Πού χάθηκαν οι Κινέζοι εργαζόμενοι; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πού χάθηκαν οι Κινέζοι εργαζόμενοι;

Η έλλειψη εργατικού δυναμικού στην Κίνα και το τέλος τού Panda Boom

Κατά την δημογραφική έκρηξη της Κίνας, η διατήρηση της αύξησης των θέσεων εργασίας ήταν ύψιστη προτεραιότητα της κυβέρνησης. Η επαγγελματική ασφάλεια, τα δικαιώματα συλλογικής διαπραγμάτευσης, και άλλες δαπανηρές πολιτικές προστασίας τής εργασίας ήταν πολύ λιγότερο σημαντικές, και αγνοούνταν με συνοπτικές διαδικασίες. Αυτό άρχισε να αλλάζει λίγο με το κινεζικό Εργατικό Δίκαιο των Συμβάσεων του 2008, την βάση ενός ευρύτερου πακέτου εργασιακών ρυθμίσεων που ενίσχυε την προστασία των εργαζομένων από τις απολύσεις, την υποχρέωση των εργοδοτών να διαπραγματεύονται για τους μισθούς και τα επιδόματα με τα ελεγχόμενα από το κόμμα συνδικάτα, και παρείχε στους εργαζόμενους νέους τρόπους για να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους εναντίον των εργοδοτών στα δικαστήρια. Όταν θα εφαρμόζονταν πλήρως οι διατάξεις τού νόμου, εκτιμάτο ότι θα αυξανόταν το κόστος απασχόλησης των Κινέζων εργαζόμενων κατά 10-20%. Όμως, την στιγμή τής εφαρμογής τού νόμου, κανείς δεν έδωσε τόσο πολύ σημασία. Άλλωστε, εξακολουθούσαν να υπάρχουν περίπου 200 εκατομμύρια μετανάστες στις πόλεις, και εκατομμύρια ακόμη που περίμεναν να μετακινηθούν από τα χωράφια. Εφόσον η προσφορά θα παρέμενε άφθονη, ο παράδεισος του εργοδότη θα συνέχιζε να υπάρχει.

Μέχρι το 2010, ωστόσο, είχαν αρχίσει να εμφανίζονται ρωγμές. Έγιναν πιο ορατές με μια σειρά από άγριες απεργίες σε ξένα εργοστάσια οι οποίες έλαβαν μεγάλη δημοσιότητα εκείνο το έτος. Οι πολυεθνικές και οι Κινέζοι παραγωγοί είχαν μειώσει τους μισθούς κατά την διάρκεια της ύφεσης τού 2008-2009, και καθυστερούσαν να τους αυξήσουν όταν η παραγωγή είχε άρχισε να ομαλοποιείται τον επόμενο χρόνο - ακόμα και όταν ο πληθωρισμός είχε απογειωθεί ξαφνικά.

Ήταν ένα διπλό σοκ για τους ξένους εργοδότες. Πρώτον, είχαν σαστίσει που οι εργαζόμενοι είχαν το θάρρος να σταματήσουν την παραγωγή ενώ ήταν τόσο πρόσφατη η παρολίγον χρεοκοπία πολλών κατασκευαστών. Οι διευθυντές κατατρέχονταν ακόμη από τις μνήμες τού 2008, όταν η οικονομία ήταν τόσο χάλια που πολλοί ιδιοκτήτες στην πόλη Shenzhen είχαν φύγει κρυφά, μέσα στην νύχτα, από τα εργοστάσια, αφήνοντας πίσω απλήρωτους τους εργαζομένους τους. Δεύτερον, αυτές καθαυτές οι απεργίες που είχαν συμβεί, μετέβαλαν τις προκαταλήψεις που είχαν στα κεφάλια τους: η Κίνα δεν έπρεπε να έχει απεργίες.

Τα διψήφια ποσοστά μισθολογικών αυξήσεων έδωσαν τέλος στις απεργίες, αλλά δεν κατάφεραν να φέρουν πίσω την παλιά αγορά εργασίας. Οι εργοδότες εργοστασίων που άργησαν να εναρμονίσουν τις αυξήσεις των μισθών με την άνοδο τής αγοράς είδαν σύντομα τους εργαζομένους τους να φεύγουν. Μια ετήσια μείωση του εργατικού δυναμικού στο μισό ή και περισσότερο δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο σε ορισμένα εργοστάσια. Μετά από την προηγούμενη δεκαετία όπου οι μέσοι κινεζικοί μισθοί υστερούσαν της αύξησης του ΑΕΠ, αυξήθηκαν ταχύτερα από το ΑΕΠ το 2011 και το 2012, παράλληλα με μια τεράστια επιβράδυνση της οικονομίας στο σύνολό της.

ΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΗΡΘΑΝ, ΕΙΔΑΝ ΚΑΙ ΑΠΗΛΘΑΝ

Η πρόσφατη ξηρασία στην αγορά εργασίας έδειξε ότι είναι ανεπαρκής η συνήθης εξήγηση για το πώς λειτουργεί η κινεζική αγορά ανειδίκευτης εργασίας. Υπερεκτίμησε σημαντικά την ποσότητα της πλεονάζουσας εργασίας. Ειδικότερα, παρανόησε την δυναμική ενός μεγάλου αγροτικού εργατικού δυναμικού που θα μπορούσε εν δυνάμει να αποτελέσει εργατική δύναμη, όπως ήταν οι εσωτερικοί μετανάστες. Ήταν ευρέως αποδεκτό ότι οι Κινέζοι θα εγκατέλειπαν τα αγροκτήματα, θα έρχονταν στις πόλεις όπου θα ήταν πολύ πιο παραγωγικοί, το ΑΕΠ θα άνθιζε, και οι αμέτρητοι υποαπασχολούμενοι εργάτες που εξακολουθούσαν να εργάζονται στο ρελαντί στο αγρόκτημα δεν θα άφηναν τους μισθούς να αυξηθούν.

Αλλά αυτή η ιστορία αγνοεί την άβολη αλήθεια για το πώς λειτουργεί το κινέζικο εργατικό δυναμικό, ή τουλάχιστον πώς λειτουργούσε ιστορικά.

Πολλοί δυτικοί αδυνατούν να αναγνωρίσουν, για παράδειγμα, ότι το μέγεθος της κινεζικής αγοράς εργασίας περιορίζεται σημαντικά από τις κινεζικές προκαταλήψεις. Με βάση τα δυτικά πρότυπα, η Κίνα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα ρατσιστικό μέρος. Η απαγόρευση των διακρίσεων είναι μια ξένη νομική έννοια για τους Κινέζους εργοδότες. Κατά την προηγούμενη δεκαετία τής αδυσώπητης ανάπτυξης , πολλά εργοστάσια προσελάμβαναν ως εργάτες μόνο γυναίκες Χαν κάτω από την ηλικία των 25 ετών, επειδή πιστεύεται ότι είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμες από τους άνδρες και πιο ενεργητικές από τους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας. Για τους εσωτερικούς μετανάστες ηλικίας άνω των 40, η εξεύρεση εργασίας ήταν εκθετικά πιο δύσκολη από ό,τι ήταν για τους νεότερους μετανάστες (και μερικές φορές αδύνατη). Με βάση τις προτιμήσεις των εργοδοτών, αν κάποιος ήθελε να κατανοήσει την πραγματική προσφορά εν δυνάμει εργασίας για τα κινεζικά εργοστάσια, δεν θα ήταν ρεαλιστικό να συμπεριλάβει πολλούς εν δυνάμει εργαζόμενους στην ηλικία των 40 ή των 50.

Οι αναλυτές υπερεκτίμησαν το ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό, και από μια άλλη σημαντική άποψη. Είναι αλήθεια ότι, κατά την τελευταία δεκαετία, αποφοίτησαν από τα γυμνάσια εκατομμύρια μαθητών που θα μπορούσαν να έχουν πάει κατευθείαν στην δουλειά. Αλλά πολλοί από αυτούς επέλεξαν να πάνε στο κολέγιο και όχι σε εργοστάσια και εργοτάξια. Από το 2000 έως το 2010, ο αριθμός των νέων ανθρώπων που ενεγράφησαν σε προγράμματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και όχι στο εργατικό δυναμικό μετά από το γυμνάσιο τριπλασιάστηκε, από 2,2 εκατ. σε 6,6 εκατ. Με τόσους πολλούς νέους ανθρώπους απορροφημένους στα βιβλία, η συνήθης κρισάρα για να προσληφθεί κανείς σε ένα εργοστάσιο έγινε λιγότερο αυστηρή.