Πέρα από το 1962 | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πέρα από το 1962

Πώς θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν οι σινο-ινδικές σχέσεις

Ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Narendra Modi, προσφέρει ανθοδέσμη στον πρόεδρο της Κίνας, Xi Jinping, πριν την συνάντησή τους στην δυτική ινδική πόλη, Ahmedabad, στις 17 Σεπτεμβρίου του 2014. (Amit ο Dave / Courtesy Reuters)

ΟΝΕΙΡΑ ΣΕ ΡΟΥΠΙΕΣ ΚΑΙ ΓΙΟΥΑΝ

Εκτός από την υπονόμευση της πολιτικής σχέσης ανάμεσα στην Κίνα και την Ινδία, το 1962, ο πόλεμος κατέστρεψε και την οικονομική τους σχέση. Για σχεδόν μια γενιά μετά το τέλος του πολέμου, οι αρχαίοι εμπορικοί δρόμοι που κάποτε έφερναν κινεζικά μεταξωτά στην Ινδία και τον Βουδισμό στην Κίνα, παρέμεναν αδρανείς. Τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται σταδιακά στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στην συνέχεια αυτή η βελτίωση επιταχύνθηκε μετά τις υψηλού προφίλ επισκέψεις των Ινδών πρωθυπουργών, Ρατζίβ Γκάντι και Atal Bihari Vajpayee, στην Κίνα, το 1988 και το 2003, αντίστοιχα. Παρακινούμενο από την ζήτηση ινδικού σιδηρομεταλλεύματος από την πλευρά της Κίνας και την ζήτηση κινεζικών πυρηνικών αντιδραστήρων, ηλεκτρονικών, μηχανημάτων και χημικών προϊόντων από την πλευρά της Ινδίας, το ετήσιο εμπόριο εκτοξεύθηκε στα 66 δισεκατομμύρια δολάρια από τα μόλις 3 δισεκατομμύρια δολάρια του 2000 [2].

Σήμερα, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, η προοπτική κέρδους περιορίζει σταδιακά τις αμοιβαίες υποψίες που υπήρχαν ανάμεσα στην Κίνα και την Ινδία. Κάποιες κινεζικές εταιρείες, όπως οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, Huawei και Xiaomi, αρχίζουν να κάνουν μεγαλεπήβολα όνειρα για την Ινδία. Μια 135μελής ισχυρή αντιπροσωπεία Κινέζων CEO συνόδευσε τον Xi κατά την επίσκεψή του στην Ινδία τον περασμένο Σεπτέμβριο [3] και σε ένα συνέδριο τον επόμενο μήνα στο Δελχί, ο Jack Ma, ιδρυτής του κινεζικού κολοσσού ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba, μίλησε επαινετικά για τις ομιλίες του Modi [4], χαρακτηρίζοντάς τις «εμπνευσμένες» και ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επενδύσει στην χώρα. Η Ινδία, με την σειρά της, έχει μεγάλες προσδοκίες από το λογισμικό και τις φαρμακευτικές εταιρείες της Κίνας, και την αύξηση του αριθμού των Ινδών μαθητών που μαθαίνουν την κινεζική γλώσσα. Με έναν τρόπο που θα φαινόταν αδύνατος πριν από λίγα μόλις χρόνια, οι Κινέζοι και οι Ινδοί επιχειρηματίες ονειρεύονται σε ρουπίες και γιουάν.

Ωστόσο, πίσω από όλον αυτόν τον ενθουσιασμό, η μετατροπή του οικονομικού ενθουσιασμού σε πολιτική καλή θέληση δεν είναι εύκολη υπόθεση, αν μη τι άλλο επειδή οι οικονομικές σχέσεις παραμένουν ιδιαίτερα ασύμμετρες. Η Ινδία έχει ένα εμπορικό έλλειμμα 37,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Κίνα [5], ενώ οι εξαγωγές της προς την χώρα αποτελούνται κατά κύριο λόγο από πρώτες ύλες και όχι έτοιμα προϊόντα. Για πολλούς Ινδούς σχολιαστές, είναι δύσκολο να μην ειδωθούν αυτές οι δυσκολίες σήμερα μέσα από την σκοπιά του παρελθόντος. Οι σινο-ινδικοί οικονομικοί δεσμοί «δεν διαφέρουν από την αυτοκρατορική κληρονομιά, όταν οι Βρετανοί καλλιεργούσαν όπιο στην Ινδία για να το εξάγουν στην Κίνα», γράφει ο Ινδός σχολιαστής Shishir Gupta, στην Himalayan Face- off. Μόλις το 24% των Ινδών θεώρησε πως η αναπτυσσόμενη οικονομία της Κίνας θα ήταν ευεργετική για την Ινδία, σύμφωνα με μια Παγκόσμια δημοσκόπηση της Pew το 2012 [6]. (Αντίθετα, το 44% των Κινέζων ερωτηθέντων θεωρεί την ανάπτυξη της Ινδίας ευεργετική για την Κίνα).

Οι οικονομικοί δεσμοί των δύο χωρών δεν είναι απλώς ασύμμετροι ˑ είναι και επιφανειακοί. Παρά τις εκτεταμένες δαπάνες της στο εξωτερικό που κράτησαν μια δεκαετία, οι επενδύσεις της Κίνας στην Ινδία δεν συμβαδίζουν με την εμπορική άνθηση. Στην πραγματικότητα, οι επενδύσεις της Κίνας στην Ινδία ανέρχονται σε μόλις 500 εκατομμύρια δολάρια [7], λιγότερες από τις επενδύσεις της Μαλαισίας, του Καναδά και της Πολωνίας στην χώρα. (Οι ινδικές επενδύσεις στην Κίνα είναι κι εκείνες σχετικά μικρές, καθώς ανέρχονται σε περίπου 470 εκατομμύρια δολάρια). Όλα αυτά έχουν πολιτικές επιπτώσεις: Οι επενδύσεις σε επιχειρήσεις του εξωτερικού περιλαμβάνουν την εγκατάσταση σε ξένες χώρες, κάτι που δίνει στους επιχειρηματίες ένα μερίδιο συμμετοχής σε ισχυρές διμερείς σχέσεις και έναν λόγο για να ασκήσουν πιέσεις για βελτίωση των δεσμών.

Οι κινεζικές εταιρείες στην Ινδία, όμως, συχνά παγιδεύονται από τον φόβο της ινδικής γραφειοκρατίας για υπερβολική εξάρτηση από την Κίνα ή για κατασκοπεία. Οι ινδικές επιχειρήσεις στην Κίνα αγωνίζονται να αποκτήσουν πρόσβαση στην αγορά που αφορά τον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών και των φαρμακευτικών προϊόντων. Αντιμετωπίζουν επίσης βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις που δεν μπορούν να προσφέρουν και πολλά. Ο αργός ρυθμός ανοικοδόμησης των οικονομικών δεσμών έχει επίσης οδηγήσει τις ινδικές και τις κινεζικές επιχειρήσεις να είναι ουσιαστικά νεόφερτες η μια στην αγορά της άλλης, και να έχουν ελάχιστες οργανώσεις ή έμπειρους συμπατριώτες για να στραφούν σε περίπτωση που αντιμετωπίσουν δυσκολίες. Οι ινδικές επιχειρήσεις στην Κίνα, για παράδειγμα, είναι αναγκασμένες να βασίζονται είτε σε μια πρεσβεία με μόλις 30 διπλωμάτες ˑ εμπορικούς φορείς, όπως η Ομοσπονδία Ινδικών Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων και η Συνομοσπονδία Ινδικής Βιομηχανίας, με μόνο έναν εκπρόσωπο στην Κίνα ˑ είτε στην ινδική διασπορά που είναι πρακτικά ανύπαρκτη.

Με απλά λόγια, οι οικονομικοί δεσμοί δεν μπορεί να μην είναι ακόμα αρκετοί για να φέρουν τις σινο-ινδικές σχέσεις σε αυτόν τον αιώνα.

ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ

Ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο για την άνθηση των σχέσεων είναι οι ίδιοι οι λαοί της Κίνας και της Ινδίας. Το κινέζικο και το ινδικό κοινό δεν έχουν καταφέρει να γνωριστούν καλά -και όσα ξέρουν ο ένας για τον άλλον είναι επηρεασμένα από το ιστορικό παρελθόν. Αυτό, σε συνδυασμό με το ισχυρό εθνικιστικό αίσθημα και των δύο χωρών, καθιστά δύσκολη την πρόοδο των πολιτικών σχέσεων.