Κατανοώντας το Μάλι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κατανοώντας το Μάλι

Τα πραγματικά διακυβεύματα του πολέμου που κλονίζει την δυτική Αφρική
Περίληψη: 

Οι πρόσφατες εκθέσεις έχουν υπεραπλουστεύσει την σύγκρουση στο Μάλι, αφήνοντας υπαινιγμούς ότι η χώρα φιλοξενεί ένα συνεκτικό, αυτονομιστικό μπλοκ Τουαρέγκ και ένα δημοφιλές ριζοσπαστικό ισλαμικό κίνημα. Στην πραγματικότητα, η πλειονότητα των πολιτών του Μάλι δεν συμπαθεί κανένα από τα δύο. Οι περισσότεροι θέλουν απλά την αποκατάσταση της δημοκρατίας με ευρύτερη συμμετοχή και περισσότερες ελευθερίες – ακριβώς το αντίθετο από αυτό που φοβούνται πως θα φέρουν οι αυτονομιστές και οι ισλαμιστές. Όσο η γαλλική βοήθεια συμβάλλει στο να κρατιούνται μακριά αυτές οι ομάδες, θα είναι ευπρόσδεκτη.

Η SUSANNA WING είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο κολέγιο Haverford και η συγγραφέας του «Χτίζοντας την Δημοκρατία στην Αφρική: Το Μάλι σε Μετάβαση».

Οι τελευταίοι μήνες έχουν κλονίσει το Μάλι εκ θεμελίων. Τον Μάρτιο του 2012, η 20ετής σχέση της χώρας με την δημοκρατία έληξε απότομα, όταν μια ομάδα χαμηλόβαθμων αξιωματικών του στρατού ανέτρεψε την κυβέρνηση. Μέσα σε λίγες εβδομάδες από το πραξικόπημα, το Εθνικό Κίνημα για την Απελευθέρωση του Αζαγουάντ (MNLA), μια αυτονομιστική ομάδα Τουαρέγκ, κατέλαβε πολλές πόλεις στο βόρειο Μάλι. Λίγες μόλις εβδομάδες μετά από αυτό, στο χάος προστέθηκαν φονταμενταλιστικές ισλαμιστικές ομάδες, όπως η Ανσάρ Ντινέ, η Αλ Κάιντα στο ισλαμικό Μαγκρέμπ (AQIM), το Κίνημα για την Ενότητα και την Τζιχάντ στην Δυτική Αφρική (MUJAO) κατέλαβαν τις ίδιες πόλεις.

Περιφερειακοί μεσολαβητές προσπάθησαν να βοηθήσουν στην επίλυση της σύγκρουσης, αλλά οι προσπάθειές τους δεν απέδωσαν απτά αποτελέσματα. Μέχρι τα τέλη του 2012, οι ηγέτες της δυτικής Αφρικής είχαν συμφωνήσει να στείλουν 3.000 στρατιώτες για να σταματήσουν τις ενέργειες των ανταρτών, αλλά η άφιξή τους καθυστέρησε. Νωρίτερα εκείνον τον μήνα, οι ομάδες των τζιχαντιστών εισέβαλαν στην πόλη Κοννά. Φαίνονταν έτοιμοι να κάνουν το σύντομο άλμα προς το Σεβαρέ , στο οποίο βρίσκεται μια στρατιωτική βάση του Μάλι και ένας αεροδιάδρομος και στην συνέχεια προς τη Μπαμάκο, την πρωτεύουσα του Μάλι.

Όμως, στις 11 Ιανουαρίου, η Γαλλία, ανυπόμονη για την υπό αφρικανική ηγεσία παρέμβαση, απάντησε στις εκκλήσεις της Μπαμάκο για βοήθεια, με αεροπορικές επιδρομές και μετά με χερσαίες δυνάμεις. Ο πόλεμος, ο οποίος εμπλέκει ήδη τοπικά, περιφερειακά και διεθνή στρατεύματα, δεν είναι πιθανό να τελειώσει σύντομα. Όσο η Μπαμάκο αγωνίζεται να ανακτήσει τον έλεγχο του βόρειου τμήματος της χώρας και να διατηρήσει την σταθερότητα στον νότο, οι παρατηρητές έχουν ερμηνεύσει την σύγκρουση και την παρέμβαση με ακατέργαστες απλουστεύσεις, που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα και που οδηγούν σε λανθασμένες λύσεις για τα προβλήματα της χώρας.

Κατ’ αρχήν, η σύγκρουση στα βόρεια συχνά περιορίζεται σε δύο παίκτες: στους Τουαρέγκ αυτονομιστές και στους ριζοσπάστες ισλαμιστές. Για παράδειγμα, σε ένα άρθρο της εφημερίδας The New York Times με τίτλο «Εθνικιστές ή ισλαμιστές;», ο καθηγητής του Wesleyan , Πίτερ Ράτλαντ, υποστήριξε ότι ο πυρήνας της σύγκρουσης είναι το «εθνικιστικό αποσχιστικό κίνημα των Τουαρέγκ» [1], σε αντίθεση με τις δράσεις των ισλαμιστών μαχητών που τράβηξαν την προσοχή του κόσμου. Αναφέρεται στις άλλες ομάδες ως «οι Αφρικανοί που κατοικούν στο νότιο Μάλι».

Στην πραγματικότητα, οι Τουαρέγκ είναι μια μειονότητα του πληθυσμού στο νότιο Μάλι. Οι Φουλάν, οι Σονγκάι, οι Μπαμπάρα και άλλες ομάδες έχουν επίσης καταλάβει ιστορικά μεγάλο μέρος της περιοχής. Μερικά άτομα από αυτές τις ομάδες εγκατέλειψαν την περιοχή μετά από τις μάχες και άλλοι ενώθηκαν με τις δυνάμεις των ανταρτών. Επιπλέον, οι Τουαρέγκ δεν είναι ένα ενιαίο μπλοκ. Ορισμένοι από αυτούς έχουν επίσης εγκαταλείψει την περιοχή, άλλοι έχουν ενταχθεί στην Ανσάρ Ντινέ, άλλοι στο MNLA και άλλοι έχουν μείνει, αλλά δεν ακολούθησαν κανέναν. Τέλος, αν και πάνω από 90% των πολιτών του Μάλι και μιας συντριπτικής πλειοψηφίας των Τουαρέγκ είναι μυημένοι στο Ισλάμ, οι περισσότεροι συμφωνούν με τους προβεβλημένους θρησκευτικούς τους ηγέτες, όπως τον Cherif Ousmane Madani Haidara, τον μετριοπαθή Σούφι ιεροκήρυκα και αντιπρόεδρο του Ανώτατου Ισλαμικού Συμβουλίου του Μάλι, και αρνούνται να διοικούνται από τον νόμο της Σαρία. Ο Ουαχαμπισμός βρίσκεται σε άνοδο, όμως ο πληθυσμός έχει υιοθετήσει από καιρό μια πιο μετριοπαθή μορφή του Ισλάμ.

Οι απλουστεύσεις επί των εθνοτικών, θρησκευτικών και πολιτικών δυναμικών αυτής της κρίσης δεν θα βοηθήσει στην επίλυση των πολύπλοκων θεμάτων που βρίσκονται στην ρίζα της. Χάρη στην 20ετή (ομολογουμένως επισφαλή) δημοκρατία, οι πολίτες του Μάλι θεωρούν πολύτιμη την πολιτική συμμετοχή, ως βασικό στοιχείο της ιδιότητας του πολίτη. Αυτό που θέλουν τώρα είναι να μην υπάρχει λιγότερη δημοκρατία – ακριβώς αυτό που κατά την γνώμη τους θα φέρουν οι ισλαμιστές αυτονομιστές-, αλλά ευρύτερη συμμετοχή και μεγαλύτερη ελευθερία. Σε ένα άρθρο των The New York Times, η Oumou Sall Seck, η δήμαρχος της Γκουντάμ στο βόρειο Μάλι, μοιραζόταν μια κοινή άποψη με του Μαλιανούς [2], όταν έγραψε ότι «οι άνομοι και άθεοι άνδρες – οι οποίοι κρύβονται πίσω από την Σαρία και τις απαιτήσεις για ανεξαρτησία των Τουαρέγκ- τώρα επιτίθενται και βιάζουν γυναίκες και στρατολογούν παιδιά για την διεξαγωγή του “ιερού” πολέμου τους». Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η πλειοψηφία θέλει να ζήσει σε ένα κοσμικό Μάλι με τα σημερινά σύνορά του ανέπαφα και κατά προτίμηση με έναν νόμιμα εκλεγμένο πρόεδρο.

Ομοίως, άλλες ανταποκρίσεις έχουν αφήσει λανθασμένα να εννοηθεί ότι η παρέμβαση της Γαλλίας δεν είναι τίποτα περισσότερο από έναν νεοαποικιακό τυχοδιωκτισμό. Ο May Ying Welsh, ανταποκριτής του αγγλικού Al Jazeera, στην εκπομπή «Δημοκρατία τώρα» υποστήριξε ότι η εκστρατεία της Γαλλίας οδηγήθηκε από τα συμφέροντα επί των πόρων της περιοχής [3]. Εν τω μεταξύ, ο αρχιεπίσκοπος της Άκρα αναρωτήθηκε αν η παρέμβαση δεν ήταν τίποτα άλλο από μια «απόπειρα αποικισμού» [4].

Ασφαλώς, η αδυναμία του κράτους του Μάλι συνδέεται, εν μέρει, με την κληρονομιά της αποικιοκρατίας των Γάλλων. Και οι επικριτές θα ήταν σωστό να επισημάνουν ότι η Γαλλία έχει σημαντικά στρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα στην περιοχή. (Γαλλικά πυρηνικά εργοστάσια εφοδιάζονται από τα ορυχεία ουρανίου που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από τον Νίγηρα). Αλλά η ιδέα ότι αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν στην παρέμβαση της Γαλλίας είναι εσφαλμένη.