Έρχεται καταιγίδα στη Μέση Ανατολή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Έρχεται καταιγίδα στη Μέση Ανατολή

Πώς οι νέες αντιπαλότητες μεταμορφώνουν το στρατηγικό τοπίο

Το άλλο στρατόπεδο, με επικεφαλής την Σαουδική Αραβία και άλλες μοναρχίες τού Κόλπου όπως το Κουβέιτ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και που υποστηρίζεται από την Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Ιορδανία, βλέπει αυτόν τον μετασχηματισμό ως απειλή. Αυτοί - οι παραδοσιακοί - πιστεύουν ότι ο εξισλαμισμός θα φέρει περαιτέρω κατακερματισμό σε ορισμένες χώρες, όπως το Ιράκ, τον Λίβανο και την Συρία, μεγάλη πολιτική αναστάτωση και κοινωνική διχόνοια σε άλλες, όπως η Αίγυπτος, και ενίσχυση των τζιχαντιστικών ομάδων σε ολόκληρη την περιοχή. Ευνοώντας μια πιο σταδιακή, διαχειρίσιμη και πολύ προσεκτική εξέλιξη της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, το παραδοσιακό στρατόπεδο βασίζεται σε στρατούς, μηχανισμούς ασφαλείας, μέσα ενημέρωσης και οικονομικά συμφέροντα, και άλλα κρατικά ή κρατικά υποστηριζόμενα θεσμικά όργανα για να επιβάλουν ένα μήνυμα εθνικής διαφύλαξης και να προστατεύσουν τις χώρες τους από την αναταραχή που εκτυλίσσεται σε ολόκληρη την περιοχή.

Η μάχη μεταξύ των δύο ομάδων αποτελεί ένα νέο είδος ανταγωνισμού στη Μέση Ανατολή. Οι προηγούμενοι ανταγωνισμοί μεταξύ Αράβων κοσμικών και ισλαμιστών (για παράδειγμα, μεταξύ του Νάσερ και της αιγυπτιακής Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην δεκαετία τού 1950, ή μεταξύ του καθεστώτος Άσαντ και της Αδελφότητας στα τέλη τού 1970 και στις αρχές τής δεκαετίας τού 1980) αφορούσαν χώρες και ειδικά καθεστώτα. Η αραβο-ισραηλινή διαμάχη, εν τω μεταξύ, ήταν κατά κύριο λόγο για εδάφη. Και ο αγώνας ανάμεσα στις κοσμικές αραβικές δημοκρατίες και τις μοναρχίες τού Κόλπου σε όλη την δεκαετία τού 1960 (όπως μεταξύ της Αιγύπτου τού Νάσερ και της Σαουδικής Αραβίας) περιστράφηκαν γύρω από την επιβίωση των ειδικών καθεστώτων. Αυτή η αναδυόμενη αντιπαράθεση δύο στρατοπέδων, ωστόσο, γίνεται σχετικά με την φύση και το μέλλον των κοινωνιών τής περιοχής, από την Βόρειο Αφρική μέχρι τον Κόλπο.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

Ο αγώνας μεταξύ των δύο στρατοπέδων θα καθοριστεί από τέσσερις παράγοντες. Ο πρώτος είναι το μέλλον τής Αιγύπτου. Με σχεδόν 90 εκατομμύρια ανθρώπους, η χώρα είναι ο τόπος τού ενός τρίτου τού συνόλου των Αράβων και, για δεκαετίες, υπήρξε πολιτιστικό επίκεντρο της περιοχής. Το πολιτικό Ισλάμ έχει ήδη διαμορφώσει την πολιτική τής Αιγύπτου μετά την πτώση τού προέδρου Μουμπάρακ, καθ’ όλο τον χρόνο τής προεδρίας Mohamed Morsi, και, από την ανατροπή τού Morsi το περασμένο καλοκαίρι, στην συνεχιζόμενη διαμάχη μεταξύ των αναδυόμενων εθνικιστών - και στον πυρήνα τους, το στρατιωτικό κατεστημένο - και των ισλαμιστών. Αλλά είναι πραγματικά η οικονομία τής Αιγύπτου που θα καθορίσει την πορεία της χώρας. Εάν η κυβέρνηση της Αιγύπτου, πιθανόν υπό την ηγεσία τού στρατάρχη Abdel Fattah El- Sisi που αναμένεται ευρέως να κερδίσει στις προεδρικές εκλογές τής 25ης και 26ης Μαΐου, μπορέσει τελικά να προωθήσει τις αδήριτα αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της περικοπής των δυσβάσταχτων δημόσιων επιδοτήσεων, χωρίς να χάσει την λαϊκή υποστήριξη διακινδυνεύοντας ένα νέο γύρο πολιτικής διαμαρτυρίας, τότε η Αίγυπτος θα μπορούσε να ανακτήσει το κύρος της ως παίκτης στην περιοχή και να ενισχύσει σημαντικά το δεύτερο στρατόπεδο. Αλλά αυτό είναι μια δύσκολη υπόθεση. Και αν αποτύχει, άλλος ένας γύρος αναταραχής θα καταδίκαζε το στρατόπεδο των παραδοσιακών.

Η δεύτερη μεταβλητή αφορά στο μέλλον τής Αλγερίας, της μεγαλύτερης και πλουσιότερης χώρα τής Βόρειας Αφρικής, σε μεγάλο βαθμό χάρη στον πλούτο της σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. (Η Αλγερία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος προμηθευτής ενέργειας της Ευρώπης). Το στρατιωτικό καθεστώς έχει αγοράσει χρόνο μέχρι να μπορέσει να βρει αντικαταστάτη για τον προβληματικό, ηλικιωμένο πρόεδρο Μπουτεφλίκα. Ο αντικαταστάτης του θα πρέπει να είναι αποδεκτός από τους στρατηγούς που ελέγχουν την χώρα για πάνω από τέσσερις δεκαετίες και να είναι διαλλακτικός με τους πολιτικούς ισλαμιστές που πολέμησαν το καθεστώς καθ’ όλη την δεκαετία τού 1990 σε έναν πόλεμο που στοίχισε 100.000 ζωές. Το καθεστώς εξακολουθεί να επιβιώνει εξαγοράζοντας διαφωνούντες και παίζοντας το χαρτί τού φόβου τής επιστροφής στην βία τής δεκαετίας τού 1990, ο οποίος αναγκάζει πολλούς Αλγερινούς να δεχθούν την έλλειψη πλουραλισμού με αντάλλαγμα την ειρήνη και την σταθερότητα. Όμως, αν και το καθεστώς τής Αλγερίας επιβίωσε άθικτο στο κύμα των διαμαρτυριών τού 2011, δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί αλεξίσφαιρο. Το αλγερινό πολιτικό Ισλάμ έχει εξελιχθεί πέρα από την ανταγωνιστική κοσμοθεωρία τής δεκαετίας τού 1990. Νέα αλγερινά ισλαμιστικά κόμματα θα μπορούσαν να αναδυθούν ως σοβαροί ανταγωνιστές τού στρατιωτικού καθεστώτος. Και με τους τεράστιους οικονομικούς πόρους τής Αλγερίας, κάτι τέτοιο θα δώσει στο ισλαμιστικό στρατόπεδο ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα.

Ο τρίτος παράγοντας είναι η Σαουδική Αραβία, όπου η βασιλική οικογένεια έχει στυλώσει τα πόδια της. Μια αυξανόμενη μεσαία τάξη που έχει ένα τεράστιο μερίδιο στην οικονομία - και εκτίθεται όλο και περισσότερο σε πολιτικά και κοινωνικά ρεύματα έξω από το συντηρητικό βασίλειο - έχει επιτέλους αρχίσει να απαιτεί πολιτική εκπροσώπηση. Εν τω μεταξύ, οι οικονομικές προοπτικές τής Σαουδικής Αραβίας επιδεινώνονται αργά. (Η χώρα αναμένεται να καταστεί καθαρός εισαγωγέας ενέργειας μέχρι το 2030). Μια υφεσιακή οικονομία, το μόνο που θα κάνει είναι να εμποδίσει την ικανότητα της βασιλικής οικογένειας να συνεχίσει να εξαγοράζει την υποστήριξη της μεσαίας τάξης μέσω της κοινωνικής πρόνοιας και των δημοσίων επιδομάτων. Οι απειλές μιας σιιτικής εξέγερσης χαμηλού επιπέδου στην ανατολική επαρχία τού βασιλείου, μιας ανανεωμένης μαχητικότητας σιιτών Χούθι στα σύνορα με την Υεμένη, ή ενός κινήματος διαμαρτυρίας των νεαρών, δυσαρεστημένων Σαουδαράβων, θα μπορούσε να διαβρώσει την εξουσία τής κυβέρνησης. Μια αποδυνάμωση του καθεστώτος τής Σαουδικής Αραβίας θα μπορούσε να υπονομεύσει το στρατόπεδο των παραδοσιακών εκτρέποντας τους πόρους και συρρικνώνοντας την βούληση των πιο ισχυρών και σίγουρων μελών του.