Διφορούμενες πολιτικές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Διφορούμενες πολιτικές

Η απειλή τού λαϊκισμού στην φιλελεύθερη δημοκρατία

Αλλά αυτή η υπόσχεση άρχισε να ακούγεται κούφια όταν, στις δεκαετίες που ακολούθησαν, εκατομμύρια μεταναστών απέκτησαν το δικαίωμα να παραμείνουν στις χώρες υποδοχής και άρχισαν να απαιτούν να γίνονται δεκτοί ως πλήρη μέλη τού έθνους. Πολλοί Ευρωπαίοι βρήκαν αυτήν την προοπτική απαράδεκτη: Ακόμη και καθώς οι επίσημοι ορισμοί τής υπηκοότητας σε μια ευρωπαϊκή χώρα έγιναν πιο συμμετοχικοί, κάποιοι συνεχίζουν να επιμένουν ότι μόνο εκείνοι που μοιράστηκαν την ιστορία και την εθνικότητα της πλειονότητας του πληθυσμού υπολογίζονται ως πραγματικοί Γερμανοί ή Ιταλοί ή Σουηδοί. Οι λαϊκιστές έχουν γίνει ειδήμονες στο να εκμεταλλεύονται αυτές τις αυξανόμενες εντάσεις, υποσχόμενοι να προστατεύσουν τα συμφέροντα των «πραγματικών» μελών τού έθνους από τις μειονότητες, με τις οποίες οι πολιτικές ελίτ δήθεν τα έχουν κάνει «πλακάκια».

Οι νεοεισερχόμενοι στις Ηνωμένες Πολιτείες και οι οικογένειές τους το έβρισκαν ευκολότερο να κερδίσουν την αποδοχή ως «αληθινοί» Αμερικανοί, δεδομένου ότι η χώρα από παλιά αυτοπροσδιορίζεται ως ένα έθνος μεταναστών. Αλλά οι Αμερικανοί λαϊκιστές, επίσης, είχαν την δυνατότητα να επωφεληθούν από μια αίσθηση κρίσης στην εθνική ταυτότητα. Η εισροή εκατομμυρίων παράνομων μεταναστών επέτρεψε στο Κόμμα τού Τσαγιού να ισχυριστεί ότι η χώρα έχει χάσει τον έλεγχο των συνόρων της. Σε ορισμένους κύκλους, αυτό έχει τροφοδοτήσει μεγαλύτερους φόβους για γρήγορες αλλαγές στην πολιτιστική και δημογραφική σύνθεση της χώρας: Ενώ οι περισσότεροι Αμερικανοί ευρωπαϊκής καταγωγής είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν ότι οι πολίτες των ΗΠΑ προέρχονται από όλα τα είδη τής εθνοτικής και πολιτισμικής προέλευσης, κάποιοι είναι λιγότερο πρόθυμοι να ανεχθούν το δυνητικό τέλος τής λευκής κυριαρχίας στην πολιτική των ΗΠΑ και στην λαϊκή κουλτούρα. Δεν βλέπουν τους εαυτούς τους σε προσωπικότητες όπως ο Ομπάμα ή η υπουργός Δικαιοσύνης Sonia Sotomayor, και η άνοδος έγχρωμων σε μερικά από τα υψηλότερα πολιτικά αξιώματα της χώρας απλώς αυξάνει την αντίληψη κάποιων λευκών Αμερικανών ότι η Ουάσιγκτον έχει γίνει απόμακρη και αποξενωμένη.

ΣΙΩΠΗΡΕΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΕΣ

Ένας σκεπτικιστής θα μπορούσε να σκεφθεί ότι τα λαϊκιστικά κόμματα που βρίσκονται σήμερα σε άνοδο, δεν μοιράζονται αρκετούς κοινούς στόχους για να θεωρηθούν μέρος ενός ενιαίου κινήματος. Όμως, η άνοδος των λαϊκιστικών κομμάτων και στις δύο πλευρές τού Ατλαντικού και μέσα στην Ευρώπη συνδέονται όχι λόγω μιας σειράς συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων, αλλά μάλλον από ένα κοινό σύνολο βασικών ανησυχιών, που εκφράζεται με μια γλώσσα οργής εναντίον τού status quo και των πολιτικών ελίτ που το συντηρούν.

Οι λαϊκιστές δίνουν φωνή σε τέτοιου είδους δυσαρέσκεια με ένα ρεπερτόριο από εντυπωσιακά παρόμοια συνθήματα και αλληγορίες. Ένα εκλογικό μανιφέστο που δημοσιεύθηκε πρόσφατα από το Κόμμα Ανεξαρτησίας τού Ηνωμένου Βασιλείου υπόσχεται να «σταθεί στον τοπικό πληθυσμό και τις τοπικές κοινότητες κατά των πολιτικών που ανήκουν στα παλαιά κόμματα». Η Marine Le Pen, η ηγέτις τού Εθνικού Μετώπου τής Γαλλίας, καταγγέλλει ότι «τους Γάλλους, στην πραγματικότητα, δεν τους συμβουλεύονται πλέον για τα μεγάλα ζητήματα που αντιμετωπίζουν, από την μετανάστευση ως την εθνική κυριαρχία, ακριβώς επειδή οι παγκοσμιοποιημένες ελίτ που μας κυβερνούν δεν θέλουν πλέον να μας ακούνε να μιλάμε». Εν τω μεταξύ, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρεπουμπλικανή υποψήφια για την Αντιπροεδρία το 2008 και συντηρητική σχολιαστής Sarah Palin έχει πει ότι «τα καλύτερα της Αμερικής είναι σε αυτές τις μικρές πόλεις … και σε αυτούς τους υπέροχους μικρούς θύλακες αυτού που εγώ αποκαλώ Η Πραγματική Αμερική», έμμεσα αντιπαραθέτοντας «φιλοαμερικανικές περιοχές σε αυτό το μεγάλο έθνος» με άλλα μέρη τής χώρας, που είναι πιθανώς λιγότερο πατριωτικά. Η γραφικότητες ποικίλλουν, αλλά τα θεμελιώδη θέματα παραμένουν τα ίδια.

Πράγματι, η ρητορική τού αντικατεστημένου λαϊκισμού έχει τόσο πλημμυρίσει τον Δυτικό πολιτικό λόγο τα τελευταία χρόνια που οι πιο κοινές εκφράσεις του έχουν γίνει κλισέ. Αν και οι λεπτομέρειες διαφέρουν, όλοι οι λαϊκιστές υποστηρίζουν ότι οι τρέχουσες πολιτικές ευνοούν μια μειοψηφία σε βάρος τής πλειοψηφίας. Όλοι ισχυρίζονται ότι οι ελίτ, μέσω επίσημων μηχανισμών ή κοινωνικής πίεσης, λογοκρίνουν ορισμένα είδη πολιτικού λόγου. Ο λόγος για αυτήν την λογοκρισία, υπαινίσσονται όλοι, είναι ότι το πολιτικό κατεστημένο θέλει να σταματήσει την πλειοψηφία από το να ανακαλύψει πώς είναι πραγματικά η μειονότητα και σε ποιο βαθμό η μειονότητα ευνοείται από τις τρέχουσες πολιτικές. Τώρα, επιτέλους, οι λαϊκιστές διακηρύσσουν, ότι κάποιος πρόθυμος να σταθεί για τους ανθρώπους έχει φτάσει στην πολιτική σκηνή και θα αγωνιστεί για την σιωπηλή πλειοψηφία με την θέσπιση πολιτικών που την ευνοούν.

ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Παρά τις ομοιότητες μεταξύ όλων των λαϊκιστών, η λέξη «λαϊκίστικο» αποτελεί μια ουδέτερη περιγραφή: Δεν είναι απαραίτητο ότι κάθε λαϊκιστικό κίνημα είναι κακό για την δημοκρατία. Το αν ένα συγκεκριμένο κίνημα αποτελεί απειλή εξαρτάται από το πώς συνδέει συγκεκριμένες αξίες στο ευρύ λαϊκίστικο πλαίσιο. Οι λαϊκιστές ισχυρίζονται ότι εξυπηρετούν τα παραμελημένα συμφέροντα της σιωπηλής πλειοψηφίας με το να αντιτίθενται σε ένα διεφθαρμένο καθεστώς που συνεργάζεται με κάποια ανάξια μειονότητα. Αλλά πώς, ακριβώς, οι λαϊκιστές εξυπηρετούν τα συμφέροντα αυτά; Και μήπως δεν θα μπουν στον πειρασμό να καταστείλουν ή να κακομεταχειριστούν την μειονότητα εναντίον τής οποίας επιτίθενται τόσο ζωηρά;