Η ελπίδα για το μέλλον της αμερικανικής ηγεσίας πεθαίνει δύσκολα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ελπίδα για το μέλλον της αμερικανικής ηγεσίας πεθαίνει δύσκολα

Η Γερμανία έχει ένα ειδικό στοίχημα στις εκλογές των ΗΠΑ

Λίγες χώρες εκτός των ΗΠΑ διακυβεύουν τόσα στις 3 Νοεμβρίου όσα η Γερμανία. Εάν ο υποψήφιος των Δημοκρατικών, πρώην Αντιπρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, κερδίσει τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, η άσχημα διατλαντική σχέση μπορεί ακόμη να ανοικοδομηθεί. Αλλά αν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κερδίσει μια δεύτερη θητεία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να υιοθετήσουν μια ακόμη πιο εχθρική στάση απέναντι στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες από όσο κατά την διάρκεια της πρώτης του.

20102020-1.jpg

Η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, στην Ουάσιγκτον, τον Νοέμβριο του 2009. BPA / Handout / Reuters
--------------------------------------------------------

Τα τελευταία τριάμισι χρόνια έχουν σοβαρέψει την σχέση της Γερμανίας με τις ΗΠΑ. Το συναίσθημα και η νοσταλγία έχουν φύγει και η απογοήτευση έχει μετατραπεί σε σοκ καθώς η Γερμανία έχει απορροφήσει την οργή του Τραμπ. Σίγουρα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ μισεί το γερμανικό εμπορικό πλεόνασμα και πιστεύει ακράδαντα ότι η Γερμανία πρέπει να επωμιστεί περισσότερο από το βάρος του ΝΑΤΟ (πράγματι, πολλές πολιτικές προσωπικότητες στο Βερολίνο πιστεύουν ότι αυτές οι ανησυχίες αξίζουν σοβαρή συζήτηση). Ωστόσο, τέτοια σημεία διαφωνίας δεν εξηγούν γιατί η αμερικανική κυβέρνηση επέδειξε περιφρόνηση και προσπάθησε να ταπεινώσει έναν παλαιό στενό σύμμαχο.

Η κυβέρνηση Trump εξέφρασε αυτήν την αποστροφή με συνέπεια, μέσω μιας ποικιλίας δράσεων. Έστειλε στο Βερολίνο έναν πρέσβη –τον Richard Grenell - ο οποίος έκανε κήρυγμα και επιτέθηκε σε Γερμανούς πολιτικούς και επιχειρηματικούς ηγέτες ενώ υποστήριζε ανοιχτά τις ακροδεξιές δυνάμεις στην Ευρώπη. Ο Λευκός Οίκος έχει απειλήσει επανειλημμένα να επιβάλει δασμούς στην Ευρώπη για τα αυτοκίνητα -ένα μέτρο που στοχεύει ιδιαίτερα στην Γερμανία, η οποία έχει μακράν τη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία στην ήπειρο. Χωρίς διαβούλευση, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέσυραν εν μέρει τα στρατεύματά τους από την Γερμανία (η γερμανική αριστερά χαιρέτισε αυτήν την κίνηση) και επέβαλε αναδρομικές κυρώσεις για να εμποδίσει τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 από την Ρωσία στην Γερμανία (οι Δημοκρατικοί των ΗΠΑ το υποστήριξαν αυτό). Τρεις Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές απείλησαν [1] να συντρίψουν μια μικρή, ανατολική γερμανική παράκτια πόλη με οικονομικές και νομικές κυρώσεις εάν συνέχιζε να επιτρέπει στα πλοία να είναι εξοπλισμένα για το έργο του αγωγού.

Τέτοια μέτρα έχουν ενοχλήσει -και ενοποιήσει- το γερμανικό κοινό. Ωστόσο, το στοίχημα που έχει η Γερμανία στις επερχόμενες εκλογές των ΗΠΑ είναι ακόμα υψηλότερο, διότι πηγαίνει στην καρδιά της θέσης της Γερμανίας στην παγκόσμια τάξη.

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΜΕΡΕΙΑΣ

Η πολυμέρεια είναι ένα βασικό δόγμα της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής και ο Τραμπ την έχει υπονομεύσει. Οι Γάλλοι πολιτικοί μπορούν να καταφύγουν σε μια Γκωλική παράδοση εθνικής υπερηφάνειας και στρατηγικής αυτονομίας. Ο βρετανικός πολιτικός λόγος εξακολουθεί μερικές φορές να εντρυφεί στην αυτοκρατορική νοσταλγία ή την σύγχρονη παραλλαγή της, την «παγκόσμια Βρετανία». Αλλά η Γερμανία δεν έχει ισοδύναμο ιστορικό σημείο αναφοράς. Δύο παγκόσμιοι πόλεμοι και η ναζιστική κυριαρχία δυσφήμησαν οποιαδήποτε εθνική προσέγγιση: εξ ου και ο μερικές φορές σχεδόν θρησκευτικός εναγκαλισμός της πολυμέρειας ως πλαίσιο της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Πράγματι, η μεταπολεμική Γερμανία οφείλει σε μεγάλο βαθμό την δημοκρατική και οικονομική της επιτυχία στην πολυμέρεια. Η χώρα έχει δημιουργήσει βαθιές ρίζες στην οικογένεια των ευρωπαϊκών εθνών και του ΝΑΤΟ, με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ηγέτη της «Δύσης».

Αυτή η παλιά βεβαιότητα έχει πλέον χαθεί. Ο Τραμπ έχει διαβρώσει την εξάρτηση της Γερμανίας στην πολυμερή τάξη. Το σπίτι της Δύσης έχει χάσει τον κηδεμόνα του, και οι Γερμανοί αισθάνονται ιδιαίτερα ανήσυχοι.

Τίποτα δεν υποδηλώνει την απόρριψη της πολυμέρειας πιο ξεκάθαρα από την απόσυρση του Τραμπ από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας εν μέσω μιας παγκόσμιας πανδημίας. Αντί να επιδείξουν ηγεσία και να χρησιμοποιήσουν έναν ατελή ΠΟΥ για να συντονίσουν τις διεθνείς προσπάθειες, οι Ηνωμένες Πολιτείες απλώς εγκατέλειψαν το πλοίο. Η κριτική της γερμανικής κυβέρνησης ήταν ασυνήθιστα φωνητική. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ αντιμετώπισε την πανδημική κρίση εκκεντρικά, με καταστροφικές εγχώριες συνέπειες, και με αυτόν τον τρόπο διαβρώθηκε το κύρος του στην Ευρώπη και στην Γερμανία.

Ομιλίες και γραπτά που γιορτάζουν την «διατλαντική εταιρική σχέση» συνήθιζαν να περιλαμβάνουν την τελετουργική έννοια των «κοινών αξιών». Όχι πια. Λίγοι Γερμανοί πιστεύουν ότι η τρέχουσα κυβέρνηση των ΗΠΑ μοιράζεται μαζί τους μια κοινή κατανόηση των βασικών αρχών της φιλελεύθερης δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου και της προστασίας του περιβάλλοντος.

Τα ανησυχητικά σημάδια υποδηλώνουν μια ευρεία αλλαγή στην στάση των Γερμανών απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μια δημοσκόπηση των Pew / Körber-Stiftung [2] που διεξήχθη τον Μάιο του 2020 κατέληξε σε ένα εκπληκτικό συμπέρασμα: Οι Γερμανοί βλέπουν τώρα ότι η σχέση της χώρας τους με την Κίνα είναι εξίσου σημαντική με την σχέση τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Μήπως οι Γερμανοί μπαίνουν στη μοιραία «παγίδα ισοδυναμίας» που οι πιστοί στις διατλαντικές σχέσεις προειδοποιούσαν τόσο παθιασμένοι εναντίον της; Όχι ακριβώς. Η αμερικανική ηγεσία μπορεί να ξεθωριάζει από την Ευρώπη, αλλά οι συναισθηματικοί δεσμοί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον λαό τους παραμένουν ισχυροί. Πολλοί στην Γερμανία εξακολουθούν να ελπίζουν σε ανανέωση των διατλαντικών σχέσεων υπό έναν πρόεδρο Μπάιντεν.

ΕΛΠΙΔΕΣ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ

Όταν οι υπεύθυνοι λήψης πολιτικών αποφάσεων και οι αναλυτές στην Γερμανία εξετάζουν τα πιθανά μετεκλογικά σενάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναμένουν ότι μια προεδρία του Μπάιντεν θα βοηθήσει στην προώθηση των προτεραιοτήτων που έχουν μεγαλύτερη σημασία για το γερμανικό κοινό. Σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσκόπηση της GMF/Bertelsmann, η κλιματική αλλαγή βρίσκεται στην κορυφή της λίστας σημαντικών διατλαντικών ζητημάτων για τους Γερμανούς -ακόμη και μετά το ξέσπασμα της [ασθένειας] COVID-19. Λίγες αποφάσεις αποξένωσαν τους Γερμανούς και άλλους Ευρωπαίους περισσότερο από την πρόωρη αποχώρηση του Τραμπ από την συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Ο Μπάιντεν έχει δεσμευτεί ότι εάν εκλεγεί, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επανέλθουν αμέσως στην συμφωνία του Παρισιού. Στην συνέχεια, η διοίκησή του θα πρέπει να παρέχει σημαντική υποστήριξη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η υγεία είναι φυσικά μια άλλη υψηλή προτεραιότητα, και εκεί ο Μπάιντεν αναμένεται να ενισχύσει την διεθνή συνεργασία για την COVID-19 και να συμβάλει στην παγκόσμια αντίδραση για την πανδημία. Αξιωματούχοι της γερμανικής κυβέρνησης και ειδικοί της εξωτερικής πολιτικής επίσης ελπίζουν ότι ο Μπάιντεν θα επανενταχθεί στην πυρηνική συμφωνία με το Ιράν και θα επιστρέψει στην Συνθήκη για τα Πυρηνικά Όπλα Μέσης Εμβέλειας (Intermediate-Range Nuclear Forces Treaty) και στην Συνθήκη για τους Ανοιχτούς Ουρανούς (Open Skies Treaty) -όλα εγκαταλειφθέντα από τον Τραμπ αλλά θεωρούμενα από τους Γερμανούς υπεύθυνους χάραξης πολιτικής απαραίτητα για το κοινό πλαίσιο ασφάλειας.

Οι Γερμανοί επιχειρηματικοί και πολιτικοί ηγέτες γνωρίζουν ότι η σχέση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας θα έχει καθοριστική επίδραση στο στρατηγικό τοπίο τις επόμενες δεκαετίες. Ο κίνδυνος να παγιδευτούν οι ευρωπαϊκές οικονομίες στη μέση ενός ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων είναι μεγάλος. Οι Γερμανοί προβληματίζονται κάπως από τον δικομματικό συναγωνισμό στην Ουάσινγκτον για το ποιος είναι ο πιο σκληρός στην Κίνα, αλλά καλωσορίζουν τα μηνύματα που υποδηλώνουν ότι μια κυβέρνηση Μπάιντεν θα απευθυνθεί σε Ευρωπαίους και Ασιάτες συμμάχους για να επιδιώξει μια κοινή ατζέντα βασισμένη σε κοινά συμφέροντα σε σχέση με την Κίνα.

20102020-2.jpg

Ο Trump και η Merkel στην πόλη Biarritz, στην Γαλλία, τον Αύγουστο του 2019. Carlos Barria / Reuters
---------------------------------------------

Λίγες χώρες είναι τόσο εξαρτημένες από την διεθνή βασιζόμενη σε κανόνες εμπορική τάξη όσο η εξαγωγικά προσανατολισμένη Γερμανία. Οι γερμανικές επιχειρήσεις βλέπουν τον προστατευτισμό και τους εμπορικούς πολέμους ως δηλητηριώδεις για το μοντέλο τους, και καλωσορίζουν την υπόσχεση του Μπάιντεν σε αυτές τις σελίδες να «αντισταθεί σε μια επικίνδυνη παγκόσμια διολίσθηση προς τον προστατευτισμό». Ωστόσο, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών τάσσεται υπέρ μιας πολιτικής «αγοράστε αμερικανικά» και επιδιώκει να προσελκύσει τα ρεύματα κατά του ελεύθερου εμπορίου μεταξύ των συνδικάτων και των προοδευτικών Δημοκρατικών. Ως αποτέλεσμα, οι Γερμανοί παρατηρητές έχουν λίγες ψευδαισθήσεις ότι η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ θα αλλάξει ουσιαστικά -αλλά αναμένουν ότι μια κυβέρνηση Μπάιντεν θα σταματήσει τουλάχιστον την περιθωριοποίηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

Οι έμπειροι παρατηρητές των Ηνωμένων Πολιτειών στην Γερμανία προειδοποιούν τους αξιωματούχους να περιμένουν περισσότερη συνέχεια παρά αλλαγή στην διεθνή ατζέντα των ΗΠΑ, ακόμη και υπό μια προεδρία Μπάιντεν. Σε τελική ανάλυση, η εγχώρια πολιτική των ΗΠΑ φαίνεται να είναι σχεδόν ανεξίτηλα πολωμένη, η Γερουσία θα είναι ένα εμπόδιο για αλλαγές όσο παραμένει στα χέρια των Ρεπουμπλικανών και η ανάκαμψη της υγείας και της οικονομίας της χώρας θα απασχολήσει κατά πολύ τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι περισσότεροι Γερμανοί -και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι- ελπίζουν ότι ο Μπάιντεν θα εκπληρώσει την υπόσχεσή του να ανανεώσει τις συμμαχίες των ΗΠΑ και να επαναβεβαιώσει μια αξιόπιστη παγκόσμια ηγεσία των ΗΠΑ με βάση τις δημοκρατικές αξίες. Αυτή η ελπίδα θα πεθάνει δύσκολα.

Η ΘΛΙΨΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΗΤΕΙΑ ΤΡΑΜΠ

Λίγοι πολιτικοί της Γερμανίας αναμένουν ότι η ταραγμένη σχέση της χώρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα βελτιωθεί υπό την τρέχουσα διοίκηση. Μια δεύτερη διοίκηση Trump, σύμφωνα με τον Norbert Röttgen, τον κεντρώο πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικής Πολιτικής της γερμανικής Bundestag [στμ: της βουλής, δηλαδή] (και υποψήφιο για επικεφαλής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Angela Merkel), είναι πιθανό να προσφέρει περισσότερα από τα ίδια αλλά χειρότερα: «αντιπαράθεση με την Κίνα, τιμωρία της Γερμανίας, πολιτική αποδυνάμωσης και διάσπασης της ΕΕ, απόσυρση του παραδοσιακού ρόλου των ΗΠΑ ως ηγέτη της διεθνούς τάξης, και την τάση να τροφοδοτούνται οι φλόγες των υφιστάμενων συγκρούσεων».

Η γερμανική κοινότητα της εξωτερικής πολιτικής έχει επικεντρωθεί πρωτίστως στον κίνδυνο που μπορεί να θέσει μια δεύτερη θητεία Trump στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ: οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να διαβρώσουν περαιτέρω την αξιοπιστία του ΝΑΤΟ ή να αποσυρθούν, και η εχθρότητα του προέδρου των ΗΠΑ προς την ΕΕ («χειρότερη από την Κίνα») θα μπορούσε να αποδυναμώσει ή ακόμη και να κατακερματίσει την ένωση. Και όμως, οι σχεδιαστές της εξωτερικής πολιτικής στην κυβέρνηση και στα think tanks προσπαθούν να βρουν μια «θετική ατζέντα» για να ακολουθήσουν σε μια δεύτερη θητεία Trump.

Είναι δυνατή μια τέτοια ατζέντα; Οι Γερμανοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα έπρεπε να μετακινήσουν την σχέση μακριά από τις αξίες και προς τα συμφέροντα. Η ΕΕ και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να αναπτύξουν μια περιορισμένη εμπορική ατζέντα για να ενισχύσουν την ανάπτυξη μετά την πανδημία. Θα μπορούσαν να αναλάβουν κοινές προσπάθειες για την αντιμετώπιση των ρωσικών υβριδικών εχθροπραξιών αντί να επιβάλουν κυρώσεις στη Μόσχα. Και θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν κοινές ανησυχίες για την ασφάλεια σχετικά με την Κίνα, συμπεριλαμβάνοντάς τις στην αρμοδιότητα του ΝΑΤΟ και υιοθετώντας μια νέα ατζέντα πολιτικής που να αντιμετωπίζει κοινά παράπονα, όπως τους περιορισμούς στις επενδύσεις και τις κλοπές πνευματικής ιδιοκτησίας.

Η ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑΣ

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι παρατηρητές των Ηνωμένων Πολιτειών και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι στην Γερμανία έχουν δει ένα τρίτο σενάριο ως μια ρεαλιστική πιθανότητα: εβδομάδες αβεβαιότητας για το αποτέλεσμα των εκλογών, συνοδευόμενες από πολιτική αναταραχή και αστάθεια της αγοράς. Οι Γερμανοί παρατηρητές αντιμετώπισαν με δυσπιστία την ιδέα ότι δεν θα υπάρξει ειρηνική μετάβαση –μια πιθανότητα που ο Τραμπ αρνήθηκε να αποκλείσει. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο, στην παλαιότερη συνταγματική δημοκρατία στον κόσμο, είναι πολύ δύσκολο να ληφθεί υπόψη. Όμως, η πίστη στις Ηνωμένες Πολιτείες ως σημαιοφόρο της δημοκρατίας έχει διαβρωθεί σε όλη την Ευρώπη. Το φλερτ του Τραμπ με την θεωρία συνωμοσίας QAnon είναι μια συγκεκριμένη περίπτωση -και μια [θεωρία] με ανησυχητικές επιπτώσεις για την Γερμανία, η οποία έχει τον δεύτερο υψηλότερο αριθμό πιστών του QAnon, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει κάνει ξεκάθαρο ένα κεντρικό μήνυμα στους Γερμανούς: δεν μπορούν να βασίζονται τόσο όσο συνήθιζαν στις εγγυήσεις των ΗΠΑ για την ασφάλεια και την οικονομική τους ευημερία. Και αυτή η κλήση αφύπνισης είναι μια υγιής [κλήση]. Οι μέρες του «τζάμπα» έχουν τελειώσει. Οι Γερμανοί συζητούν τώρα εάν η χώρα τους πρέπει να συνεισφέρει περισσότερο στην στρατιωτική ικανότητα του ΝΑΤΟ, και παρόλο που η χώρα δεν έχει ακόμη επιτύχει πολιτική συναίνεση υπέρ της ανάληψης περισσότερης διεθνούς στρατιωτικής ευθύνης, έχει εντείνει την εστίασή της στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης -όχι μόνο στην άμυνα αλλά και επίσης στην πολιτική και τα οικονομικά.

Η πανδημία COVID-19 και οι οικονομικές της επιπτώσεις κατέδειξαν το τι συμβαίνει όταν η ευρωπαϊκή συνοχή είναι αδύναμη. Οι Γερμανοί έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν -ίσως πολύ αργά- ότι η παγκόσμια τάξη του χθες αποτελεί ιστορία και ότι δεν θα υπάρξει επιστροφή στο status quo ante. Ίσως υπάρχει μια ευκαιρία να αποκατασταθεί η διατλαντική σχέση, αλλά μόνο βάσει μιας ισχυρότερης, πιο ανθεκτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Copyright © 2020 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2020-10-16/hope-future-am...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.nytimes.com/2020/08/25/world/europe/nord-stream-2-germany-us...
[2] https://www.pewresearch.org/fact-tank/2020/05/18/amid-coronavirus-crisis...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition