Μπορεί η Ινδονησία να γίνει χώρα υψηλής ανάπτυξης; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί η Ινδονησία να γίνει χώρα υψηλής ανάπτυξης;

Πώς η καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων κρατάει πίσω την Τζακάρτα

Η Ινδονησία ολοκλήρωσε ένα ετήσιας διάρκειας ντεμπούτο στην παγκόσμια σκηνή. Την περασμένη άνοιξη και το καλοκαίρι, φιλοξένησε μια σειρά συνόδους κορυφής υψηλού προφίλ, όπως για τις Υπερπόντιες Ιδιωτικές Επενδυτικές Εταιρείες το Μάιο, το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ για την Ανατολική Ασία τον ίδιο μήνα και την Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), τον Ιούλιο. Σε κάθε εκδήλωση, η Ινδονησία απολάμβανε επαίνων για την ηγεσία και τα επιτεύγματά της. Αυτό το πάρτι δημοσιότητας κορυφώθηκε τον Νοέμβριο, όταν η χώρα φιλοξένησε την σύνοδο κορυφής της Ανατολικής Ασίας, στην οποία συμμετείχαν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και ηγέτες από 17 άλλες χώρες. Καθώς η προσοχή στράφηκε στην Ινδονησία, είναι η κατάλληλη στιγμή να αξιολογηθεί κατά πόσο η Τζακάρτα μπορεί να ανταποκριθεί σε όλη αυτή τη διαφημιστική εκστρατεία.

Λίγο νωρίτερα από μια δεκαετία, κατά τη διάρκεια του κορύφωσης της ασιατικής οικονομικής κρίσης, η Ινδονησία έμοιαζε με ένα κράτος στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Η ρουπία ήταν σε ένα φαύλο κύκλο θανάτου, οι διαμαρτυρίες κατά του καθεστώτος του προέδρου Σουχάρτο είχαν μετατραπεί σε ταραχές και η βία ξέσπασε κατά των κινεζικών κοινοτήτων της Ινδονησίας. Το χάος έληξε στη χώρα - την τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο, με ένα εκτεταμένο αρχιπέλαγος που περιλαμβάνει πάνω από 17.000 νησιά, 200 εκατομμύρια ανθρώπους και το μεγαλύτερο μουσουλμανικό πληθυσμό στον κόσμο - χωρίς να υπάρχει σαφής ηγέτης.
Σήμερα, η Ινδονησία χαιρετίζεται ως ένα μοντέλο δημοκρατίας και είναι το αγαπημένο παιδί της διεθνούς οικονομικής κοινότητας. Το χρηματιστήριο της Τζακάρτα υπήρξε μεταξύ των κορυφαίων σε απόδοση τα τελευταία χρόνια μέχρι που κάποιοι αναλυτές ζήτησαν ως και να προστεθεί η Ινδονησία στην ομάδα των χωρών BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα). Πιο πρόσφατες προσπάθειες για τον εντοπισμό των οικονομικών σούπερ σταρ του μέλλοντος – οι «Next 11» από την Goldman Sachs, οι «Ε-7» (αναδυόμενες 7) από την PricewaterhouseCoopers, οι «CIVETS» (Κολομβία, Ινδονησία, Βιετνάμ, Αίγυπτος, Τουρκία και Νότια Αφρική) του Economist και οι «3G» της Citigroup - όλες περιλαμβάνουν και την Ινδονησία.

Όντως, το ιστορικό της Ινδονησίας ήταν εντυπωσιακό. Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια μετά την πτώση του Σουχάρτο από την εξουσία το 1998, η Ινδονησία μετατράπηκε από ένα στενά ελεγχόμενο αυταρχικό σύστημα σε μια από τις πιο ζωντανές δημοκρατίες στον κόσμο. Οι εκλογές του 1999 έχουν ευρέως επαινεθεί ως θρίαμβος της δημοκρατίας. Ο στρατός έμεινε στο περιθώριο και ανεξάρτητες κοινωνικές ομάδες και μέσα ενημέρωσης άνθισαν στην πορεία προς τις κάλπες. Με σαρωτική πολιτική και φορολογική αποκέντρωση, η Τζακάρτα αποκέντρωσε την πραγματική εξουσία και τους πόρους στους εκατοντάδες δήμους και κοινότητες της χώρας. Η κυβέρνηση δημιούργησε νέα, ανεξάρτητα θεσμικά όργανα με στόχο πρόσθετους ελέγχους και ισορροπία, συμπεριλαμβανομένου ενός συνταγματικού δικαστηρίου, μιας δικαστικής επιτροπής και μια επιτροπή για την εξάλειψη της διαφθοράς (γνωστή με το ινδονησιακό ακρωνύμιο, KPK). Μια φιλόδοξη συνταγματική μεταρρύθμιση επισημοποίησε το προεδρικό σύστημα και καθιέρωσε την εκλογική διαδικασία «ένας άνθρωπος - μία ψήφος». Με κανένα μηχανισμό για να φιλτράρει τα αποτελέσματα (όπως κάνει π.χ. στις Ηνωμένες Πολιτείες το Εκλογικό Κολέγιο), το εκλογικό σύστημα της Ινδονησίας είναι από τα πιο δημοκρατικά παγκοσμίως.

Η οικονομική ανάκαμψη της χώρας δεν ήταν λιγότερο εντυπωσιακή. Το 1998, η οικονομία της Ινδονησίας υπέφερε από συρρίκνωση άνω του 13%. Από τότε, αναπτύσσεται κατά μέσο όρο με πάνω από 5% ετησίως, συμπεριλαμβανομένου του 4,5% το 2009, όταν το ΑΕΠ σε ένα μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου συρρικνώθηκε. Το 2011, η οικονομία της Ινδονησίας αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 6,5%. Το χρέος προς το ΑΕΠ της Ινδονησίας μειώθηκε από το υψηλό των 100,3% το 2000 σε 26% σήμερα, κάτι που συγκρίνεται ευνοϊκά με αυτά των γειτόνων της χώρας: για τη Μαλαισία είναι 54%, στο Βιετνάμ είναι 53%, των Φιλιππίνων είναι 47%, και για την Ταϊλάνδη είναι 44%. Ο πληθωρισμός, ο οποίος άγγιξε το 77% το 1998, τώρα κυμαίνεται λίγο κάτω από 5%. Η ρουπία, η οποία έχασε πάνω από τα τέσσερα πέμπτα της αξίας της την ίδια χρονιά, είναι στο πιο ισχυρό σημείο της από το 2004 και έχει ανατιμηθεί 31% από το 2008. Τα άλλα νομίσματα των χωρών της ASEAN γενικά ανατιμήθηκαν από 15% έως 20% κατά την ίδια περίοδο.

Η Ινδονησία έχει κάνει μεγάλη πρόοδο και στο θέμα της ασφάλειάς της. Το 2004, η κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε την ειρήνη με τους αυτονομιστές, στην επαρχία του Aceh, βάζοντας τέλος σε μια τριακονταετή σύρραξη που έχει στοιχίσει χιλιάδες ζωές. Αλλού, οι ινδονησιακές δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν ή συνέλαβαν εκατοντάδες ισλαμιστές μαχητές και ανακάλυψαν και έκλεισαν μεγάλες τρομοκρατικές βάσεις και στρατόπεδα εκπαίδευσης, εκ των οποίων ένα στην Aceh το Φεβρουάριο του 2010 οδήγησε σε μια σειρά από σημαντικές συλλήψεις. Η κυβέρνηση έχει επίσης εφαρμόσει σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός εθνικού οργανισμού καταπολέμησης της τρομοκρατίας, επιφορτισμένου με την διαμόρφωση και την εφαρμογή νέων νόμων εθνικής ασφάλειας.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ινδονησία έχει αρχίσει να διαδραματίζει σημαντικότερο ρόλο στη διεθνή σκηνή. Όταν το G-20 ιδρύθηκε το 2008, η Ινδονησία ήταν το μόνο έθνος της Νοτιοανατολικής Ασίας που του προσφέρθηκε μια θέση μέλους. Την ίδια χρονιά, η Ινδονησία εγκαινίασε το «Φόρουμ για τη Δημοκρατία» στο Μπαλί, μια ετήσια περιφερειακή διάσκεψη για την προώθηση της δημοκρατίας στην Ασία. Τους τελευταίους μήνες, το φόρουμ έχει γίνει μια πλατφόρμα για την Ινδονησία προκειμένου να μοιράζεται τα διδάγματα από τη δική της δημοκρατική μετάβαση με μερικούς από τους επίδοξους δημοκράτες της Αιγύπτου.

ΔΙΑΦΑΙΝΟΜΕΝΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ

Όμως, παρ' όλες τις τυμπανοκρουσίες, τα επιτεύγματα της Ινδονησίας περιέχουν κάποια αποφασιστικά σημάδια ασυμμετρίας. Τα λιμάνια της Ινδονησίας είναι υπερφορτωμένα, το ηλεκτρικό δίκτυό της είναι ανεπαρκές και το οδικό της δίκτυο είναι ένα από τα λιγότερο ανεπτυγμένα στην περιοχή. Αυτές οι συνθήκες καθιστούν την ινδονησιακή οικονομία αναποτελεσματική και θα καταπνίξουν την μελλοντική της ανάπτυξη. Σε ορισμένες περιοχές, οι τιμές των βασικών αγαθών είναι έως και τρεις φορές υψηλότερες από αλλού, όσο στο κύριο νησί της Ιάβας. Εν τω μεταξύ, οι βιομήχανοι και βιοτέχνες πιέζονται από το υπέρογκο κόστος μεταφορών, το οποίο είναι υψηλότερο στην Ινδονησία από ό, τι σχεδόν σε οποιοδήποτε άλλο κράτος της ASEAN. Στον Δείκτη Logistics Performance της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2010, ο οποίος βασίζεται σε μια παγκόσμια καταγραφή αποστολέων και μεταφορέων σε συνδυασμό με δεδομένα σχετικά με την απόδοση της εφοδιαστικής αλυσίδας της κάθε χώρας, η Ινδονησία ήταν στην 75η θέση ανάμεσα σε 155 χώρες, αρκετά κάτω από τους γείτονές της.

Η Τζακάρτα γνωρίζει πολύ καλά αυτά τα προβλήματα, όμως δαπανά σήμερα τα μισά για την ανάπτυξη των υποδομών από όσα ξόδευε στη δεκαετία του 1990. Προσπαθώντας να αντιμετωπίσει σχεδόν συνεχείς επικρίσεις για το θέμα αυτό, τον Μάιο, ο Πρόεδρος της Ινδονησίας κ. Susilo Bambang Yudhoyono εξέδωσε ένα νέο οικονομικό «master plan» με έμφαση στα έργα υποδομής. Έκανε έκκληση, επίσης, για μεγαλύτερες δαπάνες υποδομών στον προϋπολογισμό του 2012. Αλλά ακόμη και αυτός ο προϋπολογισμός θα καλύψει μόνο το ήμισυ περίπου της προϋπολογισμένης από την κυβέρνηση ανάπτυξης έργων υποδομής μέχρι το 2014. Χωρίς αυτή τη νέα εξέλιξη, η Ινδονησία δεν θα επιτύχει τον στόχο του 7% - 8% αύξησης του ΑΕΠ μέχρι το 2014.

Μεγάλο μέρος από το βάρος της διάνοιξης οδών και της παροχής ρεύματος και νερού σε εθνικό επίπεδο πέφτει έτσι στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, το ανεπαρκές κανονιστικό πλαίσιο της Ινδονησίας και η χαλαρή εφαρμογή των ισχυόντων κανονισμών έχουν μειώσει το ενδιαφέρον του ιδιωτικού τομέα. Η έλλειψη ουσιαστικών κλαδικών κανονισμών έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα προβληματική. Η αδυναμία να αγοραστεί γη έχει αποτρέψει την εκκίνηση πολλών έργων. Το γραφειοκρατικό χάος στην Εθνική Κτηματική Υπηρεσία, όπου οικόπεδα συχνά καταγράφονται σαν να ανήκουν σε πολλούς ιδιοκτητες, δεν βοηθά. Ο Yudhoyono έχει δεσμευτεί να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα, αλλά η αξιοπιστία του σχετικά με το θέμα μειώνεται.

Η ενδημική διαφθορά προσθέτει περαιτέρω υψηλό κόστος στην οικονομία της Ινδονησίας. Στην αρχή της πρώτης θητείας του, ο Yudhoyono έθεσε την καταπολέμηση της διαφθοράς ως υψηλή προτεραιότητα. Από τότε, η επιτροπή KPK έχει στείλει δεκάδες πολιτικούς και πρώην κυβερνητικούς αξιωματούχους στη φυλακή. Παρόλα αυτά, η διαφθορά υπάρχει βαθιά σε όλα τα επίπεδα της κυβέρνησης, δεδομένου ότι η αποκέντρωση της εξουσίας μετά την πτώση του Σουχάρτο έφερε μαζί της την αποκέντρωση και της διαφθοράς. Τώρα, από τους αξιωματούχους στην Τζακάρτα ως τους τοπικούς άρχοντες στα χωριά, όλοι ζητούν «δώρα» και ανταποδόσεις, αλλά πλέον οι πληρωμές αυτές δεν εξασφαλίζουν ότι θα προχωρήσουν τα πράγματα.

Μια σειρά από υψηλού προφίλ σκάνδαλα κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας του Yudhoyono έχουν αναδείξει το εύρος και το βάθος του προβλήματος. Οι έρευνες για την κατάρρευση, το 2008, και τα 700 εκατομμύρια δολάρια που έδωσε η κυβέρνηση για να διασώσει την Bank Century, μια μεσαίου μεγέθους τράπεζα με πολιτικά διασυνδεδεμένους καταθέτες, αποκάλυψε ότι άτομα από κάθε Σώμα επιβολής του νόμου - ανώτεροι αξιωματικοί της αστυνομίας, αξιωματούχοι από το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, δικηγόροι, δικαστές - είχαν προσπαθήσει να επωφεληθούν από το κυβερνητικό σχέδιο διάσωσης της τράπεζας.

Έκτοτε, η αστυνομία και άλλοι έχουν προσπαθήσει να αποδυναμώσουν την KPK, μεταξύ άλλων και με το να κατηγορήσουν δύο μέλη της Επιτροπής για διαφθορά. Το επεισόδιο παρέλυσε την KPK για μήνες και γελοιοποίησε το δικαστικό σύστημα της Ινδονησίας. Μολονότι η Επιτροπή βγήκε από αυτό το επεισόδιο άθικτη, από τότε έχει επικεντρωθεί σε υποθέσεις χαμηλότερης εμβέλειας.

Ίσως το χειρότερο είναι ότι το πολιτικό κόμμα του προέδρου ήταν στο επίκεντρο μιας κλιμακούμενης σειράς σκανδάλων διαφθοράς κατά τους τελευταίους μήνες. Ο Muhammad Nazaruddin, πρώην ταμίας του κόμματος, και άλλα ανώτερα μέλη του κόμματος κατηγορούνται ότι εκμαίευαν προμήθειες για την εκπλήρωση κρατικών συμβολαίων αξίας πάνω από 1 δισ. δολαρίων. Ο Nazaruddin εγκατέλειψε τη χώρα το Μάιο και πέρασε τρεις μήνες ως φυγάς πριν συλληφθεί στην Κολομβία. Αυτό το δημόσιο δράμα έχει υπονομεύσει την εγχώρια και διεθνή εμπιστοσύνη στην υποτιθέμενη καταπολέμηση της διαφθοράς από την κυβέρνηση. Ίσως το πιο σημαντικό είναι ότι κανένα μείζον πολιτικό κόμμα δεν μπορεί πλέον να διεξάγει αξιόπιστα τον αγώνα καταπολέμησης της διαφθοράς.

Η διαφήμιση από την κυβέρνηση Yudhoyono ότι η Ινδονησία είναι μια ανοιχτή, φιλική προς τους επενδυτές οικονομία είναι ένας άλλος τομέας στον οποίο το χάσμα μεταξύ ρητορικής και πραγματικότητας είναι ιδιαίτερα μεγάλο. Ο πιο πρόσφατος επενδυτικό κατάλογος κυβερνητικών αντικινήτρων, ο οποίος προβλέπει περιορισμούς για τις ξένες επενδύσεις, είναι πιο περιοριστικός από ό, τι στο παρελθόν. Η Ινδονησία έχει επίσης διολισθήσει από μερικές από τις διεθνείς δεσμεύσεις της. Η Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών ASEAN-Κίνας, η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2010, είναι μια τέτοια περίπτωση. Στο πλαίσιο του συμφώνου, η Ινδονησία και η Κίνα συμφώνησαν να μειώσουν ή να καταργήσουν τους δασμούς για χιλιάδες προϊόντα. Αλλά αφότου η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ, οι εγχώριες βιομηχανίες της Ινδονησίας πίεσαν για μεγαλύτερο διάστημα προσαρμογής και για τη δημιουργία νέων μη-δασμολογικών εμποδίων, όπως αυστηρές απαιτήσεις σήμανσης που θα μπορούσε να επηρεάσουν ένα ευρύ φάσμα εισαγωγών και όχι μόνο εκείνες από την Κίνα.

Για να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, ο Yudhoyono ανακοίνωσε μόλις λίγες ημέρες πριν από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του 2011 στην Τζακάρτα ότι η κυβέρνηση θα επανεξετάσει και να αναθεωρήσει όλες τις συμβάσεις της με εταιρίες του εξωτερικού, ιδιαίτερα στον τομέα των φυσικών πόρων. Πίσω από την κίνηση αυτή κρύβεται η επιθυμία της πρόσφατα εύρωστης οικονομίας της Ινδονησίας να δώσει στην κυβέρνηση την διαπραγματευτική ισχύ για να επαναδιαπραγματευθεί καλύτερους όρους με τις ξένες εταιρείες. Αν και οι ινδονήσιοι βουλευτές επικρότησαν την κίνηση, οι ξένοι επενδυτές δεν έκαναν το ίδιο. Οι χαμηλές επιδόσεις της Ινδονησίας στον σεβασμό των συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένου, για παράδειγμα, ενός κανονισμού του 2010, που άλλαξε μονομερώς τα οικονομικά στοιχεία μια σύμβασης πετρελαίου και φυσικού αερίου της οποίας η διαπραγμάτευση είχε ολοκληρωθεί, εξηγεί γιατί οι ξένες άμεσες επενδύσεις στην Ινδονησία υστερούν ιδιαιτέρως σε σύγκριση με τις εισροές από ξένες επενδύσεις χαρτοφυλακίου στη χώρα.

Το σχετικό έλλειμμα ενσωμάτωσης της Ινδονησίας στην παγκόσμια οικονομία την προστάτευσε από τα χειρότερα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το 2008. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση Yudhoyono φαίνεται να έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση κάποιας απομόνωσης από εξωτερικούς κραδασμούς είναι πιο σημαντική από όσο το να επιτραπεί η ταχεία ανάπτυξη μέσω των ξένων επενδύσεων ή μέσω του εξαγωγικού προσανατολισμού. Παρά το γεγονός ότι η αξία των εξαγωγών της Ινδονησίας αυξήθηκαν ως 36,5% το 2011 (μέχρι τον Ιούλιο), η αύξηση είναι κατά κύριο λόγο συνάρτηση της αύξησης των τιμών και του όγκου των εμπορευμάτων, δηλαδή, του φυσικού αερίου, του άνθρακα, του φοινικέλαιου, του καουτσούκ και των μεταλλευμάτων. Ακόμη και με την έκρηξη των τιμών των εμπορευμάτων, οι εξαγωγές της Ινδονησίας συνολικά έφθασαν μόνο στο περίπου 24% του ΑΕΠ, δηλαδή πολύ λιγότερο από όσο στη Μαλαισία (96,4%), στην Ταϊλάνδη (68,4%) και στις Φιλιππίνες »(31,7%).

Η πραγματική κινητήρια δύναμη της πρόσφατης οικονομικής ανάπτυξης της χώρας ήταν ο ινδονήσιος καταναλωτής, με την κατανάλωση να αντιπροσωπεύει περίπου το 60% του ΑΕΠ. Οι πολιτικοί της Ινδονησίας φαίνεται ότι είναι ευχαριστημένοι με αυτή την κατάσταση και θέλουν να την διατηρήσουν και, πράγματι, κάποιος βαθμός εσωστρέφειας ίσως να είναι απαραίτητος. Όμως, η Ινδονησία πρέπει να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ της επιθυμίας της και να προστατευθεί από εξωτερικούς κραδασμούς και να δημιουργήσει θέσεις απασχόλησης και να αξιοποιήσει την περιφερειακή και παγκόσμια ανάπτυξη. Αν τα κατεστημένα συμφέροντα των επιχειρήσεων συνεχίσουν να οδηγούν σε πολιτικές που προστατεύουν ορισμένους τομείς από τον ξένο ανταγωνισμό, θα δημιουργήσουν αναποτελεσματικότητα και θα θέσουν σε κίνδυνο τη δημιουργία θέσεων εργασίας που είναι κρίσιμο ζήτημα.

ΣΥΝΝΕΦΑ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑΣ

Ζητήματα εργασίας και ανθρωπίνων πόρων αποτελούν ιδιαίτερα πιεστικά προβλήματα στην Ινδονησία, μια χώρα των 245 εκατ. ανθρώπων, με 54% του πληθυσμού κάτω από την ηλικία των 30 ετών. Αυτό σημαίνει ότι το ποσοστό εκείνων που είναι σε ηλικία εργασίας θα αυξηθεί σημαντικά κατά την επόμενη δεκαετία. Ινδονήσιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι συχνά υπογραμμίζουν το επερχόμενο «δημογραφικό μέρισμα» ως ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τη γήρανση των κοινωνιών, όπως η Κίνα. Υποστηρίζουν ότι η νεότερη γενιά θα καταναλώσει περισσότερο και θα αποτελέσει ένα πιο παραγωγικό εργατικό δυναμικό. Αλλά για να είναι πράγματι πλεονέκτημα το δημογραφικό μέρισμα, η Ινδονησία θα πρέπει να δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι υψηλότερης ποιότητας και καλύτερα αμειβόμενες. Η εξορυκτική βιομηχανία είναι εντάσεως κεφαλαίου και όχι εντάσεως εργασίας, και δεν μπορεί να συνυπολογιστεί ότι θα εκπληρώσει αυτό το ρόλο.

Η Ινδονησία αντιμετωπίζει ήδη σημαντική υποαπασχόληση και φτώχεια, οπότε πρόσθετες πιέσεις επί του εργατικού δυναμικού θα αποτελέσουν πηγή σοβαρής ανησυχίας. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα επίσημα στοιχεία, το 2011, 6,8% των Ινδονήσιων ήταν άνεργοι και 12,5% ήταν εκείνοι που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η ανεργία και η φτώχεια έχουν αμφότερες μειωθεί από τότε που ο Yudhoyono ανέλαβε καθήκοντα το 2004 – η ανεργία πάνω από 9% και η φτώχεια από πάνω από 16%. Αλλά αυτοί οι αριθμοί δεν λένε όλη την αλήθεια. Πάνω από 65% των εργαζομένων της Ινδονησίας απασχολούνται ανεπισήμως, οι περισσότεροι από αυτούς στη γεωργία. Επιπλέον, ο αριθμός των ανέργων πανεπιστημιακής μόρφωσης έχει αυξηθεί, από 3,6% το 2005 σε 8,5% το 2010. Όσο για τη φτώχεια, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού ζει με λιγότερα από 2 δολάρια την ημέρα. Για πάνω από 120 εκατομμύρια ανθρώπους, λοιπόν, οποιαδήποτε διαταραχή στο μηνιαίο εισόδημα θα μπορούσε να είναι καταστροφική.

Η απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας. Όμως, η Ινδονησία δεν προχωρά ούτε στην κατάρτιση του εργατικού δυναμικού της, ούτε στη δημιουργία του επενδυτικού κλίματος που χρειάζεται για να προσελκύσει βιομηχανίες προστιθέμενης αξίας και εντάσεως εργασίας. Η Ινδονησία υστερεί σε σχέση με τα δύο βασικά κράτη της ASEAN και όλες τις χώρες BRIC σχετικά με την πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας εκπαίδευση και κατά συνέπεια δεν υπάρχει το ειδικευμένο εργατικό δυναμικό για να ανεβεί η χώρα την αλυσίδα της προστιθέμενης αξίας. Και παρά το ότι οι ειδικευμένοι εργαζόμενοι είναι σε έλλειψη, η Ινδονησία διατηρεί ένα από τα πιο άκαμπτα καθεστώτα εργασίας στον κόσμο, με ένα από τα πιο γενναιόδωρα πακέτα αποζημίωσης και από τις πιο δυσκίνητες διαδικασίες απόλυσης. Σύμφωνα με την Διεθνή Έκθεση Ανταγωνιστικότητας 2011 – 12 του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, η Ινδονησία βρίσκεται στο τελευταίο 30% των 142 οικονομιών που εξετάστηκαν σχετικά με την ακαμψία της αγοράς εργασίας.

Εν τω μεταξύ, η Ινδονησία αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια μια αύξηση της έντασης και της συχνότητας της εθνοτικής και θρησκευτικής βίας. Από τις ενδοκοινοτικές συγκρούσεις στο Καλιμαντάν ως την θρησκευτική βία στην Java, η αστυνομία άργησε να αντιδράσει ή δεν επιθυμεί να παρέμβει σε όλα, και λίγοι δράστες έχουν συλληφθεί για να λογοδοτήσουν. Ο Yudhoyono απεκδύθηκε της ευθύνης καλώντας τους τοπικούς αξιωματούχους να αντιμετωπίσουν τις συγκρούσεις. Η αποτυχία της ηγεσίας του θέτει ένα επικίνδυνο προηγούμενο σε μια πολυποίκιλη χώρα που είναι η πατρίδα για τουλάχιστον πέντε διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις και δεκάδες εθνότητες. Όπως οι ιδρυτές της χώρας κατανόησαν, η Ινδονησία μπορεί να επιβιώσει ως ενιαίο κράτος μόνο αν η ανοχή και ο σεβασμός των διαφορετικών εθνοτήτων και θρησκειών παραμείνει στον πυρήνα του κράτους. Εκτός από το να σκιάζει τον πρωτόγνωρο διεθνή ηγετικό ρόλο της Ινδονησίας, η αποτυχία του κράτους να προστατεύει τους πολίτες του και να επιβεβαιώνει τη συνταγματική εντολή της θρησκευτικής ελευθερίας θέτει και το ερώτημα κατά πόσο η Ινδονησία θα συνεχίσει να απολαμβάνει την πολιτική σταθερότητα που επέτρεψε τη σημαντική οικονομική της πρόοδο.

ΤΟ ΑΔΥΝΑΜΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ YUDHOYONO

Η Ινδονησία χρειάζεται έναν συνδυασμό ηγεσίας και μια ανανεωμένη ώθηση για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να ξεπεραστούν πολλά από τα προβλήματά της. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, και τα δύο παραμένουν ελλειμματικά. Ο Yudhoyono εξελέγη με πάνω από 60% των ψήφων το 2004 και ξανά το 2009. Ωστόσο, παρά την ισχυρή λαϊκή εντολή, ποτέ δεν αισθάνθηκε άνετα να κυβερνά επί τη βάσει της λαϊκής υποστήριξης. Αντ' αυτού, έχει επανειλημμένα προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει τους διορισμούς υπουργών για να δημιουργήσει πολιτικούς συνασπισμούς (όπως θα έκανε κανείς σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα), παρά την απουσία κάθε τέτοιας αντίληψης στο νομικό και συνταγματικό πλαίσιο της Ινδονησίας. Αυτή η στρατηγική έχει στραφεί σε βάρος των μεταρρυθμίσεων, καθώς οι διορισμοί υπουργών γίνονται για να κερδίσει συμμάχους αντί να προσλαμβάνει μεταρρυθμιστές με γνήσια εμπειρία. Όντως, η Ινδονησία πέρασε όλες τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις σχεδόν μια δεκαετία πριν.

Για να είμαστε δίκαιοι, τα σφάλματα δεν είναι όλα του Yudhoyono. Για προεδρικό σύστημα, η Ινδονησία έχει ένα ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό πολιτικών κομμάτων - εννέα στο σύνολο. Το κυβερνών Δημοκρατικό Κόμμα είναι το μεγαλύτερο, αλλά καταλαμβάνει μόνο το 26% των εδρών στη Βουλή. Ως αποτέλεσμα, από τα 70 νομοσχέδια που πρότεινε κατά την έναρξη της δεύτερης θητείας του ο Yudhoyono, μόνο λίγα έχουν περάσει - και σε μεγάλο βαθμό τα πλέον ασήμαντα. Η Ινδονησία χρειάζεται λιγότερα κόμματα για να ξεπεραστεί αυτό το αδιέξοδο, αλλά τα μικρότερα κόμματα έχουν αντισταθεί ακόμη και σε μετριοπαθείς προτάσεις για να αυξηθεί το κατώτατο όριο των ψήφων που απαιτούνται πριν να μπορέσει ένα κόμμα να εισέλθει στη Βουλή και υπάρχει μικρή ελπίδα για σημαντικές αλλαγές πριν από τις βουλευτικές εκλογές, το 2014.

Στο μεταξύ, το Συνταγματικό Δικαστήριο πρόσφατα μείωσε τον αριθμό των ψήφων που απαιτούνται για να ξεκινήσει μια διαδικασία μομφής κατά του προέδρου, από τα τρία τέταρτα της Βουλής σε δύο τρίτα. Αυτό σημαίνει ότι το 26% που κατέχει το Δημοκρατικό Κόμμα στη Βουλή δεν μπορεί πλέον να προστατεύσει τον Yudhoyono από τις προσπάθειες να τον εκδιώξουν. Η απόφαση του δικαστηρίου φαίνεται να έχει επιδεινώσει την αναποφασιστικότητά του – δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένου ότι ο πρώτος εκλεγμένος πρόεδρος της Ινδονησίας μετά τον Σουχάρτο, ο Αμπντουραχμάν Ουαχίντ, παραπέμφθηκε στην Δικαιοσύνη. Η αποτυχία του Yudhoyono να ανασχηματίσει το υπουργικό του συμβούλιο μέχρι πολύ πρόσφατα, παρότι προέβη σε επαναλαμβανόμενες απειλές ότι θα αποπέμψει τους μη αποδοτικούς υπουργούς του, αποκάλυψε την παράλυσή του.

Ως αποτέλεσμα, ο πρόεδρος είναι όλο και περισσότερο αιχμάλωτος πολιτικών που αντιτίθενται στο δεδηλωμένο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμά του και ο πυρήνας των ικανών τεχνοκρατών στην κυβέρνηση της Ινδονησίας έχει λιγότερο χώρο για να προωθήσει ουσιαστικές αλλαγές. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτό θα μπορούσε να προμηνύει αδράνεια για τα υπόλοιπα τρία χρόνια της θητείας του Yudhoyono. Στη χειρότερη περίπτωση, η Ινδονησία θα μπορούσε να δει αυτά που με τόσο κόπο αποκτήθηκαν να εξατμίζονται. Τον Ιούνιο, για παράδειγμα, η Βουλή ανέστειλε βασικές εξουσίες του Συνταγματικού Δικαστηρίου - το μόνο δικαστήριο που θεωρείται ότι απέχει από τους διεφθαρμένους πολιτικούς. Η Βουλή είναι εξίσου έτοιμη να αφαιρέσει από την KPK σημαντικές εξουσίες.

Μετά από δεκαετίες αυταρχικής διακυβέρνησης, οι ινδονήσιοι δεν είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν την συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια ενός προσώπου ή ενός θεσμικού οργάνου. Στην πραγματικότητα, οι περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις της Ινδονησίας μετά το 1998 είχαν ως γενικό στόχο την αποκέντρωση της εξουσίας. Όμως, η ζυγαριά έγειρε πολύ, παράγοντας ένα σύστημα με πραγματικά διαρθρωτικά εμπόδια για την συνεπή εφαρμογή μιας πολιτικής. Καθώς η Ινδονησία απομακρύνεται ακόμη περισσότερο από το αυταρχικό παρελθόν της, οι μεταρρυθμιστές πρέπει να αναπροσαρμόσουν την ισορροπία δυνάμεων. Η Βουλή χρειάζεται λιγότερα πολιτικά κόμματα. Ανεξάρτητες Αρχές, όπως το Συνταγματικό Δικαστήριο και η επιτροπή KPK, χρειάζονται περισσότερη ισχύ. Και μια συνταγματική μεταρρύθμιση μπορεί να χρειαστεί για να αυξήσει το όριο ψήφων που χρειάζεται για μομφή κατά του προέδρου. Η εναλλαγή των γενεών δίνει την ελπίδα πως θα αποτελέσει μέρος αυτής της διαδικασίας. Η σύγχρονη πολιτική και οικονομική ελίτ είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν της περιόδου Σουχάρτο. Ο εκλογικός κύκλος το 2014 μπορεί να προσφέρει μια ευκαιρία για νέους ηγέτες να έρθουν στο προσκήνιο.

Καθώς η πολιτική αναδιάρθρωση στη Μέση Ανατολή δοκιμάζει αν το Ισλάμ και η δημοκρατία μπορούν να συνυπάρξουν, καθώς ο πλουραλισμός και η θρησκευτική ανοχή υφίστανται επιθέσεις σε χώρες από την Αφρική ως την Ευρώπη και καθώς η οικονομική άνοδος της Κίνας χωρίς πολιτική φιλελευθεροποίηση, προκαλεί το Δυτικό δημοκρατικό μοντέλο, η συνεχιζόμενη επιτυχία της Ινδονησίας ως ανοιχτή, μετριοπαθής, ανεκτική, πολυεθνική, πολυθρησκευτική δημοκρατία με μια ανθηρή οικονομία έχει τεράστια σημασία ως ένα μοντέλο για τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η Ινδονησία αξίζει επαίνους για την πορεία της μέχρι σήμερα, αλλά κάποια επιτεύγματα βρίσκονται υπό απειλή και η συνέχιση της επιτυχίας της απαιτεί ένα νέο κύμα μεταρρυθμίσεων. Οι ινδονήσιοι αποδείχθηκε ότι ήταν ικανοί για εκπληκτικά πράγματα στο γύρισμα του αιώνα. Έχει έρθει η ώρα για τους μεταρρυθμιστές της Ινδονησίας να σηκώσουν πάλι τα μανίκια.

Πρωτότυπο: http://www.foreignaffairs.com/articles/136539/karen-brooks/is-indonesia-...

Copyright © 2002-2010 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.