Οι πειρατές επιμένουν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι πειρατές επιμένουν

Μια διεθνής ασύμμετρη απειλή που δεν έχει αντιμετωπιστεί

Όμως, αυτό το μέτρο αυτοπροστασίας των πλοίων δεν αποτελεί πανάκεια. Είναι μια αποσπασματική λύση ανάγκης που δε μπορεί να υποκαταστήσει την κατά γενική ομολογία απαραίτητη σφαιρική και συνεκτική πολιτική οριστικής αντιμετώπισης της πειρατικής απειλής. Στο πλαίσιο αυτό η διεθνής ναυτιλιακή κοινότητα προωθεί την πρόταση χρησιμοποίησης ένοπλων στρατιωτικών μονάδων, οι οποίες, κάτω από την «ομπρέλα» του ΟΗΕ, θα έχουν εξουσιοδότηση επιβίβασης στα πλοία κατά την διέλευσή τους από τις περιοχές υψηλού κινδύνου εκδήλωσης πειρατικών επιθέσεων.

Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης η άμεση, πλήρης ενημέρωση και η ακριβής περιγραφή όλων των στοιχείων και χαρακτηριστικών των πειρατικών επιθέσεων, ώστε να υπάρχει καλύτερη πληροφόρηση, αποδοτικότερος συντονισμός και σχεδιασμός αντίδρασης των διαφόρων εμπλεκομένων οργανισμών και, συνεπώς, αποτελεσματικότερη προστασία των πληρωμάτων. Για τον σκοπό αυτό το Διεθνές Ναυτιλιακό Γραφείο (International Maritime Bureau - IMB) με μεγάλη συνέπεια καταγράφει σε τριμηνιαία και ετήσια βάση όλα τα διαθέσιμα δεδομένα και χαρακτηριστικά των πειρατικών επιθέσεων.

Είναι περιττό να επισημανθεί ότι στις περιπτώσεις ομηρίας πληρωμάτων, οι πλοιοκτήτριες εταιρείες έχουν εκ των πραγμάτων κομβικό ρόλο για την απελευθέρωση των ναυτικών. Είναι μια εξαιρετικά απαιτητική και δύσκολη διαδικασία συνεχών και επίπονων διαπραγματεύσεων. Πολύ σημαντική είναι και η παροχή στήριξης στα πληρώματα των πλοίων που διέρχονται από περιοχές υψηλού κινδύνου, καθώς και στις οικογένειές τους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την ομηρεία

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ, ΟΙ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ

Η ταχεία εξάπλωση, κλιμάκωση και η γενικότερη εξέλιξη του πειρατικού φαινομένου αιφνιδίασε τη διεθνή κοινότητα που αποδείχθηκε απροετοίμαστη να διαχειρισθεί επιτυχώς τόσο την αμιγώς επιχειρησιακή πλευρά όσο και τις πολλαπλές νομικές περιπλοκές που επέφερε η ανάδυση της σοβαρής αυτής απειλής. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει το γενικό διεθνές νομικό πλαίσιο για συντονισμένη αντίδραση ενάντια στην πειρατεία. Το παρέχει η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (United Nations Convention on the Law of the Sea - UNCLOS) που μεταξύ άλλων προβλέπει την υποχρέωση της διεθνούς κοινότητας να διασφαλίζει την ανεμπόδιστη και ασφαλή ναυσιπλοΐα στα διεθνή ύδατα. Γι’ αυτό και είναι επιτακτική η ανάγκη κύρωσης της θεμελιώδους αυτής διεθνούς σύμβασης από τις ελάχιστες εναπομείνασες χώρες που δεν το έχουν ακόμη πράξει, καθώς και η μεταφορά όλων των διατάξεών της στο εσωτερικό τους δίκαιο. Πέραν της διεθνούς ευταξίας στον αχανή χώρο των διεθνών θαλασσών, η γενική εφαρμογή και ο σεβασμός της UNCLOS θα συνέβαλε καίρια στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της ατιμωρησίας των πειρατών.

Πέραν αυτού, όμως, γεγονός είναι ότι τα νέα χαρακτηριστικά της θαλάσσιας πειρατείας ανέδειξαν την αδυναμία έγκαιρης προσαρμογής του υπάρχοντος διεθνούς νομικού πλαισίου στη νέα επικίνδυνη και απειλητική πραγματικότητα. Η διάπραξη αδικήματος στη θάλασσα σε συνεργασία με ομάδες στη στεριά, αυξάνει τη δυσκολία συλλογής επαρκών αποδεικτικών στοιχείων. Η επ’ αυτοφώρω σύλληψη των πειρατών είναι πολύ συχνά αδύνατη ενώ δύσκολο ζήτημα παραμένει η προσέλευση μαρτύρων κατά τη διάρκεια της δίκης εκείνων που τελικώς συλλαμβάνονται. Ένα ακόμη θέμα που πρέπει να διευκρινιστεί είναι ο τόπος έκτισης της ποινής των καταδικασθέντων.

Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι οι επιθέσεις πραγματοποιούνται από άτομα που προέρχονται από κράτος που βρίσκεται εδώ και χρόνια σε παραλυτική ακυβερνησία και αδυναμία λειτουργίας βασικών θεσμών. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και αν συλληφθούν οι ύποπτοι, τελικώς πολλοί από αυτούς αφήνονται ελεύθεροι γιατί αφενός οι δικαστικές αρχές του κράτους υπολειτουργούν, αφετέρου λείπει η απαιτούμενη πολιτική βούληση.

Μερική μόνον λύση έχει δοθεί με την σύναψη συμφωνιών μεταγωγής μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών όπως με την Κένυα, τις Σεϋχέλλες και τον Μαυρίκιο, αλλά και διμερών συμφωνιών επαναπατρισμού καταδικασμένων πειρατών μεταξύ Σεϋχελλών και Πουντλάνδης – Σομαλιλάνδης. Είναι γεγονός, όμως, ότι μόνο μια σταθερή και μόνιμη λύση στο πρόβλημα του εντοπισμού, της δίωξης, της επιβολής και εφαρμογής των επιβληθεισομένων ποινών θα μπορέσει να αποθαρρύνει και να αποτρέψει αποτελεσματικά τους επίδοξους πειρατές.

ΔΙΑΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ;

Αναφέρθηκε ήδη ότι οι πειρατικές επιθέσεις έχουν μετατραπεί σε εξαιρετικά επικερδή εγκληματική «επιχείρηση υψηλού οφέλους και χαμηλού κινδύνου» για τους πειρατές. Το ποσό των χρημάτων που απαιτούν οι πειρατές ως λύτρα ακολουθεί τα τελευταία χρόνια θεαματικά ανοδική πορεία, αυξάνοντας την ανησυχία για το ποιοι είναι οι τελικοί αποδέκτες και για το ποια είναι τα δίκτυα που εμπλέκονται στην παράνομη διακίνηση αυτών των πολύ μεγάλων χρηματικών ποσών. Το 2008 τα χρήματα που απαιτούνταν ως λύτρα ήταν μεταξύ 690 χιλιάδων δολαρίων και 3 εκατομμυρίων δολαρίων ενώ το 2010 άγγιξαν τα 9 εκατ. δολάρια. Ωστόσο, το τελικό ποσό που καταβάλλεται, σκοπίμως δεν αποκαλύπτεται πάντα από τις πλοιοκτήτριες εταιρείες, με αποτέλεσμα οι εκτιμήσεις να έχουν σημαντικό εύρος διακύμανσης.

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι μεγάλο μέρος των καταβαλλόμενων λύτρων αναχρηματοδοτούν της πειρατικές επιθέσεις με την αγορά νέου, πιο σύγχρονου εξοπλισμού. Σύμφωνα με σχετική έρευνα των Ηνωμένων Εθνών το 2008, το 30% περίπου προορίζεται για την πληρωμή εκείνων που συμμετέχουν στις πειρατικές επιθέσεις και το 10% για τους εμπλεκόμενους στην στεριά. Ένα ακόμα 10% δίνεται για την δωροδοκία φορέων της τοπικής κοινωνίας και το υπόλοιπο 50% διοχετεύεται στους χρηματοδότες και χορηγούς των επιθέσεων, πολύ συχνά σε τράπεζες του εξωτερικού - συμπεριλαμβανομένων και ευρωπαϊκών.