Η Κίνα σκάβει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Κίνα σκάβει

Πώς το Πεκίνο στρίμωξε την αγορά σπανίων γαιών

Τον Σεπτέμβριο του 2010, αφότου συνελήφθη στην Ιαπωνία ένας Κινέζος καπετάνιος αλιευτικού σκάφους σε αμφισβητούμενα ύδατα στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας, το Πεκίνο φέρεται να απάντησε παρακρατώντας σπάνιες γαίες που προορίζονταν για το Τόκιο, μια ομάδα από 17 ορυκτά που χρησιμοποιούνται σε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Απόκρυφα ονόματα όπως δημήτριο, δυσπρόσιο και λανθάνιο - στοιχεία που καταλαμβάνουν το κάτω μέρος του «περιοδικού πίνακα» στοιχείων και των οποίων οι μοναδικές ιδιότητες τα καθιστούν ιδανικά υλικά στις μπαταρίες που δίνουν ισχύ στα iPhones και σε ηλεκτρικά οχήματα - απέσπασαν ξαφνικά την παγκόσμια προσοχή. Δεν έχει σημασία αν το Πεκίνο όντως πραγματοποίησε την απειλή του (οι ανταποκρίσεις είναι λίγο θολές σχετικά με αυτό) αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει: Ο κόσμος είχε ξυπνήσει από το γεγονός ότι η υπέρμετρη εξάρτηση από την Κίνα για προμήθειες σπανίων γαιών θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την αλυσίδα διεθνούς εφοδιασμού υψηλής τεχνολογίας.

Σήμερα, η Κίνα παράγει περισσότερο από το 90% της παγκόσμιας προσφοράς σπάνιων γαιών, αλλά μόλις που διαθέτει περίπου το ένα τρίτο των παγκόσμιων αποθεμάτων αυτών των στοιχείων - με τα υπόλοιπα διάσπαρτα στις Ηνωμένες Πολιτείες (13%), στην Αυστραλία (5%), κ.λπ. Δεν ήταν πάντα έτσι. Πριν από μερικές δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες ηγούνταν της παραγωγής, κυρίως μέσω ενός μεγάλου ορυχείου στην Καλιφόρνια που ανήκει στην εταιρεία εξόρυξης Molycorp. Αλλά, καθώς οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί της Καλιφόρνια αυστηροποιήθηκαν στη δεκαετία του 1990, οι δαπάνες αυξήθηκαν και τα κέρδη μειώθηκαν, ωθώντας την αμερικανική βιομηχανία τελικά να κλείσει το ορυχείο.

Εν τω μεταξύ, η Κίνα άρχισε να αναλαμβάνει τον ρόλο του παγκόσμιου προμηθευτή, υπό την ώθηση της υποτιθέμενης διακήρυξης του Κινέζου πατριάρχη Deng Xiaoping ότι «υπάρχει πετρέλαιο στη Μέση Ανατολή, αλλά υπάρχουν σπάνιες γαίες στην Κίνα». Τις τελευταίες δεκαετίες, η κινεζική παραγωγή σπάνιων γαιών εκτινάχθηκε στα ύψη, πάνω από την αντίστοιχη μείωση της παραγωγής αλλού. Και οι καταναλωτές πλήθυναν συνηθίζοντας σε αυτό που φαινόταν να είναι η Κίνα ένας χαμηλού κόστους και αξιόπιστος προμηθευτής.
Ωστόσο, πίσω από την βιτρίνα της σταθερότητας βρίσκεται μια βιομηχανία που χαρακτηρίζεται από κακοδιαχείριση. Κατ' αρχάς, η αντίληψη περί αφθονίας αυτών των πόρων οδήγησε σε μια γενική αδιαφορία για αποτελεσματική και σταδιακή παραγωγή. Κατά τις πρώτες ημέρες του πυρετού των κινεζικών σπάνιων γαιών, η διατήρηση των πόρων ήταν μια δευτερεύουσα σκέψη, καθώς οι ιδιώτες επιχειρηματίες, διαβλέποντας μια προσοδοφόρα αγορά έσπευσαν με ορμή. Πολλά από αυτά τα μικρής κλίμακας ανθρακωρυχεία λειτουργούν ανεπίσημα και ανησυχούν ελάχιστα για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Ήταν τόσα πολλά που η κινεζική κυβέρνηση δεν μπορούσε να τα παρακολουθήσει όλα.

Όμως, οι επιμέρους προσπάθειές τους αθροίζονται. Μεταξύ του 1990 και του 2000, η κινεζική παραγωγή σπάνιων γαιών απογειώθηκε από μόλις 16.000 τόνους σε 73.000 τόνους. Και στην επόμενη δεκαετία, η Κίνα ουσιαστικά μονοπωλεί την εξόρυξη σπανίων γαιών. Στο απόγειό της το 2009, η Κίνα αντιπροσώπευε 129.000 από τους συνολικούς 132.000 τόνους που παράγονται σε όλο τον κόσμο - με άλλα λόγια, το 97% της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής. Εν τω μεταξύ, εξήγαγε περίπου το 40% με 50% της παραγωγής της.
Ωστόσο, καθώς η ζήτηση για αυτές τις πρώτες ύλες αυξανόταν, το Πεκίνο γινόταν όλο και περισσότερο δυσαρεστημένο για το ότι «πωλούσε χρυσό στους ξένους στην τιμή των κινεζικών ραδικιών» όπως λέει μια κινεζική έκφραση. Οι εθνικιστικές φωνές στην κινεζική αρθρογραφία των εφημερίδων υποστήριζαν ότι η Κίνα θα πρέπει να δημιουργήσει ένα καρτέλ σαν τον ΟΠΕΚ για τις σπάνιες γαίες ή ένα στρατηγικό απόθεμα. Οι εκκλήσεις ήταν χρωματισμένες με μια ατεκμηρίωτη άποψη μεταξύ πολλών Κινέζων ότι η Ιαπωνία κρατούσε ένα τέτοιο στρατηγικό απόθεμα για τον εαυτό της, στο οποίο είχε κρύψει σπάνιες γαίες που είχαν εισαχθεί από την Κίνα στην διάρκεια 20 ετών.

Επιπλέον, οι ίδιες σοβινιστικές φωνές παραπονούνταν ότι οι ανεπτυγμένες χώρες μεταθέτουν στην Κίνα τη βρώμικη δουλειά της εξόρυξης των σπανίων γαιών από το έδαφος, ενώ καρπώνονταν την προστιθέμενη αξία από το σχεδιασμό εξελιγμένων προϊόντων που χρησιμοποιώντας τις σπάνιες γαίες τους. Αυτά τα επιχειρήματα χτύπησαν μια ευαίσθητη χορδή, ειδικά προς το τέλος της δεκαετίας, όταν η Κίνα κατάρτιζε το δωδέκατο Πενταετές Σχέδιο Δράσης της, όπου η τεχνολογία και η καινοτομία πήραν κεντρική θέση. Η Κίνα δεν παραιτείτο πλέον από το να είναι το εργαστήρι του κόσμου. Ήθελε να γίνει η επόμενη Γερμανία, Ιαπωνία ή Ηνωμένες Πολιτείες. Ο τρόπος για να το κάνει αυτό, δικαίως πίστευε το Πεκίνο, θα ήταν να καρπώνεται περισσότερη αξία από τα προϊόντα που εξάγει η χώρα, όπως έχει κάνει κάθε επιτυχημένο βιομηχανικό έθνος πριν από αυτήν. Σκεφτείτε το iPhone. Κάθε μια συσκευή έχει ένα κόστος κατασκευής 6,50 δολαρίων, ή αλλιώς, η αξία που απολαμβάνει η Κίνα από την συναρμολόγηση της συσκευής είναι απλώς το 3,6% του συνολικού κόστους παραγωγής. Τα περιθώρια κέρδους για την Apple είναι κοντά στο 64%, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις. Οι σπάνιες γαίες, όπως το βλέπει το Πεκίνο, θα αποτελέσουν το βασικό συστατικό της ανόδου της Κίνας στην αλυσίδα των αξιών.

Ως εκ τούτου, οι σπάνιες γαίες πήραν μια νέα στρατηγική σημασία ανάμεσα στα κίνητρα της Κίνας για τεχνολογική πρωτοπορία. Το 2011, οι σπάνιες γαίες τέθηκαν επίσημα υπό την αρμοδιότητα του πανίσχυρου υπουργείου Βιομηχανίας και Τεχνολογίας Πληροφοριών (αν και ανεπίσημα ήταν στο χαρτοφυλάκιο του συγκεκριμένου υπουργείου για κάποιο χρονικό διάστημα). Το υπουργείο αυτό είναι ο αρχιτέκτονας της βιομηχανικής πολιτικής της Κίνας και πρωταθλητής της σταθερότητας. Και οι λύσεις που βασίζονται στην αγορά δεν είναι ακριβώς στο DNA αυτής της γραφειοκρατίας. Ως αποδεικτικά στοιχεία, τον Αύγουστο του 2009, το υπουργείο είχε ήδη παρουσιάσει ένα σχέδιο ανάπτυξης για τις σπάνιες γαίες μέχρι το 2015 το οποίο καθόριζε τον όγκο των εξαγωγών στους 35.000 τόνους και επέτρεπε μια παραγωγή περίπου 120.000 - 150.000 τόνους. Και οι δύο πολιτικές είχαν ως στόχο να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στις τιμές και να εξορθολογήσουν τον τομέα.

Τα στοιχεία αυτά σημαίνουν ότι η Κίνα σχεδιάζει να κρατά περίπου 100.000 τόνους σπάνιων γαιών το χρόνο για εγχώρια κατανάλωση. (Χρησιμοποιούσε περίπου 70.000 τόνους από την συνολική παραγωγή των 125.000 τόνων το 2008). Για να καταναλωθούν όλοι αυτοί οι πόροι, το υπουργείο έκανε έκκληση ώστε η Κίνα να κατακτήσει το 70% της παγκόσμιας αγοράς για την κατασκευή λαμπτήρων φθορισμού, μπαταριών ηλεκτρικών αυτοκινήτων, υπολογιστών και ηλεκτρονικών - τα οποία εμπίπτουν στους λεγόμενους αναδυόμενες στρατηγικούς τομείς, που αποτελούν βασικό πυλώνα του νέου πενταετούς κινεζικού σχεδίου. Το υπουργείο Βιομηχανίας δεν έχει μόνο τον έλεγχο της πολιτικής επί των σπάνιων γαιών, είναι επίσης επιφορτισμένο με την διαμόρφωση της ανάπτυξης αυτών των αναδυόμενων κλάδων, κάτι που θα αυξήσει τη ζήτηση για σπάνιες γαίες.

Το Πεκίνο έχει επίσης χρησιμοποιήσει τη γοητεία της αφθονίας των σπανίων γαιών για να προσελκύσει ξένες τεχνολογικές εταιρείες να κατασκευάζουν στην Κίνα. Την άνοιξη, το υπουργείο Βιομηχανίας ενθάρρυνε αμερικανικές και ιαπωνικές επιχειρήσεις να συνεργαστούν με κινεζικές εταιρείες για την ανάπτυξη περιβαλλοντικών προϊόντων σπάνιων γαιών. Πράγματι, η Baotou, μια πόλη στην εσωτερική Μογγολία, η οποία είναι υπεύθυνη για περίπου το ήμισυ της κινεζικής παραγωγής του συνόλου των σπάνιων γαιών, έχει πειραματιστεί με μια τέτοια στρατηγική. Επειδή η κοντινή πόλη Ordos έχει γίνει ένα κομβικό σημείο για την αιολική ενέργεια, η Baotou ενδεχομένως θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τα κοντινά εργοστάσια αιολικής ενέργειας που απαιτούν μόνιμους μαγνήτες που βασίζονται σε σπάνιες γαίες. Έως το 2015, η Κίνα προβλέπει την εγκατάσταση αιολικών πάρκων που θα μπορούν να παράγουν επιπλέον 60 γιγαβάτ ενέργειας, ηλιακούς συλλέκτες που θα φθάνουν τα 10 γιγαβάτ, και πυρηνικούς σταθμούς που θα παράγουν 40 γιγαβάτ. Τα σχέδια αυτά μπορούν να καταναλώσουν περί τους 40.000 τόνους μαγνητών σπάνιων γαιών, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις.

Η ιστορία των σπανίων γαιών παραπέμπει σε ένα μεγαλύτερο σημείο σχετικά με την ανάπτυξη της Κίνας. Παρά τα καλοκαταρτισμένα σχέδια, το Πεκίνο όλο και πιο συχνά υποτιμά τις δυνάμεις της αγοράς και την αντίσταση που θα αντιμετωπίσει από τις τοπικές αρχές και τις βιομηχανίες οι οποίες δεν συμμερίζονται το ενδιαφέρον της κεντρικής κυβέρνησης. Κατ’ αρχήν, η αντίδραση της αγοράς για το ανώτατο όριο εξαγωγών σπάνιων γαιών υπήρξε η απότομη αύξηση των τιμών των σπάνιων γαιών στην παγκόσμια αγορά - ακριβώς αυτό που επεδίωκε το Πεκίνο. Αλλά οι υψηλότερες τιμές από το 2010 έχουν επιτρέψει σε επιχειρήσεις όπως η Lynas Corporation της Αυστραλίας να αρχίσει να αναπτύσσει το ορυχείο της στο Mount Weld, από το οποίο υπολογίζεται ετήσια παραγωγή 22.000 τόνων από το 2012. Επίσης, η Molycorp έχει αρχίσει να ξανανοίγει τα ορυχεία της στην Καλιφόρνια, με τον ισχυρισμό ότι θα μπορούσε να φτάσει τους 40.000 τόνους παραγωγής για τα επόμενα αρκετά χρόνια. Πράγματι, παρ’ όλες τις προσπάθειες της Κίνας να επιβάλει περισσότερη τάξη και μόχλευση τιμών, ακουσίως οδήγησε στην αναβίωση της παγκόσμιας παραγωγής σπανίων γαιών. Με την πάροδο του χρόνου, η Κίνα πιθανότατα θα είναι μόνο ένας από τους πολλούς παγκόσμιους προμηθευτές, αποδυναμώνοντας τον μοχλό που προσπάθησε τόσο σκληρά να ενισχύσει.

Στο εγχώριο μέτωπο, η εκτόξευση των τιμών θα υπονομεύσει τις προσπάθειες του Πεκίνου για εδραίωση της βιομηχανίας και περιορισμό των εξαγωγών και του όγκου παραγωγής. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο κλάδος είναι ιδιαίτερα κατακερματισμένος, με χιλιάδες μικρούς παραγωγούς και παράνομους ανθρακωρύχους που αναζητούν γρήγορα, αλλά χαμηλού περιθωρίου κέρδη – κάτι σαν κινεζικός πυρετός του χρυσού. Επιπλέον, οι τοπικές αρχές γενικά προσπαθούν να προστατεύσουν τις επιχειρήσεις και τους παραγωγούς τους στις επαρχίες τους, ακόμη και αν είναι παράνομες, σε άμεση αντίθεση με τις επιθυμίες της κεντρικής κυβέρνησης.

Επιπλέον, όσο πιο ψηλές είναι οι τιμές τόσο περισσότερα κίνητρα έχουν οι ανθρακωρύχοι για να παρακάμψουν τις κεντρικές ποσοστώσεις ή να χρησιμοποιήσουν παράνομα κανάλια για να βγάλουν τα προϊόντα από τη χώρα. Πράγματι, αυτό είναι ήδη ένα σοβαρό πρόβλημα. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, τα τελευταία χρόνια, περί το ένα τρίτο των σπανίων γαιών που έφυγαν από τη χώρα διακινήθηκε λαθραία κυρίως μέσα από τη Νοτιοανατολική Ασία και αγοράστηκε από Ιάπωνες εμπόρους στη μαύρη αγορά.

Είναι ειρωνικό αλλά, καθώς οι παραγωγοί άρχισαν να πωλούν πιο ακριβά τις σπάνιες γαίες εγχωρίως, μικρές κινεζικές εταιρείες κατασκευής λαμπτήρων φθορισμού διακόπτουν την παραγωγή τους καθώς δεν μπορούν πλέον να αντέξουν οικονομικά τις σπάνιες γαίες που χρειάζονται. Ωστόσο, αυτό ακριβώς είναι το είδος των αναδυόμενων κλάδων που οι βιομηχανικές πολιτικές του Πεκίνου υποτίθεται ότι υποστηρίζουν. Πολλοί τείνουν να επικεντρώνονται στις «φιλοδοξίες» της Κίνας, οι οποίες συνήθως έρχονται με μια τρομερή βοήθεια από εκθαμβωτικά στοιχεία και στόχους. Αλλά μια θεαματική άνοδος, άσχετα με το πόσο γρήγορη είναι, θα πρέπει να υφίσταται διαχείριση. Και όπως αποδεικνύεται από το χειρισμό επί των σπανίων γαιών, τούτο μπορεί να είναι η μεγαλύτερη πρόκληση όλων.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/137602/damien-ma/china-digs-it

Συνδέσεις:
[1] http://www.foreignaffairs.com/newsletters?cid=oth-in-newsletters-041312

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr