιο αποφασιστικός εθνικισμός είναι πιθανό να παραμείνει χαρακτηριστικό της ρητορικής και της διπλωματίας του Πεκίνου, με σημαντικές επιπτώσεις στην πολιτική των ΗΠΑ. Όσο περισσότερο το ΚΚΚ δίνει προτεραιότητα στον εθνικισμό και την δημόσια σταθερότητα σε σχέση με την οικονομική ανάπτυξη ως πηγές εγχώριας νομιμοποίησης, τόσο λιγότερη μόχλευση έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες εξωτερικές δυνάμεις, ιδίως σε θέματα κεντρικής σημασίας για τους ηγέτες της Κίνας, όπως η εδαφική ακεραιότητα. Δείτε το Χονγκ Κονγκ, όπου το Πεκίνο φοβόταν τόσο την μόλυνση από την δημοκρατία όσο και μια αποσχιστική απειλή για την εθνική κυριαρχία [8]. Οι απειλές για οικονομικές κυρώσεις ήταν αναποτελεσματικές στο να αποτρέψουν το Πεκίνο από το να προωθήσει μια νέα νομοθεσία εθνικής ασφάλειας που θα θέσει τέλος στην αυτονομία του Χονγκ Κονγκ.

Όσο περισσότερο ένα ζήτημα ανταποκρίνεται στις εθνικιστικές ευαισθησίες μεταξύ του κινεζικού κοινού και των ελίτ, τόσο πιο πιθανές ξένες απειλές και ενέργειες πρόκειται να προκαλέσουν παρά να αποτραπούν. Βεβαίως, το ΚΚΚ έχει ουσιαστικό περιθώριο [9] για να διαμορφώσει την κοινή γνώμη μέσω της προπαγάνδας και του εκπαιδευτικού του συστήματος, επιτρέποντας στο Πεκίνο να μειώσει [10] το κόστος του συμβιβασμού και της [αυτο]συγκράτησης. Ωστόσο, ο λαϊκός εθνικισμός δίνει συχνά την σπίθα για διεθνή αντιπαράθεση, καθώς οι Κινέζοι netizens [στμ: πολίτες εξοικειωμένοι με το διαδίκτυο] πηγαίνουν στο παγκόσμιο κοινό με τις προσπάθειές τους να υπερασπιστούν την Κίνα, όπως έδειξε η διαμάχη της National Basketball Association πέρυσι όταν ο γενικός διευθυντής των Houston Rockets έγραψε στο Twitter την υποστήριξή του για τις διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ. Μόλις κινητοποιηθεί, ο εθνικισμός δημιουργεί πίεση στην κυβέρνηση να μιλήσει σκληρά και να καθησυχάσει το εγχώριο κοινό, αυξάνοντας το κόστος της συγκράτησης.