Η κρίση της Ευρώπης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η κρίση της Ευρώπης

Πώς δημιουργήθηκε η Ένωση και γιατί δείχνει τώρα να διαλύεται

Αλλά η Γαλλία δεν νοιαζόταν για τίποτε από αυτά. Το θέμα της ήταν να αποκτήσει κάποιον έλεγχο πάνω στο νόμισμα της Γερμανίας, όχι η Γερμανία να αποκτήσει τον έλεγχο του προϋπολογισμού της Γαλλίας. Έτσι, η συζήτηση για τη δημοσιονομική ένωση υποβιβάστηκε σε ένα σύνολο «κριτηρίων σύγκλισης», τα οποία έθεταν ως προϋπόθεση στα μέλη της νομισματικής ένωσης να κρατούν το δημόσιο χρέος κάτω από το 60% του ΑΕΠ και το έλλειμμα κάτω από 3%.

Έτσι, στην αναταραχή μιας από τις μεγαλύτερες γεωπολιτικές αλλαγές στην Ευρώπη από το 1945, γεννήθηκε ένα ασθενικό παιδί. Οι περισσότεροι Γερμανοί διαφωνούσαν στο να παραδώσουν το πολύτιμο γερμανικό μάρκο τους. Αλλά δεν θα τους ρωτούσε κανείς. Το Δυτικογερμανικό σύνταγμα δεν προβλέπει δημοψηφίσματα. Ο Κολ δεν είχε καμία πρόθεση να το αλλάξει αυτό. Ο Αλεξάντρ Λαμφαλουσί, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ιδρύματος, του προδρόμου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θυμήθηκε αργότερα ότι του είπε, «δεν ξέρω πώς θα κάνετε τον γερμανικό λαό να εγκαταλείψει το μάρκο». Ο Κολ του απάντησε: «Θα το κάνουν. Οι Γερμανοί αποδέχονται την ισχυρή ηγεσία».

Στη Γαλλία, εν τω μεταξύ, η Συνθήκη του Μάαστριχτ πέρασε μέσω ενός δημοψηφίσματος τον Σεπτέμβριο 1992 με την θετική ψήφο να συγκεντρώνει ποσοστό λίγο πάνω από το 50%. Η παθητική συναίνεση για τα περαιτέρω βήματα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, που πηγαίνουν ακόμη πιο κοντά στην καρδιά της εθνικής κυριαρχίας, είχε αρχίσει να διαλύεται ακόμη και στις κεντρικές χώρες του μεταπολεμικού σχεδίου.

ΜΙΑ ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΘΕΙΣΑ ΚΡΙΣΗ

Με μια παράφραση του Gabriel García Márquez, η ιστορία της νομισματικής ένωσης της Ευρώπης θα μπορούσε να ονομαστεί ως «Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας κρίσης». Μέχρι τη στιγμή που τα 11 ιδρυτικά κράτη μέλη της ευρωζώνης ετοιμάζονταν να καθιερώσουν το κοινό νόμισμα την 1η Ιανουαρίου 1999, τα περισσότερα από τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζε το ευρώ μια δεκαετία αργότερα είχαν ήδη προβλεφθεί.

Οι επικριτές εκείνης της εποχής αναρωτιούνταν το πώς το κοινό νόμισμα θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς ένα κοινό ταμείο, το πώς ένα μοναδικό επιτόκιο θα μπορούσε να είναι δίκαιο για μια τόσο διαφορετική ομάδα οικονομιών και πώς η Ευρωζώνη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει οικονομικούς κλυδωνισμούς που διαφοροποιούνταν από περιοχή σε περιοχή - αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «ασύμμετρα σοκ». Διότι η Ευρώπη δεν είχε ούτε την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, ούτε το επίπεδο των δημοσιονομικών μεταβιβάσεων μεταξύ των ομοσπονδιακών Πολιτειών που χαρακτηρίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Από το 1989, έχουμε δει το πόσο απρόθυμοι ήταν οι Δυτικογερμανοί φορολογούμενοι στο να πληρώνουν ακόμη και για τους συμπατριώτες τους στην ανατολή», υπογράμμιζε ένα άρθρο του Foreign Affairs, το 1998. «Πραγματικά περιμένουμε ότι θα ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν επίσης για τους Γάλλους ανέργους;». Σημειώνοντας μια διαδεδομένη άποψη ότι η νομισματική ένωση θα αντιμετωπίσει μια κρίση κάποια στιγμή και ότι αυτό θα λειτουργήσει ως καταλύτης στην απαραίτητη πολιτική ενοποίηση, ο συγγραφέας προειδοποιούσε: «Το να θεωρεί κανείς ότι μια κρίση που οξύνει τις διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών είναι ο καλύτερος τρόπος για να τις ενώσει, πρόκειται για ένα πραγματικό διαλεκτικό άλμα πίστεως».

Επειδή ήμουν εκείνος ο συγγραφέας, θα ήθελα να προσθέσω ότι δεν είχα προβλέψει τρία σημαντικά πράγματα. Κατ' αρχάς, δεν περίμενα ότι η νομισματική ένωση θα άνθιζε για τόσο πολύ καιρό. Για σχεδόν μια δεκαετία, το ευρώ φαινόταν να είναι ισχυρό, φθάνοντας κοντά στο δολάριο ως παγκόσμιο συναλλαγματικό και αποθεματικό νόμισμα. Για τις επιχειρήσεις, κατάργησε τον κίνδυνο των διακυμάνσεων των συναλλαγματικών ισοτιμιών εντός της ευρωζώνης. Για τους υπόλοιπους από εμάς, ήταν μια απόλαυση να μπορούμε να ταξιδεύουμε από το ένα άκρο της ηπείρου στο άλλο, χωρίς να χρειάζεται να αλλάζουμε νομίσματα. Το Δουβλίνο, η Μαδρίτη ή η Αθήνα άνθισαν όσο ποτέ άλλοτε. Δεν ήταν μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι το 2003 οι νέοι Πολωνοί τραγούδησαν την «Ωδή στη Χαρά» του Σίλλερ με την προοπτική της προσέγγισής τους στους ευτυχείς Ιρλανδούς, Ισπανούς και Έλληνες. Και εγώ, όπως και άλλοι συμπαθούντες του σχεδίου, εφησυχάζαμε σε μια ψεύτικη αίσθηση ασφάλειας.

Επειδή η συντριβή ήρθε αργότερα από όσο αρχικά αναμενόταν, ήταν χειρότερη. Με την πάροδο του χρόνου, τεράστιες ανισορροπίες είχαν δημιουργηθεί μεταξύ του πυρήνα, κυρίως τις χώρες της βόρειας Ευρώπης (πάνω απ' όλες την Γερμανία) και των περιφερειακών, κυρίως τις χώρες της νότιας Ευρώπης (ιδιαίτερα την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Ισπανία, οι οποίες μερικές φορές έχουν επισημανθεί αγενώς ως «PIGSs»).

Σίγουρα, τα αρχικά σοκ που ξεκίνησαν τον σεισμό ήρθαν από χώρες εκτός Ευρώπης, από την αγορά ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου των ΗΠΑ. Με αυτή την έννοια, οι ωδίνες της ευρωζώνης είναι μέρος μιας ευρύτερης κρίσης του δυτικού χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού.

Ωστόσο, το δεύτερο πράγμα που δεν είχαμε προβλέψει πλήρως τη δεκαετία του 1990 ήταν ο βαθμός στον οποίο η ευρωζώνη θα δημιουργήσει τα δικά της ασύμμετρα σοκ. Εκεί που η Γερμανία, ακόμα συγκλονισμένη κάτω από την οικονομική επιβάρυνση της γερμανικής επανένωσης, μείωσε εντυπωσιακά το κόστος εργασίας, περιόρισε τις κοινωνικές δαπάνες και έγινε πάλι ανταγωνιστική, πολλές από τις χώρες της περιφέρειας άφησαν να αυξηθεί το μοναδιαίο κόστος εργασίας.