Τι θα χρειαστεί για μια δυτική επέμβαση στη Συρία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι θα χρειαστεί για μια δυτική επέμβαση στη Συρία

Πρέπει πρώτα να ομονοήσει η αντιπολίτευση

Καθώς η εννεάμηνη εξέγερση στη Συρία γίνεται όλο και περισσότερο αιματηρή -περίπου 6.000 άτομα, κυρίως άμαχοι, έχουν σκοτωθεί – οι εκκλήσεις για δράση από το εξωτερικό έχουν αυξήσει την πιθανότητα μιας στρατιωτικής επέμβασης. Στα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Αλέν Ζιπέ μίλησε για το ενδεχόμενο ανάπτυξης στρατιωτικών δυνάμεων με σκοπό τη δημιουργία ενός «ανθρωπιστικού διαδρόμου» για την εισαγωγή τροφίμων, φαρμάκων και βοήθειας στη Συρία. Στις 2 Δεκεμβρίου, ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Navi Pillay, είπε ότι το Συμβούλιο του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το οποίο έχει κατηγορήσει το καθεστώς του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, και η «διεθνής κοινότητα πρέπει να λάβουν επείγοντα και αποτελεσματικά μέτρα για την προστασία του λαού της Συρίας». Η Τουρκία, εν τω μεταξύ, έχει απειλήσει από τα μέσα του Ιουνίου να επιβάλει μια« νεκρή ζώνη» στο εσωτερικό της χώρας, όταν έγινε το κέντρο διαλογής για 10.000 Σύρους πρόσφυγες που έφευγαν από την εξελισσόμενη σφαγή στα βορειοδυτικά της χώρας τους.

Και η Ουάσιγκτον, αν και έχει εκφράσει επιφυλάξεις σχετικά με μια επέμβαση, εξετάζει τώρα πώς θα μπορούσε να βοηθήσει την αντιπολίτευση, είτε με την αποστολή ιατρικής βοήθειας είτε συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας «ασφαλούς ζώνης» - μια στρατιωτικά αποκλεισμένη περιοχή εντός της χώρας για την προστασία του άμαχου πληθυσμό κοντά στα συρο-τουρκικά σύνορα. Καταθέτοντας ενώπιον του Κογκρέσου τον περασμένο Δεκέμβριο, ο αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Frederic Hof αποκάλεσε τον Άσαντ ένα «νεκρό άνθρωπο που περπατά ακόμα» (“dead man walking”), υπονοώντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ήδη οραματίζονται μια μετα-Άσαντ εποχή στη Συρία.

Ωστόσο, παρά την ανθρωπιστική καταστροφή, μια επέμβαση αυτή τη στιγμή θα ήταν πρόωρη, γιατί οι διάφορες ομάδες της αντιπολίτευσης της Συρίας δεν έχουν ακόμη συγχωνευτεί σε μία ενιαία πολιτική δύναμη που αξίζει υποστήριξη. Τούτου λεχθέντος, οι εκκλήσεις για επέμβαση είναι κάτι περισσότερο από ευσεβείς πόθοι. Σε περίπτωση που οι διάφορες πολιτικές και ένοπλες ομάδες που προκαλούν την Δαμασκό ευθυγραμμίσουν τα συμφέροντά τους, η Τουρκία και η Δύση θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν βία για να δημιουργήσουν έναν ασφαλή χώρο στη Συρία που θα σώσει ζωές και θα χρησιμεύσει ως ορμητήριο για την μάχη κατά του καθεστώτος Άσαντ.

Σε αντίθεση με το Μεταβατικό Εθνικό Συμβούλιο στη Λιβύη, το οποίο συγκροτήθηκε και απέκτησε γρήγορα επίσημη διεθνή αναγνώριση, το Εθνικό Συμβούλιο της Συρίας (SNC) πήρε επτά μήνες για να συγκροτηθεί και έχει λάβει ελάχιστη αναγνώριση. Μόνο οι νέοι ηγέτες της Τρίπολης το έχουν αναγνωρίσει επισήμως ως «κυβέρνηση εν εξορία». Η Τυνησία έχει υποσχεθεί επικείμενη αναγνώριση και η Γαλλία το έχει περιγράψει ως «νόμιμο συνομιλητή». Επιπλέον, το SNC, αν και έχει καταφέρει να συμπεριλάβει του περισσότερους εγχώριους ακτιβιστές, δεν κατάφερε να ξεφορτωθεί τη φήμη του ως κίνημα κυρίως ελεγχόμενο από εκπατρισμένους, το οποίο δεν αντανακλά επαρκώς την εθνοτική και φυλετική σύνθεση της συριακής κοινωνίας, πόσω μάλλον τη θέληση των επαναστατών. Πολλοί διαδηλωτές επέκριναν την αργή ανταπόκριση του SNC στην εξέλιξη των γεγονότων, ιδιαίτερα δε τη δράση του προέδρου του, του Burhan Ghalioun, ο οποίος αρχικά αρνήθηκε να υποστηρίξει μεμονωμένες αποστασίες στρατιωτικών, υποστηρίζοντας ότι ο στρατός της Συρίας θα πρέπει να αποστατήσει μαζικά. Αυτό, βέβαια, δεν έχει συμβεί.

Κάνοντας τα πράγματα χειρότερα, τις τελευταίες δύο εβδομάδες, το SNC έβαλε τον εαυτό του σε ακόμα δυσκολότερη θέση στέλνοντας αντιφατικά μηνύματα για τις πραγματικές προθέσεις του. Πρώτα, δήλωσε ότι ήταν υπέρ της ξένης στρατιωτικής επέμβασης. Αλλά στις 30 Δεκεμβρίου 2011, κυκλοφορούσαν πληροφορίες ότι ο Ghalioun και μια χούφτα ανώτερων στελεχών του SNC είχαν υπογράψει συμφωνία αλληλεγγύης με τον αντίθετο με την προοπτική επέμβασης Εθνικό Φορέα Συντονισμού για τη Δημοκρατική Αλλαγή, μια εγχώρια ομάδα της αντιπολίτευσης που οι ακτιβιστές υποπτεύονται ότι είναι ένας συγκεκαλυμμένος οργανισμός που πιέζει τη συμφιλίωση με το καθεστώς Άσαντ. Δύο υψηλόβαθμα μέλη του SNC, ο Ausama Monajed και ο Radwan Ziadeh, μου είπαν ότι το Συμβούλιο απέρριψε το κείμενο της συμφωνίας, το οποίο ισχυρίστηκαν ότι ήταν μόνο ένα «σχέδιο». Βεβαίως, λίγες μέρες αργότερα, το SNC ανακοίνωσε στην επίσημη ιστοσελίδα του ότι, με βάση ένα προσχέδιο που ετοίμασα, ζήτησε από εξωτερικές δυνάμεις τη δημιουργία μιας ασφαλούς ζώνης στη Συρία. Αυτή η πιο επιθετική έκκληση για ξένη στρατιωτική παρέμβαση αντανακλά την ανάγκη να βρουν υποστήριξη από τους διαδηλωτές, οι οποίοι τώρα καταγγέλλουν συχνά το καθεστώς και το SNC ταυτόχρονα.

Επιπλέον, το SNC εξακολουθεί να στερείται της ικανότητας να προσελκύσει τις διάφορες εξεγερμένες ομάδες κάτω από την δική του ομπρέλα. Απλά δεν έχει την εξουσία να καθορίσει μια σαφή διοικητική δομή επί των εγχώριων δυνάμεων των ανταρτών. Στα τέλη του περασμένου μήνα, το SNC διόρισε τον απόστρατο ταξίαρχο Akil Hachim, έναν μετανάστη που ζει στο Σιάτλ, ως τον επικεφαλής στρατιωτικό σύμβουλό του. Η κίνηση ήταν φαινομενικά ένα προοίμιο της προσπάθειας του SNC να σχηματίσει μια επίσημη συνεργασία με τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό (FSA).

Αλλά προς το παρόν, ο FSA είναι μια ανεξάρτητη δύναμη. Ισχυρίζεται ότι έχει 15.000 λιποτάκτες του στρατού στις τάξεις του (ένας αριθμός σίγουρα υπερβολικός) και συνήθως αναφέρεται από τους δυτικούς δημοσιογράφους ως η μοναδική δύναμη ανταρτών που μάχεται κατά στρατευμάτων πιστών στη Δαμασκό και που προασπίζεται ενεργά τους αμάχους, ιδιαίτερα στην αντιστασιακή πόλη Χομς.

Ο FSA απέφυγε συνεργασίες με άλλα τμήματα της αντιπολίτευσης και στην πραγματικότητα έχει τη δική του διπλωματική προσέγγιση. Τον περασμένο μήνα, θέσπισε μια Στρατιωτική Επιτροπή ο προορισμός της οποίας είναι η παροχή κάλυψης στους διαδηλωτές, η προστασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, καθώς και η διασφάλιση ότι δεν θα υπάρξουν δολοφονικά αντίποινα όταν πια θα έχει πέσει το καθεστώς. Ο συνταγματάρχης Riad al-Asaad, ο οποίος είναι επικεφαλής του FSA, είναι ξεκάθαρος ως προς την υποστήριξή του για Δυτική επέμβαση και, στα τέλη Νοεμβρίου, έκανε έκκληση για βομβαρδισμούς σε «στρατηγικούς στόχους» στη Συρία, αλλά και για αυξημένη διεθνή προστασία, με τη δημιουργία μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων και μιας ζώνης ασφαλείας. Η Στρατιωτική Επιτροπή επιδιώκει να έρχεται σε απευθείας επαφή με ξένες κυβερνήσεις για να εξασφαλίσει υποστήριξη και, κατά πάσα πιθανότητα, όπλα και χρήματα.

Ο FSA δεν είναι η μόνη ένοπλη δύναμη της αντιπολίτευσης. Δεκάδες ανεξάρτητες ταξιαρχίες ανταρτών, συνήθως με ονόματα από ιστορικά πρόσωπα ή πρόσφατους «μάρτυρες» της επανάστασης, στρατολογούν αμάχους και λιποτάκτες του στρατού. Αυτές οι ταξιαρχίες δεν βρίσκονται κάτω από την ηγεσία του FSA, όμως έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα θανατηφόρες σε υψηλού προφίλ επιθέσεις εναντίον του καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένων των τολμηρών επιδρομών σε ένα διοικητικό κέντρο της Αεροπορίας στη Harsata και στα γραφεία του κόμματος Μπάαθ στο κέντρο της Δαμασκού. Οι διοικητές των εξεγερμένων μπορεί να αφιερώνουν τα επιτεύγματά τους στον FSA προκειμένου να καταδείξουν ότι υπάρχει ενότητα, αλλά δεν ορκίζονται υποταγή, ούτε στον FSA ούτε στο SNC. Όπως ένας Σύρος αντιφρονών μου είπε πρόσφατα, ο FSA είναι περισσότερο ένα εξελισσόμενο σχέδιο στρατολόγησης περισσότερων αποστατών και ανεξάρτητων ανταρτών παρά ένας καλά οργανωμένος στρατός.

Χωρίς αμφιβολία, αυτό είναι το πυκνό δάσος που ο Juppé, ο Pillay και η Ουάσινγκτον θα πρέπει να διασχίσουν εάν επιλέξουν να προστατεύσουν το λαό της Συρίας και να επιταχύνουν το τέλος του καθεστώτος Άσαντ. Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν ενδείξεις προόδου. Τώρα που το SNC έχει εγκρίνει την ξένη επέμβαση, εναρμονιζόμενο με όλες τις παρατάξεις της συριακής εξέγερσης που έχουν υποστηρίξει εδώ και μήνες μια επέμβαση, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα ότι οι διάφορες πολιτικές και στρατιωτικές πτέρυγες της αντιπολίτευσης θα ενωθούν, έστω και μόνο λόγω της κοινής τους απόγνωσης από το αμείωτο μακελειό. Αν συμβεί αυτό, τότε υπάρχει μια διέξοδος για τη Δυτική αποτροπή στη Συρία, αν και θα απαιτήσει επιδέξια και δημιουργική διπλωματία όχι μόνο μεταξύ των δυτικών δυνάμεων, αλλά με τις μέχρι τώρα αμφίθυμες αραβικές κυβερνήσεις.

Μια τέτοια παρέμβαση θα πρέπει να αρχίσει με τη δημιουργία μιας ασφαλούς περιοχής περίπου τεσσάρων τετραγωνικών μιλίων γύρω από την πόλη Jisr al-Shughour στα βορειοδυτικά της χώρας, όπου μια σφαγή από το καθεστώς έλαβε χώρα τον περασμένο Ιούνιο και το αντικυβερνητικό αίσθημα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Λόγω της εγγύτητας της πόλης προς την Τουρκία, της γεωπολιτικής ευαισθησίας σχετικά με ένα δυτικό έθνος που εισβάλει σε μια κατά πλειοψηφία μουσουλμανική χώρα, καθώς και του γεγονότος ότι η Τουρκία έχει ήδη φιλοξενήσει και διευκολύνει τον FSA, η Άγκυρα θα είναι η στρατηγική επιλογή για την παροχή κάλυψης για να οχυρωθεί η ασφαλής περιοχή.

Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να επιτραπεί νομικά η ασφάλιση μιας περιοχής είναι μέσω ενός ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Αλλά η Ρωσία δεν θα βάλει σε κίνδυνο τη συμμαχία της με τον Assad, οπότε είναι απίθανη η συναίνεση του Κρεμλίνου στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Ο άλλος διαθέσιμος τρόπος, λοιπόν, είναι το ψήφισμα «Ενωμένοι για την Ειρήνη» της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το οποίο επιτρέπει τα «συλλογικά μέτρα» και τη «χρήση της ένοπλης δύναμης» σε ξένες συγκρούσεις. Το ψήφισμα αυτό, που έγινε πραγματικότητα το 1950 μετά από προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών που ήθελαν να παρακάμψουν τα επαναλαμβανόμενα βέτο των σοβιετικών στο Συμβούλιο Ασφαλείας για μια Δυτική στρατιωτική επέμβαση στην κρίση της Κορέας, σπάνια χρησιμοποιείται και απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων στη Γενική Συνέλευση. Η συγκέντρωση τέτοιας συντριπτικής υποστήριξης για την παρέμβαση στη Συρία θα ήταν δύσκολη, αλλά σίγουρα δεν είναι εκτός συζητήσεως. Τον περασμένο Νοέμβριο, η Γενική Συνέλευση έκανε ό, τι το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν μπόρεσε να κάνει και πέρασε το δικό μη δεσμευτικό ψήφισμα - υποστηριζόμενο από αραβικά και μουσουλμανικά κράτη - καταδικάζοντας τη βία του καθεστώτος Άσαντ. Αν η κρίση στη Συρία συνεχιστεί ή κλιμακωθεί, τότε μπορεί να υπάρξει πράγματι μια ηθική και πολιτική συναίνεση για να επικαλεσθεί το ψήφισμα «Ενωμένοι για την Ειρήνη», προκειμένου να καθιερωθεί μια ασφαλής περιοχή.

Μια ασφαλής περιοχή σε μια κεντρική περιφέρεια της αντίστασης θα παράσχει καταφύγιο για τους εσωτερικούς πρόσφυγες, που τώρα υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε εκατοντάδες χιλιάδες. Θα μπορούσε επίσης να χρησιμεύσει ως βάση για τους αντάρτες, οι οποίοι τώρα σε μεγάλο βαθμό επιχειρούν έξω από την Τουρκία, καθώς και ως επικοινωνιακός κόμβος για τη μετάδοση των μηνυμάτων της ραδιοφωνίας Ελεύθερη Συρία στην υπόλοιπη χώρα. Ο FSA και οι ανεξάρτητες ταξιαρχίες έχουν ήδη δημιουργήσει de facto σημεία ελέγχου και ζώνες ανάσχεσης βαθιά μέσα στη Συρία, οι οποίες έχουν λειτουργήσει ως γραμμές ζωής για τους διαδηλωτές στη Χομς και αλλού. Με δεδομένη μια οχυρωμένη υλικοτεχνική βάση και μια σταθερή γραμμή προμήθειας εξοπλισμού και όπλων, οι αντάρτες θα έχουν τη «Βεγγάζη» τους μέσα στη Συρία, τη βάση από την οποία θα πολεμήσουν Δαμασκό πιο αποτελεσματικά.

Για κάθε ενδεχόμενη επέμβαση θα πρέπει πρώτα να θεσπιστεί μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων για την προστασία της Jisr al-Shughour. Οι συριακές δυνάμεις χρησιμοποίησαν ελικόπτερα στις προηγούμενες επιθέσεις τους κατά της πόλης και το καθεστώς Άσαντ έχει σοβιετικού τύπου πυραύλους εδάφους-αέρος που σταθμεύουν ένθεν κακείθεν του δυτικού διαδρόμου της χώρας και οι οποίοι είναι σε θέση να καταρρίψουν μαχητικά αεροσκάφη. Παρ' όλα αυτά, μια δυτική στρατιωτική δύναμη θα μπορούσε να επιτύχει υπεροχή στον αέρα με σχετική ευκολία. Ο έκτος στόλος των Ηνωμένων Πολιτειών θα μπορούσε επίσης να επιβάλει εύκολα ένα ναυτικό αποκλεισμό. Βοηθητική αεροπορική υποστήριξη θα μπορούσε να προέλθει από τις βάσεις του Ηνωμένου Βασιλείου στην Κύπρο. Το ερώτημα είναι αν το ΝΑΤΟ θα συμμετέχει, δεδομένης μάλιστα της σχεδόν κατηγορηματικής απόρριψης τη εμπλοκής του ΝΑΤΟ στη Συρία από τον Γενικό Γραμματέα Άντερς Ρασμούσεν, πριν από αρκετούς μήνες. Αν συμβεί αυτό, θα μπορούσε να επιβληθεί μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων όπως έγινε στη Λιβύη, από τη βάση του Ιντσιρλίκ της Τουρκίας. Ακόμα κι αν το ΝΑΤΟ αρνηθεί την αποστολή, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Γαλλία έχουν την τεχνολογία και την αεροπορική δύναμη να κρατήσουν τον Συριακό ουρανό καθαρό για όσο χρειαστεί.

Η σοβαρότερη πρόκληση για τις επεμβατικές δυνάμεις θα προέλθει όχι από τις συμβατικές άμυνες του Assad, αλλά από ομάδες που συνδέονται με το καθεστώς, όπως η Χεζμπολάχ, το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα, φιλο-ιρανικές ιρακινές δυνάμεις και το Επαναστατικό Σώμα των Φρουρών του Ιράν, πράκτορες των οποίων είναι ήδη στρατολογημένοι ή ενσωματωμένοι στη φοβερή Τέταρτη Μονάδα Τεθωρακισμένων του Άσαντ. Μετά από μια ξένη επέμβαση, αυτές οι ομάδες θα μπορούσαν να προσφύγουν σε τρομοκρατικές επιθέσεις για να μετατρέψουν τη Συρία σε μέτωπο ενός νέου ανταρτοπόλεμου. Η Αλ Κάιντα της Μεσοποταμίας θα μπορούσε επίσης να γίνει αλ Κάιντα της Συρίας, εάν αισθανθεί μια ευκαιρία να αποσταθεροποιήσει μια άλλη ευάλωτη δύναμη της Μέσης Ανατολής, ιδίως μετά την αποχώρηση των στρατευμάτων των ΗΠΑ από το Ιράκ. Υπάρχει επίσης μια πιθανότητα ότι Σουνίτες ή Σιίτες πολιτοφύλακες να διαχυθούν στη Συρία και να μετατρέψουν την εξέγερση σε μια κατά πάντων θρησκευτική σύγκρουση. Επιπλέον, ο Άσαντ θα μπορούσε να αντεπιτεθεί πέρα από τα σύνορά του. Τον Μάιο, έστειλε Παλαιστίνιους πρόσφυγες στα ελεγχόμενα από τους Ισραηλινούς Υψώματα του Γκολάν για να αποσπάσει την προσοχή από την αναταραχή στη χώρα του, και θα μπορούσε να ρίξει ρουκέτες εναντίον του Ισραήλ εάν αισθανθεί ακόμα πιο στενά πολιορκημένος.

Αυτοί οι κίνδυνοι θα ήταν σοβαροί για τις εξωτερικές δυνάμεις που θα προσπαθήσουν να προστατεύσουν τους πολίτες της Συρίας και να διευκολύνουν την αντιπολίτευση στον Assad . Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, για τους λόγους αυτούς αλλά και άλλους, η επέμβαση στη Συρία θα πρέπει να είναι η τελευταία λύση. Αλλά η Δαμασκός έχει υπονομεύσει κάθε προσπάθεια για αλλαγή ή διαπραγμάτευση. Η αποστολή παρατηρητών του Αραβικού Συνδέσμου έχει αποδειχθεί άχρηστη. Χιλιάδες έχουν σφαγιαστεί. Πολλές χιλιάδες άλλοι έχουν βασανιστεί με τη χρήση σαδιστικών μεθόδων πέραν πάσης φαντασίας. Όταν μια χώρα 23 εκατομμυρίων καταρρέει σε αναρχία, πόσοι άνθρωποι θα πρέπει να μείνουν χήροι, ορφανοί ή πάμπτωχοι πριν να ξεκαθαριστεί η αποτυχία της συγκεκριμένης κρατικής υπόστασης; Όσο περισσότερο χρόνο δίνει ο κόσμος στον Assad, τόσο θα διακωμωδείται το δόγμα της «ευθύνης στην προστασία» και τόσο οι άνθρωποι που ζητιανεύουν τη Δυτική βοήθεια θα παίρνουν ως αντάλλαγμα ευχές για «καλή τύχη» και θα αφήνονται στη ζοφερή μοίρα τους.

Πρωτότυπο: http://www.foreignaffairs.com/articles/137013/michael-weiss/what-it-will...

Copyright © 2002-2010 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.