Η σοφία της λιτότητας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η σοφία της λιτότητας

Οι ΗΠΑ πρέπει να αυτοπεριοριστούν αν θέλουν να προοδεύσουν

Αλλά η απόδοση των στρατιωτικών επενδύσεων των Ηνωμένων Πολιτειών μειώνεται. Το εργατικό κόστος και το κόστος της τεχνολογίας αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς. Οι εκθέσεις του Γραφείου Κυβερνητικού Καταλογισμού δείχνουν ότι, από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η χρηματοδότηση για την απόκτηση αμυντικού εξοπλισμού έχει αυξηθεί κατά 5%, ενώ το μέσο κόστος κτήσης έχει αυξηθεί κατά 120%. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου, μεταξύ 1999 και 2005, το πραγματικό κόστος της στήριξης ενός ενεργού στρατιώτη αυξήθηκε κατά 33%. Φυσικά, τα οφέλη από τις απεριόριστες αμυντικές δαπάνες δεν συμβαδίζουν με το κόστος τους. Όπως το έθεσε ο Gates, οι αμυντικοί θεσμοί των ΗΠΑ έχουν «συνηθίσει στην μετά την 9η Σεπτεμβρίου πολιτική του ‘μην ρωτάς’ σχετικά με τα χρηματοδοτικά αιτήματα», ενθαρρύνοντας μια κουλτούρα σπατάλης και αναποτελεσματικότητας που περιγράφεται ως «ένα ημι-φεουδαρχικό σύστημα - ένα αμάλγαμα φέουδων, χωρίς κεντρικούς μηχανισμούς για την κατανομή των πόρων».

Η τάση της τελευταίας δεκαετίας είναι ανησυχητική: καθώς οι στρατιωτικές δαπάνες εκτινάχθηκαν στα ύψη, οι επιτυχίες των ΗΠΑ στο εξωτερικό λιγοστεύουν. Για να ειπωθεί σαφέστερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να διαθέτουν τα καλύτερα όπλα και τους πιο ικανούς στρατιωτικούς στον κόσμο. Οι πόλεμοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ έκαμψαν, αλλά δεν κατέστρεψαν, τον πλήρως εθελοντικό στρατό και το βάρος της διατήρησης αυτής της τρομερής δύναμης δεν είναι εξαιρετικά επαχθές οικονομικά. Η προτεινόμενη βασική χρηματοδότηση του αμυντικού προϋπολογισμού με 553 δισεκατομμύρια δολάρια για το 2012 αντιπροσωπεύει μόλις το 15% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού και λιγότερο από 5% του ΑΕΠ. (Για να τεθεί αυτό το ποσοστό σε μια σύγκριση, αρκεί να σημειωθεί ότι ο προτεινόμενος προϋπολογισμός του 2012 για τις δαπάνες κοινωνικής ασφάλισης φθάνει τα 760 δισεκατομμύρια δολάρια). Ωστόσο, οι τρέχουσες τάσεις θα καταστήσουν δυσκολότερο για τις Ηνωμένες Πολιτείες να συνεχίσουν να «αγοράζουν» ηγεμονία με την ίδια ευκολία όπως στο παρελθόν. Οι αλλαγές στις στρατιωτικές τακτικές και η εξέλιξη της τεχνολογίας διαβρώνουν τα πλεονεκτήματα των Ηνωμένων Πολιτειών. Η διάδοση των πυραύλων «κρουζ» κατά στόχων επιφανείας καθιστά πιο δύσκολο για το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ να λειτουργεί σε ακτές κοντά στους αντιπάλους του. Προηγμένοι πύραυλοι εδάφους-αέρος αυξάνουν επίσης το κόστος της διατήρησης της ανωτερότητας των ΗΠΑ στους αιθέρες σε εχθρικές περιοχές. Εθνικιστικές και φυλετικές εξεγέρσεις, που τροφοδοτούνται από ένα έντονο εμπόριο μικρών όπλων, έχουν αποδειχθεί δύσκολο να καταπολεμηθούν με συμβατικές χερσαίες δυνάμεις. Η κυριαρχία των ΗΠΑ στον αμυντικό τομέα γίνεται όλο και πιο ακριβή σε μια στιγμή που γίνεται όλο και λιγότερο δαπανηρό για άλλα κράτη και φορείς το να αμφισβητούν τη μοναδική υπερδύναμη.

Πέρα από αυτές τις προκλήσεις για την στρατιωτική κυριαρχία της χώρας, η αποδυνάμωση της οικονομικής τους κατάστασης συμβάλλει επίσης στη μείωση της ισχύος των ΗΠΑ. Η οικονομία των ΗΠΑ παραμένει η μεγαλύτερη στον κόσμο, αλλά η κατάταξή της κινδυνεύει. Μεταξύ 1999 και 2009, το μερίδιο των ΗΠΑ στο παγκόσμιο ΑΕΠ (μετρούμενο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης) έπεσε από το 23% στο 20%, ενώ το μερίδιο της Κίνας στο παγκόσμιο ΑΕΠ αυξήθηκε από 7% στο 13%. Σε περίπτωση που συνεχιστεί αυτή η τάση, η οικονομική παραγωγή της Κίνας θα ξεπεράσει εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών μέχρι το 2016. Η Κίνα καταναλώνει ήδη περισσότερη ενέργεια από όσο οι Ηνωμένες Πολιτείες ενώ δυναμώνουν και οι φωνές που ζητούν την αντικατάσταση του δολαρίου ως διεθνούς αποθεματικού νομίσματος από ένα «καλάθι» νομισμάτων που θα περιλαμβάνει το ευρώ και το (κινεζικό) γουάν.

Η δημοσιονομική θέση των Ηνωμένων Πολιτειών είναι ανησυχητική, είτε πιστεύει είτε δεν πιστεύει κανείς ότι η Standard & Poors ήταν δικαιολογημένη στο να υποβαθμίσει τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Μεταξύ 2001 και 2009, το αμερικανικό ομοσπονδιακό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ υπερδιπλασιάστηκε, από 32% σε 67%, ενώ και οι πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις έχουν επίσης σημαντικά χρέη. Η εξάρτηση των Ηνωμένων Πολιτειών από εισαγωγές, σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια δανεισμού, οδήγησαν σε σημαντικό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών: πάνω από 6% του ΑΕΠ το 2006. Η ισχύς ακολουθεί τα χρήματα και οι Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάζουν διαρροή μετρητών.

Τα νέα δεν είναι όλα «μαύρα και άραχνα». Παρά το τεράστιο δημόσιο χρέος, οι Ηνωμένες Πολιτείες δαπάνησαν λιγότερο από 5% του προϋπολογισμού του 2010 για καθαρές πληρωμές τόκων, περιορίζοντας την έκταση στην οποία το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους έχει παραγκωνίσει τις υπόλοιπες δαπάνες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να εξάγουν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες από όσο οποιαδήποτε άλλη χώρα και ακολουθούν από κοντά την Κίνα που είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής προϊόντων στον κόσμο. Όσον αφορά τη συναλλαγματική ισοτιμία της αγοράς, η οικονομία των ΗΠΑ εξακολουθεί να είναι υπερδιπλάσια από το μέγεθος της κινεζικής οικονομίας. Η Κίνα, άλλωστε, αντιμετωπίζει μια σειρά από εμπόδια που μπορεί να επιβραδύνουν την άνοδό της: εσωτερική αναταραχή, «φούσκες» στο χρηματιστήριο και την αγορά ακινήτων, διαφθορά, γήρανση του πληθυσμού, υψηλή αποταμίευση καθώς και ένα ιστορικό καινοτομίας που δεν αποδεικνύεται. Ωστόσο, η γενική εικόνα είναι σαφής: η οικονομική υπεροχή των Ηνωμένων Πολιτειών δεν είναι πλέον εξασφαλισμένη και αυτή η αβεβαιότητα θα μειώσει τη γεωπολιτική κυριαρχία της.

Στην ουσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πέσει σε μια συνήθη διαδικασία για τις ηγετικές δυνάμεις: υπερκατανάλωση, υπερεπέκταση και υπερεκτίμηση. Αλλά η χώρα έχει επίσης μια ικανότατη οικονομία και έναν στέρεο στρατό. Δεν είναι σε ελεύθερη πτώση. Τώρα, οι ΗΠΑ χρειάζονται μια εξωτερική πολιτική που να τους ταιριάζει.

ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΜΕΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟΥΣ ΜΥΘΟΥΣ