Πώς είναι η κατάσταση μετά την Αραβική Άνοιξη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς είναι η κατάσταση μετά την Αραβική Άνοιξη

Τα μνημειώδη προβλήματα και οι θετικές προοπτικές

Και τότε συνέβη. Τον Δεκέμβριο, ένας απελπισμένος τυνήσιος μανάβης ονόματι Mohamed Bouazizi βρήκε μια διέξοδο, αυτοπυρπολούμενος σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις αδικίες του status quo. Σύντομα, εκατομμύρια ανώνυμοι συνάνθρωποί του βρήκαν κι άλλη διέξοδο και ξεχύθηκαν στους δρόμους. Ξαφνικά, οι δεσπότες, που ήταν φαινομενικά ασφαλείς στην κυριαρχία τους, θεότητες καθόλα εκτός από το όνομα, βρέθηκαν κατατρεγμένοι. Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες τρέχαν να προφτάσουν την αναστάτωση. «Σε πάρα πολλά μέρη, με πάρα πολλούς τρόπους, τα θεμέλια της περιοχής βουλιάζουν στην άμμο» διακήρυξε η αμερικανίδα Υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον από το Κατάρ, στα μέσα Ιανουαρίου του 2011, καθώς η καταιγίδα ξεσπούσε. Το αραβικό τοπίο επιβεβαίωσε επαρκώς τις παρατηρήσεις της: αυτό που παρέλειψε είναι ότι θα θαβόταν επίσης γενιές αμερικανικής διπλωματίας.

Η ΦΩΤΙΑ ΕΤΟΥΤΗ ΤΗ ΦΟΡΑ

Η εξέγερση ήταν μια τακτοποίηση λογαριασμών ανάμεσα στις υπάρχουσες δυνάμεις και στον πληθυσμό που ήταν αποφασισμένος να τελειώνει με τους δεσπότες. Ξέσπασε σε μια μικρή χώρα στο περιθώριο της αραβικής πολιτικής εμπειρίας, περισσότερο μορφωμένη και οικονομικά εύρωστη και συνδεδεμένη με την Ευρώπη παρά με τα έθιμα. Καθώς η εξέγερση έφτανε ανατολικά, παρέλειψε τη Λιβύη και έφτασε στο Κάιρο, «τη μητέρα του κόσμου». Εκεί, βρήκε ένα σκηνικό αντάξιο των φιλοδοξιών της.

Η Αίγυπτος, συχνά ξεγραμμένη ως η πεμπτουσία της πολιτικής υποβολής, γνώρισε πραγματικά άγριες εξεγέρσεις. Ο Μουμπάρακ ήταν τυχερός που η χώρα τον ανέχθηκε για τρεις δεκαετίες. Ο διορισμένος διάδοχος του Ανουάρ αλ Σαντάτ, ο Μουμπάρακ, ήταν ένας προσεκτικός άνθρωπος, αλλά η βασιλεία του εμφάνισε δυναστικές φιλοδοξίες. Επί 18 μαγευτικές ημέρες τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, οι Αιγύπτιοι από όλα τα κοινωνικά στρώματα συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Ταχρίρ απαιτώντας να τον ξεφορτωθούν. Οι ανώτεροι διοικητές των ενόπλων δυνάμεων τον παραμέρισαν και ακολούθησε τη μοίρα του άλλου τυράννου Zine el-Abidine Ben Ali, ο οποίος είχε πέσει έναν μήνα νωρίτερα.

Από το Κάιρο, η αφύπνιση έγινε παναραβική υπόθεση, αρπάζοντας φωτιά στην Υεμένη και το Μπαχρέιν. Ως μοναρχία, το Μπαχρέιν ήταν μια σπάνια εξαίρεση, καθώς σε αυτή την εποχή ήταν κυρίως οι δημοκρατίες των ισχυρών που γέμισαν με αναταραχή. Ενώ όμως στις περισσότερες μοναρχίες υπήρχε μια οργή ανάμεσα σε κυβερνώντες και κυβερνώμενους, το Μπαχρέιν ήταν διαιρεμένο από ένα ρήγμα μεταξύ των σουνιτών ηγεμόνων και της σιϊτικής πλειοψηφίας. Έτσι ήταν ευάλωτο, και ήταν φυσιολογικό μια έκρηξη εκεί να μετατραπεί σε θρησκευτική διαμάχη. Η Υεμένη, εν τω μεταξύ, ήταν η φτωχότερη των αραβικών κρατών, με αποσχιστικά κινήματα που μαίνονταν στο Βορρά και το Νότο και τον πολωτικό ηγέτη Ali Abdullah Saleh, ο οποίος δεν είχε την ικανότητα να σώσει την τέχνη της πολιτικής επιβίωσης. Οι αντεκδικήσεις της Υεμένης ήταν ασαφείς: οι καυγάδες των φυλών και των πολεμάρχων. Η ευρύτερη αραβική αναταραχή έδωσε στους κατοίκους της Υεμένης που ανυπομονούσαν να απαλλαγούν από τον ηγεμόνα τους το θάρρος να τον προκαλέσουν.

Τότε, η εξέγερση διπλασιάστηκε πίσω στη Λιβύη. Αυτό ήταν το βασίλειο της σιωπής, το βασίλειο του διαταραγμένου, αυτοαποκαλούμενου «κοσμήτορα των αράβων ηγεμόνων» Muammar al-Qaddafi. Επί τέσσερις βασανιστικές δεκαετίες, οι Λίβυοι ήταν στο έλεος αυτού του δεσμοφύλακα, μισο- τύραννου και μισο- παλιάτσου. Ο Καντάφι είχε απομυζήσει τη χώρα του, η οποία ήταν η πλουσιότερη στην Αφρική αλλά και αυτή με τον πιο αβυσσώδη φτωχό πληθυσμό. Στα χρόνια του μεσοπολέμου, η Λιβύη είχε γνωρίσει άγρια αποικιοκρατία υπό το ζυγό των Ιταλών. Έκανε μια σύντομη ανάπαυλα υπό έναν ασκητικό ηγεμόνα, τον βασιλιά Ιντρίς, αλλά στα τέλη της δεκαετίας του 1960 είχε καταληφθεί από έναν επαναστατικό πυρετό. Ο Iblis wa la Idris, έγινε το απόφθεγμα της εποχής: «καλύτερα ο διάολος παρά ο Ιντρίς». Και η χώρα πήρε αυτό που ήθελε. Το πετρέλαιο συντήρησε την τρέλα: οι ευρωπαίοι ηγέτες και οι αμερικανοί διανοούμενοι παρομοίως κατέφθασαν φλερτάροντας. Τώρα, το 2011, η Βεγγάζη ξεσηκώθηκε, σε κάποια απόσταση από την πρωτεύουσα, και η ιστορία έδωσε στους Λίβυους μια ευκαιρία.

Οι αιγύπτιοι κυβερνώντες είχαν πει ότι η χώρα τους δεν ήταν Τυνησία. Ο Καντάφι δήλωσε ότι η δημοκρατία του δεν ήταν ούτε Τυνησία ούτε Αίγυπτος. Στο τέλος ο Άσαντ έλεγε ότι η Συρία δεν ήταν Τυνησία, Αίγυπτος ή Λιβύη. Ο Άσαντ ήταν νέος, όχι ηλικιωμένος. Το καθεστώς του είχε περισσότερη νομιμότητα, επειδή είχε αντιμετωπίσει το Ισραήλ αντί να συνεργαστεί μαζί του. Μίλησε πολύ νωρίς: στα μέσα Μαρτίου ήταν η σειρά της Συρίας.

Το Ισλάμ είχε κατοικοεδρεύσει στη Συρία, αφού ξεπέρασε την αραβική χερσόνησο και αφού γλίστρησε από τα χέρια των Αράβων στα χέρια των Περσών και των Τούρκων. Ακόμα και πριν από δεκαετίες, ο πατέρας του Μπασάρ αλ Άσαντ, Χάφεζ, - ένας άνθρωπος εξαιρετικά πανούργος και με πολιτικές δεξιότητες - είχε οδηγήσει τον στρατό και το κόμμα Μπάαθ στην απόλυτη εξουσία, δημιουργώντας ένα καθεστώς στο οποίο η εξουσία βρισκόταν στη μειονότητα των Αλαουιτών της χώρας. Ο γάμος του δεσποτισμού και του σεχταρισμού γέννησε την πιο τρομακτική κατάσταση στην ανατολική Αραβία.

Όταν ξέσπασε εκεί η εξέγερση το 2011 είχε μια διαφορετική γεωγραφία, όπως έχει καταδείξει ο γάλλος πολιτικός επιστήμονας Fabrice Balanche, βασισμένη στις περιοχές και τις αστικές συνοικίες των σουνιτών Αράβων της χώρας. Ξέσπασε στην Dara, μια απομακρυσμένη επαρχιακή πόλη στο νότο, στη συνέχεια εξαπλώθηκε σε Hamah, Homs, Jisr al-Shughour, Rastan, Idlib και Dayr az Zawr - προσπερνώντας περιοχές Κούρδων και Δρούζων καθώς και τα ορεινά χωριά και τις παραλιακές πόλεις που αποτελούν προπύργια των Αλαουιτών. Η βία στην εξέγερση της Συρίας ήταν ιδιαίτερα έντονη στην πόλη Homs, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, λόγω της εκρηκτικής δημογραφίας: τα δύο τρίτα αποτελούνταν από Σουνίτες, το ένα τέταρτο από Αλαουίτες και το ένα δέκατο από Χριστιανούς.