Οι κανόνες του προσφυγικού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι κανόνες του προσφυγικού

Η προσφυγική κρίση βάζει σε δοκιμασία την ενωμένη Ευρώπη
Περίληψη: 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση στέκεται σήμερα στα όρια μιας πολύπλευρης κρίσης, πολιτικής και ανθρωπιστικής, αλλά και μιας κρίσης νομιμοποίησης, βρίσκοντας, πλέον, τον εαυτό της μακριά από τις δημοκρατικές της βάσεις και χωρισμένο από σύνορα και εθνοκεντρικές πολιτικές ανακοπής των προσφυγικών ροών.

Η ΑΘΗΝΑ ΣΙΜΑΤΟΥ* είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια στα «Νέα Μέσα και την Δημοσιογραφία» στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου και απόφοιτη του τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

«Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του εκτός αν πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία» (Ουαρσάν Σάιρ)

Το 2015 περισσότεροι από 1.000.000 πρόσφυγες εισήλθαν στην Ευρώπη πυροδοτώντας, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, τη «χειρότερη προσφυγική κρίση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο» [1] και θέτοντας, τελικά, υπό αμφισβήτηση την ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, από το 2015 μέχρι σήμερα ο αριθμός των θαλάσσιων και χερσαίων αφίξεων προσφύγων στην Ευρώπη υπερβαίνει το 1,18 εκατομμύριο [2]. Κύρια πύλη εισόδου αποτελεί η Ελλάδα, αφού ο αριθμός των προσφύγων που καταφτάνει σε αυτή από την Τουρκία είναι εξαιρετικά υψηλός, ενώ δεύτερη ακολουθεί η Ιταλία, η οποία σημειώνει πολύ μικρότερο αριθμό αφίξεων. Από τους πρόσφυγες αυτούς οι περισσότεροι ζητούν άσυλο κυρίως στην Γερμανία, στην Αυστρία, στην Σουηδία και στην Ολλανδία [3].

Κυριότερη αιτία του προσφυγικού ζητήματος συνιστά ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας, ο οποίος ξεκίνησε το 2011 στον απόηχο της «Αραβικής Άνοιξης» -με σκοπό την αποκαθήλωση του δικτάτορα Άσαντ- και σύντομα πήρε την μορφή θρησκευτικής διαμάχης στην οποία έχουν εμπλακεί πολλές περιφερειακές δυνάμεις [4] αλλά και διάφορα ισχυρά κράτη. Σήμερα, σύμφωνα με εκτιμήσεις, έχουν προκληθεί πάνω από 270.000 θάνατοι [5], ενώ το τέλος του πολέμου δε φαίνεται να είναι κοντά. Επιπρόσθετα αίτια του προσφυγικού κύματος αποτελούν οι γενικευμένες -ή λιγότερο γενικευμένες- ένοπλες συγκρούσεις σε συνδυασμό με τις βιαιότητες εξτρεμιστικών ομάδων στο Αφγανιστάν, στη Νιγηρία, στην Σομαλία, στο Πακιστάν και στο Ιράκ, η εμπόλεμη κατάσταση στο Ν. Σουδάν και το καταπιεστικό δικτατορικό καθεστώς στην Ερυθραία [6].

Σε κάθε μία από τις περιοχές αυτές καταγράφονται συνεχείς παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως αυτά κατοχυρώνονται τόσο στην ΟΔΔΑ [7] όσο και στα ευρωπαϊκά κείμενα (ΕΣΔΑ [8] και ΧΘΔΕΕ [9]). Το δικαίωμα στην ζωή [10], στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια [11], στην ελευθερία έκφρασης [12] και στην μη υποβολή σε βασανιστήρια [13] αποτελούν μερικά παραδείγματα τέτοιων παραβιάσεων.

Ποιοι είναι, όμως, οι πρόσφυγες και ποια η προστασία που τους παρέχεται;

Με βάση την Σύμβαση της Γενεύης [14] ως πρόσφυγας ορίζεται «κάθε άτομο, που εγκαταλείπει την χώρα καταγωγής του/ης ή τον τόπο της τελευταίας ή συνήθους διαμονής του/ης εξαιτίας δικαιολογημένου φόβου δίωξης λόγω της φυλής, της θρησκείας, της εθνικότητας, της συμμετοχής του/ης σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή των πολιτικών του/ης πεποιθήσεων (πραγματικών ή αποδιδόμενων) και για τον λόγο αυτό, δεν μπορεί ή δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του/ης». Στο πλαίσιο της Ε.Ε. [15] κάθε πρόσφυγας δύναται να αιτηθεί διεθνούς προστασίας [16], ώστε να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα (μέσω της χορήγησης ασύλου) [17] ή της επικουρικής προστασίας [18] και να λάβει άδεια διαμονής η χρονική διάρκεια της οποίας είναι 3 χρόνια με δυνατότητα ανανέωσης.

Ωστόσο, αν και στον κανονισμό Δουβλίνο III [19] προβλέπεται ότι οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας εξετάζονται από την πρώτη χώρα εισόδου των προσφύγων στην Ε.Ε., σήμερα, η ρύθμιση αυτή έχει ανασταλεί λόγω των συνθηκών υποδοχής και κράτησης των αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα και της –μέχρι το 2011- έλλειψης ενός δίκαιου συστήματος ασύλου [20] σε αυτήν. Αυτό διαφαίνεται και μέσα από τις καταδίκες της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ [21] για επανειλημμένη καταπάτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας [22] και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας [23], όπως επίσης και των άρθρων 3 & 5 της ΕΣΔΑ.

Αξίζει, βεβαίως, να σημειωθεί ότι το 2011 ιδρύθηκε στην Ελλάδα η νέα υπηρεσία ασύλου [24], η οποία διακρίνεται από αυξημένη ποιότητα σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς αστυνομικής υπηρεσίας, καθώς διασφαλίζει τα εχέγγυα προστασίας των δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο. Εντούτοις, παρά τα θετικά της στοιχεία, η υπάρχουσα ρύθμιση δεν κρίνεται επαρκής για την αποτελεσματική διαχείριση του αυξημένου αριθμού προσφύγων που βρίσκεται στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή. Το γεγονός αυτό καθίσταται εντονότερο δεδομένου ότι βάσει του κανονισμού Δουβλίνο III δεν προβλέπεται η κατανομή ευθυνών μεταξύ των κρατών της Ε.Ε. ως προς την διαχείριση των αιτημάτων ασύλου, με αποτέλεσμα να συσσωρεύεται μεγάλος αριθμός προσφύγων στην ελληνική επικράτεια.

Για τον παραπάνω λόγο προκύπτει η ανάγκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ως κοινότητα δημοκρατικών αξιών, να αντιμετωπίσει αυτό το έλλειμμα. Για το σκοπό αυτό έχει υιοθετήσει δύο κύριες πολιτικές, το relocation [25] και το resettlement [26]. Η πρώτη εξ αυτών προβλέπει την επανεγκατάσταση προσφύγων από την Ελλάδα και την Ιταλία σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα -χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα επιλογής συγκεκριμένου κράτους από τους αιτούντες άσυλο- ενώ η δεύτερη την απευθείας μετεγκατάστασή τους από μια τρίτη σε κάποια ευρωπαϊκή. Ταυτόχρονα στο πλαίσιο της Ε.Ε. υπάρχει μέριμνα για την κοινωνική ένταξη των προσφύγων μέσω της εφαρμογής αναπτυξιακών προγραμμάτων, όπως το GAMΜ (Global Approach on Migration and Mobility) [27] και το Europe 2020 [28].

11082016-1.jpg

Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ (αριστερά), απευθύνεται στο ευρωκοινοβούλιο στο Στρασβούργο, στις 5 Ιουλίου 2016. Δεξιά, το επίτροπος της ΕΕ για την μετανάστευση, Δημήτρης Αβραμόπουλος. REUTERS/Vincent Kessler
-----------------------------------------