Η Δημοκρατία δεν αισθάνεται καλά… | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Δημοκρατία δεν αισθάνεται καλά…

Η παγκοσμιοποίηση και οι κίνδυνοι για τη Δύση

Οι ψηφοφόροι που έρχονται αντιμέτωποι με την οικονομική απειλή, την κοινωνική παράλυση και τον πολιτικό διχασμό, προσβλέπουν στους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους για βοήθεια. Όμως, όσο η παγκοσμιοποίηση τροφοδοτεί αυτήν την επείγουσα ανάγκη για μια ανθρώπινη διακυβέρνηση, τόσο, από την άλλη μεριά, βεβαιώνει ότι μια τέτοια μέριμνα δεν μπορεί να υπάρξει. Για τρεις βασικούς λόγους οι κυβερνήσεις στη βιομηχανική Δύση έχουν εισέλθει σε περίοδο έκδηλης αναποτελεσματικότητας.

Πρώτον, η παγκοσμιοποίηση κατέστησε αναποτελεσματικά πολλά από τα παραδοσιακά πολιτικά εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι φιλελεύθερες δημοκρατίες. Η Ουάσιγκτον κατέφευγε τακτικά στη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική για να ρυθμίσει την οικονομική της απόδοση. Εν μέσω, όμως, του παγκόσμιου ανταγωνισμού και ενός χωρίς προηγούμενο χρέους, η αμερικανική οικονομία μοιάζει να μην αντιδρά στις ενέσεις τόνωσης των δαπανών ή στους πρόσφατους ελιγμούς της Ομοσπονδιακής Τράπεζας όσον αφορά τα επιτόκια. Το εύρος και η ταχύτητα των εμπορικών και χρηματοοικονομικών ροών σημαίνουν ότι αποφάσεις και εξελίξεις που συμβαίνουν αλλού (η αδιαλλαξία του Πεκίνου όσον αφορά την τιμή του γουάν, η υποτονική αντίδραση της Ευρώπης απέναντι στην οικονομική κρίση που την πλήττει, οι ενέργειες των επενδυτών και των οίκων αξιολόγησης, η βελτίωση της ποιότητας στα τελευταία μοντέλα της Hyundai) ξεπερνούν σε σπουδαιότητα τις αποφάσεις που λαμβάνονται στην Ουάσιγκτον. Οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες εδώ και πολλά χρόνια βασίζονταν στη νομισματική πολιτική για να ρυθμίζουν τις διακυμάνσεις στην εθνική οικονομική απόδοση. Όμως, από τη στιγμή που εντάχθηκαν στη ευρωζώνη, απώλεσαν αυτήν τη δυνατότητα. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η Ιαπωνία δοκίμασε τη μια μετά την άλλη στρατηγική αναθέρμανσης της οικονομίας, αλλά χωρίς να δει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Απλούστατα, στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο, οι δημοκρατίες έχουν λιγότερο έλεγχο επί των αποτελεσμάτων, σε σύγκριση με ό,τι είχαν συνηθίσει.

Δεύτερον, πολλά από τα προβλήματα που οι ψηφοφόροι στη Δύση ζητούν από τις κυβερνήσεις τους να επιλύσουν, απαιτούν ένα επίπεδο διεθνούς συνεργασίας, που σήμερα είναι ανέφικτο. Η μετάγγιση της ισχύος από τη Δύση στους «υπόλοιπους», σημαίνει ότι σήμερα υπάρχουν πολλοί νέοι μάγειροι στην κουζίνα. Η αποτελεσματική δράση δεν επαφίεται πλέον κατεξοχήν στη συνεργασία μεταξύ δημοκρατιών με παρεμφερή τρόπο σκέψης. Αντιθέτως, εξαρτάται από τη συνεργασία ενός ευρύτερου και πιο ποικίλου κύκλου κρατών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες προσβλέπουν τώρα στο G-20 για την αποκατάσταση της ισορροπίας στη διεθνή οικονομία. Όμως, η συναίνεση μεταξύ κρατών που βρίσκονται σε διαφορετικό στάδιο ανάπτυξης και ακολουθούν αποκλίνουσες μεθόδους στην οικονομική διακυβέρνηση, είναι πολύ δύσκολη υπόθεση. Προκλήσεις όπως η αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη ή η αποτελεσματική απομόνωση του Ιράν, ομοίως εξαρτώνται από μια συλλογική προσπάθεια, που σαφώς είναι ανέφικτη.

Τρίτον, οι δημοκρατίες μπορούν να είναι ευέλικτες και οικείες, όταν το εκλογικό τους σώμα είναι ικανοποιημένο και απολαμβάνει μιας συναίνεσης που γεννήθηκε από τις αυξημένες προσδοκίες. Είναι, όμως, αδέξιες και βραδυκίνητες όταν οι πολίτες τους είναι καταπτοημένοι και διχασμένοι. Μια πολιτική συγκρότηση, στο πλαίσιο της οποίας η διακυβέρνηση εξαρτάται από τη λαϊκή συμμετοχή, τον θεσμικό έλεγχο και τις ισορροπίες, σε συνδυασμό με τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις ομάδες συμφερόντων, είναι λύση που έχει καλύτερα αποτελέσματα στην κατανομή αγαθών παρά στον επιμερισμό θυσιών. Ωστόσο, οι θυσίες είναι αυτό ακριβώς που απαιτείται για να αποκατασταθεί η οικονομική ευρωστία, γεγονός που φέρνει τις δυτικές κυβερνήσεις αντιμέτωπες με την άχαρη προοπτική εφαρμογής πολιτικών που απειλούν να εξασθενίσουν την εκλογική απήχησή τους.

ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ, ΤΡΙΑ ΑΡΩΜΑΤΑ

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η έντονη κομματική αντιπαράθεση παραλύει το πολιτικό σύστημα. Η υφέρπουσα αιτία είναι η κακή κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας. Από το 2008, πολλοί Αμερικανοί έχουν χάσει το σπίτι τους, τη δουλειά τους και τη συνταξιοδοτική αποταμίευση. Αυτές οι αποτυχίες ακολουθούν κατά πόδας τις διαδοχικές δεκαετίες της στασιμότητας στις αποδοχές της μεσαίας τάξης. Μέσα στην τελευταία δεκαετία, το εισόδημα του μέσου νοικοκυριού στις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκε πάνω από 10%. Εν τω μεταξύ, η εισοδηματική ανισότητα αυξήθηκε σταθερά, καθιστώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες τη χώρα με τη μεγαλύτερη ανισότητα στον βιομηχανικό κόσμο. Η κύρια αιτία για την επιδείνωση της θέσης του Αμερικανού εργαζομένου είναι ο παγκόσμιος ανταγωνισμός. Οι θέσεις εργασίας μετατοπίστηκαν σε άλλες χώρες. Επιπροσθέτως, πολλές από τις πλέον ανταγωνιστικές εταιρείες στον χώρο της ψηφιακής οικονομίας δεν στηρίζονται σε μεγάλες επενδύσεις. Η εκτιμώμενη αξία του Facebook είναι περίπου 70 δισεκατομμύρια δολάρια και απασχολεί χονδρικά δύο χιλιάδες εργαζομένους, τη στιγμή που η General Motors με αξία υπολογιζόμενη στα 35 δισεκατομμύρια δολάρια, απασχολεί 77.000 υπαλλήλους στις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλους 208.000 διεθνώς. Είναι φανερό ότι πλούτος των εταιρειών αιχμής των Ηνωμένων Πολιτειών δεν σταλάζει στη μεσαία τάξη.