Αντιμετωπίζοντας τα εχθρικά UAVs | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αντιμετωπίζοντας τα εχθρικά UAVs

Η ζωηρή ανάπτυξη της Τουρκίας στα Μη Επανδρωμένα Αεροχήματα και η δέουσα αντίδραση της Ελλάδας

Η πρόοδος στις συναφείς τεχνολογίες κατασκευής των ΜΕΑ, με πρωτοπόρο την Artificial Intelligence (AI), φαίνεται να προσδίδουν τρομακτικές δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξής τους σε σημείο που ο ρυθμός υιοθέτησης κατάλληλων δογμάτων χρησιμοποίησης-αντιμετώπισής τους να φαίνεται ανίκανος να παρακολουθήσει τις εξελίξεις. Το συνεχώς μειούμενο κόστος κατασκευής τους καθιστά πλέον συμφέρουσα ακόμη και την χρήση τους ως βλήματα-αεροσκάφη αυτοκτονίας. Ταυτόχρονα, η μαζική τους χρήση (οι αποκαλούμενες επιθέσεις κορεσμού) προβληματίζει ακόμη και τα επαρκώς εκπαιδευμένα και εξοπλισμένα στρατεύματα ισχυρών κρατών.

Στο εγγύς μέλλον αναμένεται αεροσκάφη, μη επανδρωμένα συστήματα (συμπεριλαμβανομένων και των «αυτοκτονικών μηχανημάτων») και κατευθυνόμενα βλήματα να δρουν σε απόλυτη συνέργια αποφεύγοντας ή εξουδετερώνοντας την εχθρική αεράμυνα και επιφέροντας χειρουργικά κτυπήματα και μαζικές προσβολές σε πλειάδα στόχων.

Η χρήση των ΜΕΑ, πλέον των γνωστών μας άμεσων αεροπορικών προσβολών, εξαπλώνεται σε μεγάλο φάσμα αποστολών που φθάνουν μέχρι και τα χαμηλότερα κλιμάκια των χερσαίων δυνάμεων. Ήδη στον φόρτο των Προκεχωρημένων Αξιωματικών Παρατηρητών (ΠΑΠ) [7] ορισμένων κρατών, συμπεριλαμβάνονται και μικρά ΜΕΑ που εκτοξεύονται για την εκτέλεση των αποστολών αναγνώρισης στόχων και κατεύθυνσης των πυρών πυροβολικού. Δεν είναι μακρά και η εποχή που η ολιγομελής ομάδα τυφεκιοφόρων [8], στην θέση του απομακρυνθέντος χειριστή βομβιδοβόλου θα έχει τον χειριστή μικρών ΜΕΑ με ρόλο αναγνώρισης ή ακόμη και προσβολής ελαφρών στόχων σε μικρό βάθος, δίδοντας πρωτόγνωρες ικανότητες αυτόνομης «εγγύς αεροπορικής υποστήριξης» στην ομάδα. Εξυπακούεται ότι ένοπλες δυνάμεις με δυνατότητες κατασκευής και πλούσια επιχειρησιακή χρήση των ΜΕΑ [9] διατηρούν σημαντικότατα πλεονεκτήματα αξιοποίησής τους.

ΤΑ ΑΝΤΙΜΕΤΡΑ

Είναι, όμως, δυνατή η αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των φονικών και μη επανδρωμένων ιπταμένων μηχανών; Η ιστορία των πολέμων έχει καταδείξει ότι ο αποτελεσματικότερος αντίπαλος ενός επιτυχημένου οπλικού συστήματος είναι συνήθως ένα παραπλήσιο σύστημα. Για παράδειγμα, ο κυριότερος και πλέον επικίνδυνος αντίπαλος του αεροσκάφους είναι ένα άλλο αεροσκάφος, παρομοίως για το άρμα μάχης, το υποβρύχιο και άλλα πολλά συστήματα. Επί του παρόντος δεν έχουμε δει ΜΕΑ με αποκλειστική εξειδίκευση στο ρόλο καταστροφής ή εξουδετέρωσης άλλων παρόμοιων συστημάτων. Αυτό οφείλεται κυρίως στις τεχνολογικές προκλήσεις που παρουσιάζει μια παρόμοια αναβάθμιση των δυνατοτήτων τους και στο συνεπαγόμενο κόστος. Σίγουρα οι μεγάλες δυνάμεις εργάζονται σε αυτήν την κατεύθυνση και οι αερομαχίες αυτών των συστημάτων ανήκουν στο εγγύς μέλλον.

Εξυπακούεται ότι ο έχων σήμερα την εμπειρία κατασκευής ΜΕΑ θα προχωρήσει αύριο και στην κατασκευή ΜΕΑ σε ρόλο αναχαίτισης. Το μικρό μέγεθος και οι ταχύτητες των αντιπάλων εναέριων στόχων σίγουρα θα καταστήσουν προβληματικό τον ανθρώπινο ρόλο (στην αποστολή του εξ αποστάσεως τηλεχειρισμού) και συστήματα αυτοματισμών και Artificial Intelligence θα αναλάβουν το σύνολο των λειτουργιών της αναχαίτισης.

Τα σημερινά κλασικά συστήματα αεραμύνης, με ποικιλία οπλικών συστημάτων και αισθητήρων διαφόρων δυνατοτήτων και ικανοποιητική διασύνδεση φαίνεται ότι καθιστούν προβληματική την δράση των εχθρικών ΜΕΑ με την προϋπόθεση ότι θα επιβιώσουν στις προσβολές καταστολής αεράμυνας που θα προηγηθούν της χρήσεως τους στον ρόλο του «εναερίου πυροβολικού». Το κόστος, όμως, της συγκρότησης ενός πλήρους και ενοποιημένου δικτύου φαίνεται υπερβολικό σε σχέση με το κόστος ανάπτυξης των αντίπαλων ΜΕΑ ενώ μονίμως θα είναι υπό την απειλή του επιχειρησιακού, τακτικού ή τεχνολογικού αιφνιδιασμού. Μάλιστα, θα υπάρχει συνεχώς η αμφιβολία της δυνατότητας εντοπισμού, εγκλωβισμού και τελικά εξουδετέρωσης (ή καταστροφής) των ολοένα και εκσυγχρονιζόμενων ΜΕΑ [10].

Σε τελική ανάλυση, η χρήση αποτελεσματικών αλλά πανάκριβων κατευθυνόμενων βλημάτων [11] (εκτοξευόμενα από επίγεια ή εναέρια μέσα) κατά των ΜΕΑ εμφανίζεται ως μη cost-effective επιλογή, καθώς ο σχετικά περιορισμένος αριθμός τους επιβάλλει την ελεγχόμενη χρησιμοποίηση τους με βασική στόχευση τα εχθρικά αεροσκάφη ή στρατηγικά κατευθυνόμενα βλήματα. Ούτε όμως οι πιεστικές συνθήκες για αντιμετώπιση π.χ. της τουρκικής αεροπορίας θα επιτρέψουν την ανάθεση αποστολών αναχαίτισης εχθρικών ΜΕΑ από τα φίλια αεροσκάφη. Ελικοφόρα ελαφρά αεροσκάφη αλλά και ελικόπτερα, κατάλληλα εξοπλισμένα, μπορούν να αντιμετωπίσουν ικανοποιητικά τα ΜΕΑ αλλά δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι κατά την διάρκεια αυτής της αποστολής θα είναι αρκετά εκτεθειμένα στα αντίπαλα επίγεια και εναέρια πυρά.

Τελικά, τα εχθρικά ΜΕΑ θα κληθούν να τα προσβάλλουν τα «υποδεέστερα» [12] ημέτερα πυραυλικά συστήματα (κυρίως Short Range Air Defense Systems –SHORADS) καθώς και συστήματα αντιαεροπορικών πυροβόλων καθοδηγούμενων με radar. Τα σκάφη επιφανείας -μεγέθους κορβέτας και άνω- είναι εξοπλισμένα για την άμυνά τους με κατευθυνόμενα βλήματα επιφανείας-αέρος αλλά και αυτοματοποιημένα ταχυβόλα πυροβόλα [13] ειδικά για την αναχαίτιση επερχομένων κατευθυνομένων βλημάτων. Ο συνδυασμός τους κρίνεται ικανοποιητικός για επιτυχή αντιμετώπιση ακόμη και αεροπορικών επιθέσεων κορεσμού αλλά το κόστος και τα χαρακτηριστικά τους τα καθιστούν απαγορευτικά για ευρεία ανάπτυξη σε μικρότερα σκάφη (π.χ. πυραυλακάτους) και πολύ δε περισσότερο για χερσαίες διαμορφώσεις (π.χ. αυτοκινούμενα). Ακόμη όμως και τα μεγάλα σκάφη κινδυνεύουν από επιθέσεις κορεσμού «αυτοκτονικών αεροχημάτων» που με ελάχιστο εκρηκτικό φορτίο μπορούν να θέσουν εκτός ενεργείας τα πολύτιμα συστήματα radars εξουδετερώνοντας σε μεγάλο βαθμό τις ικανότητες των πλοίων. Κατά συνέπεια, δύσκολα τα πολεμικά σκάφη μας θα τολμήσουν να κινηθούν εγγύς των ανατολικών μας νησιών σε μια προσπάθεια αποφυγής της σχετικά μικρής (σήμερα) εμβέλειας των «αυτοκτονικών» ΜΕΑ.