Ευρωπαϊκή κρίση και Ελλάδα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ευρωπαϊκή κρίση και Ελλάδα

Δρόμοι παράλληλοι ή αποκλίνοντες;

Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι η κρίση συνταράσσει το ευρωπαϊκό συνονθύλευμα που έχει δημιουργηθεί μετά από δύο δεκαετίες εμβάθυνσης και διεύρυνσης. Δεν υπάρχει κοινό όραμα για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να επιτευχθεί η ευρωπαϊκή συνοχή. Δεν υπάρχει συμφωνία για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να αναδιοργανωθεί το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μόνο το Βερολίνο έχει δείξει αποφασιστική πολιτική βούληση –ενώ καμία δεν μπόρεσε να αναλάβει την ηθική ηγεσία. Η εξουσία –ή ό,τι έχει απομείνει από αυτή– ταλαντεύεται ανάμεσα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, τα ευρωπαϊκά όργανα στις Βρυξέλλες και τις κατά συνθήκη περιφερειακές συμμαχίες. Η αναποφασιστικότητα των ηγεσιών, η γραφειοκρατική μυωπία, η οικονομική αβεβαιότητα και η κοινωνική αστάθεια, τα εθνικά πάθη και οι καχυποψίες, καθώς και η ανάδειξη του ακροδεξιού ρατσισμού και λαϊκισμού καταλαμβάνουν το προσκήνιο μιας Ευρώπης που προσπαθεί να επανακαθορίσει την ταυτότητά της, ενώ οι εξελίξεις την αφήνουν συχνά-πυκνά πίσω.

Ως αντίδραση, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες έχουν διολισθήσει σε μια νοοτροπία πολιορκημένων: στην ψυχή των Ευρωπαίων πολιτών –που έχουν χάσει την πίστη στο όραμα της ενωμένης Ευρώπης και στην ικανότητα των ηγετών τους– έχει αναβιώσει μια μορφή εθνικισμού του 19ου αιώνα.

Ως έχουν τα πράγματα, θα εκφράσω τη γνώμη ότι είναι πλέον εξαιρετικά απίθανη η έξοδος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την κρίση, παρά μόνο υπό τρεις προϋποθέσεις. Πρώτον, να εδραιωθεί ξανά η έννοια του ευρώ ως ενιαίου νομίσματος –με οποιοδήποτε μέσο απαιτείται προς τούτο. Δεύτερον, να εκπονηθεί μια στρατηγική που θα παράγει και ανάπτυξη και σύγκλιση –εφόσον το πρόβλημα του χρέους δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς ανάπτυξη. Τρίτον, να υπάρξει σαφής αναγνώριση ότι οι χώρες με έλλειμμα δεν μπορούν να φέρουν αποκλειστικά το βάρος των προσαρμογών και ότι η δημοσιονομική εξυγίανση μέσω εκτεταμένων περικοπών της δημόσιας δαπάνης, αυστηρών ελέγχων και επώδυνων κυρώσεων που οδηγούν σε εμβάθυνση της ύφεσης, δεν μπορεί να αποτελεί τη μόνη λύση και δεν μπορεί να εφαρμόζεται επ’ άπειρον. Οι χώρες με πλεόνασμα πρέπει επίσης να συνεισφέρουν το μερίδιό τους. Αυτή η επιμονή στη σχεδόν αποκλειστική χρήση μέτρων λιτότητας για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης υπονομεύει τη νομιμότητα της Ένωσης, την ίδια τη συμφωνία που «υπέγραψαν» οι Ευρωπαίοι ηγέτες με τους λαούς τους, υποσχόμενοι θέσεις εργασίας και ασφάλεια. Τα προειδοποιητικά λόγια του πρωθυπουργού Μάριο Μόντι δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητα.

Σήμερα ακούμε και μιλάμε στις αγορές –και όχι στους ανθρώπους. Αλλά, το βαθύτερο ζήτημα είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι. Η Ένωση βασίστηκε στην ιερή υπόσχεση προς τον λαό της για συνεχή ανάπτυξη, μεγαλύτερη ευημερία και σταθερές κοινωνικές παροχές. Αντίθετα, όμως, ο ευρωπαϊκός λαός αντιμετωπίζει σήμερα τη σκληρή πραγματικότητα της υπερχρέωσης και της λιτότητας, χωρίς να έχει απτή υπόσχεση διεξόδου. Το ευρωπαϊκό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, που έχει τόσο προβληθεί, απειλείται ως μη βιώσιμο. Και η ανεργία πλήττει εκατομμύρια ανθρώπους και απειλεί εκατομμύρια ακόμη.

Εάν η Ευρώπη δεν αποκτήσει «ένα βαθύ και πραγματικό αίσθημα ευθύνης απέναντι στον εαυτό της», όπως είπε ο Vaclav Havel, το ευρωπαϊκό όραμα του Μονέ και του Σουμάν, του Αντενάουερ, του Ντε Γκωλ, του Μιτεράν και του Κολ θα περιέλθει σε αδιέξοδο. Ή ακόμη χειρότερα, θα εκπνεύσει. Ωστόσο, αυτή η προοπτική είναι καταθλιπτική ακόμη και ως σκέψη. Το ζήτημα σήμερα δεν είναι μόνο και απλά οικονομικό, όπως πολλοί θα ήθελαν να πιστεύουμε. Δεν είναι μόνο θέμα οικοδόμησης των κατάλληλων μηχανισμών υπεράσπισης του ευρώ ενάντια στις αγορές. Η εμπειρία μας, εξάλλου, έχει δείξει ότι εάν οι αγορές αποφασίσουν να επιτεθούν σε ένα εθνικό νόμισμα αποτυγχάνουν πολύ σπάνια –ή ποτέ– όποιοι κι αν είναι οι μηχανισμοί υπεράσπισης. Σήμερα, το κρίσιμο ζήτημα είναι αν η Ευρώπη θα μπορεί να μιλά με μια φωνή, να αποφασίζει με μία βούληση, να δρα με ενιαία απόφαση.

Η Ευρώπη μπορεί να θεωρούσε ότι είχε κατορθώσει να εξορκίσει τους παλιούς δαίμονες. Δυστυχώς όμως, η κατάσταση παραπέμπει και πάλι στις χαοτικές μέρες πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο: Αστάθεια στη Ρωσία, ένταση στα Βαλκάνια, μια κυρίαρχη Γερμανία, και η παγκόσμια οικονομία σε τεντωμένο σχοινί. Και όλα αυτά, ενώ αναδύονται νέες απειλές και προκλήσεις: η τρομοκρατία με μορφή που θυμίζει κατά πολύ τη σύγκρουση των πολιτισμών του Huntington, η διάδοση των πυρηνικών όπλων, το κυβερνοέγκλημα.

Η Ευρώπη δεν μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκής σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Πρέπει να βρει το όραμα, την πολιτική βούληση και την ηθική ηγεσία που θα οδηγήσουν την ευρωπαϊκή ήπειρο στον 21ο αιώνα. Περισσότερο από ένα οικονομικό ευρωομόλογο, η Ευρώπη χρειάζεται εσπευσμένα την «έκδοση» ενός πολιτικού ευρωομόλογου, ενός ομόλογου ευρωπαϊκής πίστης. Διότι, αυτό που μετράει περισσότερο είναι να ανακτήσει το Ευρωπαϊκό Κίνημα τη δυναμική του στην κατεύθυνση προς μια πραγματική Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι λαοί της αυτό προσδοκούν.

Είναι πλέον επείγον, εμείς οι Ευρωπαίοι να σκεφτούμε με όραμα και να δράσουμε με αποφασιστικότητα.

Η επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σαφής. Είτε θα εμπνεύσει τους πολίτες της για την επόμενη φάση του ευρωπαϊκού οράματος, είτε θα χάσει την υποστήριξή τους ακόμη και για τη σημερινή Ευρώπη.

Είτε θα προχωρήσει αναγκαστικά προς τη δημιουργία μιας πραγματικής οικονομικής και πολιτικής ένωσης ή το εγχείρημα του κοινού νομίσματος θα αποτύχει και η Ένωση θα έρθει αντιμέτωπη με μια, πιθανώς καταστροφική, υπαρξιακή κρίση.

Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο τεύχος Φεβρουαρίου του Foreign Affairs, The Hellenic Edition.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.