Εχθροί προ των πυλών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Εχθροί προ των πυλών

Μαθήματα ασφάλειας από μια αποτυχημένη επίθεση σε πρεσβεία
Περίληψη: 

Το 2001 η Ουάσιγκτον και η Σιγκαπούρη εμπόδισαν μια μεγάλη τρομοκρατική επίθεση στην εκεί πρεσβεία των ΗΠΑ. Ιδού, πώς το έκαναν.

Ο FRANK LAVIN υπηρέτησε ως Πρέσβης των ΗΠΑ στη Δημοκρατία της Σιγκαπούρης από το 2001 ως το 2005, οπότε αναχώρησε για να αναλάβει τη θέση του υφυπουργού Εμπορίου των ΗΠΑ . Σήμερα υπηρετεί ως διευθύνων σύμβουλος στην Export Now, βοηθώντας αμερικανικές εταιρείες να εισέλθουν στην αγορά της Κίνας.

Η Ουάσιγκτον αντιμετώπισε στις 3 τα ξημερώματα μία αιφνιδιαστική στιγμή πριν από λίγους μήνες, όταν έμαθε για την επίθεση στο προξενείο των ΗΠΑ στη Βεγγάζη και τη δολοφονία του πρέσβη Κρίστοφερ Στίβενς και των άλλων Αμερικανών που ήταν μαζί του. Αυτό δεν ήταν το πρώτο περιστατικό, φυσικά, ούτε θα είναι το τελευταίο.

Εγώ μπήκα στον κόσμο των αιφνιδιασμών στις 3 τα ξημερώματα το 2001, όταν ήμουν στο στάδιο της δύο εβδομάδων εκπαίδευσης για την πρεσβευτική ηγεσία στο πλαίσιο της προετοιμασίας μου να γίνω ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Σιγκαπούρη. Μία από τις ασκήσεις περιελάμβανε μία ερώτηση - παγίδα: Ποιο είναι το πιο σημαντικό ρούχο για έναν πρεσβευτή; Είναι οι λευκές γραβάτες για περιπτώσεις κρατικών γάμων και κηδειών; Ίσως οι μαύρες γραβάτες για τους επίσημους χορούς και τις δεξιώσεις; Ίσως ακόμη και ένα συνηθισμένο επιχειρηματικό κοστούμι για τις υπηρεσιακές συναντήσεις; Στην πραγματικότητα, η απάντηση ήταν «πιτζάμες και μια ρόμπα». Με απλά λόγια, κάθε πρεσβευτής τελικά καταλήγει να διαχειρίζεται μια κρίση μέσα από την πρεσβευτική κατοικία στις 3 πμ. Είναι καλό να έχουν πρόχειρες κάποιες καλές πιτζάμες και μία αξιοπρεπή ρόμπα.

Η αμερικανική πρεσβεία στη Σιγκαπούρη μπορεί να μην δείχνει ένα πιθανό πόστο για διαχείριση των κρίσεων, αλλά όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί της όδευσαν στο Αφγανιστάν μετά την 11η Σεπτεμβρίου, η πλειοψηφία των αμερικανικών δυνάμεων που πήγε στον πόλεμο κατευθύνθηκαν μέσω της Σιγκαπούρης. Δεν υπάρχουν απτές αποδείξεις ότι η αλ Κάιντα ήξερε πόσο σημαντική ήταν η χώρα για την αποστολή των ΗΠΑ, αλλά ξέρουμε ότι ως απάντηση στην εισβολή των συμμάχων στο Αφγανιστάν, η αλ Κάιντα αποφάσισε να προκαλέσει μια μαζική επίθεση στην Σιγκαπούρη. Επρόκειτο να είναι η πρώτη επίθεσή τους μετά από αυτήν της 11ης Σεπτεμβρίου.

Τον Δεκέμβριο του 2001, μόλις τέσσερις μήνες μετά την άφιξή μου στη θέση μου, η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης με ειδοποίησε ότι η αλ Κάιντα και η θυγατρική της, η Τζεμάα Ισλαμίγια (JI), προγραμμάτιζαν να στοχεύσουν την αμερικανική πρεσβεία, με βόμβα σε ένα αυτοκίνητο. Σύμφωνα με το Τμήμα Εσωτερικής Ασφάλειας (ISD) της Σιγκαπούρης, η ομάδα είχε αγοράσει τέσσερις τόνους νιτρικού αμμωνίου για να φτιάξει τη βόμβα, καθώς και πυροκροτητές και ένα φορτηγό. Το πλάνο απείχε ίσως μέρες από το να τεθεί σε εφαρμογή. Το μόνο που απέμενε ήταν η JI να εισαγάγει καμικάζι αυτοκτονίας. Οι βρετανικές ειδικές δυνάμεις επιβεβαίωσαν γρήγορα αυτό που μας είπε το ISD. Είχαν ανακαλύψει ένα ανατριχιαστικό βίντεο σε ένα καταφύγιο της αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν. Σε αυτό, οι τζιχαντιστές αντάλλαζαν αμέριμνοι πειράγματα, μιλούσαν για τα εμπόδια ασφαλείας γύρω από την πρεσβεία των ΗΠΑ και συζητούσαν για ένα σχέδιο ώστε να μας σκοτώσουν: πρώτον, για ένα φορτηγό-βόμβα που θα εκραγεί στις πύλες ασφαλείας μας. Αυτό θα επέτρεπε στο δεύτερο και μεγαλύτερο φορτηγό-βόμβα να οδηγηθεί μέσα από αυτές και να καταστρέψει την πρεσβεία.

Θυμήθηκα από την εκπαίδευσή μου ότι η αλ Κάιντα χρησιμοποίησε μια παρόμοια προσέγγιση με δύο βόμβες το 1998, όταν επιτέθηκε στις αμερικανικές πρεσβείες στην Κένυα και την Τανζανία. Και στις δύο περιπτώσεις, το πρώτο χτύπημα μάζεψε τους ανθρώπους στα παράθυρα και το δεύτερο τους σκότωσε με θραύσματα από τα γυαλιά που πετάχτηκαν.. Περισσότεροι από 200 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και το FBI πρόσθεσε ένα νέο όνομα στην λίστα του με τους δέκα κορυφαίους καταζητούμενους: Οσάμα μπιν Λάντεν.

Τρία χρόνια αργότερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες πάλευαν με περισσότερα έργα από τον μπιν Λάντεν, αυτή τη φορά στη Σιγκαπούρη. Το ISD με διαβεβαίωσε ότι η Σιγκαπούρη ετοιμάζεται να εμποδίσει την επίθεση. Με εντολές «να ενεργήσω φυσιολογικά», ήμουν σαν το δόλωμα στην ποντικοπαγίδα. Δεν θα μπορούσα να εγκαταλείψω τη θέση μου, να αλλάξω τη ρουτίνα μου, ούτε καν να πω μια λέξη για τα σχέδια της αλ Κάιντα - ή σχετικά με τις προσπάθειες για την ανατροπή τους. Η ομάδα ασφαλείας δεν μπορούσε καν να ενημερώσει το σύνολο της πρεσβείας σχετικά με την κατάσταση, λόγω του κανόνα «μη διακριτικής μεταχείρισης». Ο κανόνας αυτός που επέβαλε το υπουργείο εξωτερικών μετά την βόμβα στην πτήση της Παν Αμ 103 το 1998, λέει ότι κάθε τρομοκρατική απειλή που μοιράζεται το υπουργείο Εξωτερικών με την κοινότητα των Αμερικανών αξιωματούχων πρέπει επίσης να τη μοιραστεί και με το αμερικανικό κοινό. Για να αποφευχθεί η παραβίαση αυτού του κανόνα και η επακόλουθη πληροφόρηση στους εχθρούς, θα μπορούσα να συζητήσω την απειλή μόνο με την ομάδα που ήταν υπεύθυνη για την αντιμετώπισή της.

Ενώ ενεργούσα όσο το δυνατόν πιο φυσιολογικά (Αλλά πόσος χρόνος χρειάζεται κανονικά για να ξυριστείς το πρωί; Πόση ώρα για να ασκηθείς στο γυμναστήριο ή πόση ώρα να είσαι εκεί συνολικά;), η ομάδα της ασφάλειας και εγώ προσπαθήσαμε να προετοιμαστούμε για την ημέρα που θα γινόταν η έκρηξη. Εξετάσαμε την περίμετρο ασφαλείας, τους κανόνες εμπλοκής, τους μηχανισμούς ελέγχου πυρκαγιάς και ούτω καθεξής. Πήγα στο σκοπευτήριο με την ακολουθία των πεζοναυτών της πρεσβείας για να βεβαιωθώ ότι η λειτουργικότητα του όπλου μου ήταν καλή. Το πιο σημαντικό είναι ότι προσπάθησα να περάσω όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο με τους πεζοναύτες, για να βεβαιωθώ ότι θα μπορούσαν να αναγνωρίσουν τη φωνή μου, αν σκοτείνιαζαν όλα. Εν τω μεταξύ, είχαμε πρόχειρες τις ατομικές αναπνευστικές συσκευές ώστε να μας προστατέψουν από καπνό ή επίθεση με «λευκή σκόνη», δηλαδή από επίθεση με άνθρακα ή άλλη τοξίνη. Είχαμε επίσης, ατομικές σύριγγες με ατροπίνη για την αντιμετώπιση νευροφυτικών παραγόντων. Μετά από μια σειρά διαβουλεύσεων με το υπουργείο Εξωτερικών καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε πραγματικά καμία άλλη προετοιμασία να κάνουμε.