Η εποχή του Κίρο Γκλιγκόροφ και το ζήτημα της ονομασίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η εποχή του Κίρο Γκλιγκόροφ και το ζήτημα της ονομασίας

Πώς οι μετριοπαθείς εθνικιστικές πολιτικές του δυναμιτίζουν το σήμερα

Προκειμένου να λύσουν τις διαφορές τους με την εθνική πλειοψηφία της ΠΓΔΜ, και σε αντίθεση με τους Έλληνες, οι Αλβανοί αποδείχτηκαν την άνοιξη του 2001 πρόθυμοι να προβούν σε ένοπλη σύρραξη και να θέσουν σε αμφισβήτηση την ίδια την ύπαρξη της νεότευκτης δημοκρατίας. Οι συμφωνίες-πλαίσιο τις Αχρίδας, που υπεγράφησαν το καλοκαίρι του 2001, επέτρεψαν το τέλος των εχθροπραξιών και την ειρηνική συμβίωση, αλλά στη βάση αμοιβαίας καχυποψίας και ψυχολογικής ρήξης μεταξύ των δύο κοινοτήτων έκτοτε[17]. Ο Γκλιγκόροφ έχει ουσιαστική ευθύνη γι’ αυτή την μακροπρόθεσμα αρνητική για τη χώρα του πραγματικότητα και εξέλιξη.
Όμως, ο πρώτος πρόεδρος της ΠΓΔΜ φέρει ευθύνη και για το γεγονός ότι το εκπαιδευτικό σύστημα που ίδιος είχε προκρίνει, γαλούχησε μια νέα γενιά πολιτών και πολιτικών με έντονα εθνικιστικά χαρακτηριστικά καθώς και μια ιδιάζουσα ανάγνωση της αρχαιότητας. Αποκορύφωμα: η εκστρατεία «αρχαιοποίησης» που έχει αναλάβει η κυβέρνησης του τωρινού πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ Νίκολα Γκρουέφσκι, ο οποίος προΐσταται του εθνικιστικού κόμματος VMRO.

Η «αρχαιοποίηση» βασίζεται σε συγκεκριμένη παραποίηση της αρχαιότητας, αφετηρία της οποίας είναι κατ' ανάγκην η επιχειρηματολογία ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν σχετίζονται με τους Έλληνες. Αυτό επιτρέπει στους Σλαβομακεδόνες εθνικιστές να «επιμένουν σε απευθείας σύνδεση του κόσμου του Μεγάλου Αλέξανδρου με τη 'Μακεδονία' του σήμερα» [18]. Ουσιαστικά πρόκειται για μια «ιδεολογία ιστορίας και ταυτότητας βασισμένης στον Μέγα Αλέξανδρο ... η οποία ανακαλύπτεται και παρουσιάζεται την ίδια στιγμή ... με αποτέλεσμα μια ανιστόρητη ιστορική προσέγγιση» [19]. H καμπάνια περιλαμβάνει τη μετονομασία των αεροδρομίων των Σκοπίων και της Αχρίδας σε «Μέγας Αλέξανδρος» και «Απόστολος Παύλος» αντίστοιχα, την τοποθέτηση τεράστιου αγάλματος «έφιππου Μακεδόνα» σε κεντρικό σημείο της πόλης των Σκοπίων (ετοιμάζεται και άγαλμα του Φιλίππου ΙΙ παραπλήσιων «κιτς» προδιαγραφών), τη μετονομασία οδών, πλατειών και γηπέδων με αναφορές στην αρχαία Μακεδονία, και ουσιαστικά, την προσπάθεια σύνδεσης της σύγχρονης σλαβομακεδονικής ταυτότητας με την αρχαιότητα.

Σε τελική ανάλυση, η «αρχαιοποίηση» συνιστά τη λογική και συνάμα ακραία εξέλιξη των αρχικών ιδεολογικών επιλογών του Κίρο Γκλιγκόροφ. Αναπόφευκτα, δηλητηριάζει περαιτέρω τις σχέσεις με την Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ η Αθήνα από το 2007 έχει υιοθετήσει πιο διαλλακτική θέση στο ζήτημα της ονομασίας (σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό του όρου Μακεδονία, erga omnes) ο Νίκολα Γκρουέφσκι δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί θετικά σε οποιαδήποτε προσπάθεια συμβιβασμού. Αντίθετα, τον Ιούλιο του 2008, απέστειλε επιστολή στον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, κάνοντας λόγο περί ύπαρξης «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα, ενώ τον Νοέμβριο του 2008 προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, καταγγέλλοντας την Αθήνα για παραβίαση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, επειδή δεν κατάφερε να εισχωρήσει η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια της Συνόδου κορυφής του Απριλίου 2008 στο Βουκουρέστι.

Τελικά, τον Δεκέμβριο του 2011 το Διεθνές Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 11 παραγράφου 1 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, σύμφωνα με το οποίο «το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος (Ελλάδα) συμφωνεί να μην αντιταχθεί στην αίτηση εισδοχής ή στη συμμετοχή του Δευτέρου Συμβαλλομένου Μέρους (ΠΓΔΜ) ως μέλους σε διεθνείς, πολυμερείς και περιφερειακούς οργανισμούς και θεσμούς, στους οποίους το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος είναι μέλος. Το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος, εντούτοις, διατηρεί το δικαίωμα να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε συμμετοχή από τις προαναφερθείσες, εάν, και στο μέτρο που, το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος πρόκειται να αναφέρεται σε τέτοιους οργανισμούς ή θεσμούς διαφορετικά από ό,τι στην παράγραφο 2 της αποφάσεως 817 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (δηλαδή ως ΠΓΔΜ)».

Συγχρόνως το Διεθνές Δικαστήριο αρνήθηκε να υπαγορεύσει στην Αθήνα οποιαδήποτε συγκεκριμένη ενέργεια στο ζήτημα της ονομασίας. Και αυτό διότι, όπως αναφέρεται στο κείμενο της απόφασης, «ως γενικός κανόνας, δεν υπάρχει λόγος να εικάζεται ότι μια χώρα, η ενέργεια ή η συμπεριφορά της οποίας κρίθηκε από το Δικαστήριο ως λανθασμένη, θα επαναλάβει την ίδια ενέργεια ή συμπεριφορά στο μέλλον, δεδομένου ότι θα πρέπει να τεκμαίρεται η καλή της πίστη».

Στην Αθήνα επικράτησε η άποψη ότι η καταδίκη της Ελλάδος, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, δε θα αναγκάσει σε επανασχεδιασμό της εθνικής πολιτικής στο θέμα του ονόματος. Επίσημες δηλώσεις και κείμενα του ΝΑΤΟ αλλά και του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέστησαν σαφές ότι η καταδίκη δεν θα επηρεάσει τις ειλημμένες αποφάσεις έναντι της ΠΓΔΜ. Καταδεικνύεται έτσι η διεθνής απομόνωση στην οποία έχουν περιέλθει οι πολιτικοί επίγονοι του Κίρο Γκλιγκόροφ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ύστερα από δύο δεκαετίες διαφωνιών και ενίοτε έντονων διπλωματικών συγκρούσεων, η επίλυση του ζητήματος της ονομασίας θα συνεισφέρει στην περιφερειακή σταθερότητα. Στις διεθνείς σχέσεις, όμως, επικρατεί ρευστότητα και αβεβαιότητα. Μακροπρόθεσμα, η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα, ειδικά αν αλλάξουν οι προτεραιότητες της διεθνούς κοινότητας στα δυτικά Βαλκάνια. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ελληνική πολιτική ηγεσία θα πρέπει να εξετάσει σοβαρά όλες τις παραμέτρους μιας ενδεχόμενης καταγγελίας της Ενδιάμεσης Συμφωνίας σε πλαίσιο εντατικοποίησης των διμερών διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.