Το έθνος που επανέρχεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το έθνος που επανέρχεται

Η οικονομική υπεροχή των ΗΠΑ έχει επανειλημμένα αποδείξει ότι οι υποστηρικτές της παρακμής τους κάνουν λάθος*

Καθώς ξεκινά η δεκαετία του 2020, είναι δύσκολο να βρεθεί κάποιο μέλος του κατεστημένου της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ που δεν πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε παρακμή [1] και ότι η εξασθένηση της επιρροής τους έχει επιταχυνθεί [2] υπό έναν πρόεδρο που φαινόταν να διασκεδάζει με το να επιτίθεται το ίδιο σε συμμάχους και σε εχθρούς των ΗΠΑ. Η συζήτηση δεν είναι για το γεγονός της αμερικανικής παρακμής, αλλά για το πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να διαχειριστούν την φθίνουσα θέση τους [3].

15022021-1.jpg

Διαπραγματευτές στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, τον Μάρτιο του 2020. Brendan McDermid / Reuters
-----------------------------------------------------------

Οι «Παρακμιστές» (Declinists) θεωρούν δεδομένο ότι το μερίδιο των ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομική παραγωγή μειώνεται εδώ και δεκαετίες και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είτε έχουν ήδη χάσει την θέση τους ως η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου από την Κίνα είτε είναι μοιραίο να την χάσουν μέσα στα επόμενα δέκα έως 15 χρόνια. Από αυτές τις παραδοχές προκύπτουν συστάσεις για αλλαγή του μεγέθους της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ ώστε να ταιριάζει με την συρρικνούμενη ισχύ της Ουάσιγκτον: αποδεχτείτε την απώλεια υπεροχής, προσαρμοστείτε στις περιφερειακές σφαίρες επιρροής υπό την ηγεσία της Κίνας και της Ρωσίας, και εργαστείτε για να αποφύγετε τους πολέμους που θα μπορούσαν να ξεσπάσουν μεταξύ μιας παρακμάζουσας αυτοκρατορίας όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και μιας ανερχόμενης, όπως η Κίνα.

Τι γίνεται όμως αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βρίσκονται σε οικονομική παρακμή; Κατά κάποιο τρόπο, η επικρατούσα απαισιοδοξία επέζησε από μια αύξηση της αμερικανικής οικονομικής και χρηματοοικονομικής ισχύος κατά την τελευταία δεκαετία. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 2010, οι Ηνωμένες Πολιτείες όχι μόνο επέστρεψαν ως οικονομική υπερδύναμη αλλά έφτασαν σε νέα ύψη ως χρηματοοικονομική αυτοκρατορία, καθοδηγούμενες από τον σχετικά νεαρό πληθυσμό της, τις ανοιχτές θύρες της μετανάστευσης, και τις επενδύσεις που εισρέουν στην Silicon Valley. Η χώρα αντιμετωπίζει τώρα νέες οικονομικές προκλήσεις ως αποτέλεσμα του καινοφανούς κορωνοϊού. Αλλά καμία χώρα δεν ήταν προετοιμασμένη για την πανδημία, και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η ύφεση θα αλλάξει την θέση των Ηνωμένων Πολιτειών μεταξύ των παγκόσμιων οικονομιών.

Η αμερικανική επιστροφή ήταν μακράν του να είναι αναμενόμενη το 2010. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μόλις υποστεί την δεκαετία της πιο ασθενούς [4] οικονομικής ανάπτυξης από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και είχαν πιάσει πάτο στην οικονομική κρίση του 2008, η οποία ξεκίνησε με την κατάρρευση των ενυπόθηκων χρεών στην χώρα και γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Οι σχολιαστές είπαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν χάσει όλη την αξιοπιστία τους ως οικονομικό μοντέλο και προέβλεπαν περαιτέρω παρακμή, ιδιαίτερα σε σχέση με την Κίνα και άλλες αναδυόμενες οικονομίες. Αντ' αυτού, η δεκαετία του 2010 αποδείχθηκε μια χρυσή δεκαετία για το έθνος όπου ξεκίνησε η κρίση, και όχι τόσο καλή για τα υπόλοιπα.

ΜΙΑ ΧΡΥΣΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ

Για πρώτη φορά από τουλάχιστον την δεκαετία του 1850, όταν άρχισε η τήρηση αρχείων, οι Ηνωμένες Πολιτείες διέσχισαν μια ολόκληρη δεκαετία χωρίς να υποφέρουν [5] ούτε μια ύφεση. Αν και πολλοί Αμερικανοί απογοητεύτηκαν αρχικά με τον ρυθμό της ανάκαμψης, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύχθηκαν σημαντικά γρηγορότερα από άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες και γρηγορότερα από πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες. Αψηφώντας τις πολλές προβλέψεις των «Παρακμιστών» -μια μεγάλη παγκόσμια τράπεζα προέβλεψε το 2010 ότι η Κίνα θα ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες έως το 2020- οι Ηνωμένες Πολιτείες στην πραγματικότητα επέκτειναν το μερίδιό τους στο παγκόσμιο ΑΕΠ κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 2010, από 23% σε 25%.

Η δεκαετία του 2020 άνοιξε με το ξαφνικό σοκ μιας παγκόσμιας πανδημίας. Οι οικονομολόγοι υποβαθμίζουν τις αναπτυξιακές τους προβλέψεις για χώρες σε όλο τον κόσμο και η μακροχρόνια οικονομική επέκταση των Ηνωμένων Πολιτειών κινδυνεύει να φτάσει σε ένα απότομο τέλος. Ωστόσο, υπάρχουν λίγα στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η κάμψη θα πλήξει δυσανάλογα σκληρά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μέχρι που γράφτηκε αυτό το κείμενο, το χρηματιστήριο των ΗΠΑ είχε πέσει λιγότερο από τα περισσότερα άλλα χρηματιστήρια και οι επενδυτές είχαν ανεβάσει το δολάριο των ΗΠΑ, δεδομένης της θέσης του ως ασφαλές καταφύγιο.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν τώρα ένα πιο ανθεκτικό εμπόδιο: την κυκλική διακύμανση της παγκόσμιας οικονομίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν χρυσές δεκαετίες και πριν. Ευημερούσαν στις αρχές της δυναμικής δεκαετίας του 1960, στην συνέχεια ξεθώριασαν εν μέσω της κακουχίας της δεκαετίας του 1970 [6]. Άνθισαν και πάλι με την άνοδο της Silicon Valley την δεκαετία του 1990, μόνο για να ξεφουσκώσουν μετά το σκάσιμο [της φούσκας] των dot-com του 2000. Το μάθημα της ιστορίας: το γεγονός ότι η δεκαετία του 2010 ήταν σπουδαία για τις Ηνωμένες Πολιτείες καθιστά λιγότερο πιθανό ότι η δεκαετία του 2020 θα είναι [το ίδιο].

Αυτοί οι δεκαετείς κύκλοι καθοδηγούν την άνοδο και την πτώση όλων των εθνών, όχι μόνο των Ηνωμένων Πολιτειών. Για να υποστηρίξουν την υπόθεση περί χρόνιας παρακμής της Αμερικής, οι αναλυτές συχνά επιλέγουν [7] ένα μέτρο που ονομάζεται «ισοτιμία αγοραστικής δύναμης» (purchasing power parity” ή PPP), το οποίο στοχεύει στην σύγκριση του βιοτικού επιπέδου που οι άνθρωποι μπορούν να αντέξουν οικονομικά στις χώρες καταγωγής τους. Το πρόβλημα με την PPP είναι ότι στηρίζει τα συμπεράσματά της στις θεωρητικές συναλλαγματικές ισοτιμίες, που υπολογίζονται από ακαδημαϊκούς. Ένα πιο ακριβές μέτρο οικονομικής ισχύος είναι το ονομαστικό ΑΕΠ σε δολάρια ΗΠΑ, με βάση τις πραγματικές συναλλαγματικές ισοτιμίες στις παγκόσμιες αγορές.

15022021-2.jpg

Αγοραστές σε ουρά έξω από ένα κατάστημα της Costco στο Σηάτλ της πολιτείας Ουάσιγκτον, τον Μάρτιο του 2020. David Ryder / Reuters
-----------------------------------------------------------

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναδύθηκαν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αντιπροσωπεύοντας ένα κυρίαρχο μερίδιο της παγκόσμιας παραγωγής -το 40% ή και περισσότερο. Με βάση την ΡΡΡ, οι υπολογισμοί δείχνουν ότι το μερίδιο των Ηνωμένων Πολιτειών στην παγκόσμια οικονομία έχει μειωθεί σταθερά έκτοτε, πέφτοντας κάτω από την Κίνα στα μέσα της δεκαετίας του 2010 και σήμερα βρίσκεται μόλις στο 15%. Από την άλλη πλευρά, οι μετρήσεις του ονομαστικού ΑΕΠ [8] δείχνουν ότι το μερίδιο των ΗΠΑ μειώθηκε στο 25% έως το 1980, αλλά στην συνέχεια κυμαινόταν τις επόμενες δεκαετίες. Μέχρι το 2020, είχε ανακάμψει στο 25% -ακριβώς εκεί που βρισκόταν το 1980.

Εν ολίγοις, το μερίδιο των Ηνωμένων Πολιτειών στην παγκόσμια οικονομική ισχύ διατηρείται ουσιαστικά σταθερό επί τέσσερις δεκαετίες. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, η Ευρωπαϊκή Ένωση σημείωσε πτώση του μεριδίου της [9] από 35% σε 21%. Το μερίδιο της Ιαπωνίας μειώθηκε από 10% σε 6% και της Ρωσίας μειώθηκε από το 3% σε 2%. Εν τω μεταξύ, το μερίδιο της Κίνας διογκώθηκε κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου από 2% σε 16%. Είναι αλήθεια ότι καθώς η Κίνα ανέβηκε, άλλες μεγάλες δυνάμεις έχουν διολισθήσει. Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι μια από αυτές.

ΔΟΛΑΡΙΑΚΗ ΥΠΕΡΟΧΗ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναδύθηκαν επίσης από την δεκαετία του 2010 ισχυρότερες από ποτέ ως οικονομική υπερδύναμη, με τις πιο περιζήτητες αγορές μετοχών και ομολόγων στον κόσμο και με το κυρίαρχο νόμισμά τους. Ανερχόμενο από την έντονη απόδοση των αμερικανικών εταιρειών τεχνολογίας, το χρηματιστήριο των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 250% την δεκαετία του 2010, σχεδόν τέσσερις φορές τον μέσο όρο κερδών σε άλλες εθνικές χρηματιστηριακές αγορές. Οι χειρότερες επιδόσεις ήταν στην Ευρώπη και, ιδίως, στις αναδυόμενες αγορές, οι οποίες υπέστησαν την χειρότερη δεκαετία αποδόσεων από την δεκαετία του 1930. Η χρηματιστηριακή αγορά της Κίνας αυξήθηκε κατά μόλις 70% κατά την διάρκεια της δεκαετίας -μια σχετικά αργή ανάπτυξη για αναδυόμενη αγορά.

Μέχρι το 2019, οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιπροσώπευαν το 56% της κεφαλαιοποίησης της παγκόσμιας χρηματιστηριακής αγοράς, από 42% το 2010. Η αξία του χρηματιστηρίου των ΗΠΑ, σε σχέση με όλα τα άλλα, ήταν σε υψηλό 100 ετών πριν χτυπήσει ο νέος κορωνοϊός και διατήρησε αυτό το ιστορικό προβάδισμα στην επακόλουθη αρχική κατάρρευση της αγοράς. Η δεκαετία του 2010 είδε την άνοδο μιας παγκόσμιας «οικονομίας των σούπερ-σταρ», στην οποία τεράστιες εταιρείες κυριαρχούσαν όλο και περισσότερο επί των μικρών, μονοπωλώντας τα μερίδια αγοράς και τις επενδυτικές ροές. Και οι μεγαλύτερες σούπερ-σταρ ήταν Αμερικανικές. Σήμερα, επτά από τις δέκα μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο ανάλογα με την συνολική χρηματιστηριακή αξία τους είναι αμερικανικές, από τρεις το 2010.

Οι παγκόσμιες αγορές αντικατοπτρίζουν την συλλογική σκέψη εκατομμυρίων επενδυτών και οι τιμές της αγοράς καταγράφουν την εκτίμησή τους για την σχετική ισχύ των κορυφαίων οικονομιών και εταιρειών του κόσμου. Εάν οι αγορές είχαν μια φωνή, δεν θα τραγουδούσαν το ρεφραίν της «Αμερικανικής Παρακμής».

Το αμερικανικό δολάριο επίσης ολοκλήρωσε την δεκαετία του 2010 στην κορυφή του κόσμου. Όταν άτομα και εταιρείες δανείζονται από το εξωτερικό, δανείζονται όλο και περισσότερο σε δολάρια [10], τα οποία αντιπροσωπεύουν το 75% αυτών των δανείων, από 60% πριν από την κρίση του 2008. Παρόλο που η κρίση ξεκίνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι τράπεζες των ΗΠΑ κυριαρχούν σήμερα στην παγκόσμια χρηματοδότηση σε μεγαλύτερο βαθμό από όσο πριν από δέκα χρόνια -εν μέρει επειδή τα προβλήματα χρέους έπληξαν τις τράπεζες στην Κίνα, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση ακόμη πιο επίμονα.

Σχεδόν το 90% των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών συναλλαγών που πραγματοποιούνται μέσω τραπεζών χρησιμοποιούν το δολάριο [11], ακόμη και αν η συμφωνία δεν περιλαμβάνει αμερικανικό συμβαλλόμενο μέρος. Όταν η Νότια Κορέα πωλεί τηλέφωνα στην Βραζιλία, γενικά ζητά να πληρωθεί σε δολάρια, επειδή οι πωλητές παντού προτιμούν να κατέχουν το παγκόσμια αγαπημένο μέσο πληρωμής. Το μερίδιο των χωρών που χρησιμοποιούν το δολάριο ως «άγκυρα» [12] -το νόμισμα με το οποίο μετρούν και σταθεροποιούν την αξία των δικών τους νομισμάτων- έχει αυξηθεί από περίπου 30% το 1950 σε περίπου 60% σήμερα. Αυτές οι χώρες αντιπροσωπεύουν συλλογικά περίπου το 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η Κίνα είναι μια από αυτές.

Και επειδή η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ελέγχει την προσφορά δολαρίων, είναι, τώρα περισσότερο από ποτέ, η κεντρική τράπεζα του κόσμου. Όταν η Fed μεταβάλλει τα επιτόκια, κάθε άλλη κεντρική τράπεζα (συμπεριλαμβανομένης της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας) αντιμετωπίζει μεγάλη πίεση για να κινηθεί προς την ίδια κατεύθυνση ή αντιμετωπίζει αποσταθεροποιητικές εκροές κεφαλαίων. Το δολάριο είναι επίσης το νόμισμα που άλλα κράτη συντριπτικά προτιμούν να διατηρούν τα αποθεματικά τους.

15022021-3.jpg

Εκατοδόλαρα σε τράπεζα στην Σεούλ, στη Νότια Κορέα, τον Ιανουάριο του 2013. Lee Jae-Won / Reuters
-----------------------------------------------------------

Αυτή η «θέση αποθεματικού νομίσματος» υπήρξε ένα προνόμιο της αυτοκρατορίας, από τότε που η Πορτογαλία ήταν η κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη, ξεκινώντας στα μέσα του 15ου αιώνα. Μια χώρα που απολαμβάνει σταθερή παγκόσμια ζήτηση για το νόμισμά της -που συχνά αγοράζεται με τη μορφή κρατικών ομολόγων- μπορεί να δανείζεται φθηνά από το εξωτερικό. Γι' αυτό ο Valéry Giscard d'Estaing, ο οποίος ήταν πρόεδρος της Γαλλίας από το 1974 έως το 1981, αποκάλεσε κάποτε το ισχυρό δολάριο «το υπερβολικό προνόμιο» (“exorbitant privilege”) [13] των Ηνωμένων Πολιτειών. Βοηθά τους Αμερικανούς να δανείζονται χρήματα για να αγοράσουν αυτοκίνητα και σπίτια και επιτρέπει στην Ουάσινγκτον να παρουσιάζει ελλείμματα που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να αντέξει.

Η κατοχή του απαραίτητου νομίσματος δίνει επίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες τεράστια γεωπολιτική μόχλευση. Το 2018, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επέβαλε οικονομικές κυρώσεις στο Ιράν μετά την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από την πυρηνική συμφωνία που ο προκάτοχός του, μαζί με άλλες μεγάλες δυνάμεις, είχε διαπραγματευτεί με την Ισλαμική Δημοκρατία, οι απρόθυμες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις τελικά αποφάσισαν ότι δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να ακολουθήσουν, επειδή δεν μπορούσαν να διακινδυνεύσουν [14] να χάσουν την πρόσβαση στις αμερικανικές τράπεζες. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλαν κυρώσεις στην Ρωσία για την εισβολή στην Ουκρανία το 2014, το Κρεμλίνο στράφηκε προς το εσωτερικό [15] και παραιτήθηκε από την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης υπέρ της εξοικονόμησης χρημάτων, ώστε να μειωθεί η ευπάθειά του στους ξένους πιστωτές και στις απειλές για κυρώσεις. Παρ’ όλη της την επιθετικότητα στην παγκόσμια σκηνή, η Ρωσία αναπτύσσεται σήμερα στο μισό [16] του ρυθμού των Ηνωμένων Πολιτειών και εξασθενίζει ως παγκόσμια οικονομική δύναμη.

Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι αντίπαλοι θέλουν μια γεύση από την ισχύ που δίνει το δολάριο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, οι φιλοδοξίες της Ευρώπης για ένα αποθεματικό ευρώ έχουν παρεμποδιστεί από εκτεταμένες αμφιβολίες για ένα νόμισμα που είναι μόλις 20 ετών και έχει πληγεί από επανειλημμένες οικονομικές κρίσεις. Η Κίνα είχε παρόμοιες ελπίδες για το renminbi και στις αρχές της δεκαετίας του 2010 έλαβε μέτρα για να κάνει το νόμισμά της πιο εύκολα μετατρέψιμο [17] και ευκολότερα εμπορεύσιμο. Στην συνέχεια, το 2015, εκατομμύρια Κινέζοι όρμησαν να βγουν από αυτήν την πόρτα. Αντιμέτωποι με την συντριβή του χρηματιστηρίου στην Σαγκάη και την επικείμενη κρίση χρέους, άρχισαν να στέλνουν renminbi σε ασφαλή καταφύγια στο εξωτερικό, σε ποσά που ισούνται με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια κάθε μήνα. Σε απάντηση, οι Αρχές επέβαλαν ελέγχους κεφαλαίου (capital controls) που παραμένουν σε ισχύ σήμερα, θέτοντας σε επ’ αόριστον αναστολή τις ελπίδες της Κίνας να αμφισβητήσει την υπεροχή του δολαρίου.

Αυτό που θέλει ο υπόλοιπος κόσμος σε ένα αποθεματικό νόμισμα είναι μια τεράστια, ρευστή αγορά στην οποία οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να αγοράζουν και να πωλούν χωρίς φόβο ότι η κυβέρνηση θα αλλάξει ξαφνικά τους κανόνες. Προς το παρόν, βλέπουν αυτό το ασφαλές καταφύγιο μόνο στο δολάριο των ΗΠΑ, το οποίο, ως αποτέλεσμα, έχει μέχρι στιγμής ανατιμηθεί έναντι των περισσότερων άλλων νομισμάτων κατά την διάρκεια του σοκ του κορωνοϊού. Οι παγκόσμιες ελίτ μπορεί να μην εμπιστεύονται τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά εμπιστεύονται τα θεσμικά όργανα των ΗΠΑ, γι' αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες βγήκαν από την δεκαετία του 2010 ως χρηματοοικονομική αυτοκρατορία χωρίς αντίπαλους.

ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΤΕ

Η αντίληψη περί της αμερικανικής παρακμής ενισχύεται από τους πολλούς ειδήμονες και πολιτικούς που λένε ότι οι τελευταίες δεκαετίες ήταν υπέροχες μόνο για τις εταιρείες και τους πλούσιους. Εστιάζουν σε στοιχεία που δείχνουν ότι οι μισθοί των ΗΠΑ είναι στάσιμοι από την δεκαετία του 1970 και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μόνη πλούσια χώρα όπου το προσδόκιμο ζωής έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω των «θανάτων από απόγνωση» -από αυτοκτονίες, αλκοόλ, και κατάχρηση οπιοειδών. Στην περίοδο των προεδρικών προκριματικών του 2020, μια από τις χαρακτηριστικές φράσεις του πρωτοπόρου των Δημοκρατικών, του πρώην αντιπροέδρου Joe Biden, ήταν ότι η μεσαία τάξη «σκοτώνεται» [18].

Σίγουρα, πολλοί Αμερικανοί συνεχίζουν να παλεύουν, και υπάρχουν τρομακτικές συγκεντρώσεις εθισμού και απελπισίας. Αλλά καθώς η αύξηση των μισθών και του εισοδήματος αναζωογονήθηκε [19] στα μέσα της δεκαετίας του 2010, το ίδιο, σε γενικές γραμμές, έκαναν και οι αμερικανικές διαθέσεις. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, σύμφωνα με τις μηνιαίες έρευνες του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν στους Αμερικανούς καταναλωτές, η εμπιστοσύνη αυξήθηκε εξίσου γρήγορα μεταξύ των καταναλωτών στο κορυφαίο, το μεσαίο και το κάτω τρίτο της εισοδηματικής κλίμακας.

Φυσικά, η καλή διάθεση ραγίζει στην πανδημία. Αλλά όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ανέφεραν τα πρώτα κρούσματα κορωνοϊού, στα μέσα Ιανουαρίου, η εμπιστοσύνη των μικρών επιχειρήσεων έφτανε τις κορυφές όλων των εποχών από τότε που ξεκίνησαν οι έρευνες στους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, πριν από σχεδόν πέντε δεκαετίες. Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών είχε φτάσει σε υψηλά επίπεδα μόνο δύο φορές πριν, κατά την διάρκεια των οικονομικών «ανθίσεων» της δεκαετίας του 1960 και του 1990. Οι έρευνες του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν συνδυάζουν ερωτήσεις σχετικά με τις τρέχουσες και τις μελλοντικές συνθήκες, ρωτώντας τους Αμερικανούς πόσο καλά είναι σε σύγκριση με πριν από έναν χρόνο και πόσο καλά περιμένουν να είναι ένα έτος μετά.

Από τότε που η Gallup άρχισε να ρωτάει τους Αμερικανούς αν ήταν ικανοποιημένοι με τον τρόπο που ζούσαν την ζωή τους, το 1979, η συντριπτική πλειοψηφία λέει ναι. Όμως τον Ιανουάριο, το μερίδιο αυτό σημείωσε ρεκόρ 90% [20]. Τον ίδιο μήνα, τρεις στους πέντε Αμερικανούς που συμμετείχαν στην δημοσκόπηση δήλωσαν ότι ήταν καλύτερα τώρα από όσο πριν από τέσσερα χρόνια, το μεγαλύτερο ποσοστό [21] από τότε που η Gallup άρχισε να θέτει αυτήν την ερώτηση κατά την διάρκεια των προεδρικών εκλογών, το 1992.

Παρόλο που υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι οι προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό μισθοί είναι στάσιμοι από την δεκαετία του 1970, όπως επισημαίνουν πολλοί σχολιαστές, είναι επίσης δυνατό να δείξουμε ότι οι μισθοί έχουν αυξηθεί -ή μειωθεί- επιλέγοντας μια διαφορετική ημερομηνία έναρξης της σύγκρισης ή μια διαφορετική μέτρηση του πληθωρισμού. Η μέθοδος και η ιστορία που λέει [αυτή η μέθοδος] συχνά επιλέγονται για να υποστηρίξουν μια πολιτική άποψη. Αλλά αυτό είναι πολύ σαφές: η αύξηση των μισθών σε εβδομαδιαία και ωριαία βάση διευρύνθηκε την δεκαετία του 2010 [22]. Και τα ευρύτερα μέτρα του προσωπικού και του οικογενειακού εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων των απογραφικών δεδομένων, δείχνουν τόσο τα μακροπρόθεσμα κέρδη όσο και ένα αξιοσημείωτο άλμα στην δεκαετία του 2010.

Αν και η ανισότητα αυξάνεται, αυτή αυξάνεται επειδή τα εισοδηματικά κέρδη έχουν ωφελήσει δυσανάλογα [περισσότερο] τους πλουσιότερους Αμερικανούς, κι όχι επειδή η μεσαία τάξη και οι φτωχοί δεν έχουν δει κέρδη. Σύμφωνα με το Γραφείο Απογραφής των ΗΠΑ (U.S. Census Bureau), το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών το 2018, προσαρμοσμένο στον πληθωρισμό, ήταν 63.000 δολάρια, με μια αύξηση περίπου 15.000 δολαρίων από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και 7.000 δολαρίων από το 2013. Αυτά τα κέρδη πιθανότατα συνεχίστηκαν μέχρι το 2019, μια καλή χρονιά για τις θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ, και τούτο μπορεί να βοηθήσει να εξηγηθεί γιατί τα σημάδια λαϊκής αισιοδοξίας εξαπλώνονταν ακόμη στις αρχές του τρέχοντος έτους.

Ακόμη και οι πιστοί της παρακμής της μεσαίας τάξης δεν πρέπει να την μπερδεύουν με μια ευρύτερη αμερικανική παρακμή -επειδή η ίδια συζήτηση για την απώλεια των θέσεων εργασίας και των μισθών της μεσαίας τάξης συμβαίνει σε όλο τον κόσμο, από την Ινδία μέχρι την Ιαπωνία και τις χώρες της ΕΕ. Και οι μεσαίες τάξεις σε αυτές τις χώρες υποφέρουν όλες για παρόμοιο λόγο, την άνοδο των φθηνότερων και πιο ανταγωνιστικών εξαγωγών, πρώτα από την Κίνα, και πιο πρόσφατα από αντιπάλους όπως το Μπαγκλαντές και το Βιετνάμ, κάτι που έχει απειλήσει θέσεις εργασίας της μεσαίας τάξης στον κλάδο της μεταποίησης αλλού.

Σε μια πολωμένη εποχή, οι Αμερικανοί τείνουν να βλέπουν την οικονομική πραγματικότητα μέσω ενός κομματικού πρίσματος. Οι Δημοκρατικοί προεδρικοί υποψήφιοι έχουν παραμείνει στα θέματα παρακμής και στασιμότητας, τα οποία, δεδομένης της λαϊκής διάθεσης, φαίνονταν να είναι δύσκολα για να πείσουν. Ο φόβος του κορωνοϊού αναδιαμόρφωσε την προεκλογική συζήτηση του 2020, αλλά και πάλι, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η πανδημία θα καταστρέψει την οικονομία ή την οικονομική εμπιστοσύνη στις Ηνωμένες Πολιτείες περισσότερο από όσο σε άλλες μεγάλες δυνάμεις. Το βασικό ερώτημα τώρα είναι, θα κυριαρχήσει η οικονομία των ΗΠΑ την δεκαετία του 2020 με τον τρόπο που κυριαρχούσε την δεκαετία του 2010, με ή χωρίς τον ιό;

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΡΙΣΚΟ

Χώρες που κυριαρχούν στην παγκόσμια οικονομία και τις αγορές σε μια δεκαετία σπάνια κυριαρχούν και την επόμενη. Όσο μεγαλώνουν, τόσο πιο αυτάρεσκοι γίνονται οι ηγέτες τους. Χάνουν σε πειθαρχία, εγκαταλείπουν τις μεταρρυθμίσεις, βάζουν την χώρα σε χρέος και ελλείμματα και ωθούν την οικονομία σε εκτροχιασμό. Αυτός ο δεκαετής κύκλος κατέστρεψε κάθε οικονομικό αστέρι της μεταπολεμικής εποχής, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών δύο φορές παλαιότερα. Η οικονομία των ΗΠΑ ήταν κυρίαρχη στην δεκαετία του 1960, αλλά σκόνταψε την επόμενη δεκαετία. Την δεκαετία του 1970, η άνοδος των τιμών του πετρελαίου οδήγησε ορισμένους αναλυτές πληροφοριών στις ΗΠΑ να προβλέψουν ότι η Σοβιετική Ένωση ήταν σε καλό δρόμο για να γίνει η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, αλλά κατέρρευσε οικονομικά την επόμενη δεκαετία. Η δεκαετία του 1980 αφορούσε την «άνοδο της Ιαπωνίας», αλλά η Ιαπωνία έπεσε όταν έσκασε η φούσκα της αγοράς [23] το 1989. Η δεκαετία του 1990, μια άλλη αμερικανική δεκαετία, τελείωσε με το σκάσιμο [της φούσκας] στην Silicon Valley. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ότι η τρέχουσα οικονομική επέκτασή τους είναι σχεδόν 11 ετών, η πιο μακροχρόνια από το 1850, και κάθε άνθιση τελικά δημιουργεί υπερβολές που προμηνύουν την ίδια τους την καταστροφή.

Παρ’ όλες τις συζητήσεις για την αμερικανική απόγνωση, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο εφησυχασμός ενόψει των αυξανόμενων απειλών από το χρέος, τα ελλείμματα και τα δημογραφικά στοιχεία. Το αναπτυξιακό δυναμικό κάθε οικονομίας είναι συνάρτηση του πληθυσμού και της παραγωγικότητας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να πιστεύουν ότι το μεγάλο πλεονέκτημά τους είναι η παραγωγικότητα, λόγω των σχετικά ευέλικτων κανονισμών και μιας κουλτούρας καινοτομίας που καλλιεργείται σε ελίτ πανεπιστήμια και στην Silicon Valley. Πράγματι, η παραγωγικότητα των ΗΠΑ έχει ενισχυθεί από τις επενδύσεις στην τεχνολογία τα τελευταία χρόνια, αλλά το πιο σημαντικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ ήταν ένας σχετικά υψηλός ρυθμός αύξησης του πληθυσμού: τα μωρά και οι μετανάστες, όχι το [Πανεπιστήμιο] Στάνφορντ και η Google.

15022021-4.jpg

Έξω από το Καπιτώλιο των ΗΠΑ στην Ουάσινγκτον, τον Οκτώβριο του 2013. Jonathan Ernst / Reuters
-----------------------------------------------------------

Στην δεκαετία του 1990, η παραγωγικότητα αυξήθηκε σημαντικά ταχύτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες από όσο στην Ιαπωνία και την Ευρώπη, αλλά αυτή η πρωτοπορία άρχισε να περιορίζεται την επόμενη δεκαετία. Εν τω μεταξύ, το δημογραφικό πλεονέκτημα των Ηνωμένων Πολιτειών αυξανόταν. Στην Ιαπωνία και την ΕΕ, ο σε ηλικία εργασίας πληθυσμός άρχισε να συρρικνώνεται μετά την αλλαγή της χιλιετίας. Αλλά συνέχισε να αυξάνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εάν ο πληθυσμός των Ηνωμένων Πολιτειών είχε αυξηθεί τόσο αργά όσο και στην Ιαπωνία τις τελευταίες δεκαετίες, σήμερα το μερίδιο των ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομία θα ήταν 17%, όχι 25%.

Αυτό το πλεονέκτημα, ωστόσο, απειλείται τώρα από την πολιτική. Κατά τη μεταπολεμική περίοδο, περίπου τα δύο τρίτα της αύξησης του πληθυσμού των ΗΠΑ οφείλονταν στο σχετικά υψηλό ποσοστό γεννήσεων της χώρας. Τα υπόλοιπα κινητοποιήθηκαν από την σχετικά ανοιχτή πόρτα στους μετανάστες. Αυτή η πόρτα έχει αρχίσει να κλείνει υπό τον Τραμπ. Από το 2016, ο αριθμός των νόμιμων μεταναστών που εισέρχονται στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει μειωθεί κατά μέσο ρυθμό 43.000 [ατόμων] ετησίως.

Ταυτόχρονα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ εφησύχασαν σχετικά με το χρέος και τα ελλείμματα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύχθηκαν γρηγορότερα από τον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο υπό τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, και διεύρυναν το προβάδισμά τους καθώς ο Τραμπ προχώρησε σε περικοπές φόρων και ρυθμίσεων. Ωστόσο, η μείωση των φόρων χωρίς μείωση των δαπανών αύξησε το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ [24], το οποίο πλησιάζει το 5% του ΑΕΠ, το υψηλότερο που υπήρξε ποτέ εκτός από την περίοδο μετά από μια ύφεση ή πόλεμο. Σημαντικές φωνές και στα δύο κόμματα κάνουν τώρα την υπόθεση ότι τα ελλείμματα δεν αποτελούν πλέον απειλή για την ανάπτυξη –οι Ρεπουμπλικάνοι προκειμένου να υπερασπιστούν τους χαμηλούς φόρους, οι Δημοκρατικοί για να υπερασπιστούν τις υψηλότερες δημόσιες δαπάνες.

Μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, οι Ηνωμένες Πολιτείες κινήθηκαν πιο αποφασιστικά από όσο άλλα πλούσια έθνη για να μειώσουν το χρέος τους, αλλά αυτό έχει υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, κάτι που ενθαρρύνεται από ατελείωτους νέους γύρους παροχής εύκολου χρήματος που προσφέρει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα για να διατηρήσει την οικονομική ανάκαμψη ζωντανή. Η μεγάλη αλλαγή από το 2008: τα μεγαλύτερα και πιο ριψοκίνδυνα χρέη συγκεντρώνονται τώρα στην αγορά εταιρικών ομολόγων, και όχι στα τραπεζικά δάνεια προς ιδιοκτήτες σπιτιών.

Σήμερα, το 16% των αμερικανικών εισηγμένων εταιρειών είναι «ζόμπι» [25], που σημαίνει ότι κερδίζουν πολύ λίγα για να καλύψουν τις πληρωμές τόκων για το χρέος τους και παραμένουν ζωντανές μόνο με την έκδοση νέου χρέους. Τα χαμηλά επιτόκια ρεκόρ της Fed [26] είχαν ως στόχο να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις σε παραγωγικές εταιρείες, αλλά μεγάλο μέρος αυτών των χρημάτων έχει διατεθεί για την υποστήριξη ζόμπι ή έχει εισρεύσει στο χρηματιστήριο, το οποίο είναι πλέον περισσότερο από 80% μεγαλύτερο από την οικονομία των ΗΠΑ, πολύ πάνω από τα υψηλά που έφτασε κατά την διάρκεια των χρηματιστηριακών αμόκ της δεκαετίας του 1920 και τέλη της δεκαετίας του 1990. Το σκάσιμο σε αυτές τις φούσκες οδήγησε στην πρώτη περίπτωση στη Μεγάλη Ύφεση και στην δεύτερη σε μια ύφεση. Εάν το σοκ του κορωνοϊού οδηγήσει σε μια πλήρη οικονομική κρίση, οι προβληματικές εταιρείες θα αθετήσουν τις πληρωμές χρέους τους όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και παγκοσμίως. Η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ευρώπη είναι επίσης γεμάτες με ζόμπι.

Τελικά, το αυξανόμενο χρέος θα μπορούσε να απειλήσει την οικονομική αυτοκρατορία των ΗΠΑ. Το 1985, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρωστούσαν στον υπόλοιπο κόσμο 104 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό ίσο με ένα αμελητέο 2,5% του ΑΕΠ. Έκτοτε, αυτές οι υποχρεώσεις έχουν αυξηθεί σε περίπου 10 τρισεκατομμύρια δολάρια, το 50% του ΑΕΠ, ένα κατώφλι που έχει συχνά ωθήσει τα έθνη σε μια νομισματική κρίση. Οι αυτοκρατορίες χάνουν την θέση του νομίσματός τους ως αποθεματικού όταν τα ξένα έθνη χάνουν την εμπιστοσύνη ότι η αυτοκρατορική δύναμη μπορεί να αποπληρώσει τους λογαριασμούς της.
Πριν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, πέντε χώρες κατείχαν νόμισμα με καθεστώς αποθεματικού [27]: η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ολλανδία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Κατά μέσο όρο, το καθένα κράτησε 94 χρόνια στον ηγετικό ρόλο του. Σήμερα, το δολάριο λειτουργεί ως αποθεματικό νόμισμα για 100 χρόνια. Ένας λόγος που είναι πιθανό να αντέξει ακόμη και μια ύφεση που προκαλείται από πανδημία είναι η απουσία βιώσιμων εθνικών αντιπάλων, αλλά στο κενό εμφανίζονται νέοι διεκδικητές, συμπεριλαμβανομένου του χρυσού και των κρυπτονομισμάτων. Το Facebook προσπαθεί να κυκλοφορήσει ένα ψηφιακό νόμισμα, το Libra [28]. Ακριβώς επειδή το δολάριο είναι το απαραίτητο νόμισμα σήμερα δεν σημαίνει ότι θα είναι για πάντα.

Η ΑΜΕΡΙΚΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΠΑΡΑΚΜΗ

Εάν η οικονομία των ΗΠΑ υποχωρήσει στην δεκαετία του 2020, θα σημαίνει ότι οι «Παρακμιστές» είχαν δίκιο; Απίθανο. Πέρα από τα επόμενα πέντε έως δέκα χρόνια, καμία πρόβλεψη δεν είναι καλύτερη από μια τυχαία εικασία, διότι πάρα πολλά μπορούν να αλλάξουν στο μεσοδιάστημα, καθώς οι κύκλοι της οικονομίας, της πολιτικής και της τεχνολογίας γυρνούν. Το μακροπρόθεσμο είναι ένας μύθος.

Στις περισσότερες ομιλίες, το παρακμιακό αφήγημα φτάνει στην τελείωσή του όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες χάνουν την θέση τους ως η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου από την Κίνα. Συχνά, αυτή η ιστορία εδράζεται στο ιστορικό αναπόφευκτο, που επικαλείται την απεραντοσύνη του πληθυσμού της Κίνας, τις δόξες του αυτοκρατορικού παρελθόντος της, ακόμη και το γεγονός ότι η Κίνα του 16ου αιώνα [29] αντιπροσώπευε το 25% της παγκόσμιας οικονομίας –ως σαν να εγγυάται η απόδοση στο μακρινό παρελθόν τα μελλοντικά αποτελέσματα.

Οι «Declinists» συχνά υπερβάλλουν το πόσο σύντομα θα μπορούσε η Κίνα να προσπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες υποθέτοντας ότι μπορεί να διατηρήσει τους υπερβολικούς ρυθμούς ανάπτυξης επ' αόριστον και να μην υποστεί ποτέ μια οικονομική κρίση ή ύφεση. Για λόγους επιχειρηματολογίας, ας υποθέσουμε ότι αυτές οι ασκήσεις ευθείας παρέκτασης έχουν λογική. Εάν στο μέλλον η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρήσουν τους επίσημα αναφερόμενους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ του 2019 -περίπου 6% και 4%, αντίστοιχα- η Κίνα δεν θα έφθανε τις Ηνωμένες Πολιτείες παρά περίπου το 2050.

Και καθώς όλες οι αναπτυσσόμενες οικονομίες επιβραδύνονται καθώς ωριμάζουν και γίνονται πλουσιότερες, η οικονομία της Κίνας είναι πιθανό να επιβραδυνθεί περισσότερο από όσο έχει ήδη κάνει κατά την τελευταία δεκαετία. Εάν η ανάπτυξή της επιβραδυνθεί κατά μια ποσοστιαία μονάδα, η Κίνα δεν θα φτάσει [τις ΗΠΑ παρά] μέχρι το 2090 και ακόμη και αυτός ο ρυθμός θα ήταν δύσκολος να διατηρηθεί. Η Νότια Κορέα και η Ταϊβάν, οι δύο πιο επιτυχημένες ιστορίες ανάπτυξης στην ιστορία, αναπτύχθηκαν γρήγορα επί πέντε δεκαετίες και στην συνέχεια επιβραδύνθηκαν απότομα. Η Κίνα έχει ήδη αναπτυχθεί ραγδαία επί τέσσερις δεκαετίες [30]. Επιπλέον, η Νότια Κορέα και η Ταϊβάν σημείωσαν άνθιση κατά την διάρκεια των μεταπολεμικών χρόνων, όταν η οικονομική ανάπτυξη ήταν ισχυρότατη σε όλο τον κόσμο από την έκρηξη των γεννήσεων (baby boom) και την υπερ-παγκοσμιοποίηση. Τώρα, η έκρηξη γεννήσεων έχει καταρρεύσει. Η ανάπτυξη του εμπορίου έχει σταματήσει. Η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνεται παγκοσμίως. Και όλοι αυτοί οι άνεμοι χτυπούν την Κίνα πιο σκληρά από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Επιπλέον, το χρέος της Κίνας ανέρχεται πλέον στο περίπου 270% του ΑΕΠ της (το συγκρίσιμο ποσοστό στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι 250%) και είναι πολύ πιο δύσκολο για μια χώρα μεσαίου εισοδήματος όπως η Κίνα να αναπτυχθεί με ένα τόσο υψηλό χρέος. Τα ζόμπι αντιπροσωπεύουν το 10% του εταιρικού χρέους στην Κίνα, οπότε σε αντίθεση με το 2008, όταν το χρέος της ήταν πολύ χαμηλότερο, η Κίνα είναι τώρα πολύ ευάλωτη σε μια παγκόσμια οικονομική κρίση. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο δοκιμασμένος στη μάχη επιζών από 12 υφέσεις και μια Μεγάλη Ύφεση τον τελευταίο αιώνα. Η Κίνα δεν υπέστη ύφεση από τότε που ξεκίνησε η οικονομική της άνθηση πριν από τέσσερις δεκαετίες, και οι ηγέτες της ανταποκρίνονται τώρα σε οποιαδήποτε ένδειξη ύφεσης διοχετεύοντας περισσότερο χρέος στην οικονομία.

Ο πιο σημαντικός παράγοντας οποιασδήποτε οικονομίας είναι ο σε ηλικία εργασίας πληθυσμός, ο οποίος εξακολουθεί να αυξάνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά άρχισε να συρρικνώνεται στην Κίνα πριν από πέντε χρόνια. Ιστορικά, οι χώρες με συρρικνούμενο εργατικό δυναμικό δεν είχαν σχεδόν καμία πιθανότητα να διατηρήσουν ταχεία οικονομική ανάπτυξη για μια ακόμη δεκαετία. Ωστόσο, οι «Παρακμιστές» θεωρούν ότι η άνοδος της Κίνας μπορεί να συνεχιστεί επ' αόριστον. Πιθανότατα, λίγοι Αμερικανοί που ζουν σήμερα θα είναι στην ζωή για να δουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να πέφτουν στην δεύτερη θέση.
Οι ειδικοί επί των εξωτερικών υποθέσεων μπορεί να έχουν δίκιο να υποστηρίζουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εκσυγχρονίσουν την παγκόσμια στρατηγική τους, να αποκαταστήσουν τους δεσμούς τους με παραδοσιακούς συμμάχους και κρίσιμους εμπορικούς εταίρους τους, να επανέλθουν σε διεθνείς συμφωνίες, και να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση των θεσμικών πυλώνων της μεταπολεμικής τάξης. Αλλά συχνά, το επιχείρημα δεν είναι ότι αυτές οι κινήσεις θα ήταν σοφές˙ είναι ότι είναι απαραίτητες για να ταιριάξουν την πολιτική των ΗΠΑ με την πραγματικότητα της φθίνουσας οικονομικής επιρροής της χώρας.

Αυτό, όμως, δεν είναι η πραγματικότητα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βρίσκονται σε παρακμή. Ήταν το έθνος που επανήλθε (the comeback nation) την δεκαετία του 2010. Και αν οι ειδικοί δεν έχουν δίκιο για το από πού προέρχονται οι Ηνωμένες Πολιτείες, μπορεί να μην έχουν δίκιο και για το πού πρέπει να πάνε.

* Το δοκίμιο αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος αριθ. 67 (Δεκέμβριος 2020 - Ιανουάριος 2021) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/2019-06-11/self-destruction-amer...
[2] https://www.thenation.com/article/archive/tom-dispatch-trump-is-accelera...
[3] https://www.project-syndicate.org/commentary/america-china-superpower-ri...
[4] https://www.industryweek.com/the-economy/article/22006840/why-the-2000s-...
[5] https://www.pbs.org/newshour/show/what-trends-distinguished-the-u-s-econ...
[6] https://www.investopedia.com/articles/economics/09/1970s-great-inflation...
[7] https://nationalinterest.org/blog/buzz/superpower-or-not-america-decline...
[8] https://ycharts.com/indicators/us_gdp_as_a_percentage_of_world_gdp
[9] https://data.worldbank.org/indicator/NY.GDP.MKTP.CD?end=2018&locations=1...
[10] https://www.reuters.com/article/us-global-markets-debt/new-high-water-ma...
[11] https://www.thebalance.com/world-currency-3305931
[12] https://scholar.harvard.edu/files/rogoff/files/exchange_rate_arrangments...
[13] https://www.google.com/books/edition/Exorbitant_Privilege/FqTBbvyb9NwC?h...
[14] https://www.washingtonpost.com/world/europe/while-eu-tries-to-bypass-us-...
[15] https://www.rferl.org/a/russia-despite-ventures-syria-ukraine-cut-milita...
[16] https://www.themoscowtimes.com/2020/03/02/oecd-slashes-russia-growth-for...
[17] https://www.forbes.com/sites/gordonchang/2013/09/15/chinas-currency-will...
[18] https://www.cnn.com/politics/live-news/pbs-politico-democratic-debate-12...
[19] https://www.hamiltonproject.org/blog/household_income_likely_continued_t...
[20] https://news.gallup.com/poll/284285/new-high-americans-satisfied-persona...
[21] https://news.gallup.com/poll/285593/say-better-off-past-elections.aspx
[22] https://www.epi.org/nominal-wage-tracker/
[23] https://www.theguardian.com/world/2019/dec/28/how-japan-has-fared-in-30-...
[24] https://tradingeconomics.com/united-states/government-budget
[25] https://www.businessinsider.com/zombie-firms-statistics-on-low-interest-...
[26] https://www.macrotrends.net/2015/fed-funds-rate-historical-chart
[27] https://seekingalpha.com/article/2447275-world-reserve-currencies-what-h...
[28] https://www.foreignaffairs.com/articles/world/2019-07-29/will-facebooks-...
[29] https://www.businessinsider.com/history-of-chinese-economy-1200-2017-2017-1
[30] https://www.macrotrends.net/countries/CHN/china/gdp-growth-rate

Copyright © 2020 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2020-03-31/comebac...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition