Γιατί η Κίνα πρέπει να αναμορφώσει το κράτος | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η Κίνα πρέπει να αναμορφώσει το κράτος

Τα δεδομένα μετά την Τρίτη Ολομέλεια του Κόμματος
Περίληψη: 

Στον πρόσφατο μεταρρυθμιστικό γύρο, η Κίνα αντικατέστησε την λέξη «βασικός» με την λέξη «αποφασιστικός» για να περιγράψει τον ρόλο των αγορών στην οικονομία της. Αν και αυτό είναι ένα σημαντικό επίτευγμα, θα ήταν λάθος να πιστεύουμε ότι είναι τελειωτικό.

Ο EVAN A. FEIGENBAUM είναι αντιπρόεδρος στο Ινστιτούτο Paulson στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Ο DAMIEN MA είναι συνεργάτης του Ινστιτούτου Paulson.

Στις αρχές Νοεμβρίου, καθώς το Πεκίνο προετοιμαζόταν για την Τρίτη Ολομέλεια του Κομμουνιστικού Κόμματος, την υψηλού επιπέδου διάσκεψη που θα αποφασίσει τις σημαντικές πολιτικές για την επόμενη δεκαετία, ο πρόεδρος Xi Jinping φάνηκε να αυξάνει σκόπιμα τις προσδοκίες για σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Μίλησε για «ολοκληρωμένο» σχέδιο μεταρρυθμίσεων και επικαλέστηκε τον Deng Xiaoping, τον άνθρωπο που άλλαξε την ιστορία με την αναδόμηση της οικονομίας και της πολιτική τής Κίνας σε μια προηγούμενη Τρίτη Ολομέλεια, το 1978.

Ωστόσο, μόλις ολοκληρώθηκε η Ολομέλεια και το κόμμα κυκλοφόρησε το αρχικό ανακοινωθέν της, οι παρατηρητές κατέκριναν την συνάντηση ως μια αποτυχία [1]. Οι αγορές υποχώρησαν. Ο δείκτης Hang Seng στο χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ υποχώρησε 1,9%, στο χαμηλότερο επίπεδο σε διάστημα δέκα εβδομάδων. Ο δείκτης Shanghai Composite έχασε 1,8%. Πολλοί σχολιαστές υποστήριξαν ότι οι ηγέτες τής Κίνας, αντιμέτωποι με την πρώτη μεγάλη δοκιμασία τους, ήταν απρόθυμοι - ή αλλιώς πάρα πολύ δειλοί - να προχωρήσουν στις σαρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις που είχε υποσχεθεί ο Xi.

Στη συνέχεια, όμως η ετυμηγορία απότομα μετατοπίστηκε με την δημοσιοποίηση ενός εγγράφου με 60 αποφάσεις, το οποίο παρουσίαζε μια σαρωτική ατζέντα οικονομικών μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει νέες δεσμεύσεις για την χρηματοπιστωτική φιλελευθεροποίηση, την επιδιόρθωση στο δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας της Κίνας, νέα μέτρα προστασίας των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τής αγοράς. Στην Ασία, οι αγορές εκτοξεύθηκαν προς τα πάνω.

Διάφοροι παράγοντες εξηγούν αυτή την γρήγορη ταλάντευση από την απαισιοδοξία στην ευφορία, εις εκ των οποίων είναι ο ασταθής συνδυασμός των υψηλών προσδοκιών για την Κίνα (ως την δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου) και του βαθέος κυνισμού σχετικά με τις προθέσεις της κινεζικής ηγεσίας και την πολιτική της βούληση να ξεπεράσει κατεστημένα συμφέροντα που αντιτίθενται στην μεταρρύθμιση. Πολλοί περιμένουν από το Πεκίνο να αλλάξει το επενδυτικό αναπτυξιακό μοντέλο του σε ένα άλλο που να βασίζεται στην κατανάλωση και την καινοτομία. Και πολλοί θα συνεχίσουν, ως εκ τούτου, να βλέπουν αυτό που θέλουν να δουν στο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Ολομέλειας - τόσο τις υποσχέσεις όσο και τις αδυναμίες του.

Αλλά είναι πολύ σημαντικό να αξιολογήσουμε την δέσμευση της Ολομέλειας για τις μεταρρυθμίσεις απέναντι στις πραγματικότητες της πολιτικής οικονομίας τής Κίνας και τους στόχους τής ίδιας τής κινεζικής κυβέρνησης. Και, από αυτή την άποψη, η Ολομέλεια έχει αναζωογονήσει μια διαδικασία μεταρρύθμισης που, εν καιρώ, θα κάνει την κινεζική οικονομία πιο ανθεκτική, δυναμική και βιώσιμη.

ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ

Έχοντας περάσει ένας μήνας, είναι δυνατόν να γίνει κανείς πιο στοχαστικός για την Ολομέλεια, τι έκανε και τι δεν μπόρεσε να επιτύχει.

Η κύρια εννοιολογική συμβολή τής συνάντησης ήταν να αντικατασταθεί η λέξη «βασική» με την λέξη «αποφασιστική» στην 60-σημείων «Απόφαση επί Σημαντικών Θεμάτων που Αφορούν την Διεξοδική Εμβάθυνση των Μεταρρυθμίσεων [2]» για να περιγράψει τον ρόλο τής αγοράς στην κατανομή των πόρων. Με αυτή την αλλαγή, είναι πλέον σαφές ότι η κινεζική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να επιδιώξει και να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που βασίζονται στην αγορά, περίπου όπως είχαμε προβλέψει στο Foreign Affairs πριν από μερικούς μήνες [3]. Από τη σκοπιά τού Πεκίνου, αυτό είναι μια πνευματική επανάσταση, διότι σημαίνει ότι οι Κινέζοι ηγέτες είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην αγορά να έχει μεγαλύτερο ρόλο σε τμήματα της οικονομίας που, μέχρι σήμερα, ως επί το πλείστον ρυθμίζονταν από το κράτος. Ένα παράδειγμα είναι η κατανομή τού κεφαλαίου, το οποίο έχει συγκεντρωθεί σε κρατικές τράπεζες ή σε κανάλια άτυπου δανεισμού. Η Ολομέλεια δεσμεύθηκε να προωθήσει τον επίσημο ρόλο των ιδιωτικών κεφαλαίων.

Παρ’ όλα αυτά, αν και αυτή η πρόοδος είναι σημαντική, θα ήταν λάθος να πιστεύουμε ότι είναι τελεσίδικη: για να γίνει η αγορά αποφασιστικός παράγων, το κράτος πρέπει να υποχωρήσει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το ζήτημα του ρόλου τού κράτους θα καθορίσει ένα μεγάλο μέρος τής μεταρρυθμιστικής πρόκλησης που βρίσκεται ενόψει. Ο πρωθυπουργός τής Κίνας, Li Keqiang, έχει κηρύξει τον πόλεμο στα ισχυρά «κατεστημένα συμφέροντα» που αντιτίθενται στις μεταρρυθμίσεις υπέρ τής αγοράς. Αλλά, το μεγαλύτερο κατεστημένο συμφέρον στην κινεζική οικονομία είναι, στην πραγματικότητα, το ίδιο το κράτος.

Έτσι, το Πεκίνο πρέπει να αλλάξει την σχέση τού κράτους, όχι μόνο με την οικονομία αλλά και με την κινεζική κοινωνία και τους πολίτες. Με απλά λόγια, το κράτος πρέπει να κάνει την μετάβαση από μια «διοικητική» κατάσταση σε μια «κανονιστική» - με άλλα λόγια, πρέπει να γίνει περισσότερο ένας επιδιαιτητής μεταξύ ανταγωνιστικών συμφερόντων παρά ενεργός συμμετέχων σε μια οικονομία η οποία αυτοδιαιτητεύεται.

Τίποτε από αυτά δεν θα είναι εύκολο να γίνει. Ακόμα και μετά από 35 χρόνια οικονομικών μεταρρυθμίσεων, οι ιδεολόγοι παραμένουν. Ενστικτωδώς δεν εμπιστεύονται τις δυνάμεις τής αγοράς και εξακολουθούν να προτιμούν να χειρίζεται και να ελέγχει την αγορά η κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα της Ολομέλειας υποδηλώνει ότι το κράτος πρέπει να παραιτηθεί από τέτοιους ρόλους αν πρόκειται να ισχύσουν πολλές από τις μεταρρυθμίσεις.

Πάρτε τις τιμές - ένα θεμελιώδες σημάδι στην αγορά για την σχέση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Στην Κίνα, τρεις σημαντικές τιμές ελέγχονται από το κράτος ή έχουν υπήρξαν αντικείμενο συχνών παρεμβάσεων από Κινέζους γραφειοκράτες: η συναλλαγματική ισοτιμία (η τιμή τού κινεζικού γουάν σε σχέση με άλλα νομίσματα), το επιτόκιο (με απλούστερα λόγια, η τιμή τού χρήματος) και η ενέργεια και οι τιμές των πόρων (τιμές εισροών).