Ο Πούτιν και το απομονωμένο βασίλειο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Πούτιν και το απομονωμένο βασίλειο

Γιατί οι κυρώσεις φέρνουν την Μόσχα και την Πιονγκγιάνγκ πιο κοντά
Περίληψη: 

Η Ρωσία έχει την τάση να προσεγγίζει διπλωματικά την Βόρεια Κορέα, κάθε φορά που χαλάνε οι σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον.

Ο VAN JACKSON είναι συνεργάτης διεθνών σχέσεων στο Council on Foreign Relations International Affairs με έδρα στο Center for a New American Security. Υπηρέτησε πρόσφατα στο γραφείο του υπουργού Άμυνας ως σχεδιαστής στρατηγικής και ανώτερος διευθυντής χώρας για την Κορέα.

Αν οι φήμες αληθεύουν, ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ-Ουν, θα επισκεφθεί την Ρωσία [1] τον Μάιο κατά την διάρκεια μιας τελετής για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Μόσχα. Ο Ρώσος πρεσβευτής στην Βόρεια Κορέα, Alexander Matsegora, επιβεβαίωσε επίσης πρόσφατα [2] ότι «ο Κιμ Γιονγκ -Ουν και ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανταλλάσσουν μηνύματα τακτικά». Επιφανειακά φαίνεται ότι μια αναζωογονημένη συμμαχία μεταξύ Ρωσίας και Βόρειας Κορέας θα ήταν πιθανή. Παρατηρώντας αυτήν την τάση, πολλοί στρατηγικοί αναλυτές έχουν υποστηρίξει ότι τα συμφέροντα της Ρωσίας στην Βόρεια Κορέα είναι κατά κύριο λόγο οικονομικά [3], συμπεριλαμβανομένου ενός διηπειρωτικού σιδηροδρόμου και του αγωγού φυσικού αερίου που θα περνάει από την χώρα. Αλλά αυτός ο χαριεντισμός της Ρωσίας με την Βόρεια Κορέα ταιριάζει επίσης σ’ ένα γεωπολιτικό σχήμα που θυμίζει τις πρώτες ημέρες του Ψυχρού Πολέμου: Ο μεγάλος ανταγωνισμός ισχύος με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι εκείνος που κατευθύνει την στρατηγική της Ρωσίας για την Βόρεια Κορέα, ενώ η διπλωματική αβρότητα μεταξύ αυτών των πρώην κομμουνιστικών συμμάχων μεταμφιέζει τα αληθινά κίνητρα της Ρωσίας.

Όταν οι αμερικανο-ρωσικές σχέσεις είναι εχθρικές και συγκρουσιακές, η Ρωσία πλησιάζει την Βόρεια Κορέα. Κατά την διάρκεια φιλικών περιόδων για τις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις, η Μόσχα διατηρεί μια υγιή απόσταση από την Πιονγκγιάνγκ. Οι Αμερικανοί πολιτικοί που ενδιαφέρονται να επιβάλλουν κόστος στην Ρωσία για τις επεκτατικές της συμπεριφορές, με την αποστολή όπλων στην Ουκρανία, θα πρέπει ως εκ τούτου να αναγνωρίσουν ότι η γεωπολιτική σκακιέρα της Ρωσίας δεν περιορίζεται ούτε στην ουκρανική διαμάχη, ούτε στο σύνολο της Ευρώπης. Η Ρωσία δεν θα πήγαινε σε πόλεμο για να υπερασπιστεί την Βόρεια Κορέα ενόψει μιας στρατιωτικής κλιμάκωσης, αλλά αν οι αμερικανο-ρωσικές σχέσεις παραμείνουν εχθρικές -κάτι που φαίνεται πιθανό- η Ρωσία μπορεί να επιστρέψει στις παλιές τακτικές του Ψυχρού Πολέμου στην κορεατική χερσόνησο. Η Ρωσία μπορεί (και έχει) απογοητεύσει τις Ηνωμένες Πολιτείες εκεί στο παρελθόν, και θα μπορούσε εύκολα να το κάνει ξανά στον απόηχο των σημερινών οικονομικών κυρώσεων.

ΠΕΠΑΛΑΙΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΙΣΧΥΟΣ

Το 1968 οι σχέσεις ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης ήταν συγκρουσιακές, αλλά σταθερές. Μέχρι εκείνη την στιγμή, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Λίντον Τζόνσον, βρισκόταν για αρκετά χρόνια εντός μιας στρατηγικής δημιουργίας γεφυρών με κράτη-πελάτες της Σοβιετικής Ένωσης στην ανατολική Ευρώπη, μέσω οικονομικών και πολιτιστικών προγραμμάτων που σκόπευαν στην αποκοπή της σοβιετικής επιρροής. Τον Ιανουάριο του ίδιου έτους, οι ναυτικές δυνάμεις της Βόρειας Κορέας κατέλαβαν το USS Pueblo, ένα αμερικανικό σκάφος συλλογής πληροφοριών, μαζί με το επιζών πλήρωμα 81 ανθρώπων. Όταν ο υπουργός Dean Rusk πλησίασε τον Σοβιετικό ομόλογό του για να ζητήσει σοβιετική μεσολάβηση για την επίλυση της κρίσης, ο υπουργός Εξωτερικών, Αντρέι Γκρομίκο, απέρριψε το αίτημά του. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες παρουσίασαν την κατάληψη του Pueblo στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για ανάληψη δράσης, η Σοβιετική Ένωση χρησιμοποίησε το δικαίωμα βέτο που είχε με σκοπό να εμποδίσει οποιοδήποτε ψήφισμα. Και καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες έστελναν στρατιωτικές ενισχύσεις στην κορεατική αρένα, συμπεριλαμβανομένης της επιθετικής ομάδας του αεροσκάφους USS Enterprise, η Σοβιετική Ένωση περιέπλεξε τα πράγματα απαντώντας με την κινητοποίηση σοβιετικών πολεμικών πλοίων στην Θάλασσα της Ιαπωνίας, γεγονός που ανάγκασε τον Τζόνσον να αποσύρει το Enterprise.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιλύσουν τελικά την κρίση Pueblo, αλλά μόνο μετά από έναν χρόνο απευθείας διαπραγματεύσεων με την Βόρεια Κορέα, κατά τις οποίες υπέκυψαν στα αιτήματα που είχε ορίσει η Πιονγκγιάνγκ στην αρχή αυτής της υπόθεσης. Στο πλαίσιο της αντιπαλότητας του Ψυχρού Πολέμου, οι Σοβιετικοί φάνηκε να χαίρονται για τις απογοητεύσεις των ΗΠΑ με την Βόρεια Κορέα.

Αντιθέτως, καθώς οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Σοβιετική Ένωση άρχισαν να αναθερμαίνονται στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Σοβιετική Ένωση αποτέλεσε έναν κρίσιμο εταίρο [4] στην πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην κορεατική χερσόνησο. Η Βόρεια Κορέα προσχώρησε στην Συνθήκη κατά των πυρηνικών όπλων το 1985 μόνο και μόνο επειδή η Σοβιετική Ένωση, μετά από αίτημα των Ηνωμένων Πολιτειών, άσκησε πίεση για να κάνει κάτι τέτοιο. Μετά από την βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα σε ΗΠΑ και Σοβιετικές Ένωση στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, άρχισε την βελτίωση των σχέσεων με τη Νότια Κορέα, αποδοκιμάζοντας τελικά την συνθήκη συμμαχίας του 1961 μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και του Βορρά. Μέχρι το 1991, ήταν εμφανές ότι η Βόρεια Κορέα είχε θέσει σε λειτουργία ένα παράνομο πυρηνικό πρόγραμμα, το οποίο ώθησε την Ρωσία να γίνει σιωπηρή σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών, απειλώντας ακόμα και να θέσει τις δικές της κυρώσεις στην Βόρεια Κορέα, αν το κράτος αυτό δεν συνεργαζόταν με τους επιθεωρητές του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας. Κατά την διάρκεια της θητείας του Τζορτζ Μπους, μια περίοδο κατά την οποία οι αμερικανο-ρωσικές σχέσεις ήταν σταθερές και γενικά θετικές, η Ρωσία διαδραμάτισε έναν εποικοδομητικό -αν και περιφερειακό- ρόλο στις ποικίλες μορφές του τοπικού διαλόγου για την αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας. Καθώς τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της Ρωσίας άρχισαν να αποκλίνουν όλο και περισσότερο -από τον πόλεμο της Ρωσίας με τη Γεωργία το 2008 μέχρι τις συγκρούσεις στην Λιβύη, στην Συρία, και τώρα στην Κριμαία- η πραγματιστική συνεργασία αντικαταστάθηκε τελικά από έναν στρατηγικό ανταγωνισμό και μια ανανεωμένη αντιπαλότητα.

ΕΝΑ ΝΕΟ «ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ»