Αμυντική στρατηγική σε εποχές λιτότητας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αμυντική στρατηγική σε εποχές λιτότητας

Γιατί το Πεντάγωνο θα πρέπει να επικεντρωθεί στη διασφάλιση των προσβάσεών του
Περίληψη: 

Καθώς οι δυτικοί αμυντικοί προϋπολογισμοί συρρικνώνονται, το κόστος της προβολής ισχύος αυξάνεται και το εύρος των συμφερόντων που χρήζουν προστασίας επεκτείνεται. Για να τετραγωνίσει τον κύκλο αυτό, το Πεντάγωνο πρέπει να κάνει μια δραματική αλλαγή στη στρατηγική του. Θα πρέπει να στρέψει το βλέμμα του μακριά από την απώθηση των παραδοσιακών διασυνοριακών επιδρομών και να επιδιώξει αλλαγές καθεστώτων που θα ακολουθούνται από μέτρα υπέρ της σταθερότητας - και να επικεντρωθεί στην εξασφάλιση της πρόσβασής του σε βασικές περιοχές του κόσμου και στα παγκόσμια κοινά αγαθά.

Ο ANDREW F. KREPINEVICH, JR., είναι πρόεδρος στο Center for Strategic and Budgetary Assessments.

Κατά την επόμενη δεκαετία, ο στρατός των ΗΠΑ θα πρέπει να κάνει την πιο δραματική αλλαγή στη στρατηγική του από την εποχή της εισαγωγής των πυρηνικών όπλων, περισσότερο από 60 χρόνια πριν. Ακριβώς καθώς οι αμυντικοί προϋπολογισμοί συρρικνώνονται, το κόστος της προβολής και της διατήρησης της στρατιωτικής ισχύος αυξάνεται και το εύρος των συμφερόντων που χρήζουν προστασίας επεκτείνεται. Αυτό σημαίνει ότι οι δύσκολες στρατηγικές επιλογές θα πρέπει τελικά να γίνουν, όχι μόνο να συζητιούνται. Όπως ο Βρετανός φυσικός Έρνεστ Ράδερφορντ, δήλωσε κάποτε στους συναδέλφους του, «εμείς δεν έχουμε τα χρήματα, οπότε πρέπει να σκεφτούμε».

Θα χρειαστεί ένα νέο στρατηγικό πλαίσιο, το οποίο θα είναι λιγότερο επικεντρωμένο στην απόκρουση παραδοσιακών διασυνοριακών εισβολών, το οποίο θα πραγματοποιεί αλλαγή καθεστώτος, καθώς και τη διεξαγωγή επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας υπέρ της σταθερότητας και περισσότερα για τη διατήρηση της πρόσβασης σε βασικές περιοχές και στα παγκόσμια κοινά αγαθά, όλα όσα, δηλαδή, είναι απαραίτητα για την ασφάλεια και την ευημερία των ΗΠΑ. Τα κακά νέα είναι ότι αυτό θα σημάνει μείωση της προτεραιότητας συγκεκριμένων στόχων και την αποδοχή μεγαλύτερου κινδύνου σε ορισμένες περιοχές. Αλλά, τα καλά νέα είναι ότι με τη μετατόπιση της έμφασης, τα πραγματικά κρίσιμα συμφέροντα των ΗΠΑ μπορούν να συνεχίσουν να προστατεύονται με ένα βιώσιμο κόστος.

ΜΕΙΟΥΜΕΝΟΙ ΠΟΡΟΙ

Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ουάσιγκτον απόλαυσε μια «μονοπολική στιγμή», αντλώντας από το συντριπτικό της πλεονέκτημα σε πόρους και τεχνολογία για να επιτύχει ένα πρωτοφανές επίπεδο παγκόσμιας στρατιωτικής κυριαρχίας. Δύο δεκαετίες μετά, ωστόσο, αυτή η κατάσταση ξεθωριάζει. Η αμερικανική οικονομική μηχανή ξεροβήχει, με δυσάρεστες συνέπειες για ένα Υπουργείο Άμυνας που έχει συνηθίσει σε σταθερή αύξηση του προϋπολογισμού του.

Από το 1999 έως το 2011, οι ετήσιες αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ αυξήθηκαν από 360 δισ. δολάρια σε 537 δισεκατομμύρια δολάρια σε σταθερές τιμές, μη συμπεριλαμβανομένου ενός επιπλέον σωρευτικού ποσού 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που δαπανήθηκαν για επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Η κυβέρνηση Ομπάμα και το Κογκρέσο έχουν ήδη συμφωνήσει να περικόψουν προγραμματισμένες περαιτέρω αυξήσεις για την επόμενη δεκαετία κατά συνολικά περίπου 487 δισεκατομμύρια δολάρια. Τον Ιανουάριο του 2013, η δημοσιονομική διαδικασία που είναι γνωστή ως «απομόνωση» ("sequestration") έχει οριστεί να προκαλέσει συνολικές μειώσεις επιπλέον 472 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην ίδια περίοδο. Το Κογκρέσο μπορεί να αποφύγει την «απομόνωση» με την εξεύρεση άλλων τρόπων για τη μείωση του ομοσπονδιακού ελλείμματος, αλλά ακόμα και αν το κάνει, είναι πιθανό να γίνουν τελικά σημαντικές πρόσθετες περικοπές στις αμυντικές δαπάνες. Και αν η ιστορία αποτελεί κάποιου είδους οδηγό, τα περισσότερα από τα 200 δισεκατομμύρια δολάρια από εξοικονομήσεις «αποτελεσματικότητας» κατά τη διάρκεια των επόμενων πέντε ετών στα οποία το Πεντάγωνο αυτή τη στιγμή υπολογίζει, τελικά δεν θα καταφέρει να τα εξοικονομήσει.

Αυτό σημαίνει ότι έρχεται σοβαρό σφίξιμο στο ζωνάρι - μια διαδικασία που θα γίνει ακόμη πιο δύσκολη, χάρη στην αύξηση του εργατικού κόστους και στην αδυναμία των ευρωπαίων συμμάχων των ΗΠΑ. Από την μετατροπή του το 1970, σε εξ’ ολοκλήρου εθελοντικό, ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών υπήρξε πηγή ισχύος, δημιουργώντας μια άκρως επαγγελματική δύναμη. Αλλά οι πρόσφατοι πόλεμοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ έχουν αποκαλύψει την αχίλλειο πτέρνα της εθελοντικής δύναμης: προκειμένου να προσελκύσουν μεγάλο αριθμό εξειδικευμένου προσωπικού πρόθυμου να υπηρετήσει σε επικίνδυνες και δυσάρεστες συνθήκες πολέμου, το υπουργείο Άμυνας έπρεπε να αυξήσει σημαντικά τους μισθούς και τα σχετικά προνόμια. Ακόμη και προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό, οι συνολικές στρατιωτικές αποζημιώσεις αυξήθηκαν κατά σχεδόν 50% την τελευταία δεκαετία – που είναι ένας μη βιώσιμος ρυθμός αύξησης.

Η συγκέντρωση μιας δύναμης εθελοντών, επίσης, σημαίνει το να διατηρούνται οι απώλειες σε χαμηλά επίπεδα ή το να είναι οι πόλεμοι σύντομοι. Για την προστασία των στρατευμάτων του από τη χρήση φθηνών βομβών φυτεμένων από τους εχθρούς στις άκρες των δρόμων στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, το Πεντάγωνο ξόδεψε πάνω από 40 δισεκατομμύρια δολάρια σε χιλιάδες νέα βαριά τεθωρακισμένα οχήματα, μαζί με πάνω από 20 δισεκατομμύρια δολάρια για να ανιχνεύει καλύτερα τις βόμβες.

Στο παρελθόν, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούσαν να απευθυνθούν σε πλούσιους και τεχνολογικά προηγμένους συμμάχους τους, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, για να παρέμβουν και να καλύψουν το κενό. Ωστόσο, ενώ όλες αυτές οι χώρες έχουν μακρά και εντυπωσιακή πολεμική παράδοση, οι σημερινές ένοπλες δυνάμεις τους και οι αμυντικές τους βιομηχανίες αποτελούν αμυδρή σκιά του παλιού εαυτού τους. Κάθε μια από αυτές τις χώρες δαπανά για την άμυνα λιγότερο από το μισό από όσο δαπανούν οι Ηνωμένες Πολιτείες ως ποσοστό του ΑΕΠ, και σε πραγματικά δολάρια ξοδεύουν όλες μαζί μόνο το ένα τέταρτο από όσο οι ΗΠΑ. Μπορούν να συμβάλουν στη διατήρηση ενός σταθερού διεθνούς συστήματος, αλλά δρουν κυρίως ως «της προσκολλήσεως» στις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλειά τους. Οι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών στον Ειρηνικό, όπως η Ιαπωνία και η Αυστραλία, μπορεί να είναι πρόθυμοι να επωμιστούν μεγαλύτερο βάρος στην περιοχή τους, αλλά δεν έχουν ακόμη ενισχύσει την άμυνά τους αρκετά για να κάνουν μια σημαντική διαφορά.

ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ