Με δανεικό χρόνο… | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Με δανεικό χρόνο…

Κάνοντας παρελθόν την Ημέρα Υπέρβασης της Γης
Περίληψη: 

Η «Ημέρα Υπέρβασης της Γης» είναι η ημερομηνία κατά την οποία η ζήτηση φυσικών πόρων από την ανθρωπότητα υπερβαίνει την ικανότητα της γης να τους ανανεώνει μέσα σε ένα έτος. Πέρυσι, αγγίξαμε το εν λόγω όριο στις 20 Αυγούστου. Φέτος, το κάναμε μια μέρα νωρίτερα. Με άλλα λόγια, για το υπόλοιπο του 2014, θα πρέπει να ζούμε πέρα από τις δυνατότητες του πλανήτη μας.

Ο CARTER ROBERTS είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του World Wildlife Fund.

Ήρθε αυτή η ώρα και πάλι. Η «Ημέρα Υπέρβασης της Γης» είναι εδώ, και το ρολόι συνεχίζει να χτυπά. Όπως περιέγραψα στο Foreign Affairs πέρσι, [1] η Ημέρα Υπέρβασης της Γης είναι η ημερομηνία κατά την οποία η ζήτηση της ανθρωπότητας για φυσικούς πόρους υπερβαίνει την ικανότητα της Γης να τους ανανεώνει μέσα σε ένα χρόνο. Πέρυσι, αγγίξαμε το εν λόγω όριο στις 20 Αυγούστου. Φέτος, μια μέρα νωρίτερα. Με άλλα λόγια, για το υπόλοιπο του 2014 θα πρέπει να ζούμε πέρα από τις δυνατότητες του πλανήτη μας, ξοδεύοντας περισσότερα από όσα μπορεί να αντέξει - το αντίστοιχο ενός αγρότη που τρώει τόσο τις φετινές καλλιέργειες όσο και τους σπόρους για την επόμενη χρονιά.

Η Ημέρα Υπέρβασης της Γης υπολογίζεται από επιστήμονες και χειριστές δεδομένων στο Δίκτυο Παγκόσμιου Αποτυπώματος (Global Footprint Network) [2], μια ανεξάρτητη δεξαμενή σκέψης με γραφεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ελβετία και το Βέλγιο. Χρησιμοποιούν δύο ορόσημα δεδομένων: Την τρέχουσα βιο-ικανότητα της γης (το μέγεθος των εδαφών και των υδάτων που διατίθενται για την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών και την απορρόφηση των εκπομπών CO2) και το οικολογικό αποτύπωμα του κόσμου (το μέγεθος των εδαφών και των υδάτων που απαιτείται για να καλυφθεί η ζήτηση της ανθρωπότητας για φυσικούς πόρους). Ο υπολογισμός είναι κατά προσέγγιση, αλλά η εικόνα που διαγράφεται είναι αναμφισβήτητη. Ο πλανήτης απλά δεν μπορεί να παράγει την ποσότητα των πόρων που απαιτούν οι άνθρωποι, και απαιτούμε περισσότερα κάθε χρόνο.

Η πρόκληση απαιτεί δράση από όλες τις πλευρές τής κοινωνίας. Κατά την τελευταία δεκαετία, πολλές από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο - η Coca-Cola, η Mars και η Unilever, για να αναφέρουμε μερικές - εντάχθηκαν στο Παγκόσμιο Ταμείο για την Φύση (World Wildlife Fund), του οποίου είμαι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, καθώς και σε άλλες ΜΚΟ για να βοηθήσουν στην μείωση του οικολογικού τους (και, σε πολλές περιπτώσεις, οικονομικού) κόστος. Καταλαβαίνουν τι διακυβεύεται για τις επιχειρήσεις τους και τα όριά τους. Για να ευδοκιμήσουν, οι εταιρείες χρειάζονται υγιείς κοινότητες, δημόσια καλή θέληση, και, πιο σημαντικό, αξιόπιστη παροχή πόρων. Με το να επιδιώκουν επιθετικά την βιωσιμότητα, οι φορείς τού ιδιωτικού τομέα διασφαλίζουν το δικό τους μέλλον.

Ακριβώς όπως η εταιρική ιδιοτέλεια μπορεί να ωθήσει τις εταιρείες προς την αειφορία, τα θέματα εθνικής ασφάλειας μπορούν να ωθήσουν τις κυβερνήσεις προς την ίδια κατεύθυνση. Εντός της κυβέρνησης των ΗΠΑ, στελέχη από την άμυνα, τις υπηρεσίες πληροφοριών και τις διπλωματικές κοινότητες έχουν αρχίσει τακτικά να ψάχνουν τα ζητήματα έλλειψης, πιο συχνά λόγω των αναδυόμενων απειλών για την εθνική ασφάλεια. Για αιώνες, οι κοινωνίες έχουν ακμάσει και παρακμάσει λόγω της ικανότητάς τους να αξιοποιούν ό, τι βιώσιμο προσφέρει η φύση. Και το διακύβευμα είναι ακόμη υψηλότερο σήμερα καθώς οι απαιτήσεις στον πλανήτη αυξάνονται.

Ήδη, η αυξανόμενη σπανιότητα - ιδίως σε σχέση με το φρέσκο νερό - υπογραμμίζει την ικανότητα των κυβερνήσεων να παρέχουν τροφή και ενέργεια στους πολίτες τους. Ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές, η έλλειψη σπρώχνει δεκάδες εκατομμύρια κατοίκων στις αστικές περιοχές. Πολλές κυβερνήσεις είναι απλά ανίκανες να ανταποκριθούν στις ανάγκες των πολιτών στις νέες μεγαλουπόλεις• Συζητούν σπάνια τους δύσκολους συμβιβασμούς μεταξύ του νερού, των τροφίμων, της ενέργειας και της ανάπτυξης, απλά ελπίζοντας ότι η ανάπτυξη θα λύσει όλα τα προβλήματα. Και τα προβλήματα δεν σταματούν στα σύνορα: Οι οργανισμοί περιφερειακής συνεργασίας συχνά είναι ανίκανοι να αντιμετωπίσουν τις εντάσεις μεταξύ γειτονικών χωρών που ανταγωνίζονται για τους λιγοστούς πόρους, όπως το ξύλο, το νερό και την ενέργεια.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να λάβουν είτε μια προληπτική είτε μια εκ των υστέρων προσέγγιση στην αναδυόμενη κρίση. Μπορούν να στηρίξουν την έξυπνη διαχείριση και την προστασία των φυσικών πόρων για να αποτραπούν κρίσεις, ή μπορούν να ασχοληθούν με συγκρούσεις ή πολέμους που έχουν ήδη ξεσπάσει. Η πρόληψη μπορεί να φαίνεται σαν υψηλός στόχος. Αλλά στην διεθνή σκηνή, υπάρχουν πολλά καλά παραδείγματα σχετικά. Για παράδειγμα, η Σύμβαση για τις Υδάτινες Ροές από τα Ηνωμένα Έθνη τέθηκε επίσημα σε ισχύ στις 17 Αυγούστου. Η σύμβαση καθορίζει τους βασικούς κανόνες και τις προϋποθέσεις για την συνεργασία μεταξύ των χρηστών διασυνοριακών υδάτων και παρέχει το πρώτο παγκόσμιο πλαίσιο για την έννομη προστασία έναντι μελλοντικών ανθρώπινων και περιβαλλοντικών απειλών μεταξύ κρατών που μοιράζονται υδάτινους πόρους.

Κανένας πόρος δεν είναι πιο πολύτιμος για τους ανθρώπους από το καθαρό γλυκό νερό. Πέρα από τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες, το νερό πηγαίνει επίσης σε κάθε προϊόν που κατασκευάζεται σήμερα. Η έλλειψη νερού επηρεάζει ήδη δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους σε περισσότερες από 40 χώρες. Η αναπόφευκτη συνέπεια; Σύγκρουση. Το «Υδραγωγικό Εργαλείο» τού Ινστιτούτου Παγκόσμιων Πόρων (World Resources Institute) [3] είναι ένας επεξηγηματικός δείκτης. Χαρτογραφεί τον κίνδυνο για το νερό σε όλο τον κόσμο, και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι περιφέρειες με τον υψηλότερο συνολικό κίνδυνο νερού έχουν μια ιστορία συγκρούσεων και αστάθειας.

Πάρτε για παράδειγμα την Συρία. Υπάρχουν μυριάδες λόγοι για τον συνεχιζόμενο εμφύλιο πόλεμο της χώρας, αλλά η έλλειψη των υδάτινων πόρων λόγω της υπερεκμετάλλευσης του ποταμού Ευφράτη μεταξύ Ιράκ, Συρίας και Τουρκίας σίγουρα πρόσθεσε ένταση σε μια ήδη τεταμένη κατάσταση. Μια καταστροφική ξηρασία το 2006 ανάγκασε κατ’ εκτίμηση 1,5 εκατομμύριο Σύριους να μετεγκατασταθούν. Σχεδόν το 75% των αγροτών τής Συρίας υπέστη ολοκληρωτική καταστροφή των καλλιεργειών και στην συνέχεια μετακόμισε στις πόλεις αναζητώντας εργασία. Λιγότερο νερό, λιγότερο φαγητό, λιγότερες θέσεις εργασίας, και πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι σε πυκνοκατοικημένες γειτονιές - αυτό ήταν το υγρό καύσιμο στο υπάρχον προσάναμμα.