Η Δημοκρατία δεν αισθάνεται καλά… | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Δημοκρατία δεν αισθάνεται καλά…

Η παγκοσμιοποίηση και οι κίνδυνοι για τη Δύση

Αυτή η σκληρή οικονομική πραγματικότητα συμβάλλει στην αναβίωση των ιδεολογικών και κομματικών διαιρέσεων, που για καιρό είχαν σιγήσει λόγω της οικονομικής ευμάρειας του λαού. Στη διάρκεια των δεκαετιών που ακολούθησαν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η εκτεταμένη σε πολλά κοινωνικά στρώματα ευημερία, έσπρωξε προς το πολιτικό κέντρο τόσο τους Δημοκρατικούς όσο και τους Ρεπουμπλικάνους. Σήμερα, όμως, το Καπιτώλιο είναι σε γενικές γραμμές απαλλαγμένο τόσο από κεντρώους όσο και από τον δικομματισμό. Οι Δημοκρατικοί προπαγανδίζουν υπέρ της παροχής περισσοτέρων κινήτρων, υπέρ των ελαφρύνσεων για τους ανέργους και υπέρ της φορολόγησης των πλουσίων. Από την άλλη, οι Ρεπουμπλικάνοι αξιώνουν δραστικές περικοπές στο μέγεθος και στις δαπάνες του κυβερνητικού μηχανισμού. Η επιτάχυνση της αποσάθρωσης του κέντρου επιτεύχθηκε με την αναδιάταξη των εκλογικών περιφερειών των κομμάτων, με την επικράτηση ενός είδους ΜΜΕ, που μάλλον προκαλούν τα γεγονότα παρά πληροφορούν, και με ένα ανώμαλο σύστημα χρηματοδότησης των προεκλογικών εκστρατειών, που έχει γίνει αιχμάλωτο ειδικών συμφερόντων.

Η συνακόλουθη πόλωση έχει δέσει κόμπο τη χώρα. Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε επίγνωση της κατάστασης και γι’ αυτό, όταν ανέλαβε την εξουσία υποσχέθηκε να γίνει ένας «μετα-κομματικός» πρόεδρος. Όμως, η αποτυχία των μεγάλων προσπαθειών του Ομπάμα να αναθερμάνει την οικονομία και να αποκαταστήσει τη δικομματική συνεργασία έκαναν ορατή τη συστημική φύση της οικονομικής και πολιτικής δυσλειτουργίας της χώρας. Το πακέτο στήριξης της οικονομίας, ύψους 787 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που πέρασε χωρίς την υποστήριξη ούτε ενός Ρεπουμπλικάνου βουλευτή, δεν στάθηκε ικανό να αναζωογονήσει μια οικονομία που μαστίζεται από το χρέος, την απουσία θέσεων εργασίας για τη μεσαία τάξη και την παγκόσμια οικονομική ύφεση. Από τη στιγμή που το 2010 οι Ρεπουμπλικάνοι απέκτησαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, η κομματική αντιπαράθεση όρθωσε εμπόδια στην πρόοδο όλων σχεδόν των θεμάτων. Νομοσχέδια για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης είτε δεν ψηφίζονται ή είναι τόσο άνευρα που έχουν ελάχιστο αντίκτυπο. Η μεταρρύθμιση στο ζήτημα της μετανάστευσης και η νομοθεσία για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη δεν βρίσκονται καν στο τραπέζι.

Η αναποτελεσματική διακυβέρνηση, σε συνδυασμό με τις καθημερινές δόσεις κομματικής χολής, έχουν ρίξει τη δημοτικότητα του Κογκρέσου στα ιστορικά χαμηλότερα επίπεδα. Η διάχυτη απογοήτευση γέννησε το κίνημα Occupy Wall Street, τις πρώτες από την εποχή του πολέμου του Βιετνάμ μαζικές κινητοποιήσεις διαρκείας. Η δυσαρέσκεια του εκλογικού σώματος βαθαίνει τις προκλήσεις της διακυβέρνησης, καθώς ευάλωτοι πολιτικοί εξυπηρετούν τα στενά συμφέροντα της κομματικής βάσης και το πολιτικό σύστημα της χώρας χάνει κι αυτόν τον λίγο αέρα που είχε στα πανιά του.

Εν τω μεταξύ, η κρίση διακυβέρνησης στην Ευρώπη, λαμβάνει τη μορφή μιας επανεθνικοποίησης της πολιτικής της. Οι λαοί εξεγείρονται κατά του διπλού πλήγματος, από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και από την παγκοσμιοποίηση. Ως αποτέλεσμα, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε αρπάζονται με μεγάλη ζέση από τα προνόμια της εθνικής κυριαρχίας, θέτοντας σε κίνδυνο το πρόγραμμα της ευρωπαϊκής πολιτικής και οικονομικής ολοκλήρωσης, που ενεργοποιήθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οικονομικές συνθήκες αποτελούν τη ρίζα του προβλήματος. Στη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών, σημείωσαν πτώση τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές οικονομίες, ενώ η ανισότητα αυξήθηκε. Η ανεργία στην Ισπανία βρίσκεται στο 20%, ενώ ακόμη και η Γερμανία, η προεξάρχουσα οικονομία στην Ε.Ε, είδε τη μεσαία τάξη της να συρρικνώνεται κατά 13% μεταξύ του 2000 και του 2008. Όσοι διολισθαίνουν μέσα από τις ρωγμές, διαπιστώνουν ότι το δίχτυ ασφαλείας από κάτω, είναι σαθρό. Τα γενναιόδωρα συστήματα προνοίας της Ευρώπης, αυτά που κατέστησαν ασύμφορα ενόψει του παγκόσμιου ανταγωνισμού, έχουν δραματικά αποδυναμωθεί. Η λιτότητα, που προήλθε από την τρέχουσα κρίση χρέους στην ευρωζώνη, απλώς έκανε τα πράγματα χειρότερα. Οι Έλληνες είναι τόσο εξοργισμένοι με την επιβαλλόμενη από την Ε.Ε λιτότητα, όσο και οι Γερμανοί από την υποχρέωσή τους να διασώσουν τους οικονομικά αργοκίνητους της Ευρώπης.

Ο γηράσκων πληθυσμός της Ευρώπης έχει αναγάγει σε οικονομική αναγκαιότητα τη μετανάστευση. Εντούτοις, η απουσία προόδου στην πορεία ένταξης των μουσουλμάνων μεταναστών στο κοινωνικό σύνολο, επέτεινε τις ανησυχίες σχετικά με την προθυμία της Ε.Ε να δεχθεί περισσότερους ξένους στους κόλπους της. Ευνοημένα από αυτές τις ανησυχίες είναι τα κόμματα της ακροδεξιάς. Ο σκληρός εθνικισμός τους βάζει στο στόχαστρο όχι μόνο τους μετανάστες αλλά και την ίδια την Ε.Ε. Η αλλαγή των γενεών προσθέτει και αυτή το δικό της βάρος στον αλλοτινό λαϊκό ενθουσιασμό για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Οι Ευρωπαίοι που διατηρούν μνήμες από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο βλέπου την Ε.Ε ως τον δρόμο διαφυγής της Ευρώπης από το αιματοβαμμένο παρελθόν της. Όμως, οι νεώτεροι Ευρωπαίοι δεν διαθέτουν παρελθόν από το οποίο να θέλουν να ξεφύγουν. Ενώ οι μεγαλύτεροι από αυτούς έβλεπαν την ευρωπαϊκή προοπτική ως ζήτημα πίστης, οι σημερινοί ηγέτες και τα εκλογικά σώματα τείνουν να αποτιμούν την αξία της Ε.Ε μέσω ενός ψυχρού -και συχνά αρνητικού- υπολογισμού κόστους και οφέλους.