Ανατολικά από τα… νοτιοδυτικά | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ανατολικά από τα… νοτιοδυτικά

Η Λατινική Αμερική κρατάει το κλειδί για την «στροφή» των ΗΠΑ στην Ασία

Η πτώση των διεθνών τιμών του πετρελαίου βοήθησε την Κίνα να ισχυροποιήσει την επιρροή της στην περιοχή. Ιδίως η Αργεντινή, ο Ισημερινός και η Βενεζουέλα έχουν γίνει όλο και πιο εξαρτημένες από την κινεζική οικονομική υποστήριξη, καθώς οι οικονομίες τους αγωνίζονται. Η Αργεντινή συμφώνησε να προβεί σε μια σταδιακή συναλλαγματική ανταλλαγή (phased currency swap) ύψους 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Κίνα τον περασμένο Ιούλιο και έχει ήδη λάβει 2,3 δισ. δολάρια. (Έχει ζητήσει [9] την επόμενη δόση, αξίας 400 εκατομμυρίων δολαρίων.) Το Εκουαδόρ, επίσης, είναι χρεωμένο στην Κίνα, έχοντας δανειστεί περισσότερα από 11 δισεκατομμύρια δολάρια από το 2008. Πρόσφατα ανακοίνωσε ότι είχε λάβει επιπλέον 7,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε χρηματοδότηση, συμπεριλαμβανομένης μιας πιστωτικής γραμμής 5,3 δισ. δολαρίων. Τέλος, η Βενεζουέλα έχει δανειστεί περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια από την Κίνα από το 2007 και πρόσφατα εξασφάλισε περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια δολάρια σε κινεζικές επενδύσεις για μια σειρά εγχώριων έργων.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μείνει πίσω, εν μέρει επειδή έχουν την τάση να θεωρούν πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής είτε ως σκληρούς ανταγωνιστές –μια άποψη για την Βενεζουέλα- είτε ως χαμηλή προτεραιότητα. Αυτές οι στενές αντιλήψεις φέρουν γεωπολιτικές επιπτώσεις πολύ πέρα από την περιοχή. Παρά το γεγονός ότι η προσέγγιση με τον Ισημερινό, την Βενεζουέλα και άλλους, κατά πάσα πιθανότητα θα είναι αργή και βασανιστική, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κάνουν λάθος να μην εστιάσουν σε αυτό.

Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν διάφοροι απλοί τρόποι με τους οποίους οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να επεκτείνουν το οικονομικό αποτύπωμά τους στην Λατινική Αμερική. Πρώτον, παρ’ όλη την οικονομική δύναμη της Κίνας, η οικονομική της ανάπτυξη υφίσταται βαθμιαία, υγιή αποθέρμανση, κάτι που έχει αφαιρέσει ένα μέρος του ατμού την «έκρηξη» στις τιμές των εμπορευμάτων που βοήθησε την ανάπτυξη της Λατινικής Αμερικής κατά την τελευταία δεκαετία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να εκμεταλλευθούν από την χαλαρότητα με το να εμβαθύνουν τις διμερείς οικονομικές συμφωνίες που έχουν στην περιοχή, με την καθιέρωση άλλων, με την αύξηση των εξαγωγών φυσικού αερίου, και με την σύσφιξη των εμπορικών και επενδυτικών δεσμών. Επιπλέον, τώρα που οι σχέσεις ΗΠΑ-Κούβας αναθερμαίνονται, η Λατινική Αμερική στο σύνολό της θα μπορούσε να δείξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την TPP. (Η Χιλή, το Μεξικό και το Περού είναι σήμερα οι μόνες χώρες της περιοχής που παίρνουν μέρος στις διαπραγματεύσεις, αν και η Ουρουγουάη έχει δηλώσει πρόσφατα την επιθυμία της να γίνει μέλος). Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να παρουσιάσουν την TPP ως μια συμφωνία που θα συμπληρώνει την Mercosur και άλλες περιφερειακές οικονομικές ρυθμίσεις, και όχι ότι θα τις εκτοπίσει ή θα τις υποβιβάσει.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει επίσης να σκεφτούν δημιουργικά σχετικά με την ενίσχυση των δεσμών τους με την Βραζιλία. Υπήρξαν μερικά ελπιδοφόρα μηνύματα σε αυτό το μέτωπο. Το περασμένο φθινόπωρο, οι δύο χώρες διευθέτησαν μια δεκαετή διαφωνία τους σχετικά με τις αμερικανικές επιδοτήσεις για το βαμβάκι, και επιχειρηματικοί ηγέτες των ΗΠΑ και της Βραζιλίας συμφώνησαν να ερευνήσουν την δυνατότητα μιας διμερούς συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών. Αλλά αυτές οι εξελίξεις δεν έχουν αντισταθμίσει την συνολική ψυχρότητα των σχέσεων που ακολούθησε την αποκάλυψη [10] ότι η Ουάσιγκτον είχε παγιδεύσει τα τηλέφωνα της προέδρου της Βραζιλίας, Dilma Rousseff. Ένα πιο διαφοροποιημένο εμπόριο θα μπορούσε να συμβάλει στην αναζωογόνηση της συνεργασίας. Και μια καλή αρχή είναι η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής της Αμερικής, η οποία θα πραγματοποιηθεί στην Πόλη του Παναμά, φέτος τον Απρίλιο, όπου Ουάσιγκτον και Μπραζίλια θα μπορούσαν να σκεφτούν τρόπους για την ενίσχυση των δεσμών τους στην μεταποίηση και να συνεχίσουν τις συνομιλίες τους για μια πιθανή διμερή φορολογική συμφωνία.

Η βάση είναι ότι τα θέματα της οικονομίας έχουν σημασία. Έχοντας παρακολουθήσει την εκπληκτική ανάδυση της Κίνας κατά την διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, οι γείτονές της εκτιμούν περισσότερο από πολλούς το πόσο συνολικά η οικονομική δύναμη μιας χώρας καθορίζει την επιρροή της σε περιφερειακές και παγκόσμιες υποθέσεις. Όπως εξήγησε ο πρωθυπουργός της Σιγκαπούρης, Lee Hsien Loong [11], τον περασμένο Ιούνιο, πολλές χώρες της περιοχής Ασίας-Ειρηνικού «πιστεύουν ότι μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, τελειώσατε, και καλοί, προσήκοντες επικήδειοι θα ειπωθούν, και στην συνέχεια μια νέα δύναμη θα αναδυθεί». Οι αντιλήψεις δεν υπάρχουν στο κενό ˙ επηρεάζουν τις πολιτικές πραγματικότητες. Ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες τις υποψίες ότι αποτελούν μια φθίνουσα οικονομική δύναμη είναι να ακονίσουν την γεωοικονομική πολιτική οργάνωσή τους.

Η διατήρηση της ανάκαμψης εγχωρίως, η ολοκλήρωση των Τ-ΤΙΡ και TPP, και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Βόρειας Αμερικής θα βοηθήσουν πολύ. Το ίδιο θα κάνει και το ξεδίπλωμα μιας νέας εποχής οικονομικής διπλωματίας στο δυτικό ημισφαίριο. Για τον λόγο αυτό, θα ήταν λάθος να δούμε τις στρατηγικές της Ουάσινγκτον προς την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού και την Λατινική Αμερική ως ξεχωριστές και άσχετες. Στην πραγματικότητα, είναι στενά συνδεδεμένες. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποδειχθούν επιτυχείς στην αποκατάσταση της οικονομικής δυναμικής τους στο δυτικό ημισφαίριο, αυτό θα προσφέρει στους φίλους τους στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού πιο πειστικές διαβεβαιώσεις ότι είναι σε θέση να διατηρήσουν την εξισορρόπηση -όχι μόνο μέσω διπλωματικών και στρατιωτικών δεσμεύσεων, αλλά και μέσω της οικονομικής ισχύος που τις στηρίζει.

Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/143176/ali-wyne/east-by-southwest