Η επιτυχία των κυρώσεων
Οι κυρώσεις δεν έχουν αναγκάσει την Ρωσία να αποσυρθεί από την Ουκρανία, και για το λόγο αυτό, μερικοί τις θεωρούν αποτυχημένες. Στην πραγματικότητα, έχουν δουλέψει ακριβώς όπως έπρεπε, με αποτέλεσμα το ρούβλι να έχει αποδυναμωθεί, ο πληθωρισμός να έχει ανέβει και η ζήτηση των επενδυτών για ρωσικά αξιόγραφα να έχει σταματήσει. Έχουν, επίσης, προφανώς, σπρώξει τον Πούτιν σε συνομιλίες με την Δύση.
Ο TOM KEATINGE, πρώην επενδυτικός τραπεζικός στην J.P. Morgan, είναι αναλυτής χρηματοοικονομικών και ασφαλείας. Μπορείτε να τον ακολουθείτε στο Twitter @keatingetom.
Λοιπόν, πώς αυτές οι «χωρίς δόντια» κυρώσεις είχαν μια τέτοια μεγάλη ανταπόδοση; Ο λόγος είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας, αν και συχνά αποδίδεται στις ενεργειακές εξαγωγές της και την άνοδο των τιμών τού πετρελαίου κατά την τελευταία δεκαετία, δεν εξαρτάται μόνο από την ακριβή ενέργεια. Ήρθε και από την εμπιστοσύνη των επενδυτών, τον σταθερό τραπεζικό δανεισμό, τον δανεισμό στην αγορά ομολόγων, καθώς και τις τοποθετήσεις στο χρηματιστήριο. Η Ρωσία, σε αντίθεση με άλλους πρόσφατους στόχους οικονομικών κυρώσεων όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, είναι απόλυτα ενσωματωμένη στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά. Και αν η παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά χάσει την εμπιστοσύνη της στην Ρωσία, όλα αυτά θα εξαφανιστούν. Το υφέρπον καθεστώς κυρώσεων έχει ήδη δημιουργήσει αμφιβολίες στην οικονομική κοινότητα. Και αυτές οι αμφιβολίες κατά πάσα πιθανότητα θα γίνουν μόνο χειρότερες. Όπως παρατήρησε ο Ρώσος αναπληρωτής πρωθυπουργός Igor Shuvalov, η μεγαλύτερη ζημιά μπορεί να προέλθει όχι από τις ανακοινωθείσες κυρώσεις, αλλά από συγκεκαλυμμένες χρηματοοικονομικές δράσεις σε συνδυασμό με τον φόβο για το τι μπορεί να συμβεί μετά [9].
Με άλλα λόγια, δραστικά μέτρα, όπως η επιβολή κυρώσεων στην Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας ή η αποκοπή τής Ρωσίας από τα SWIFT, την διεθνή υπηρεσία ανταλλαγής οικονομικών μηνυμάτων, δεν είναι απαραίτητα. Οι τράπεζες που κοιτάζουν να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τις επενδύσεις τους, θα προχωρήσουν σε «αυτο-κυρώσεις» για να αποφύγουν κάθε κίνδυνο από την σχέση τους, όσο κι αν είναι εφαπτόμενη, με άτομα ή εταιρείες που μπήκαν στη μαύρη λίστα. Όπως παρατήρησε ο Lee Wolosky, ένας εταίρος στην Boies, Schiller & Flexner, σε πρόσφατο άρθρο του στο Foreign Affairs, στην περίπτωση του Ιράν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αποσύρθηκαν εθελοντικά [10] πριν να αποκτήσουν την νομική υποχρέωση να το πράξουν. Τις τελευταίες εβδομάδες αυτή η διαδικασία έχει ξεκινήσει και πάλι.
Λοιπόν, τι πρέπει να κάνει η Δύση για να κρατήσει ζωντανή την αβεβαιότητα σχετικά με τις ρωσικές τράπεζες; Θα είναι σημαντικό να κρατήσει τους επενδυτές και τους δανειστές να εικάζουν, γεγονός που θα περιορίσει την επιστροφή τής εμπιστοσύνης στις ρωσικές επενδύσεις. Οι κυρώσεις σε ιδιώτες καλά διασυνδεδεμένους με τον Πούτιν και την ρωσική οικονομία, έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές. Θα πρέπει να επαναληφθούν, όπως θα πρέπει να κάνει και η στρατηγικά επιλεγμένη επιβολή κυρώσεων στα επιχειρηματικά συμφέροντα αυτών των ατόμων. Ο στόχος δεν είναι να παγώσουν περιουσιακά στοιχεία ή ολόκληρες βιομηχανίες, αλλά να καταδειχθεί στην Ρωσία ότι αν θέλει να συνεχίσει να επωφελείται από την παγκόσμια οικονομία - η οποία την έχει βοηθήσει να ανακάμψει από την χρεοκοπία της την δεκαετία τού 1990 - θα πρέπει να συμμορφώνεται με τους παγκόσμια αποδεκτούς κανόνες συμπεριφοράς.
Κυρώσεις στην ενεργειακή βιομηχανία είναι περιττές. Η ανάπτυξη του αμερικανικού σχιστολιθικού φυσικού αερίου, η πιθανή κάλυψη των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου, η υιοθέτηση από την Ευρώπη πολιτικών μείωσης της εξάρτησης από την Ρωσία και η δημιουργία μεγαλύτερης ενεργειακής ανεξαρτησίας [11] (η Γερμανία επανεξετάζει την λαϊκιστική «Energiewende» [12] πολιτική της να κλείσει τους πυρηνικούς σταθμούς στον απόηχο της καταστροφής στην Fukushima τής Ιαπωνίας), και η αναμενόμενη επιστροφή τού Ιράν στην διεθνή αγορά ενέργειας, θα μειώσουν την ζήτηση και κατά συνέπεια τα έσοδα της Ρωσίας από εξαγωγές ενεργειακών προϊόντων. Με τις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου να βρίσκονται ήδη κοντά στην τιμή break-even για την Ρωσία, η ρωσική οικονομία πρόκειται να υποφέρει με ή χωρίς κυρώσεις.
Φυσικά, η οικονομική θέση τής Ρωσίας εξακολουθεί να είναι μακριά από το να θεωρηθεί επισφαλής. Διαθέτει 490 δισεκατομμύρια δολάρια σε συναλλαγματικά διαθέσιμα και χρυσό [13] στην Κεντρική της Τράπεζα. Αυτό είναι σίγουρα αρκετό για να στηριχθούν τράπεζες αποκομμένες από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές και το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, να στηριχθεί ένα νόμισμα που αποφεύγεται από τους επενδυτές και πιέζεται από την άνοδο του πληθωρισμού, και να κρατήσει στην ζωή μια οικονομία αποδυναμωμένη από την υποτονική ζήτηση των κύριων εξαγωγικών της προϊόντων. Αλλά η δύναμη του Πούτιν είναι στενά συνδεδεμένη με την ρωσική οικονομική επιτυχία, και ο ενδεχόμενος οικονομικός πόνος δεν θα περάσει απαρατήρητος.
Είτε από σχεδιασμό είτε (πιο πιθανό) από αναγκαιότητα, οι υφέρπουσες κυρώσεις τής Δύσης είναι αποτελεσματικές. Σπέρνουν αβεβαιότητα στο μυαλό των επενδυτών και εντείνουν τις πιέσεις στην «οικονομία Ποτέμκιν» τού Πούτιν [5]. Για το άμεσο μέλλον, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Κριμαία είναι χαμένη υπέρ τής Ρωσίας και ότι οι επιπτώσεις από τις κυρώσεις θα αποτελέσουν ήπιο πλήγμα για την παγκόσμια οικονομία. Αυτό που είναι πολύ λιγότερο σαφές είναι το κόστος που η Ρωσία είναι διατεθειμένη να πληρώσει για την ρεβανσιστική δράση της, ένα κόστος που θα καθοριστεί από την επιθυμία των δυτικών κυβερνήσεων να τροφοδοτήσουν την αυξανόμενη αβεβαιότητα και τον φόβο στην αγορά. Τελικά, όπως φαίνεται από την πυρετώδη διπλωματική δραστηριότητα της Μόσχας το Σαββατοκύριακο, ίσως αυτό που παρακολουθούμε είναι η έλευση μιας νέας εποχής οικονομικού πολέμου.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/141076/tom-keatinge/sanctions-score