Φόρος στους φορολογικούς παραδείσους | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Φόρος στους φορολογικούς παραδείσους

Ποια πρέπει να είναι η αντίδραση στα έγγραφα του Παναμά

Η συγκέντρωση όλων αυτών των σκοτεινών χρημάτων σε μια σχετικά μικρή χούφτα κορυφαίων (blue-chip) τραπεζών, hedge funds, ασφαλιστικών εταιρειών και των θυγατρικών τους διαχειριστών περιουσιακών στοιχείων είναι ειρωνική. Φυσικά, τα ιδρύματα αυτά θα σας πουν ότι αυτό απλώς αντανακλά την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών τους. Αλλά οι πραγματικοί λόγοι είναι ακόμα πιο απλοί. Η απόδειξη είναι ότι πολλοί πλούσιοι υπεράκτιοι επενδυτές αποστρέφονται εκπληκτικά πολύ το ρίσκο όταν πρόκειται για την διαχείριση του υπεράκτιου πλούτου τους, τον οποίο έχουν την τάση να θεωρούν ως ένα κομπόδεμα στο οποίο θα βασιστούν εάν οι βασικές επιχειρήσεις τους χρεοκοπήσουν. Για να είναι προσεκτικοί, ως εκ τούτου, τείνουν να ευνοούν τα μεγαλύτερα, πιο καθιερωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στα οποία συνήθως μπορούν –αλλά όχι πάντα- να υπολογίζουν για να διασφαλίζουν τον πλούτο τους, ακόμη και από μεγάλες αποστάσεις. Με άλλα λόγια, βλέπουν προς τις τράπεζες που είναι πολύ μεγάλες για να αποτύχουν.

Εν ολίγοις, μια χούφτα από τις βασικές πλούσιες χώρες του ΟΟΣΑ από τις οποίες προέρχονται οι περισσότερες από αυτές τις γιγαντιαίες τράπεζες -οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ελβετία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ολλανδία και το Βέλγιο- είναι τελικά οι πραγματικοί παράδεισοι, όταν πρόκειται για το πού καταλήγει η περισσότερη φυγή κεφαλαίων από τις αναπτυσσόμενες χώρες.

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΟΥ ΥΠΕΡΑΚΤΙΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ

Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν δημόσιες εκτιμήσεις της αξίας όλου του υπεράκτιου ιδιωτικού πλούτο που είναι κρυμμένος σε καταφύγια, είναι δυνατόν να εκτιμηθεί έμμεσα. Οι μέθοδοί μας, που περιγράφονται λεπτομερώς σε μια ξεχωριστή έκθεση Δικτύου Φορολογικής Δικαιοσύνης (Tax Justice Network report) [10], προσεγγίζουν το πρόβλημα σαν την εκτίμηση του μεγέθους μιας μαύρης τρύπας με τον τριγωνισμό δεδομένων από άλλες πηγές. Αυτές περιλαμβάνουν στοιχεία από την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών για τις διασυνοριακές τραπεζικές καταθέσεις από «μη τράπεζες», εκ των οποίων σχεδόν όλες είναι από εταιρείες-κελύφη, τραστ και άτομα˙ αποκλίσεις στα στοιχεία «πηγών και χρήσεων» για τις ροές ξένων κεφαλαίων που δημοσιεύονται από το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα και από κεντρικές τράπεζες˙ άμεσες εκτιμήσεις για διασυνοριακά περιουσιακά στοιχεία υπό διαχείριση, μη διαχειριζόμενες καταθέσεις και αποθετήρια διαπραγματευόμενων περιουσιακών στοιχείων για τις 50 κορυφαίες διεθνείς ιδιωτικές τράπεζες, που προέρχονται από τις οικονομικές καταστάσεις των ίδιων των εν λόγω τραπεζών και από δελτία Τύπου˙ και στοιχεία σχετικά με συνάλλαγμα μεγάλης αξίας τα οποία [στοιχεία] εκκρεμούν για μεγάλα διεθνή αποθεματικά νομίσματα, που περιλαμβάνουν το δολάριο ΗΠΑ, το ελβετικό φράγκο και το ευρώ.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, το παγκόσμιο απόθεμα του μη καταγεγραμμένου ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού καθαρού ενεργητικού –συμπεριλαμβανομένων του συναλλάγματος, των τραπεζικών καταθέσεων, των μετοχών και των ομολόγων, και άλλων εμπορεύσιμων χρεόγραφων- που επενδύεται σε ή μέσω υπεράκτιων παραδείσων ήδη ανήλθε σε 21 με 32 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος του 2010, περίπου το 10%-15% του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού πλούτου. Και αυτό το «ελλείπον» κεφάλαιο πλούτου συνέχισε να αυξάνεται έκτοτε. Πράγματι, από το 2004 μέχρι το 2015, ακριβώς εν μέσω της οικονομικής κρίσης, αυξήθηκε με ονομαστικό μέσο ετήσιο ρυθμό σχεδόν 16%. Από το 2015, αυτό το «ελλείπον» κεφάλαιο του υπεράκτιου ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού πλούτου άξιζε τουλάχιστον 24 τρισεκατομμύρια με 36 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Επιπλέον, η αξία του μη χρηματοπιστωτικού καθαρού διασυνοριακού πλούτου -ακίνητα, χρυσός και άλλα πολύτιμα μέταλλα, πολύτιμοι λίθοι, τέχνη, σπάνια βιβλία, αυτοκίνητα, θρησκευτικές εικόνες, φωτογραφίες, άλλα συλλεκτικά αντικείμενα, θαλαμηγοί, πλοία, υποβρύχια, ιδιωτικά τζετ, αγροκτήματα, ορυχεία, δάση και κοιτάσματα πετρελαίου- που κατέχονται μέσω ανώνυμων εταιρειών σε [οικονομικά] καταφύγια, καταπιστεύματα, ιδρύματα και ιδιωτικά θησαυροφυλάκια τώρα αξίζουν τουλάχιστον ακόμα 5 έως 10 τρισ. δολάρια.

Από την άποψη της φορολογικής δικαιοσύνης, το βασικό γεγονός για όλον αυτόν τον ελάχιστα δημοσιοποιημένο πλούτο είναι ότι ανήκει σε πολύ λίγους ανθρώπους. Περισσότερο από το 85% - 90% ανήκει σε λιγότερα από δέκα εκατομμύρια ανθρώπους, μόλις το 0,014% του παγκόσμιου πληθυσμού. Και οι κορυφαίες 100.000 οικογένειες στον πλανήτη, καθεμιά από τις οποίες έχει μια καθαρή αξία τουλάχιστον 30 εκατομμυρίων δολαρίων, κατέχουν τουλάχιστον το ένα τρίτο από αυτό.

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΓΙΑ ΑΥΤΟ;

Η τιθάσευση τέτοιων καταχρήσεων θα απαιτήσει πολλές πρωτοβουλίες -όχι μόνο μέτρα όπως η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και οι ευεργετικές καταγραφές της ιδιοκτησίας, αλλά και την προληπτική, προβλεπτική ρύθμιση των βασικών παικτών στην παγκόσμια βιομηχανία καταφυγίων˙ αυστηρότερες ποινές για τους φοροφυγάδες, τους κλεπτοκράτες και τους διευκολυντές τους˙ υποχρεωτική αποκάλυψη του υπεράκτιου πλούτου για τους δημόσιους λειτουργούς˙ και ισχυρότερη προστασία για τους οικονομικούς πληροφοριοδότες.

Αλλά η εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων θα απαιτήσει χρόνο. Και δεν θα πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι μόνο με την άσκηση πίεσης για τεχνικές τροποποιήσεις στο υπάρχον συνονθύλευμα του διεθνούς φορολογικού συστήματος που θα μπορούσε να επιτύχει να μεταρρυθμίσει το σύστημα αυτό κάποια ωραία μέρα. Όπως έχουμε υποστηρίξει, τρισεκατομμύρια σε ανώνυμο, σε μεγάλο βαθμό αφορολόγητο και σε πολλές περιπτώσεις σχετιζόμενο με εγκλήματα ιδιωτικό πλούτο, απλά κάθονται εκεί, επενδεδυμένα σε σχετικά χαμηλής απόδοσης υπεράκτιες επενδύσεις. Αν μπορούμε να καταλάβουμε το πώς να επιβάλλουμε έναν μικρό παγκόσμιο φόρο έναντί του, ή τουλάχιστον να ενθαρρύνουμε να επιστρέψει στην επιφάνεια όπου μπορεί να επενδυθεί περισσότερο παραγωγικά, όλος αυτός ο πλούτος θα μπορούσε τουλάχιστον να αρχίσει να συμβάλει ενώ θα περιμένουμε για μια πιο συνολική μεταρρύθμιση.