Η αλήθεια για τον σεχταρισμό | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αλήθεια για τον σεχταρισμό

Πίσω από τις διάφορες πτυχές των ερίδων μεταξύ Σιιτών-Σουνιτών
Περίληψη: 

Αν αφεθεί ανεξέλεγκτος, ο τόνος και το είδος του σεχταρισμού που κατά πάσα πιθανότητα θα θεσμοθετηθεί θα είναι ακόμα πιο αιματηρός και, ίσως, πιο ελκυστικός για τους δυνητικούς νεοσύλλεκτους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ανάπτυξη μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής για τις σεχταριστικές συγκρούσεις απαιτεί την κατανόηση ότι δεν είναι όλοι οι σεχταρισμοί το ίδιο.

Ο JACOB OLIDORT είναι συνεργάτης στην έδρα Soref στο Washington Institute for Near East Policy και επίκουρος καθηγητής στην Σχολή Διεθνών Υποθέσεων Elliott στο Πανεπιστήμιο George Washington. Οι απόψεις του είναι αυστηρά προσωπικές.

Οι θρησκευτικές ταυτότητες υποτίθεται ότι σχηματίστηκαν πριν από αιώνες στην Μέση Ανατολή, και όμως φαίνεται να τροφοδοτούν τις πιο αιματηρές συγκρούσεις της περιοχής σήμερα. Ενώ το Ιράν έχει υποστηρίξει τον πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ στην Συρία και τους αντάρτες Houthi στην Υεμένη, η Σαουδική Αραβία έχει δημιουργήσει στρατηγικές για να τους κατανικήσει. Οι εντάσεις βάθυναν νωρίτερα αυτόν τον μήνα, αφότου η Σαουδική Αραβία εξόργισε το Ιράν εκτελώντας έναν εξέχοντα Σαουδάραβα Σιίτη κληρικό [1], για τον οποίο το καθεστώς ισχυρίστηκε ότι ήταν τρομοκράτης. Όταν Σιίτες διαδήλωσαν στο Ιράν και την Σαουδική Αραβία, συχνά με βίαιο τρόπο, το βασίλειο πέταξε τους διπλωμάτες του Ιράν έξω από την χώρα.

Αλλά η σύγκρουση στην περιοχή είναι πολύ πιο σύνθετη από έναν απλό θρησκευτικό πόλεμο. Η ρητορική της Σαουδικής Αραβίας, για παράδειγμα, η οποία διέπεται από έναν βαθιά ριζωμένο Ουαχαμπιτισμό [2] είναι πολύ διαφορετική από τον αντι-σιιτισμό που χρησιμοποιεί το Ισλαμικό Κράτος (επίσης γνωστό ως ISIS) για να εκμεταλλευτεί τα πολιτικά και οικονομικά παράπονα εις βάρος τόσο του σιιτικού-αλεβιτικού καθεστώτος Άσαντ όσο και των αποστερημένων Σουνιτών του Ιράκ υπό την κυβέρνηση του άλλοτε πρωθυπουργού Νούρι αλ-Μαλίκι [3].

Στην πραγματικότητα, υπάρχουν τρία βασικά είδη σεχταρισμού στο παιχνίδι. Ορισμένες ομάδες και κράτη έχουν ενσωματώσει θρησκευτικά θέματα ακριβώς μέσα στην δομή των πολιτικών, πολιτιστικών και εκπαιδευτικών τους συστημάτων. Ο σεχταρισμός, με άλλα λόγια, έχει θεσμοθετηθεί. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι, φυσικά, η Σαουδική Αραβία και ο αιώνιος ανταγωνισμός της προς τους Σιίτες. Ο Muhammad ibn Abd al-Wahhab [4], γνωστός ως ο πατέρας του Ουαχαμπιτισμού ο οποίος ήταν παρών στην ίδρυση του κράτους, έκανε τον αντι-σιιτισμό ένα βασικό συστατικό της θεωρίας του. Ένα άλλο παράδειγμα είναι το Ιράν. Ο Ρουχολάχ Χομεϊνί [5], επικεφαλής της Ιρανικής Επανάστασης και αργότερα Ανώτατος Ηγέτης του Ιράν, ανέπτυξε μια θεωρία ισλαμικής διακυβέρνησης γνωστή ως «διακυβέρνηση των νομικών.» Υποστήριξε ότι οι Μουσουλμάνοι θα πρέπει να ζουν υπό καθεστώς που επιβλέπεται από νομικούς μελετητές, και ειδικότερα, εκείνους που έχουν εκπαιδευτεί στην σιιτική παράδοση, οι οποίοι είναι ειδικευμένοι στην ερμηνεία του νόμου της Σαρία. Η θεωρία του σχηματοποίησε τις ιδρυτικές αρχές της Δημοκρατίας.

28012016-1.jpg

Διαδηλωτές κρατώντας φωτογραφίες του Σιίτη κληρικού Sheikh Nimr al-Nimr απωθούνται από τις ιρανικές δυνάμεις ΜΑΤ κατά την διάρκεια διαδήλωσης έξω από την πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Τεχεράνη, στις 3 Ιανουαρίου 2016. RAHEB HOMAVANDI (TIMA) / REUTERS
-------------------------

Ακόμη και ορισμένες μη κρατικές κοινότητες, όπως οι Σαλαφιστές, έχουν θεσμοθετήσει τον σεχταρισμό τους. Οι Σαλαφιστές [6] υποστηρίζουν ότι συντηρητική εκδοχή τους επί του σουνιτισμού ταιριάζει σε μια κυριολεκτική κατανόηση της πίστης που άσκησαν ο Προφήτης Μωάμεθ και οι πρώτοι οπαδοί του. Με τον τρόπο αυτό θεωρούν τους Σιίτες αποστάτες. Παρά το γεγονός ότι τους λείπει (και στις περισσότερες περιπτώσεις ακόμη και δεν θέλουν) ένα κράτος, οι Σαλαφιστές έχουν συστηματοποιήσει την αντίθεσή τους στους Σιίτες κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, με την προώθηση μεσαιωνικών θεολογικών πραγματειών που υποστηρίζουν την θεολογία τους. Στην δεκαετία του 1960, μέχρι που άρχισαν να διδάσκουν τον σαλαφισμό σε ισλαμικά πανεπιστήμια στην Σαουδική Αραβία και σε ουαχαμπιτικά ινστιτούτα σε όλο τον κόσμο.

Στο άλλο άκρο του σεχταριστικού φάσματος, ο συμπτωματικός σεχταρισμός, όπως υποδηλώνει το όνομά του, δεν συνεπάγεται ηθελημένη προσπάθεια να εφαρμοστεί μια θρησκευτική ατζέντα. Ο σεχταρισμό δεν παίζει κεντρικό ρόλο στους στόχους ενός κράτους ή μιας ομάδας, ακόμη και αν υπάρχουν αποχρώσεις του. Το πιο σχετικό παράδειγμα είναι ο συριακός εμφύλιος πόλεμος. Ξεκίνησε ως μια σύγκρουση με επίκεντρο την αλλαγή του καθεστώτος. Στην πραγματικότητα, η οικογένεια Άσαντ έχει συνειδητά υποβαθμίσει την αλεβιτική καταγωγή της [7], ακριβώς επειδή θεωρείται ως ετερόδοξη από τον πιο κυρίαρχο «σιιτισμό των 12 [ιμάμηδων]» του Ιράν. Για να εξασφαλίσει ισχύ και νομιμοποίηση, ο πρώην πρόεδρος Χάφεζ αλ Άσαντ [8], ο πατέρας του Μπασάρ, ως εκ τούτου συμμάχησε με άλλες σιιτικές ομάδες στην περιοχή, όπως εκείνη του Λιβάνου. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει σίγουρα μια θρησκευτική διάσταση στην σύγκρουση της Συρίας, δεν αποτελεί ένα θεσμοθετημένο κομμάτι είτε του πολέμου είτε των φορέων που εμπλέκονται˙ έχει προστεθεί συμπτωματικά. Το ίδιο ισχύει και για τους αντάρτες Houthi στην Υεμένη, που ανήκουν στη μειονότητα της αίρεσης Zaydi, αλλά δεν μάχονται το καθεστώς για σεχταριστικούς λόγους.

Τέλος, υπάρχει ο εκμεταλλευτικός σεχταρισμός, μια κατηγορία που χαρακτηρίζει την τακτική και την φύση πολλών από τους πιο βίαιους δρώντες της περιοχής. Το ISIS, για παράδειγμα, εκμεταλλεύεται το τοπικό κενό εξουσίας [9] προκειμένου να δομήσει τις δυνατότητές του και να συσσωρεύσει έδαφος. Ένας αριθμός ομάδων συριακής αντιπολίτευσης, όπως η Ahrar al Sham και το Μέτωπο al Nusra, προωθούν επίσης μια θρησκευτική αφήγηση προκειμένου να πετύχουν τους πολιτικούς στόχους τους, είτε πρόκειται για την μετατροπή της Συρίας στην δική τους εκδοχή ενός σταθερού σουνιτικού κράτους είτε απλά για την ανατροπή του Άσαντ. Για να είμαστε ξεκάθαροι, οι ομάδες αυτές είναι όλες εξίσου δεσμευμένες στις σεχταριστικές αρχές τους, αλλά δεν έχουν προχωρήσει τόσο πολύ όλες όσο, ας πούμε το ISIS, στην θεσμοποίηση των πεποιθήσεών τους, πολιτικά και κοινωνικά.