Διφορούμενες πολιτικές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Διφορούμενες πολιτικές

Η απειλή τού λαϊκισμού στην φιλελεύθερη δημοκρατία

Οι ανησυχίες αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία κατά την εξέταση των ακροδεξιών λαϊκιστών, οι οποίοι πιστεύουν ότι οι μειονοτικές ομάδες είναι παραχαϊδεμένες και απολαμβάνουν υπερβολικά προνόμια, εκτρέποντας πολυπόθητους πόρους από την σιωπηλή, πάσχουσα πλειοψηφία: Οι ισχυρισμοί, τις περισσότερες φορές, είναι απλά αναληθείς. Στην Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, για παράδειγμα, υποτιθέμενες προνομιούχες εθνοτικές μειονότητες υστερούν έναντι της πλειοψηφίας όσον αφορά το εισόδημα, το προσδόκιμο ζωής και ένα πλήθος άλλων κοινωνικών δεικτών, σε μεγάλο βαθμό επειδή, όπως έχουν δείξει επανειλημμένως οι κοινωνιολογικές μελέτες, αντιμετωπίζουν σοβαρές διακρίσεις στην εκπαίδευση, στην εργασία και στην αγορά στέγης. Λαμβάνοντας υπόψη αυτήν την αναντιστοιχία μεταξύ ρητορικής και πραγματικότητας, αν οι λαϊκιστές κερδίσουν μεγαλύτερη δύναμη, είναι πιθανό να οξύνουν τις υφιστάμενες αδικίες και ανισότητες, δίνοντας περισσότερα στην δυσαρεστημένη πλειοψηφία και παίρνοντας από τις μειονότητες που έχουν ήδη λιγότερα από όσα τους αξίζουν, τόσο στο υλικό όσο και στο κοινωνικό επίπεδο.

Οι περισσότεροι δεξιοί λαϊκιστές εμπίπτουν σε μια από τις τέσσερις βασικές κατηγορίες. Ίσως οι πιο συνήθεις από αυτούς είναι οι εθνικοί σωβινιστές, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι οι πολιτικές ελίτ δεν είναι αρκετά υπερήφανες για την χώρα τους, απολογούνται πάρα πολύ εύκολα για τις αμαρτίες τού παρελθόντος τού έθνους, και με πολύ ενθουσιασμό δοξολογούν τις θρησκευτικές ή εθνοτικές μειονότητες.

Στην Ευρώπη, ο εθνικός σωβινισμός έχει τροφοδοτήσει μια σειρά από λαϊκιστικά κόμματα, όπως το αυστριακό Κόμμα τής Ελευθερίας, το Jobbik της Ουγγαρίας, και την Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα. Ακόμη και στην Γερμανία, όπου ο έντονος εθνικισμός έχει από καιρό απαξιωθεί λόγω του ναζιστικού παρελθόντος τής χώρας, ο Thilo Sarrazin, πρώην μέλος τού διοικητικού συμβουλίου τής Bundesbank ο οποίος έγινε λαϊκιστικός απολογητής, έχει κερδίσει ένα πιστό κοινό με την επίκληση εθνικών σοβινιστικών θεμάτων. Το 2010, ο Sarrazin δημοσίευσε ένα αχαλίνωτο μπεστ σέλερ στο οποίο υποστήριξε ότι οι Τούρκοι μετανάστες στην Γερμανία ήταν απλά λιγότερο ευφυείς από τους εθνοτικούς Γερμανούς, εν μέρει λόγω ενδογαμίας. «Ολόκληρες φατρίες έχουν μακρά παράδοση αιμομιξίας, και αντίστοιχα πολλές αναπηρίες», έγραψε ο Sarrazin. «Αλλά αυτό το θέμα αντιμετωπίστηκε με νεκρική σιγή. Διαφορετικά, μερικοί άνθρωποι μπορεί να έχουν την ιδέα ότι οι γενετικοί παράγοντες εξηγούν το γιατί τμήματα του τουρκικού πληθυσμού αποτυγχάνουν στα γερμανικά σχολεία».

Μια ελαφρώς διαφορετική πτυχή τής δεξιάς σκέψης, καλύτερα κατονομασμένη ως «λαϊκιστική παραδοσιοκρατία», τονίζει την διατήρηση των παραδοσιακών τρόπων ζωής που οι περισσότεροι πολίτες δήθεν ευνοούν. Παρά το γεγονός ότι πολλοί παραδοσιακοί εμφανίζουν επίσης εθνικιστικές ή ξενοφοβικές τάσεις, οι κυριότερες αποκλεισμένες υπο-ομάδες τις οποίες φοβούνται είναι μέσα στο ίδιο το έθνος: Διανοούμενοι, εστέτ, ομοφυλόφιλοι, και οποιοσδήποτε άλλος πολύ ελιτιστής για να συμμετάσχει στις απλοϊκές, αγαθές επιδιώξεις των απλών ανθρώπων. Πρόσφατα, η λαϊκιστική παραδοσιοκρατία έχει απολαύσει μια εκπληκτική αναβίωση στην Δυτική Ευρώπη, αγκαλιάστηκε από τα πολιτικά κόμματα, όπως το Κόμμα των Φιλανδών - το οποίο προωθεί μια ειδικά χριστιανική «φινλανδική ταυτότητα» - καθώς και από τις τοπικές οργανώσεις που έφεραν εκατομμύρια ανθρώπους στους δρόμους τής Γαλλίας για να διαμαρτυρηθούν για τον γάμο ατόμων τού ιδίου φύλου.

Η παραδοσιοκρατία αυτού του είδους είναι, φυσικά, γνωστή στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου από καιρό αντιπροσώπευε τον πολιτικό πυρήνα τής θρησκευτικής δεξιάς - και, σε κάποιο βαθμό, έχει φθάσει να καθοδηγήσει το κίνημα Tea Party. Αλλά το Tea Party είναι καλύτερα κατανοητό ως ένα παράδειγμα ενός τρίτου άξονα του λαϊκισμού: Τον αντι-κρατικισμό. Οι περισσότεροι λαϊκιστές θρηνούν ότι το κράτος έχει παραπλανηθεί από ένα φαντασμένο κατεστημένο, ομοκρέβατο με τους μετανάστες, τις μειονότητες, τους άθεους, και τους διανοούμενους. Αλλά, επίσης, πιστεύουν ότι η κυβέρνηση έχει έναν σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει στην παροχή ευημερίας στους πολίτες τής χώρας. Οι αντι-κρατικιστές λαϊκιστές, από την άλλη πλευρά, βλέπουν το ίδιο το κράτος ως την μεγαλύτερη απειλή για την ελευθερία τους και τον τρόπο ζωής τους, και θέλουν να είναι όσο το δυνατόν απαλλαγμένοι από την διαφθείρουσα επιρροή του. Όπως είπε ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Paul Rand, επικαλούμενος τον Ronald Reagan, σε μια απάντησή του στην ομιλία τού Ομπάμα «για την Κατάσταση του Έθνους» το 2013, που υποστηρίχθηκε από ομάδες τού Tea Party, «η κυβέρνηση δεν είναι η απάντηση στο πρόβλημα. Η κυβέρνηση είναι το πρόβλημα».

Στην Ευρώπη, ο αντι-κρατικισμός παίρνει την μορφή τού ευρωσκεπτικισμού, της πεποίθησης ότι η συνεχώς αυξανόμενη δύναμη των «ευρωκρατών» που εδρεύουν στις Βρυξέλλες απειλεί τις ελευθερίες των απλών ανθρώπων στα κράτη-μέλη τής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως δήλωσε στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, κατά την διάρκεια μιας ομιλίας του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ο Nigel Farage, ο ηγέτης τού Κόμματος Ανεξαρτησίας τού Ηνωμένου Βασιλείου: «Δεν έχω καμία αμφιβολία για την πρόθεσή σας να είστε ο αθόρυβος δολοφόνος τής ευρωπαϊκής δημοκρατίας και των ευρωπαϊκών εθνών-κρατών». Η Le Pen έχει καταφερθεί εναντίον τής ΕΕ χαρακτηρίζοντάς την ως «Ευρωπαϊκή Σοβιετική Ένωση» και έχει ορκιστεί να την αποτρέψει «από το να αρπάξει τα πάντα με τα νύχια της και να επεκτείνει τα πλοκάμια της».