Pax Americana ή τρίτη Ιντιφάντα; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Pax Americana ή τρίτη Ιντιφάντα;

Καρκινοβατούν οι ειρηνευτικές συνομιλίες Ισραήλ - Παλαιστινίων

Μια τέτοια λύση, όμως, βρίσκει αντίθετη την ισραηλινή ηγεσία, η οποία με αυτόν τον τρόπο καλείται να αποδεχθεί μια ξένη κυριαρχία στο κέντρο τής πρωτεύουσας του κράτους. Επιπροσθέτως καλείται το Ισραήλ να αποδεχθεί ότι τοποθεσίες θρησκευτικής και εθνικής σημασίας, μεταξύ των οποίων το Τείχος των Δακρύων, θα πάψουν να αποτελούν ισραηλινό έδαφος, και δη αμαχητί – γεγονός το οποίο καμία ισραηλινή πολιτική δύναμη δεν διανοείται να αποδεχθεί. Αντίστοιχη διστακτικότητα εκφράζεται και από την παλαιστινιακή πλευρά, η οποία καλείται να αποδεχθεί ότι τα σύνορα του 1967 δεν θα επανισχύσουν επακριβώς όχι μόνο στην Δυτική Όχθη, αλλά ούτε και στην Ιερουσαλήμ αφ΄ ενός, και αφ' ετέρου είναι αδύναμη να αντέξει τόσο την σίγουρη κατακραυγή τής παλαιστινιακής κοινής γνώμης στην Δυτική Όχθη όσο και την εμπρηστική ρητορική που οπωσδήποτε θα προέλθει από την Χαμάς.

Ένα δεύτερο πολύ σημαντικό σημείο των φερόμενων αμερικανικών προτάσεων για τελική διευθέτηση του ζητήματος είναι ο λεγόμενος «αμιγής εθνικός χαρακτήρας» των δύο κρατών - του αμιγώς εβραϊκού Ισραήλ και της αμιγώς αραβικής Παλαιστίνης, με αμοιβαία αναγνώριση της εθνικής τους ομογένειας. Ενώ από ισραηλινής πλευράς αυτό το δεδομένο επιλύει το πρόβλημα της δημογραφικής αύξησης του αραβικού πληθυσμού εντός τής ισραηλινής επικράτειας, οι ισραηλινοί πολίτες αραβικής καταγωγής θα κληθούν είτε να εγκαταλείψουν τις εστίες τους παρά την θέλησή τους είτε να αποδοθούν στο μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος εκτάσεις που σήμερα ανήκουν στην ισραηλινή επικράτεια και κατοικούνται από συμπαγείς αραβικούς πληθυσμούς. Άγνωστη παραμένει και η τύχη των ισραηλινών πολιτών αραβικής καταγωγής που διαμένουν σε μεγάλα ισραηλινά αστικά κέντρα, όπως στην Γιάφα, στην Χάιφα, στην Άκκο -πιθανότατα οι διευθετήσεις αυτές να εφαρμοσθούν και επί των Αράβων κατοίκων τής ευρύτερης περιφέρειας της Ιερουσαλήμ. Ενώ η ισραηλινή κοινή γνώμη είναι προετοιμασμένη ψυχολογικά για μελλοντική εκκένωση των εβραϊκών εποικισμών που βρίσκονται στην Δυτική Όχθη, δεν συμβαίνει το ίδιο και για τους ισραηλινούς πολίτες αραβικής καταγωγής που δεν θα επιθυμούσαν να εφαρμοσθεί μια λύση «ανταλλαγής πληθυσμών» κατά τα πρότυπα της ελληνοτουρκικής διευθέτησης μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Αντιστοίχως, ούτε η παλαιστινιακή ηγεσία δεν επιθυμεί να συμφωνήσει με έναν τέτοιον όρο, ο οποίος στην ουσία θα τερμάτιζε οριστικά την αραβική παρουσία στα μεσογειακά παράλια και στο βόρειο Ισραήλ, και θα την εξέθετε ανεπανόρθωτα στην ηγεσία τής Χαμάς, στην παλαιστινιακή διασπορά και στον αραβικό κόσμο εν γένει.

Τρίτο και τελευταίο σημείο που φέρεται να συζητείται έντονα είναι οι όροι και οι προϋποθέσεις παραμονής ισραηλινών στρατευμάτων στην μεθόριο μεταξύ Δυτικής Όχθης και Ιορδανίας. Παρά το ατυχές προηγούμενο του ανάλογου στρατιωτικού θύλακα που είχε υπάρξει μεταξύ Γάζας και Αιγύπτου, οι Ισραηλινοί θεωρούν ότι με την δημιουργία ανάλογης στρατιωτικής «ζώνης συνοριακού ελέγχου» που θα διαχωρίζει την Δυτική Όχθη από την Ιορδανία, θα είναι δυνατή η αποτροπή εισαγωγής ανεπιθύμητου οπλισμού στο μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος. Και αυτό το σημείο όμως, προκαλεί σημαντικές διαφωνίες. Η παλαιστινιακή πλευρά υποστηρίζει ότι εάν εγκατασταθεί ισραηλινός στρατός στα ανατολικά σύνορα του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους, η Παλαιστίνη δεν θα είναι σε θέση να ελέγχει όντως τα σύνορά της -μετατρεπόμενη στην ουσία σε αραβικό θύλακα, περικυκλωμένο από το εβραϊκό κράτος-, ενώ παράλληλα οι ισραηλινοί καλούνται να αποδεχθούν χρονικούς περιορισμούς μιας τέτοιας μορφής στρατιωτικής παρουσίας, που τίθενται αυθαίρετα, δεδομένου ότι θα εξαρτώνται από μελλοντικούς και, ως εκ τούτου, απρόβλεπτους παράγοντες.

Κατόπιν των ανωτέρω, και ενώ οι πολιτικές ηγεσίες τόσο του Ισραήλ όσο και της Παλαιστινιακής Αρχής φαίνεται πως υπό τις παρούσες συνθήκες δεν είναι σε θέση να λάβουν τελικές αποφάσεις – γεγονός το οποίο έως ενός σημείου είναι απόλυτα κατανοητό-, οι ΗΠΑ επιθυμούν να κλείσουν το ζήτημα της διένεξης Ισραήλ-Παλαιστινίων το συντομότερο δυνατόν, προκειμένου να προωθήσουν τον δικό τους συνολικό σχεδιασμό ασφαλείας της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και τον νέο ενεργειακό και γεωπολιτικό χάρτη που τείνει να σχεδιασθεί. Οι δηλώσεις τού Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζων Κέρι περί τελικής λύσης τον Απρίλιο του 2014, ακούγονται ουτοπικές. Μέχρι τότε όμως, μια νέα Ιντιφάντα δεν θα μπορούσε να αποκλεισθεί, μιας και είναι παρατηρημένο πως οποτεδήποτε μια πολιτική λύση τού παλαιστινιακού προβλήματος πλησιάζει, οι ακραίες τάσεις ενδυναμώνονται εκατέρωθεν, περιπλέκοντας το σκηνικό ακόμα περισσότερο.

Η πρώτη Ιντιφάντα (1988-1994) άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια της στο παλαιστινιακό κίνημα, στον τρόπο που βλέπει η διεθνής κοινότητα και η κοινή γνώμη την αραβοϊσραηλινή διένεξη, ως επίσης και όσον αφορά την αντιμετώπιση της πραγματικότητας εκ μέρους τής ισραηλινής πολιτικής ηγεσίας καθ' όλη τη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν. Η δεύτερη Ιντιφάντα (2000-2005) εκτός από το να αποτελέσει επανάληψη της πρώτης, κατάφερε να κινητοποιήσει ενεργά τούς άλλοτε ψυχραιμότερους άραβες πολίτες τού Ισραήλ, εκπλήσσοντας δυσάρεστα την ισραηλινή πολιτική ηγεσία.

Οι πρόσφατες σποραδικές εκρήξεις βίας, οι συνέπειες των οποίων ακόμα δεν έχουν πλήρως εκτιμηθεί, δείχνουν πόσο εύκολα μετατρέπεται μια φαινομενικά ομαλή καθημερινότητα σε μια κατάσταση αναταραχής, που μπορεί να μην αποτελεί αντιγραφή τής πρώτης ή της δεύτερης Ιντιφάντα, αλλά θα διαιωνίζει τα σημερινά δυσδιάκριτα, πλην όμως υπαρκτά σύνορα, εν μέσω εστιών απρόβλεπτης έντασης – καθιστώντας το 2014 ακόμα μια απαισιόδοξη χρονιά.