Ένα μέλλον για το Κονγκό | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ένα μέλλον για το Κονγκό

Ο Ζοζέφ Καμπιλά και τα προβλήματα στις εκλογές
Περίληψη: 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ξόδεψε πάνω από μισό δισεκατομμύριο δολάρια για να εγγυηθεί το αδιάβλητο των πρώτων πανεθνικών εκλογών του Κονγκό, το 2006. Εκείνες οι εκλογές δεν ήταν τέλειες, αλλά οδήγησαν σε οικονομική και πολιτική πρόοδο. Καθώς η χώρα πηγαίνει στις κάλπες σήμερα, πάντως, τα προηγούμενα κέρδη κινδυνεύουν να σπαταληθούν.

Ο MVEMBA PHEZO DIZOLELE είναι επισκέπτης καθηγητής στο Hoover Institution. Υπηρετεί στο Carter Center ως εκλογικός παρατηρητής για τις φετινές εκλογές στο Κονγκό. Οι απόψεις σε αυτό το άρθρο εκφράζουν τον ίδιο.

Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό προσέρχεται στις κάλπες σήμερα καθώς υπάρχουν πολλές εντάσεις. Από την Κινσάσα στο Λουμπουμπάσι, από την Γκόμα στο Μπούτζι-Μάγι, ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ υποστηρικτών του σημερινού Προέδρου Ζοζέφ Καμπιλά και ομάδων της αντιπολίτευσης. Τουλάχιστον 30 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους και πολλοί περισσότεροι έχουν τραυματιστεί.
Δεν θα έπρεπε να συμβεί κάτι τέτοιο. Μετά από 32 χρόνια κλεπτοκρατικής διακυβέρνησης στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου από τον ισχυρό άνδρα της εποχής Mobutu Sese Seko, η Ευρωπαϊκή Ένωση ξόδεψε πάνω από μισό δισεκατομμύριο δολάρια στο Κονγκό στην εγγυηθεί τις πανεθνικές εκλογές του 2006. Δεν ήταν τέλειες, αλλά ήταν μια επιτυχία. ο Kabila κέρδισε τον πολιτικό αγώνα με 58% έναντι του τότε Αντιπροέδρου Jean-Pierre Bemba.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, το Κονγκό πέτυχε ουσιαστική πολιτική και οικονομική πρόοδο. Ξεκινώντας το 2007, ο Vital Kamerhe, τότε νεοεκλεγείς πρόεδρος της Εθνικής Συνέλευσης, ενθάρρυνε έντονες συζητήσεις για θέματα πολιτικής, επιτρέποντας πρόσβαση στη Βουλή τόσο την πλειοψηφία όσο και στην αντιπολίτευση. Κοινοβουλευτικές επιτροπές πραγματοποίησαν ακροάσεις για ευαίσθητα θέματα, όπως η κινεζική επένδυση 9 δις. δολαρίων σε ορυχεία η οποία πυροδότησε μια εθνική συζήτηση σχετικά την εξισορρόπηση της εθνικής κυριαρχίας με την οικονομική ανάπτυξη.

Η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση στην Κινσάσα πέτυχε επίσης και οικονομικά οφέλη. Η χώρα ελίχθηκε στην παγκόσμια οικονομική κρίση και παρέμεινε σχετικά αλώβητη. Το 2010, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα ενέκριναν ένα πακέτο ελάφρυνσης του χρέους, ύψους 12,3 εκατ. δολαρίων για να βοηθήσουν την εξυπηρέτηση του οικονομικού βάρους της Κινσάσα, το οποίο είναι μέρος της κληρονομιάς του Μομπούτου. Και σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας των επενδύσεων στον τομέα της εξόρυξης, κυρίως χαλκού, η Παγκόσμια Τράπεζα αναμένει ότι η οικονομία του Κονγκό θα αυξάνεται κατά τα επόμενα χρόνια κατά περίπου 7% ετησίως, ένας από τους ταχύτερους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης στην Αφρική. Η επιτυχία αυτή οδήγησε την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον μεγαλύτερο εξωτερικό υποστηρικτή της χώρας, να συγχαρεί τον εαυτό της, ούσα περήφανη ότι ενίσχυσε την δημοκρατία σε ένα κράτος που ο κόσμος θεωρούσε αποτυχημένο. Από το 2007 και μετά, οι Βρυξέλλες έκαναν στην άκρη σε μεγάλο βαθμό.

Έτσι, οι σημερινές εκλογές αποτελούν μια εσωτερική υπόθεση του Κονγκό. Η Κινσάσα έχει αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος του κόστους, που εκτιμάται σε σχεδόν 900 εκατομμύρια δολάρια μέχρι τώρα και έπεται και συνέχεια. Η απότομη αύξηση του κόστους είναι το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού κακού σχεδιασμού και παραλογισμών σχετικά με τις υλικοτεχνικές ανάγκες. Υπάρχουν περισσότερα από 63.000 εκλογικά τμήματα σε μια χώρα που διαθέτει μόλις 1.700 μίλια ασφαλτοστρωμένους δρόμους. Υπάρχουν 11 προεδρικοί υποψήφιοι και 18.855 υποψήφιοι για βουλευτική έδρα οι οποίοι εκπροσωπούν περισσότερα από 250 κόμματα. Η χώρα δεν διαθέτει βιομηχανία για την παραγωγή εκλογικού υλικού, κι έτσι τα πάντα, από ψηφοδέλτια ως θαλάμους ψηφοφορίας έπρεπε να αγοραστούν από την Κίνα, τη Γερμανία, το Λίβανο και τη Νότια Αφρική.

Αλλά η Δύση θεώρησε ότι νίκησε πάρα πολύ νωρίς. Με την ελπίδα ότι το Κονγκό θα μπορούσε να προχωρήσει μόνο του, η απεμπλοκή από μία από τις πιο πλούσιες σε φυσικούς πόρους χώρες της Αφρικής – επίσης και μια από τις πιο ευάλωτες σε συγκρούσεις - έχει αποδειχθεί βιαστική. Η απεμπλοκή της Δύσης έχει ανοίξει ένα παράθυρο για μετεκλογική βία, κάτι που θα έθετε σε κίνδυνο την πρόοδο που πραγματοποιήθηκε το 2006 και απειλεί το δημοκρατικό μέλλον της χώρας.

Η θετική δυναμική στην Κινσάσα άρχισαν να ξεφουσκώνει ήδη από το 2009,όταν ο Καμιλά εξανάγκασε τον Kamerhe σε αποχώρηση από την Βουλή μετά τη διαφωνία τους σχετικά με τις κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις δυνάμεων της Ρουάντα και το Κονγκό, στο ανατολικό Κονγκό. Με τον Kamerhe να έχει φύγει, το ανοικτό σύστημα διαλόγου εξαφανίστηκε επίσης. Η προεδρική κυβερνητική πλειοψηφία φίμωσε τους διαφωνούντες και πέρασε μια εσπευσμένη συνταγματική αναθεώρηση τον Ιανουάριο του 2011 με την οποία καταργήθηκαν οι δύο γύροι ψηφοφορίας και οι εκλογές γίνονται σε έναν γύρο.

Η κατάργηση της δυνατότητας δεύτερου γύρου δίνει ένα πλεονέκτημα στην κυβέρνηση. Στην περίπτωση αυτή, ο Kabila ωφελείται από τα δέκα χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία, από ένα οργανωμένο δίκτυο κομμάτων και από σημαντικούς κρατικούς πόρους που δεν διαθέτει η αντιπολίτευση. Αυτό σημαίνει, επίσης, ότι ο Καμπιλά θα μπορούσε να κερδίσει με κάτι λιγότερο από μια απλή πλειοψηφία - δεν έχει παρά να συγκεντρώσει περισσότερες ψήφους από εκείνες των 11 υποψηφίων. Οι μεγάλες δυνάμεις της Δύσης - και ιδιαίτερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία και το Βέλγιο – αδιαφόρησαν για αυτό το παιχνίδι εξουσίας θεωρώντας το ως εσωτερική υπόθεση.

Αλλά οι συνταγματικές αλλαγές δεν ήταν η μόνη εσωτερική υπόθεση που άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού. Μετά από χρόνια καθυστέρησης, η κυβέρνηση Καμπιλά τον περασμένο Μάρτιο συνέστησε μια εκλογική επιτροπή, γνωστή ως Ανεξάρτητη Εθνική Εφορευτική Επιτροπή (CENI ), για τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας. Η καθυστέρηση - ο νόμος προέβλεπε ότι έπρεπε να συσταθεί το 2007 – υπονόμευσε τις σύνθετες ενέργειες που έπρεπε να γίνουν ενόψει των εκλογών. Η CENI αποτελείται από τέσσερα μέλη από την πλειοψηφία, περιλαμβανομένου του Προέδρου Daniel Ngoy Mulunda, και τρεις εκπροσώπους της αντιπολίτευσης. Τα μέλη της επιτροπής αγωνίστηκαν να λύσουν μια σειρά από τεχνικά προβλήματα - λίγες μέρες πριν τις εκλογές, με ψηφοδέλτια και κάλπες που δεν είχαν βρει ακόμη το δρόμο τους προς όλα τα εκλογικά τμήματα της χώρας.