Η Ανατολική Ευρώπη διολισθαίνει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ανατολική Ευρώπη διολισθαίνει

Η δημοκρατία εξαφανίζεται στα νεότερα μέλη τής ΕΕ

Σήμερα, αυτό το παραμύθι έχει καταστεί αδύνατο για όλους να το αποδεχθούν στο σύνολό του, εκτός από τους πιο ρομαντικούς πιστούς. Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ παραμένει ελκυστική για πολλά μη μέλη, τα προβλήματα της Ένωσης με τα μέλη από την Ανατολική Ευρώπη έχουν πληθύνει τόσο πολύ που δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστούν ως θέμα ενός ή δύο σάπιων μήλων – κάτι που θα ήθελε να κάνει και η ευρωπαϊκή ελίτ, ούσα αντιμέτωπη με την κρίση τού ευρώ. Ο όρος που χρησιμοποιείται συνήθως για να περιγράψει τι συμβαίνει μεταξύ των νέων μελών - «οπισθοδρόμηση» - δεν είναι αρκετός για να αποτυπώσει τα πράγματα. Η λέξη αρχικά σήμαινε επιστροφή σε μια ζωή θρησκευτικών αμαρτιών ή αποκλίσεων. Αυτό που οι χώρες τής ανατολικής Ευρώπης βιώνουν σήμερα, όμως, δεν είναι καθόλου ένα απλό ολίσθημα ηθικής. Ούτε επιστρέφουν σε οποιαδήποτε γνωστή από πριν μορφή αυταρχισμού. Αντί για αυτά, κάτι νέο αναδύεται: μια μορφή ανελεύθερης δημοκρατίας, στην οποία τα πολιτικά κόμματα προσπαθούν να κατακτήσουν το κράτος είτε για ιδεολογικούς σκοπούς ή, πιο πεζά, για οικονομικό κέρδος. Ορισμένες χώρες τής ανατολικής Ευρώπης κινούνται προς ένα μοντέλο διακυβέρνησης που μοιάζει με αυτό του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Όπως και η Μόσχα, οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών είναι προσεκτικές στο να διατηρήσουν την δημοκρατική βιτρίνα τους με την πραγματοποίηση τακτικών εκλογών. Αλλά οι ηγέτες τους έχουν προσπαθήσει να διαλύσουν συστηματικά τους θεσμικούς ελέγχους και τις ισορροπίες, κάνοντας την πραγματική εναλλαγή τής εξουσίας όλο και πιο δύσκολη.

Η Ουγγαρία ξεκίνησε αυτή την τάση. Το 2010, μετά την καταστροφική επικράτηση της «μεταρρυθμιστικής σοσιαλιστικής» κυβέρνησης που συνδύαζε τα χειρότερα όλων των δυνατών κόσμων - την αδίστακτη προώθηση του καπιταλισμού, την ανεξέλεγκτη διαφθορά και τα διογκούμενα ελλείμματα – ο Viktor Orban και το δεξιό κόμμα του, το Fidesz, επέστρεψαν στην εξουσία (ο Ορμπάν είχε διατελέσει πρωθυπουργός την περίοδο 1998-2002), κερδίζοντας σχεδόν το 53% της εθνικής ψήφου. Λόγω των ιδιαιτεροτήτων τού εκλογικού συστήματος της Ουγγαρίας, ο αριθμός αυτός μεταφράζεται σε μια πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο, επιτρέποντας στο Fidesz να υιοθετήσει ένα νέο σύνταγμα, τον Ιανουάριο του 2012, χωρίς την συμμετοχή οποιουδήποτε άλλου κόμματος, ομάδων πολιτών, ή του γενικού πληθυσμού. Αντί αυτών, το Fidesz διακήρυξε ότι η νίκη του το 2010 ήταν μια «επανάσταση στις κάλπες» και προώθησε μια ιδιαίτερα αντιδραστική χάρτα που δημιουργήθηκε μέσα από την εθνικιστική και λαϊκιστική εικόνα του. Υπό το οργουελιανό όνομα «Σύστημα Εθνικής Συνεργασίας» προσπάθησε επίσης να εξαγνίσει το δικαστικό σώμα, την γραφειοκρατία, και τα μέσα ενημέρωσης των μη πιστών του. Η υποκείμενη ηθική δικαιολογία τού κόμματος ήταν ότι το Fidesz και μόνο το Fidesz αντιπροσώπευε πραγματικά το ουγγρικό έθνος. Όπως ο Orban, του οποίου η πρώτη θητεία ως πρωθυπουργός ξεκίνησε το 1998, το έθεσε αφότου η κυβέρνησή του ανατράπηκε στις βουλευτικές εκλογές τού 2002, το «έθνος δεν μπορεί να είναι στην αντιπολίτευση». Το αποτέλεσμα, βέβαια, ήταν ότι οποιαδήποτε αντίθεση στο Fidesz ήταν μη νομιμοποιημένη και όχι πραγματικά ουγγρική.

Η ειρωνεία είναι ότι η Ουγγαρία ήταν κάποτε η πρότυπη εικόνα για την μετάβαση στην δημοκρατία υπό την ηγεσία τής ΕΕ. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990, πολλοί Ούγγροι ήλπιζαν ότι η Βουδαπέστη θα γίνει σύντομα όπως η Βιέννη (που απέχει μόνο λίγες ώρες με το τρένο). Κατά τις προηγούμενες μεταβάσεις, τέτοιες ελπίδες τελικά εκπληρώθηκαν – η πρώην δεξιά αυταρχική Ισπανία εισήχθη το 1986, και η Βαρκελώνη έγινε πραγματικά το Παρίσι τού φτωχού. Αλλά για την Ανατολική Ευρώπη, η μεγάλη έκρηξη των επενδύσεων έληξε γύρω στο 2007. Η εμπιστοσύνη τού κοινού στην δημοκρατία έπεσε κατακόρυφα μαζί με την οικονομία. Όπως ο Alexis de Tocqueville σημείωνε πριν από πολύ καιρό, δεν είναι η αντικειμενική οικονομική κατάσταση μιας χώρας που τείνει να δημιουργήσει σοβαρές πολιτικές κρίσεις, αλλά η αίσθηση ότι οι δικαιολογημένες προσδοκίες δεν έχουν ικανοποιηθεί.

Σίγουρα, το Fidesz δεν θα μπορούσε να κάνει ό, τι έκανε από μόνο του. Επωφελήθηκε από τον τρόπο που απαξιώθηκαν οι αριστερές μετα-κομμουνιστικές ελίτ στην δεκαετία τού 1990, επιτρέποντας στην διαφθορά να ακμάσει και παραλείποντας να διευκολύνει την κοινωνική μετάβαση στον φιλελεύθερο καπιταλισμό. Το Fidesz κατάφερε να πείσει τους υποστηρικτές του ότι η μετάβαση του 1989 ήταν μια απάτη, ενθαρρύνοντας τους πολίτες να μην κατηγορούν τους εαυτούς τους για τα πρόσφατα οικονομικά δεινά, αλλά να αποδίδουν τα προβλήματά τους στις αμαρτίες εκείνων που διαπραγματεύτηκαν την μετάβαση το 1989. Το κόμμα επικαλέστηκε επίσης τον παραδοσιακό εθνικισμό για να νομιμοποιήσει την λαϊκίστικη ιδέα ότι οι έλεγχοι και οι ισορροπίες είναι πράγματα περιττά. Κατά την άποψή του, μόνο ο Orban θα μπορούσε πραγματικά να εκπροσωπεί και να πραγματοποιεί την βούληση του έθνους. Καθώς το Fidesz ανέβαινε, η πολιτική συναίνεση που ο Ούγγρος ιστορικός Balazs Trencsenyi είχε αποκαλέσει «μετα-αντιθετική» - δηλαδή η εύνοια προς τους βασικούς κανόνες και τους θεσμούς τής φιλελεύθερης δημοκρατίας - κατέρρευσε.