Γατί διαμαρτύρονται οι Παλαιστίνιοι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γατί διαμαρτύρονται οι Παλαιστίνιοι

Η ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής δεν είναι το μόνο πρόβλημα

Οι διαδηλώσεις αυτού του μήνα είχαν παρόμοιους γενικούς στόχους. Εκτός από την απίτηση να παραιτηθούν βασικές προσωπικότητες της Παλαιστινιακής Αρχής, κάποιοι Παλαιστίνιοι διαδηλωτές έκαναν επίσης έκκληση για ακύρωση του Πρωτοκόλλου των Παρισίων του 1994, το οποίο άφησε στο Ισραήλ τον έλεγχο των περισσότερων πτυχών της παλαιστινιακής οικονομίας, ως και τις Συμφωνίες του Οσλο του 1993, οι οποίες δημιούργησαν την ΠΑ και έθεσαν τα θεμέλια για τα τελευταία 20 χρόνια διαπραγματεύσεων μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων.

Αυτοί που δεν είναι σχετικοί με το θέμα μπορούν να δουν ελάχιστη σύνδεση μεταξύ της αύξησης των τιμών, της εσωτερικής πολιτικής διαίρεσης και μιας οικονομικής συμφωνίας με το Ισραήλ. Αλλά για τους Παλαιστίνιους οι αδικίες είναι ένα και το αυτό: Όλα προέρχονται από μια ειρηνευτική διαδικασία η οποία όχι μόνο απέτυχε να επιφέρει την από μακρού χρόνου υποσχεσθείσα ανεξαρτησία τους, αλλά στην πραγματικότητα έχει παρατείνει την κατοχή του Ισραήλ και εξασθένησε τους παλαιστινιακούς θεσμούς. Η ίδια υπό αμερικανική ηγεσία διαδικασία που επέβλεψε τις αποτυχημένες διαπραγματεύσεις, επέτρεψε στο Ισραήλ να συνεχίσει την επέκταση οικισμών σε παλαιστινιακό έδαφος και εμπόδισε την επανένωση των δύο μισών της Παλαιστινιακής Αρχής (σ.σ.: της Χαμάς και της Φατάχ). Έτσι, εκεί που οι Τυνήσιοι, οι Αιγύπτιοι και οι πολίτες του Μπαχρέιν έπρεπε να φέρουν το βάρος μιας διεφθαρμένης, καταχρηστικής και αναποτελεσματικής κυβέρνησης, οι Παλαιστίνιοι αντιμετωπίζουν αυτό που ισοδυναμεί με τρία ξεχωριστά καθεστώτα: τη δική τους ανίκανη και δυσλειτουργική ηγεσία, μια καταπιεστική και υπερκαταναλωτική ισραηλινή κατοχή και μια βαθιά προβληματική ειρηνευτική διαδικασία.

Αυτό εξηγεί γιατί οι σημερινοί διαδηλωτές έχουν επικεντρώσει τόσο πολύ την οργή τους στον Φαγιάντ, κάποιον με φήμη ότι υπήρξε ένας καθαρός, διαφανής διαχειριστής ο οποίος είναι σεβαστός σε μεγάλο βαθμό στο Ισραήλ και την Δύση. Πράγματι, η πραγματική πηγή του παλαιστινιακού θυμού λίγο έχει να κάνει με τη διαφθορά ή την κακή διακυβέρνηση. Μάλλον πηγάζει από την αίσθηση ότι τόσο η Αρχή που εκπροσωπεί ο Φαγιάντ όσο και η διαδικασία που την δημιούργησε δεν έχουν τίποτα πια να προσφέρουν.

Ένα από τα βασικά διδάγματα της ειρηνευτικής διαδικασίας που ξεκίνησε με τις συμφωνίες του Όσλο, και που οι Αμερικανοί πολιτικοί δεν έχουν ακόμα εσωτερικεύσει, είναι ότι η προώθηση της δημοκρατίας και των θεσμών δεν θα λειτουργήσει αν στους Παλαιστίνιους δεν δοθούν οι βασικές ελευθερίες ή ο βασικός έλεγχος. Ένα εκλεγμένο κοινοβούλιο είναι άχρηστο αν δεν μπορεί να συνεδριάζει. Ένα σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης για την Παλαιστίνη έχει μικρή αξία, όταν το 60% της Δυτικής Όχθης δεν είναι προσβάσιμο ή δεν μπορεί να αναπτυχθεί και παραμένει υπό αποκλειστικό ισραηλινό έλεγχο και μόνο προς όφελος των 500.000 Ισραηλινών εποίκων. Δεδομένου ότι τόσο η διαδικασία του Όσλο όσο και το παλαιστινιακό παρακλάδι της γνωστό ως «Φαγιαντισμός» έχουν κάνει τον κύκλο τους, ήταν φυσικό ότι η διαδικασία θα γυρίσει ενάντια στον εαυτό της.

Παρά το γεγονός ότι η σημερινή πρόκληση απευθύνεται στην παλαιστινιακή ηγεσία, τίποτα από αυτά δεν αποτελεί καλό οιωνό για τις Ηνωμένες Πολιτείες ή το Ισραήλ. Η κατάρρευση της Παλαιστινιακής Αρχής, αν και δεν επίκειται ακόμη, θα δημιουργήσει ένα επικίνδυνο κενό ασφαλείας στη Δυτική Όχθη και είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα σημάνει το τέλος της λύσης των δύο κρατών, αν δεν είναι ήδη νεκρή αυτή η λύση. Μια γρήγορη έγχυση χρημάτων από τη διεθνή κοινότητα και το Ισραήλ μπορεί να δώσει κάποιο χρόνο στην ΠΑ, αλλά αυτό δεν μπορεί να το κάνει επ’ άπειρον - ειδικά αν έχει δίκιο μια πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας [1] που υποστηρίζει ότι μια πιο σοβαρή δημοσιονομική κρίση θα ριζώσει εάν οι δωρήτριες χώρες αποτύχουν να ενεργήσουν γρήγορα.

Ακόμη και αν η ΠΑ καταφέρει να προχωρήσει για μερικούς μήνες ή και χρόνια, μια αδύναμη και διχασμένη παλαιστινιακή ηγεσία με αμφιβόλου εγχώρια νομιμοποίηση δεν θα είναι σε θέση να διαπραγματευθεί μια συνολική συμφωνία με το Ισραήλ ή να δώσει διάρκεια σε μια τέτοια συμφωνία. Οι μαζικές συλλήψεις ακτιβιστών της Χαμάς αυτή την εβδομάδα [2], οι οποίες έγιναν στον απόηχο των διαδηλώσεων, δείχνουν την βαθιά αίσθηση ανασφάλειας της ηγεσίας της Παλαιστινιακής Αρχής.
Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η υπόλοιπη διεθνής κοινότητα πραγματικά θέλουν να προωθήσουν τη δημοκρατία και την οικοδόμηση παλαιστινιακών θεσμών, θα πρέπει να ξεκινήσουν επιτρέποντας τους Παλαιστινίους να ξαναχτίσουν την κατακερματισμένη πολιτική ηγεσία τους. Ως πρώτο βήμα, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να δείξει μια προθυμία να συνεργαστεί - ή τουλάχιστον να μην εμποδίσει – με βάση την περσινή συμφωνία συμφιλίωσης μεταξύ της Φατάχ και της Χαμάς, και επίσης να κινητοποιήσει την υποστήριξη των τοπικών φορέων, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο. Ο σχηματισμός μιας προσωρινής κυβέρνησης από ανεξάρτητους τεχνοκράτες που δεν συνδέονται με οποιαδήποτε παράταξη, αλλά έχουν εγκριθεί και από τις δύο, θα προωθήσει την παλαιστινιακή ενότητα, αποφεύγοντας παράλληλα τις νομικές και πολιτικές περιπλοκές που δημιουργεί μια κυβέρνηση που περιλαμβάνει τη Χαμάς, η οποία θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ. Ο σχηματισμός μιας τεχνοκρατικής κυβέρνησης θα μπορούσε να βοηθήσει να τεθούν οι βάσεις για μια νέα πολιτική ηγεσία δομημένη γύρω από μια μεταρρυθμισμένη και ανασυσταθείσα Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, η οποία παραμένει η διπλωματική και πολιτική διεύθυνση των Παλαιστινίων σε όλο τον κόσμο.