Ένα ταμπού άξιο προστασίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ένα ταμπού άξιο προστασίας

Τα χημικά όπλα χτυπούν αδιακρίτως – και γι’ αυτό πρέπει να είναι εκτός νόμου
Περίληψη: 

Μερικοί που αντιτίθενται σε ένα χτύπημα στη Συρία υποστηρίζουν ότι ο κανόνας κατά των χημικών όπλων είναι άχρηστος, δεδομένου ότι τα χημικά παράγουν γενικά πολύ λιγότερους θανάτους από όσους τα συμβατικά όπλα. Αλλά, τα χημικά όπλα, όπως τα πυρηνικά και τα βιολογικά, είναι ανησυχητικά πρωτίστως επειδή κάνουν αδύνατη την οποιαδήποτε διάκριση μεταξύ πολεμιστών και αμάχων.

Ο SOHAIL H. HASHMI είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και πρόεδρος του Ιδρύματος Αποφοίτων των Κοινωνικών Σπουδών στο Κολέγιο Mount Holyoke.
Ο JON WESTERN είναι καθηγητής Διεθνών Σπουδών στην έδρα Carol Hoffmann Collins στο Five Colleges, Inc. και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Κολέγιο Mount Holyoke.

Ανάμεσα στα πολλά επιχειρήματα που παρατάσσονται απέναντι σε μια αμερικανική επέμβαση στη Συρία, ένα εξέχον είναι ότι το ταμπού των χημικών όπλων δεν αξίζει να διατηρηθεί. Γράφοντας στο Foreign Affairs τον περασμένο Απρίλιο, ο πολιτικός επιστήμονας John Mueller ανέφερε ότι ο κόσμος θα πρέπει να «σβήσει την κόκκινη γραμμή», δεδομένου ότι τα χημικά όπλα γενικά προκαλούν πολύ λιγότερους θανάτους από όσους τα συμβατικά όπλα. Απηχώντας αυτό το σκεπτικό, ο υπότροφος τού Harvard, Stephen Walt, αναρωτήθηκε στους New York Times την περασμένη εβδομάδα: «Έχει πραγματικά σημασία αν ο Άσαντ σκοτώνει τους αντιπάλους του χρησιμοποιώντας βόμβες 500-λιβρών, βλήματα όλμων, πυρομαχικά διασποράς, πολυβόλα, αξίνες ή αέριο σαρίν; Ο νεκρός είναι νεκρός, ανεξάρτητα από το πώς πέθανε». Τα επιχειρήματα αυτά είναι ανησυχητικά. Όπως και το ταμπού εναντίον των πυρηνικών και βιολογικών όπλων, το ταμπού για τα χημικά όπλα αξίζει προστασίας και μάλιστα μεγάλης - και η αδράνεια για την Συρία διακινδυνεύει την διάβρωσή του.

Είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, τα συμβατικά όπλα έχουν σκοτώσει πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους τα χημικά όπλα. Αλλά, αν κρατάμε λογαριασμό, τα συμβατικά όπλα έχουν σκοτώσει επίσης πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους τα πυρηνικά όπλα. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι τα συμβατικά όπλα μπορούν και σκοτώνουν σε μεγάλους αριθμούς – οι εξτρεμιστές Χούτου στη Ρουάντα κατέδειξαν το πόσο θανατηφόρα είναι ακόμη και τα απλά μαχαίρια και οι τσάπες. Αλλά τα πυρηνικά, τα βιολογικά και τα χημικά όπλα είναι χαρακτηρισμένα ως όπλα μαζικής καταστροφής, επειδή έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα να σκοτώσουν ή να πληγώσουν πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων σε σύγκριση με άλλα όπλα. Αν χρησιμοποιηθούν σε πλήρη δυναμικότητα και υπό τις κατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες, τα χημικά όπλα είναι πιο θανατηφόρα από όσο σχεδόν όλα τα είδη των συμβατικών όπλων. Στην επίθεση κοντά στη Δαμασκό, στις 21 Αυγούστου, το αέριο σαρίν σκότωσε περίπου 1.400 ανθρώπους σε 90 λεπτά και έπληξε αναρίθμητους ακόμα - η πιο καταστροφική επίθεση στα τελευταία δυόμισι χρόνια πολέμου.

Όμως, το πόσο θανατηφόρα είναι τα χημικά όπλα δεν είναι ο κύριος λόγος για να τα ξεχωρίζουμε από τα συμβατικά. Ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τα βιολογικά και τα πυρηνικά όπλα, κυρίως επειδή είναι όπλα που καταστρέφουν αδιακρίτως.

Η προστασία των αμάχων από εκούσια πλήγματα είναι η βάση για το μεγαλύτερο μέρος του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και για σχεδόν όλες τις παραδόσεις του δίκαιου πολέμου. Αλλά, τα πυρηνικά, τα βιολογικά και τα χημικά όπλα κάνουν την διάκριση μεταξύ αμάχων και μαχητών σχεδόν αδύνατη. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις σύγχρονες πολεμικές συρράξεις, οι οποίες σπάνια διεξάγονται σε σαφώς καθορισμένα πεδία μαχών.

Οι άμαχοι είναι πιθανό να αποτελέσουν τα βασικά θύματα των επιθέσεων με χημικά. Ο λόγος είναι απλός: τα χημικά όπλα έχουν περιορισμένη στρατιωτική αξία. Δεν καθόρισαν την έκβαση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, και έπαιξαν μη αποφασιστικό ρόλο στον πόλεμο Ιράν-Ιράκ. Τα στρατεύματα που γίνονται στόχος χημικού πολέμου έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται γρήγορα και να ανοσοποιούνται χρησιμοποιώντας προστατευτικό εξοπλισμό. Πολλοί έχουν ήδη δει τους αντάρτες τής Συρίας να μεταφέρουν αντιασφυξιογόνες μάσκες. Οι πολίτες γενικά δεν έχουν τέτοια προστασία, και έτσι ο κύριος λόγος που μια χώρα θα χρησιμοποιήσει χημικά όπλα είναι για να τρομοκρατήσει τον άμαχο πληθυσμό και ως εκ τούτου να εκτρέψει πόρους από μια εξέγερση και να υπονομεύσει το ηθικό των αντίπαλων μαχητών.

Επιπλέον, τα χημικά όπλα είναι πιο αποτελεσματικά όταν χρησιμοποιούνται σε πόλεις, όπου τα κτίρια παγιδεύουν τα αέρια και αποτρέπουν την ταχεία διάλυση των δηλητηρίων από τον άνεμο και τη βροχή. Οι χημικοί παράγοντες μπορούν να αναπτυχθούν μέσω συστημάτων διανομής χωρίς υψηλή εκρηκτική επίδραση. Ως αποτέλεσμα, οι πολίτες μπορεί να μην καταλάβουν αμέσως τον κίνδυνο μιας χημικής επίθεσης όπως θα γινόταν σε έναν συμβατικό βομβαρδισμό. Τα καθιερωμένα πρωτόκολλα πολιτικής άμυνας για τους συμβατικούς βομβαρδισμούς ενθαρρύνουν τους πολίτες να αναζητούν καταφύγιο στα υπόγεια. Αυτή η αντίδραση είναι ιδιαίτερα καταστροφική σε μια χημική επίθεση, επειδή πολλά χημικά είναι βαρύτερα από τον αέρα. Οι άνθρωποι που σπεύδουν σε υπόγεια για να βρουν καταφύγιο, στην πραγματικότητα θα συγκεντρώνονται σε περιοχές όπου τα αέρια κάνουν τη μεγαλύτερη ζημιά.

Πολλά χημικά όπλα, όπως και τα πυρηνικά και τα βιολογικά όπλα, είναι επίσης όπλα παρατεταμένης καταστροφής. Έχουν την δυνατότητα να σκοτώνουν και να ακρωτηριάζουν όχι μόνο μεγάλο αριθμό από τα άμεσα θύματα, αλλά και άλλους οι οποίοι επηρεάστηκαν σε απομακρυσμένο χώρο και χρόνο από την αρχική επίθεση. Η ανθεκτικότητα των χημικών παραγόντων που χρησιμοποιούνται ως όπλα – δηλαδή, το χρονικό διάστημα που παραμένουν σε ισχύ μετά την διάδοσή τους - κυμαίνεται από λεπτά της ώρας έως εβδομάδες. Το σαρίν, ο παράγοντας που χρησιμοποιήθηκε στην πιο πρόσφατη επίθεση στην Συρία, παραμένει θανατηφόρο για 30 λεπτά έως 24 ώρες, ανάλογα με τις ατμοσφαιρικές συνθήκες. Άλλες χημικές ουσίες, συμπεριλαμβανομένου του χημικού VX, που κυρίως χρησιμοποιείται ως υγρό και εξατμίζεται αργά, μπορεί να διαρκέσει μέχρι και ένα μήνα.