Η άσκοπη εξόρμηση του Ομπάμα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η άσκοπη εξόρμηση του Ομπάμα

Γιατί οι βομβαρδισμοί δεν θα διορθώσουν το Ιράκ
Περίληψη: 

Ο Ομπάμα έχει δηλώσει ότι δεν θέλει να συρθεί σε άλλον έναν πόλεμο στο Ιράκ. Αλλά αυτός ο πόλεμος δεν ήρθε από το πουθενά. Είναι, στην πραγματικότητα, ο ίδιος πόλεμος με εκείνον που προσπάθησε να τελειώσει το 2010 και το 2011 κουκουλώνοντας κραυγαλέα κενά στην ιρακινή κυβέρνηση και στη συνέχεια φεύγοντας.

Ο REIDAR VISSER είναι βασικός ερευνητικός συνεργάτης στο Norwegian Institute of International Affairs και συντάκτης στην εστιασμένη στο Ιράκ ιστοσελίδα www.historiae.org.

Όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, ανακοίνωσε στις 7 Αυγούστου ότι ο στρατός των ΗΠΑ θα ξεκινήσει αεροπορικές επιδρομές στο Ιράκ για να ανακόψει την προέλαση της εξτρεμιστικής οργάνωσης «Ισλαμικό Κράτος» (IS), παλαιότερα αποκαλούμενη «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της al-Sham» (ISIS), ήταν μια αρκετά δραματική μεταστροφή.

Προς το παρόν, η αποστολή είναι περιορισμένου εύρους. Πέρα από το να προσφέρουν στρατιωτικές συμβουλές στον ιρακινό στρατό, κάτι που η κυβέρνηση Ομπάμα ήδη παρέχει, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χτυπήσουν στόχους τής IS που έχουν δει να απειλούν τα συμφέροντα των ΗΠΑ μέσα και γύρω από την Βαγδάτη και το Ερμπίλ, την πρωτεύουσα τής κουρδικής ομοσπονδιακής περιοχής. Θα παράσχουν επίσης βοήθεια και προστασία στην μειονότητα Yezidi στο βορειοδυτικό Ιράκ, την οποία τον τελευταίο καιρό η IS απειλεί να εξολοθρεύσει μαζικά.

Κάποιοι μπορεί να αμφισβητήσουν την επίσημη δικαιολογία για την παρέμβαση των ΗΠΑ. Η απειλή τής γενοκτονίας, κατ’ αρχήν, δεν φαίνεται υπερβολική: Οι Yezidi είναι μια ετερόδοξη αίρεση που η IS δεν θεωρεί ούτε μουσουλμανική ούτε «αναγνωρισμένη» μη μουσουλμανική μειονότητα επιλέξιμη για προστασία από την IS. Η μαχητική οργάνωση, ως εκ τούτου, βλέπει την αίρεση ως ένα νόμιμο στόχο για πλήρη αφανισμό. Στην Συρία, η IS έχει πραγματοποιήσει μαζικές δολοφονίες σε άλλες τέτοιες πληθυσμιακές ομάδες, οπότε οι φόβοι τού Ομπάμα φαίνονται δικαιολογημένοι. Η απόφασή του να παρέμβει για λογαριασμό των Yezidi είναι επίσης συνεπής με τις δηλώσεις του κατά την διάρκεια της προεδρικής εκστρατείας του το 2008, ότι μια δυνητική γενοκτονία θα ήταν ένα από τα λίγα πράγματα που θα μπορούσαν να αλλάξουν το σχέδιό του να αποσύρει τα στρατεύματα από το Ιράκ.

Ωστόσο, η αξιολόγηση του Ομπάμα για την απειλή προς το Ερμπίλ και την Βαγδάτη είναι πιο ασαφής. Η Βαγδάτη, κατ’ αρχήν, θεωρείτο ως ένας πιθανός ο στόχος για αρκετούς μήνες, αλλά η διοίκηση Ομπάμα δεν έδωσε σημασία. Οι υπολογισμοί της φάνηκε να αλλάζουν μόνο αφότου η IS άρχισε να απειλεί το Ερμπίλ και, σύμφωνα με πληροφορίες, μια κουρδική στρατιωτική μονάδα με συμβούλους των ΗΠΑ έχει αναπτυχθεί στην περιοχή.

Η φαινομενική ειδική μεταχείριση του κουρδικού βορρά αντανακλά αρκετά μακροχρόνια συμφέροντα των ΗΠΑ εκεί, συμπεριλαμβανομένων εμπορικών και πετρελαϊκών θεμάτων. Οι Κούρδοι απολαμβάνουν επίσης την υποστήριξη πολλών γερουσιαστών των ΗΠΑ, οι οποίοι τους βλέπουν ως ένα υποστηρικτικό ανάχωμα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επίσης, θα ήταν δύσκολο για τον Ομπάμα να παραβλέψει την απόφαση της ExxonMobil να φύγει από την περιοχή λίγες ημέρες πριν από την δημοσιοποίηση της απόφασής του να ξεκινήσει αεροπορικές επιδρομές. Τέλος, η παρουσία των χριστιανικών μειονοτήτων μέσα και γύρω από την περιοχή των Κούρδων μπορεί να έπαιξε κάποιο ρόλο. Παρά το γεγονός ότι ο Ομπάμα ανέφερε την απειλή για τις χριστιανικές μειονότητες στον βορρά μόνο εν παρόδω, η κατάστασή τους είχε πρόσφατα γίνει σύνθημα για τους Γάλλους εκπροσώπους στα Ηνωμένα Έθνη. Η ανησυχία αντανακλά τους μακροχρόνιους πολιτιστικούς δεσμούς μεταξύ Ιρακινών χριστιανών και Γαλλίας (στην πραγματικότητα, οι δεσμοί αυτοί κάποτε χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν γαλλικές αξιώσεις για την Μοσούλη στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο). Πολλά μέλη τού Κογκρέσου, αρκετοί εκ των οποίων επιχειρηματολογούν τακτικά για λογαριασμό των ιρακινών χριστιανών, μπήκαν επίσης στον χορό.

Στην απέναντι όχθη, για να καταλάβουμε γιατί η κυβέρνηση Ομπάμα ήταν πολύ αδιάφορη για την πιθανότητα πτώσης τής Βαγδάτης, θα πρέπει να εξετάσουμε τον σχηματισμό τής πρώτης κυβέρνησης Νούρι αλ-Μαλίκι, τον Ιούνιο του 2006, όταν ένα μεγάλο κομμάτι από τους Αμερικανούς πολιτικούς και τους λομπίστες πάσχιζε για αυτό που αποκαλούσαν το ζήτημα της «ένταξης των σουνιτών» στο ιρακινό κράτος. Στην καλύτερη περίπτωση, οι προσπάθειές τους ανήλθαν σε πιέσεις για πιο δίκαιες ρυθμίσεις απο-Μπααθοποίησης, σε δειλή βελτίωση των δικαστικών διαδικασιών και σε καλύτερη χρηματοδότηση των σουνιτών φυλάρχων που υποστηρίζουν την ιρακινή κυβέρνηση. Ωστόσο, κατά καιρούς, η «σουνιτική ένταξη» έφτασε επίσης να είναι μια μάλλον επιπόλαιη αγκαλιά σε κάθε δύναμη πρόθυμη να αμφισβητήσει τον Μαλίκι στο όνομα του σουνιτισμού. Πολύ συχνά, η κυβέρνηση Μαλίκι προετρέπετο να συμφωνήσει σε «σουνιτικές απαιτήσεις» που ήταν, στην πραγματικότητα, αρκετά ριζοσπαστικές, συμπεριλαμβανομένης της αναμόρφωσης της διοικητικής γεωγραφίας τού Ιράκ κατά μήκος των θρησκευτικών γραμμών.

Από την πλευρά του, ο Ομπάμα, έφτασε να δηλώσει την διστακτικότητά του να υποστηρίξει τον Μαλίκι ως λόγο για να μην παρεμβαίνει πιο κοντά στην Βαγδάτη, σε πρόσφατη συνέντευξή του [1] με τον Tom Friedman των New York Times. «Δεν αρχίσαμε να κάνουμε πολλούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς σε όλο το Ιράκ μόλις μπήκε [η ISIS] ήρθε επειδή αυτό θα ελάφραινε την πίεση από τον al-Maliki» και ενθάρρυνε τον Μαλίκι και άλλους σιίτες να σκεφθούν: «Όντως, δεν χρειάζεται να κάνουμε συμβιβασμούς».