Κοιτάζοντας κι αλλού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κοιτάζοντας κι αλλού

Πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν αποξενωθεί

Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους και ο Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ μπαίνουν στον Κήπο των Ρόδων του Λευκού Οίκου για να μιλήσουν σε δημοσιογράφους, στην Ουάσινγκτον, τον Μάιο του 2007. KEVIN LAMARQUE / REUTERS
---------------------------------------------------

Αλλά η παθητικότητα δεν ήταν το μόνο πρόβλημα. Ακόμα και στην μεγαλύτερη ενεργητικότητά της, η εξωτερική πολιτική του Cameron έχει λειτουργήσει εναντίον του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ουάσιγκτον. Η απόφαση της κυβέρνησής του [19] να ενταχθεί στην κινεζική Τράπεζα Επενδύσεων Ασιατικών Υποδομών ενάντια στις επιθυμίες της κυβέρνησης Ομπάμα οδήγησε σε εκτεταμένη απογοήτευση για αυτό που ένας κυβερνητικός αξιωματούχος αποκάλεσε ως [20] «συνεχή φιλοξενία» της χώρας για την Κίνα. Οι επανειλημμένες υποσχέσεις του Κάμερον [21] να ενεργεί ως «ο ισχυρότερος υποστηρικτής της Κίνας στην Δύση» σήμανε σε πολλούς ότι δεν μπορούσε πλέον συνυπολογιστεί για την διατήρηση της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης.

Από την σκοπιά του Λονδίνου, εν τω μεταξύ, η Ουάσιγκτον έχει γίνει λιγότερο εμπνευσμένη για να την ακολουθήσει κανείς. Το δόγμα της κυβέρνησης Ομπάμα περί υπολογισμένης υποχώρησης [22] –η αποφυγή «ηλίθιων μπλεξιμάτων» [23]- μπορεί να είναι συνετή, αλλά επίσης δεν δημιουργεί καμία έμπνευση. Και για μια χώρα όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, που έχει συνηθίσει [24] να ακολουθεί το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών, η έλλειψη ενός συναρπαστικού οράματος γύρω από το οποίο να μπορεί να συσπειρωθεί η Δύση, έχει κάνει δύσκολο το να διαφανεί μια κατεύθυνση. Πράγματι, δεν είναι τυχαίο ότι τα ιστορικά κορυφαία σημεία της ειδικής σχέσης έχουν επικεντρωθεί στους κοινές αγώνες κατά των μεγάλων κοινών εχθρών: Τη ναζιστική Γερμανία στο πλαίσιο των Ρούσβελτ και Τσόρτσιλ, την Σοβιετική Ένωση στο πλαίσιο των Ρέιγκαν και Θάτσερ, και την διεθνή τρομοκρατία των Μπους και Μπλερ. Οι σημερινές προκλήσεις, αντίθετα, είναι πιο πολύπλοκες και άμορφες˙ και, όλο και περισσότερο, επικεντρώνονται στην άλλη πλευρά του κόσμου. Είναι αυτές οι αλλαγές, περισσότερο από τις προσωπικότητες ή τις πολιτικές του Ομπάμα και του Κάμερον, που είναι οι πραγματικοί οδηγοί της φθίνουσας σημασίας της ειδικής σχέσης.

ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΑΛΛΟΥ

Όταν οι ιστορικοί κοιτάζουν πίσω στην εποχή Μπους-Μπλερ, θα δουν πιθανώς την εισβολή στο Ιράκ το 2003 ως μια στιγμή ασυνήθιστης οικειότητας σε έναν όλο και πιο κρύο γάμο. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η άνοδος της Ασίας, και η μετάβαση στην παγκόσμια πολυπολικότητα έχουν αναγκάσει τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και το Ηνωμένο Βασίλειο να επανεκτιμήσουν τον παγκόσμιο ρόλο τους και να διαφοροποιήσουν τις διπλωματικές συνεργασίες τους.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναπροσανατολίζουν το στρατηγικό κέντρο βάρους από την Ευρώπη και την Μέση Ανατολή προς την Ασία. Η μετατόπιση, που σε μεγάλο βαθμό είναι μια απάντηση στην άνοδο της Κίνας, άρχισε σοβαρά στα τελευταία χρόνια της κυβέρνησης Τζορτζ Μπους και έγινε ένα κεντρικό χαρακτηριστικό της μεγάλης στρατηγικής των ΗΠΑ υπό τον Ομπάμα ως η «στροφή» [25] προς την Ασία, που αργότερα μετονομάστηκε σε «εξισορρόπηση». [26] Η στρατηγική, η οποία περιλαμβάνει την εντατικοποίηση της στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής δέσμευσης των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ασία, είναι πιθανό να είναι μόνιμη και έχει ήδη αυξήσει σημαντικά την σημασία των περιφερειακών συμμάχων των ΗΠΑ όπως η Αυστραλία [27], η Ινδονησία [28], η Ιαπωνία [29], οι Φιλιππίνες [30] και η Νότια Κορέα [31].

25042016-2.jpg

Ο πρόεδρος της Κίνας Xi Jinping και ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Ντέιβιντ Κάμερον, σε χειραψία στο τέλος κοινής συνέντευξης Τύπου στον αριθμό 10 της Downing Street, στο κεντρικό Λονδίνο, τον Οκτώβριο του 2015. SUZANNE PLUNKETT / REUTERS
-----------------------------------------

Η στροφή προς την Ασία, σε συνδυασμό με την άνοδο άλλων σημαντικών παγκόσμιων παικτών, όπως η Βραζιλία, το Μεξικό, η Νότια Αφρική και η Τουρκία, έχει φέρει την συνάφεια των παλαιών συμμαχιών των Ηνωμένων Πολιτειών [32], μεταξύ των οποίων και με το Ηνωμένο Βασίλειο, σε αμφισβήτηση. «Σε έναν ολοένα και πιο ‘G20’ κόσμο», εξήγησε μια έκθεση [33] της Υπηρεσίας Ερευνών του Κογκρέσου πέρυσι, «η Βρετανία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κεντρικά συναφής με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε όλα τα θέματα και τις σχέσεις που θεωρούνται προτεραιότητα για την ατζέντα των ΗΠΑ».

Ακόμη και εντός της Ευρώπης, η κεντρικότητα του Ηνωμένου Βασιλείου για τα συμφέροντα των ΗΠΑ είναι λιγότερο εμφανής από ό, τι πριν. Η πρωτόγνωρη διεθνής αυτοπεποίθηση της Γερμανίας [34], σε συνδυασμό με την κεντρική σημασία της για την αντιπαράθεση της Δύσης με την Ρωσία και για την οικονομική σταθερότητα της ευρωζώνης, έχει αποδυναμώσει την ιστορική βρετανική απαίτηση να λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Γαλλία έχουν επίσης αναζωογονηθεί μετά το ναδίρ του «freedom fries» [35] της κυβέρνησης Μπους, με αμφότερους τον Ομπάμα και τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, να αναφέρονται στην Γαλλία ως «τον αρχαιότερο σύμμαχο» των Ηνωμένων Πολιτειών -προς κατάπληξη [ 36] πολλών στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Η Βρετανία…», συνοψίζει [32] ο πρώην αξιωματούχος της κυβέρνησης Κλίντον και συντάκτης του περιοδικού Foreign Policy, David Rothkopf, «τώρα πέφτει τρίτη. . . πίσω από την Γερμανία (την πιο σημαντική) και την Γαλλία (την πιο υποστηρικτική των Ηνωμένων Πολιτειών τα τελευταία χρόνια)». Δεδομένης αυτής της αλλαγής στον αστερισμό των φίλων και συμμάχων των ΗΠΑ, είναι δύσκολο να υποστηριχθεί ότι ότι παραμένουν πολλά στην ειδική σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο.