Υπάρχει μια Ουκρανία; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Υπάρχει μια Ουκρανία;

Γιατί ο ουκρανικός εθνικισμός δεν έχει ιστορική βάση

Παρά τις εικόνες από τα γκρεμισμένα αγάλματα, η λέξη «επανάσταση» δεν ήταν ποτέ η πιο σωστή για να περιγράψει κάποιος τα πρόσφατα γεγονότα στο Κίεβο. Η Ουκρανία, στο κάτω-κάτω, υπήρχε και πριν. Στο επίκεντρο του σημερινού αγώνα τής χώρας είναι η αντίστασή της σε οποιαδήποτε «στρατηγική εταιρική σχέση» με την Ρωσία και η αντίληψή της για την Ευρώπη ως έναν δυνητικό οικονομικό και πολιτικό σωτήρα από διεφθαρμένες κυβερνήσεις. Αλλά, οι εντάσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης - τόσο ψυχολογικά όσο και γεωγραφικά - είναι βαθιά ριζωμένες στην εθνική ταυτότητα της Ουκρανίας. Οι Ουκρανοί που ανησυχούν περισσότερο για το μέλλον τής χώρας τους καλά θα κάνουν να αναγνωρίσουν την εγγενή ευπάθεια αυτής τής ταυτότητας. Η αρχική γενιά Ουκρανών εθνικιστών υπέφερε ακριβώς επειδή απέτυχε να το πράξει.

Πριν από τον εικοστό αιώνα, δεν υπήρχαν «Ουκρανοί» - τουλάχιστον όχι με την επίσημη έννοια του όρου. Η τσαρική Ρωσία έχτισε την εθνική της ταυτότητα στην ιδέα τής σλαβικής ενότητας, της οποίας η Ουκρανία ήταν ένα θεμελιώδες και αναπόσπαστο τμήμα. Η Ρωσία εξακολουθεί να έλκει την ορθόδοξη κληρονομιά της από τους Ρως τού Κιέβου, την χαλαρή συνομοσπονδία των σλαβικών ηγεμονιών που έπεσε στα χέρια των Μογγόλων στον δέκατο τρίτο αιώνα. Κυριαρχούμενο από τους Λιθουανούς και τους Πολωνούς, από τον δέκατο τέταρτο ως τον δέκατο έκτο αιώνα, και κατακλυσμένο από Κοζάκους τον δέκατο έβδομο, το μεγαλύτερο μέρος τής περιοχής εντάχθηκε στην αναδυόμενη Ρωσική Αυτοκρατορία μετά από 30 χρόνια μαχών μεταξύ τής Ρωσίας, της Πολωνίας, των Τούρκων και των Κοζάκων για τον έλεγχο των εύφορων εδαφών της. Όμως, η περιοχή στα δυτικά τού ποταμού Δνείπερου (ο οποίος περνά μέσα από το Κίεβο) παρέμεινε στους Πολωνούς. Μετά την διχοτόμηση της Πολωνίας στις τελευταίες δεκαετίες τού δέκατου όγδοου αιώνα, οι δυτικές περιοχές (όπου ο Καθολικισμός είχε αποκτήσει κάποια βάση) χωρίστηκαν μεταξύ τής Ρωσίας και της Αυστρίας.

Ο δυτικός πληθυσμός υπό την αυστριακή εξουσία ονομάστηκε «Ruthenian» (παραφρασμένα λατινικά για την λέξη «ρωσικός»). Στα κεντρικά και ανατολικά εδάφη, ο πληθυσμός κατηγοριοποιήθηκε ως «μικροί Ρώσοι» από το τσαρικό κράτος (το οποίο είχε καταστήσει παράνομη την εκτύπωση της λέξης «Ουκρανία»). Σε πολλές από τις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές τής επικράτειας, υπήρχε τόσο μεγάλη εθνοτική ανάμειξη που ήταν δύσκολο να ριζώσει στη λαϊκή συνείδηση οτιδήποτε περισσότερο από μια τοπική μορφή ταυτότητας . «Αν κάποιος ζητήσει να μάθει από τον μέσο αγρότη στην Ουκρανία την ιθαγένειά του», παρατηρούσε ένας Βρετανός διπλωμάτης το 1918, «θα απαντήσει ότι είναι ελληνορθόδοξος. Εάν πιεστεί να πει αν είναι ένας Μέγας Ρώσος, ένας Πολωνός ή ένας Ουκρανός, πιθανότατα θα απαντήσει ότι είναι ένας χωρικός. Και αν κάποιος επέμενε να μάθει ποια γλώσσα μιλούσε, θα του έλεγε ότι μιλά “την τοπική γλώσσα”».

Η χώρα που σήμερα ονομάζουμε Ουκρανία ήταν ένα δημιούργημα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου - ο οποίος κατέστρεψε την ρωσική και την αυστριακή αυτοκρατορία - αλλά οι άνθρωποί της δεν αποκλήθηκαν Ουκρανοί μέχρι να κερδηθεί η ανεξαρτησία. Διαιρεμένη εσωτερικά από την γλώσσα και την θρησκεία σε όλον τον δέκατο ένατο αιώνα, η Ουκρανία ήταν λιγότερο ένα έθνος και περισσότερο μια έκφραση των γεωπολιτικών διαιρέσεων που αναδείχθηκαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένα ουκρανικό εθνικιστικό κίνημα όντως άρχισε να αναδύεται πριν από τον πόλεμο, αλλά περιορίστηκε στις αστικής παιδείας τάξεις οι οποίες επεδίωκαν να προωθήσουν την δική τους ουκρανική γλώσσα στα σχολεία και την δημόσια ζωή μέσω εφημερίδων και βιβλίων γραμμένων στην μητρική γλώσσα.

Οι εθνικιστές τελικά δημιούργησαν μια μάζα ακολούθων συνδυάζοντας τις εκκλήσεις για αναδιάρθρωση της γης με απαιτήσεις για καθιέρωση της μητρικής γλώσσας και πολιτικών δικαιωμάτων, που θα επέτρεπαν στους Ουκρανούς να αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση στα σχολεία, τα δικαστήρια και την πολιτική εκπροσώπηση. Αλλά, αυτή η εθνική επανάσταση, η οποία εξερράγη το 1917, αποδείχθηκε αδύνατο να διατηρηθεί ενόψη της ρωσικής αντίστασης. Το κίνημα σύντομα έφθασε να εξαρτάται από την βοήθεια ξένων δυνάμεων, όπως η Γερμανία και η Αυστρία, που ήταν πρόθυμες να βοηθήσουν τους εθνικιστές να επιτύχουν την ανεξαρτησία τής Ουκρανίας, προκειμένου να ελέγξουν αυτό το αδύναμο νέο κράτος και να το χρησιμοποιήσουν στον πόλεμο κατά της Ρωσίας.

Η Ουκρανία κέρδισε την ανεξαρτησία της από την Σοβιετική Ρωσία, χάρη στην ήττα τής Γερμανίας από την Σοβιετική Ρωσία και την Συνθήκη τού Μπρεστ-Λιτόφσκ. Αλλά αυτή ήταν μια φτωχή μορφή ανεξαρτησίας, καθώς εξαρτάτο σε μεγάλο βαθμό στην γερμανική προστασία και αφορούσε σε ένα φιλογερμανικό κράτος-μαριονέτα που επέτρεπε στους στρατούς τού kaiser να επωφελούνται από τα πλούσια αποθέματα τροφίμων. Μετά την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων κατά το τέλος τού πολέμου, η χώρα κατακλύστηκε από πολωνικές δυνάμεις, τους υποστηριζόμενους από την Δύση «Λευκούς στρατούς», αναρχικές ομάδες αγροτών και τον Κόκκινο Στρατό. Οι εθνικιστές τής Ουκρανίας είχαν την ασθενέστερη θέση στην χώρα έναντι όλων των άλλων.

Το 1921, οι Μπολσεβίκοι εξήλθαν νικητές από τον ρωσικό εμφύλιο πόλεμο, και η Ουκρανία αναγκάστηκε να ενθυλακωθεί και πάλι. Με την Σοβιετο-Πολωνική Συνθήκη τής Ρίγας, η Ουκρανία έχασε την ανεξαρτησία της και βρέθηκε να κατανέμεται μεταξύ της Σοβιετικής Ρωσίας και της Πολωνίας. Και έχοντας ταχθεί στο πλευρό των Γερμανών και των Πολωνών εναντίον των Σοβιετικών, οι Ουκρανοί οι οποίοι παρέμειναν στο σοβιετικό έδαφος διαχωρίστηκαν ώστε να τιμωρηθούν. Ο Ιωσήφ Στάλιν ιδίως, δεν συγχώρησε ποτέ τους Ουκρανούς για το κίνημα υπέρ τής ανεξαρτησίας τους κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου: Καμία άλλη σοβιετική δημοκρατία δεν υπέφερε τόσο πολύ από τις πολιτικές του, ειδικά από την βίαιη εκστρατεία τής γεωργικής κολεκτιβοποίησης, η οποία έληξε με τον λιμό των αρχών τής δεκαετίας τού 1930, και που τώρα αναγνωρίζεται πλέον από τα Ηνωμένα Έθνη ως πράξη γενοκτονίας ενάντια στους Ουκρανούς καθ’ όλα της τα χαρακτηριστικά εκτός από τον χαρακτηρισμό της ως τέτοιας.

Η Ουκρανία, όταν το 1991 αποσπάστηκε από την Σοβιετική Ένωση, ήταν λίγο πιο ενωμένη ή συνεκτική ως έθνος από τότε που είχε εισέλθει στην ΕΣΣΔ ως σοβιετική σοσιαλιστική δημοκρατία, το 1922. Τα σύνορά της με την Ρωσία και την Λευκορωσία ήταν σε πολλές περιπτώσεις αυθαίρετα και μπερδεμένα. Ο Σοβιετικός ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ, δημιούργησε μια επιπλέον επιπλοκή, όταν μεταβίβασε την Κριμαία από την Ρωσία στην Ουκρανία το 1954. Συσκευασμένο ως δώρο τής «σοβιετικής φιλίας» στην πατρίδα του την Ουκρανία, όπου ο Χρουστσόφ είχε προεδρεύσει για μεγάλο διάστημα της τρομοκρατίας στην δεκαετία τού 1930, η μεταβίβαση παραμένει ένα αγκάθι στις σχέσεις τής Μόσχας με το Κίεβο, γιατί ο ρωσικός στόλος εξακολουθεί να ελιμενίζεται σε αυτήν την στρατηγική χερσόνησο της Μαύρης Θάλασσας.

Πάνω απ’ όλα, η χώρα διαιρείται μεταξύ εκείνων που προσβλέπουν στην Ευρώπη για τις αξίες και τα ιδανικά τους - κυρίως νεαροί που μιλούν ουκρανικά στις δυτικές και κεντρικές περιοχές - και των πιο ηλικιωμένων ρωσόφωνων στις βιομηχανικές ανατολικές περιοχές και την Κριμαία, που προτιμούν να διατηρήσουν τις παλιές σχέσεις με την Ρωσία. Μια δημοσκόπηση που διενεργήθηκε το Νοέμβριο του 2013 από το Διεθνές Ινστιτούτο Κοινωνιολογίας τού Κιέβου έδειξε υψηλά επίπεδα στήριξης για την τελωνειακή ένωση μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία (64%), μέτρια επίπεδα στήριξης στην κεντρική Ουκρανία (29 %), και τα χαμηλότερα επίπεδα στα δυτικά (16%). Ένα δημοψήφισμα σχετικά με το εάν η χώρα θα πρέπει να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση ακολούθησε το αντίστροφο μοτίβο: 66% υπέρ στα δυτικά, 43% στο κέντρο, και μόνο το 18% στα ανατολικά.

Θα ήταν δύσκολο να υποστηριχθεί ότι το μέλλον τής Ουκρανίας βρίσκεται στην Ανατολή. Βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, οι Ουκρανοί δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά να αποκοπούν από την Ρωσία, η οποία ελέγχει τον ενεργειακό εφοδιασμό τους, κατέχει το μεγαλύτερο μέρος τού χρέους τους, και έχει ισχυρούς δεσμούς με τις βιομηχανίες τους. Αλλά μακροπρόθεσμα, η Ευρώπη είναι η καλύτερη ελπίδα που οι έχουν Ουκρανοί για καλή διακυβέρνηση και οικονομικό εκσυγχρονισμό - για τον «κανονικό» τρόπο ζωής που φαίνεται να είναι η κατευθυντήρια έμπνευση της αντιπολίτευσης στις διαδηλώσεις. Η Ρωσία μπορεί να προσφέρει μόνο νοσταλγία για το παρελθόν, όχι την υπόσχεση για ένα καλύτερο μέλλον.

Αλλά οι Ουκρανοί εθνικιστές καλά θα κάνουν να θυμούνται ότι το ευρωπαϊκό όνειρό τους είναι ακριβώς αυτό - ένα όνειρο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμφίβολα βλέπει με συμπάθεια τα ουκρανικά αιτήματα για πολιτικές μεταρρυθμίσεις, και τούτο είναι σίγουρα ένα σημαντικό βήμα: η Ουκρανία έχει υπηρετηθεί άσχημα από διεφθαρμένους πολιτικούς για πάρα πολύ καιρό. Αλλά οι Βρυξέλλες είναι απίθανο να δεσμευτούν στα μεγαλειώδη οράματα κάποιων Ουκρανών. Δεν θα υπάρξουν ταξίδια χωρίς βίζα για τους Ουκρανούς, πόσω μάλλον η ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ. Η Ουκρανία είναι πολύ μεγάλη και πολύ φτωχή για να την απορροφήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Ουκρανοί που είναι δύσπιστοι έναντι της Ευρώπης δεν κάνουν λάθος να πιστεύουν ότι η Ευρώπη σκέπτεται ως επί το πλείστον τα δικά της συμφέροντα όταν στηρίζει τους διαδηλωτές στο Κίεβο.

Με δεδομένο το πόσο διχασμένη είναι η Ουκρανία σε αυτά τα ζητήματα - και πόσο ασύμβατες είναι οι επιθυμίες τής Ρωσίας με εκείνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – η Ουκρανία θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο να βασιστεί σε προηγούμενα από άλλα μέρη τής Ανατολικής Ευρώπης: να αποφασίσει για την τύχη τής χώρας με δημοψήφισμα. Η διάσπαση της Τσεχοσλοβακίας, το λεγόμενο βελούδινο διαζύγιο, το 1993 ήταν ως επί το πλείστον ένας φιλικός διαχωρισμός που κυρώθηκε, και έτσι νομιμοποιήθηκε, από τους ίδιους τους πολίτες τής χώρας. Οι πολιτικοί τής Ουκρανίας θα μπορούσαν ομοίως να επιτρέψουν στον πληθυσμό να αποφασίσει την βασική πορεία τής εξωτερικής πολιτικής τής χώρας. Θα είναι μια μπερδεμένη διαδικασία, και θα υπάρξουν πολλοί που θα υποστηρίζουν ευλόγως ότι η ουκρανική ταυτότητα συνίσταται ακριβώς στην διατήρηση κάποιας σχέσης και με την Ανατολή και με την Δύση. Αλλά, μια εξωτερική πολιτική μέσω δημοψηφίσματος θα ήταν προτιμότερη από την οριστική διχοτόμηση της Ουκρανίας, η οποία μοιάζει όλο και περισσότερο πιθανή. Και δεδομένης της τραγικής ιστορίας τής Ουκρανίας στον εικοστό αιώνα, είναι βέβαιο ότι θα ήταν προτιμότερη κι από μια λύση που θα επιβληθεί από κάποια εξωτερική δύναμη.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/140560/orlando-figes/there-is-no-...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr