Η πάλη μεταξύ Πατριαρχείου και Ρωσίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η πάλη μεταξύ Πατριαρχείου και Ρωσίας

Οι ρωσικές προσευχές για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό
Περίληψη: 

Είναι, όπως θα έλεγαν πολλοί μέσα στην Ρωσική Εκκλησία, η Ορθοδοξία απλώς μια συλλογή εθνικών φορέων, χαλαρά συνδεδεμένων με δογματικές ιδέες; Ή μήπως είναι μια πιο ενοποιημένη και καθολική οντότητα που υπερβαίνει τα εθνικά και τα εθνικά σύνορα;

Ο JONATHAN GORVETT είναι ανεξάρτητος δημοσιογράφος.

Αυτόν τον Ιούνιο, οι ηγέτες των 262 εκατομμυρίων Ορθόδοξων Χριστιανών του κόσμου συναντήθηκαν στην Κρήτη, για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθόδοξης Εκκλησίας (που μερικές φορές αναφέρεται ως Πανορθόδοξο Συμβούλιο) ώστε να συζητήσουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η θρησκευτική τους κοινότητα. Η Σύνοδος ήταν η πρώτη του είδους της μέσα σε 1229 χρόνια -η τελευταία ήταν η δεύτερη Σύνοδος της Νίκαιας, το 787- και σε μια αντήχηση των Συνόδων της αρχαιότητας, οι ηγέτες απευθύνθηκαν σε μια εκκλησία περιβαλλόμενη από συγκρούσεις και σπαρασσόμενη από πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές. Μόνο μερικές εκατοντάδες μίλια ανατολικά της Κρήτης, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί της Συρίας και του Ιράκ αντιμετωπίζουν την εξόντωση [1], όπως ακριβώς και οι αρχαίες κοινότητές τους είχαν καταστραφεί από τον πόλεμο και τις διώξεις. Στα βόρεια, Ορθόδοξοι πιστοί βρίσκονται και στις δύο πλευρές της γραμμής των μαχών στην Ουκρανία [2]. Στην Αφρική, ορθόδοξες κοινότητες στην Αίγυπτο, την Κένυα, τη Νιγηρία και το Σουδάν αντιμετωπίζουν συνεχείς απειλές από μαχητικούς ισλαμιστές. Επιπλέον, ενώ αντιμετωπίζει εξωτερικούς εχθρούς, η Ορθοδοξία ταλανίζεται όλο και περισσότερο από εσωτερικές διαιρέσεις.

Σε αντίθεση με την Καθολική Εκκλησία, η οποία είναι ενωμένη κάτω από την εξουσία του Πάπα, η Ορθοδοξία δεν διαθέτει έναν μοναδικό ηγέτη. Κάθε μια από τις 14 Ορθόδοξες Εκκλησίες είναι ανεξάρτητη και ισότιμη μέσα στην ιεραρχία της Πίστης. Παραδοσιακά, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (που τώρα ονομάζεται Istanbul) ήταν «πρώτο μεταξύ ίσων», ένα καθεστώς που χρονολογείται από τις απαρχές του Μεγάλου Σχίσματος της Ανατολικής Ορθοδοξίας το 1054, όταν η Κωνσταντινούπολη ήταν η πρωτεύουσα της Βυζαντινής (ή Ανατολικής Ρωμαϊκής) Αυτοκρατορίας. Ωστόσο, το καθεστώς αυτό έχει πρόσφατα αρχίσει να αμφισβητείται λόγω της αυξανόμενης ισχύος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας [3].

ΜΙΑ ΡΩΣΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

Στο Βυζάντιο, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ήταν τόσο ισχυρός ώστε ήταν υπεύθυνος για την στέψη του αυτοκράτορα. Η Βυζαντινή εκκλησία και το κράτος διαπλέκονταν αμοιβαία σε αυτό που ονομαζόταν «συμφωνία» της κοσμικής και της θρησκευτικής εξουσίας. Τώρα, μια παρόμοια συμφωνία μπορεί να ακουστεί στην Ρωσία, την πατρίδα της μεγαλύτερης ορθόδοξης κοινότητας στον κόσμο (επίσημα αριθμούνται σε περίπου 100 εκατ. πιστούς). Υπό την συνδυασμένη εξουσία του πατριάρχη Μόσχας, Αρχιεπίσκοπου Κύριλλου, και του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, η Ρωσία τα τελευταία χρόνια έχει εδραιώσει μια συμμαχία για την επιδίωξη των παραδοσιακών αξιών της στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.

«Η γραμμή ανάμεσα στην θρησκεία και την πολιτική στην Ρωσία, και γενικότερα στον Ορθόδοξο χώρο, είναι λεπτή», μου είπε ο Lucian Ν. Leustean, λέκτορας Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Aston. Για παράδειγμα, όταν ο Πούτιν αποκάλυψε την πιο πρόσφατη Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας στα τέλη του 2015, αναφέρθηκε στην «υπεράσπιση των ρωσικών αξιών» ως την τρίτη γενική προτεραιότητα του. Ως ρωσικές αξίες, ο Πούτιν εννοούσε την εκδοχή του Ρωσικού Ορθόδοξου Χριστιανισμού που προασπίζεται ο Κύριλλος, ο οποίος τον βλέπει ως πολιτισμό ξεχωριστό και ριζικά διαφορετικό από εκείνον της κοσμικής Δύσης. Η Ρωσία, σε αυτό το όραμα, είναι ο υπέρμαχος του Ορθοδόξου πολιτισμού [4] και το καθεστώς του Πούτιν, όπως το έθεσε το 2012 ο Κύριλλος, δεν είναι τίποτα λιγότερο από «ένα θαύμα του Θεού».

Η άποψη του Κύριλλου συχνά αναφέρεται ως η Ορθόδοξη ιδιαιτερότητα, η οποία υποστηρίζει ότι το ρωσικό κράτος έχει ηθικό καθήκον να προστατεύει ορθόδοξους θρησκευτικούς χώρους εντός και εκτός των συνόρων της Ρωσίας. Καταδικάζει επίσης τις Δυτικές ιδέες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους [5], και παρουσιάζει την Ορθοδοξία ως μια πιο πνευματική εναλλακτική λύση στον υποτιθέμενο παρακμιακό ατομικισμό και τον καταναλωτισμό της Δύσης. Τα τελευταία χρόνια, η Ορθόδοξη ιδιαιτερότητα έχει κινητοποιήσει την χρηματοδοτούμενη από το Κρεμλίνο κατασκευή μεγάλων ρωσικών Ορθόδοξων εκκλησιών στην Δυτική Ευρώπη, μεταξύ των οποίων μια που βρίσκεται σε ψηλότερη τοποθεσία από εκείνη του Αγίου Πέτρου στην Ρώμη και μια άλλη κοντά στον Πύργο του Άιφελ στο Παρίσι.

Παρά τους ελιγμούς του Κρεμλίνου, όμως, το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης εξακολουθεί να αποτελεί εμπόδιο για την ρωσική κυριαρχία στον Ορθόδοξο κόσμο. Παρά το γεγονός ότι έχει μόνο περίπου πέντε εκατομμύρια πιστούς υπό την δικαιοδοσία του (μερικές χιλιάδες στην Κωνσταντινούπολη, οι πληθυσμοί νησιών όπως η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, καθώς και οι Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί που ζουν έξω από την Ελλάδα), το Πατριαρχείο όντως διατηρεί τον παραδοσιακό ρόλο του ως συγκαλών τις Συνόδους και μεσολαβητής σε διαφορές. Από την εποχή του προέδρου Χάρι Τρούμαν, άλλωστε, το Πατριαρχείο έχει, επίσης, απολαύσει την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες το βλέπουν ως πολύτιμο αντίβαρο στην Μόσχα.

Δεν θα πρέπει να αποτελέσει καμία έκπληξη, λοιπόν, το ότι η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος –υπό την αιγίδα του Βαρθολομαίου, του αρχιεπίσκοπου της Κωνσταντινούπολης και ηγέτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου- έγινε μια αρένα για την αναμέτρηση Κωνσταντινούπολης-Μόσχας. Αφότου βοήθησε να οργανωθεί η εκδήλωση και να συνταχθούν τα έγγραφά της, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αποσύρθηκε την τελευταία στιγμή εξαιτίας ανησυχιών σχετικά με την νομιμότητα του συμβουλίου. Η απόσυρση υπονόμευσε την καθολικότητα της συνάντησης, και ως εκ τούτου την νομιμοποίησή της, και ήρθε μετά από έναν καταιγισμό επικρίσεων από τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης που αμφισβητούσαν το δικαίωμα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης να συγκαλέσει την Σύνοδο γενικώς. Το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS δημοσιοποίησε επίσης μια ιστορία υποστηρίζοντας ότι η Σύνοδος ήταν μια προσπάθεια να εκθέσει την Ορθόδοξη Εκκλησία στον Πάπα [6], μια κατηγορία που ισοδυναμεί με προδοσία.