Η πανδημία δεν σημαίνει το τέλος των πόλεων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η πανδημία δεν σημαίνει το τέλος των πόλεων

Οι πολεοδόμοι πρέπει να αγκαλιάσουν –όχι να φοβούνται- την αστική πυκνότητα

Είναι κατανοητό ότι ο νέος κορωνοϊός καλύπτει όλες τις συζητήσεις για την δημόσια υγεία. Όμως η μονόπλευρη εστίαση αποκρύπτει μια μεγαλύτερη εικόνα. Στην πραγματικότητα οι Αμερικανοί τείνουν να ζουν πιο μακρόχρονες, πιο υγιείς ζωές στις πόλεις. Οι αγροτικές κοινότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες συνήθως αναφέρουν μικρότερη διάρκεια ζωής ως αποτέλεσμα υψηλότερων ποσοστών αναπνευστικών και καρδιαγγειακών παθήσεων, ορισμένων καρκίνων, του διαβήτη και της νόσου του Αλτσχάιμερ, μεταξύ άλλων παθήσεων. Το χάσμα διευρύνεται: μια έκθεση του 2019 που δημοσιεύθηκε στο American Journal of Public Health [11] διαπίστωσε ότι η ανισότητα στα ποσοστά θνησιμότητας μεταξύ αγροτικών και αστικών κοινοτήτων αυξήθηκε από περίπου 77 περισσότερους θανάτους ανά 100.000 ανθρώπους το 2004 σε 135 θανάτους ανά 100.000 το 2016.

Η ΚΑΛΗ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ

Οι μολυσματικές ασθένειες εξαπλώνονται εύκολα μεταξύ των ανθρώπων που συγκεντρώνονται σε κοντινή απόσταση. Τέτοιες συνθήκες δεν είναι, ωστόσο, το απαραίτητο υποπροϊόν της πυκνότητας των πόλεων. Η πυκνότητα δεν πρέπει να συγχέεται με τον «υπερσυνωστισμό», που δεν είναι ούτε εγγενώς ούτε αποκλειστικά αστική κατάσταση. Ο υπερσυνωστισμός μπορεί να συμβεί σε όλα τα είδη περιβάλλοντος —ας πούμε, στις φυλακές, στα εργοστάσια συσκευασίας κρέατος και στα κέντρα [φροντίδας] ηλικιωμένων— ανεξάρτητα από την γεωγραφική τοποθεσία.

Εάν οι πόλεις της Βόρειας Αμερικής είναι συχνά υπερσυνωστισμένες, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν κατανείμει τον χώρο άσχημα, δίνοντας προτεραιότητα στα αυτοκίνητα έναντι των ανθρώπων. Αν και πολλές πόλεις έχουν κέντρα όπου οι κάτοικοι τείνουν να περπατούν ή να κάνουν ποδήλατο, συχνά έχουν λιγότερο πυκνές προαστιακές περιφέρειες όπου οι κάτοικοι οδηγούν. Ακόμη και η πόλη της Νέας Υόρκης, η οποία είναι γενικά πυκνότερη από τις αμερικανικές ομολόγους της, παρουσιάζει αυτή την δυναμική, με πολλές γειτονιές στο Queens, το Staten Island και άλλους εξωτερικούς δήμους να μην εξυπηρετούνται από τις δημόσιες συγκοινωνίες και να εξαρτώνται από την χρήση αυτοκινήτων. Ο πολεοδομικός σχεδιασμός της Βόρειας Αμερικής αγκαλιάζει εδώ και καιρό τα άκρα του «ψηλού και μεγάλου μεγέθους», στα οποία τα χαμηλής πυκνότητας προάστια των μονοκατοικιών περιβάλλουν ένα πολυώροφο κέντρο πόλης. Πάνω από το ένα τέταρτο της γης μιας τυπικής πόλης της Βόρειας Αμερικής προορίζεται για την κίνηση και το παρκάρισμα αυτοκινήτων. Πρόκειται για ένα ελαττωματικό σχέδιο, που συχνά οδηγεί σε συνωστισμό στα κέντρα της πόλης.

Οι πυκνές πόλεις δεν χρειάζεται να ζουν στα άκρα της ανύψωσης [ορόφων] και της εξάπλωσης. Μερικές από τις πιο πυκνές μητροπόλεις στην Δύση -η Βαρκελώνη και το Παρίσι έρχονται στο μυαλό- αποτελούνται κυρίως από μεσαίου ύψους κτίρια. Η πανδημία COVID-19 πρέπει να τραντάξει τις πόλεις των ΗΠΑ για να κατανείμουν πιο έξυπνα τον πολύτιμο δημόσιο χώρο. Ήδη, πολλές πόλεις έχουν δοκιμάσει σχέδια που κλείνουν δρόμους στην κυκλοφορία αυτοκινήτων [12], διευρύνουν πεζοδρόμια για να κάνουν χώρο για φυσική αποστασιοποίηση, και προσφέρουν περισσότερο χώρο στους πεζούς και τους ποδηλάτες. Αυτά τα βήματα υπογραμμίζουν το πώς η εσφαλμένη κατανομή του χώρου -όχι το καθαρό γεγονός της αστικής πυκνότητας- δημιουργεί υπερσυνωστισμό.

22092020-2.jpg

Άνθρωποι περπατούν στο Washington Square Park στη Νέα Υόρκη, τον Μάρτιο του 2020. Eduardo Munoz / Reuters
----------------------------------------------

Όταν τα αυτοκίνητα δεν χρησιμοποιούνται, ο χώρος για τους ανθρώπους στις πόλεις είναι άφθονος. Σε πολλούς αστικούς δρόμους, για παράδειγμα, ο χώρος στάθμευσης συνήθως καταλαμβάνει λωρίδες κυκλοφορίας και στις δύο πλευρές -ακόμη και όταν υπάρχει αρκετός χώρος στάθμευσης στην γύρω περιοχή. Ο περιττός χώρος στάθμευσης θα μπορούσε να επαναχρησιμοποιηθεί αμέσως ως λωρίδα ποδηλάτων ή εκτεταμένο πεζοδρόμιο. Η σωστή χρήση αυτού του χώρου κάνει όλη την διαφορά μεταξύ του υπερσυνωστισμού και της «καλής πυκνότητας» -μια [πυκνότητα] στην οποία τα κτίρια και οι δραστηριότητες συγκεντρώνονται σε σχετική εγγύτητα, υποστηρίζονται από εξαιρετικές δημόσιες συγκοινωνίες, ασφαλή πεζοδρόμια, πάρκα και ποδηλατικές διαδρομές.

Όταν μια πυκνή πόλη εξακολουθεί να ενθαρρύνει την οδήγηση, παρασύρει τους ανθρώπους σε όλο και μικρότερους δημόσιους χώρους. Οι ζώνες μόνο για πεζούς, για παράδειγμα, είναι πραγματικά αποτελεσματικοί τρόποι μεταφοράς των κατοίκων στις πόλεις, γιατί χωρίς οχήματα οι άνθρωποι δεν καταλαμβάνουν τόσο πολύ χώρο. Οι πόλεις με λιγότερη συμφόρηση θα αντιμετωπίσουν καλύτερα την απειλή μελλοντικών πανδημιών. Προσιτή στέγαση, μεγάλα πεζοδρόμια, αφθονία χώρου πάρκων, και πρόσβαση στην φύση, στα σχολεία και άλλα ιδρύματα γειτονιάς σε απόσταση βαδίσματος από τα σπίτια των κατοίκων -όλα αυτά είναι επίσης στοιχεία καλής πυκνότητας. Στον βαθμό που προωθούν συμμετοχικές, φυσικά δραστήριες κοινότητες σχετικά απελευθερωμένες από το άγχος, όλα είναι επίσης αναπόσπαστα στοιχεία της μακροπρόθεσμης καλής δημόσιας υγείας της αστικής ζωής.

ΟΙ ΜΑΖΙΚΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ

Η πανδημία ενέπνευσε ορισμένες πόλεις να κάνουν αλλαγές που μπορεί να οδηγήσουν σε ουσιαστικούς και διαρκείς μετασχηματισμούς. Το Μιλάνο, για παράδειγμα, έχει μετατρέψει πρώην πολυσύχναστους δρόμους σε πεζόδρομους κατά την διάρκεια της πανδημίας και τώρα ανακοίνωσε φιλόδοξα σχέδια [13] για να γίνουν αυτές οι αλλαγές μόνιμες. Αυτό θα είναι καλό όχι μόνο για την ποιότητα της ζωής της πόλης αλλά και για τις εκπομπές άνθρακα. Πριν από την πανδημία, πολλές πόλεις ήταν αποφασισμένες να βρουν πώς να μετακινούνται περισσότερα αυτοκίνητα πιο γρήγορα. Ορισμένοι θεωρούσαν τα αυτόνομα οχήματα ως πιθανή λύση στην κυκλοφοριακή συμφόρηση. Αντί γι’ αυτό η πανδημία παρότρυνε τις πόλεις να προσαρμόσουν τους δρόμους για περπάτημα και ποδηλασία -έναν πολύ φθηνότερο και συγκριτικά αποτελεσματικότερο τρόπο για να μετακινούνται περισσότεροι άνθρωποι μέσα στην πόλη.