Η Ρωσία και η Τουρκία φέρονται μεταξύ τους φιλικά | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ρωσία και η Τουρκία φέρονται μεταξύ τους φιλικά

Αλλά πόσο θα διαρκέσει αυτό;
Περίληψη: 

Υπάρχει κάθε λόγος η Ρωσία να είναι ευχαριστημένη με τον τρόπο που εξελίχθηκε η απόπειρα πραξικοπήματος. Ο Ερντογάν, πιο σταθερός στην εξουσία από ποτέ, είναι έξαλλος με τις Ηνωμένες Πολιτείες και διαλύει γρήγορα τον στρατό της χώρας του. Και οι δύο αυτές εξελίξεις αποτελούν ευκαιρία για την Ρωσία.

Ο NICK DANFORTH είναι διδακτορικός υποψήφιος στην Τουρκική Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Georgetown.
Ο CHRIS MILLER είναι δημοσιογράφος.

Με τις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις στο χαμηλότερο σημείο τους εδώ και δεκαετίες, ο πρόεδρος της Τουρκίας πέταξε στην Αγία Πετρούπολη την Τρίτη [9 Αυγούστου 2016] για να συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του. Όπως αμφότεροι οι άνδρες ήταν πρόθυμοι να ανακοινώσουν, η σύνοδος κορυφής σχεδόν σίγουρα θα βοηθήσει να εγκαινιαστεί μια νέα περίοδος ρωσο-τουρκικής προσέγγισης. Όμως, οτιδήποτε κι αν ελπίζουν ή φοβούνται οι παρατηρητές, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η ευκαιρία αυτή προαναγγέλλει μια σημαντική ανακατάταξη στην τουρκική εξωτερική πολιτική.

Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία στις 15 Ιουλίου, τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης γρήγορα αντιπαράθεσαν την ενθουσιώδη υποστήριξη της Ρωσίας στην εκλεγμένη κυβέρνηση της Τουρκίας με την πιο συγκρατημένη αντίδραση από τους πολιτικούς και τον Τύπο στην Δύση. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν κάλεσε τον Τούρκο ομόλογό του, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στις 16 Ιουλίου, και οι ρωσικές εφημερίδες προώθησαν την (ψευδή) ιστορία ότι οι ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών είχαν σώσει την ζωή του Ερντογάν, δίνοντας του προειδοποίηση για την συνωμοσία την προηγουμένη. Ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, εν τω μεταξύ, δεν είχε τηλεφωνήσει μέχρι τις 19 Ιουλίου, ημέρα που οι τουρκικές εφημερίδες είχαν ήδη προωθήσει την (ψεύτικη) ιστορία ότι η Ουάσιγκτον είχε ενορχηστρώσει το πραξικόπημα.

Φυσικά, υπάρχει κάθε λόγος η Ρωσία να είναι ευχαριστημένη με τον τρόπο που εξελίχθηκε η απόπειρα πραξικοπήματος. Ο Ερντογάν, πιο σταθερός στην εξουσία από ποτέ, είναι έξαλλος με τις Ηνωμένες Πολιτείες και διαλύει γρήγορα τον στρατό της χώρας του. Και οι δύο αυτές εξελίξεις αποτελούν ευκαιρία για την Ρωσία.

16082016-1.jpg

Αξιωματούχοι του υπουργείου Άμυνας κάθονται κάτω από οθόνες με δορυφορικές εικόνες κατά την διάρκεια ενημέρωσης στην Μόσχα, στις 2 Δεκεμβρίου 2015. Το Υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας δήλωσε την Τετάρτη ότι είχε αποδείξεις ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν και η οικογένειά του επωφελούνται από την παράνομη διακίνηση πετρελαίου από έδαφος που έχει καταλάβει το Ισλαμικό Κράτος στην Συρία και το Ιράκ. SERGEI KARPUKHIN / REUTERS
-----------------------------------------------

Όσοι στο κυβερνών ΑΚΡ της Τουρκίας πιστεύουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες συνωμοτούν για να πέσει ο Ερντογάν θα μπορούσαν να μπουν στον πειρασμό να δουν την υποστήριξη της Ρωσίας ως πολύτιμη, καθαρά από την σκοπιά της πολιτικής επιβίωσης. Και στρατιωτικά, η σύλληψη και η απόλυση εκατοντάδων υψηλόβαθμων αξιωματικών και χιλιάδων άλλων μελών των ενόπλων δυνάμεων θα περιπλέξει περαιτέρω την ήδη τεταμένη στρατηγική κατάσταση της Τουρκίας. Για πάνω από έναν χρόνο, ο τουρκικός στρατός έχει πολεμήσει τους Κούρδους αντάρτες ενώ οι υποστηριζόμενοι από την Τουρκία αντάρτες στην Συρία έχουν αντιμετωπίσει επανειλημμένες αποτυχίες απέναντι στον ISIS, τις συριακές κουρδικές δυνάμεις και τις υπέρ του Άσαντ δυνάμεις.

Ακόμα και πριν τις 15 Ιουνίου, η Άγκυρα είχε ήδη αρχίσει την επούλωση των περιφερειακών σχέσεων. Με το να προσεγγίσει την Ρωσία και το Ισραήλ τους τελευταίους μήνες, η τουρκική κυβέρνηση προσπάθησε να ξεφύγει από μια όλο και πιο απομονωμένη θέση, ακόμα και στέλνοντας συμφιλιωτικά σήματα στο καθεστώς Άσαντ. «Ο Άσαντ είναι, στο τέλος της ημέρας, ένας δολοφόνος», όπως είπε στο Reuters ένας ανώτερος αξιωματούχος του AKP. «Αλλά δεν υποστηρίζει την αυτονομία του Κουρδιστάν».

Ωστόσο, παρά αυτά τα πολιτικά και στρατηγικά κίνητρα, συγκρουόμενα συμφέροντα περιορίζουν τις δυνατότητες της τουρκο-ρωσικής προσέγγισης.

Σε αρκετές περιπτώσεις κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν ήταν τεταμένες οι αμερικανο-τουρκικές σχέσεις, οι Τούρκοι ηγέτες επιδίωξαν να βελτιώσουν τις σχέσεις με την Μόσχα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ο Αντνάν Μεντερές, ο άνθρωπος που έφερε την Τουρκία στο ΝΑΤΟ, έπαιξε το χαρτί με την Ρωσία αρκετά πειστικά όταν προέκυψε διαμάχη σχετικά με την οικονομική βοήθεια των ΗΠΑ. Στην δεκαετία του 1970, ο πρωθυπουργός Bülent Ecevit επεδίωξε μια περιορισμένη προσέγγιση με την Σοβιετική Ένωση αφότου συγκρούστηκε με την Ουάσιγκτον σχετικά με την Κύπρο και την παραγωγή τουρκικού οπίου. Οι αριστερές πολιτικές του Ετσεβίτ έκαναν την προσπάθεια να φαίνεται πιο ειλικρινής. Αλλά εφ’ όσον η Σοβιετική Ένωση αντιπροσώπευε την μόνη συντριπτική απειλή που υπήρχε μέχρι στιγμής για την τουρκική ασφάλεια, ο οποιοσδήποτε Τούρκος ηγέτης θα ήταν πρόθυμος να προσπαθήσει να κερδίσει τον ανατολικό του γείτονα.

Στην πραγματικότητα, η μόνη φορά που η Άγκυρα απόλαυσε ποτέ πραγματικά στενές σχέσεις με την Μόσχα ήταν όταν η Ρωσία ήταν στο πιο αδύναμο σημείο της -κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και του 1930. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ χρησιμοποίησε τα όπλα που του παρασχέθηκαν από τους Μπολσεβίκους για να νικήσει τις ευρωπαϊκές αποικιακές δυνάμεις που ήθελαν να καταλάβουν την Ανατολία. Στην συνέχεια, είδε την Σοβιετική Ένωση ως μια συνάδελφο αντι-αυτοκρατορική δύναμη και πηγή ιδεών για μια κρατικά κατευθυνόμενη οικονομία. Αλλά η σχέση αυτή στηρίχθηκε στο γεγονός ότι, μετά από αιώνες συγκρούσεων στην οθωμανική εποχή, η Ρωσία δεν έθετε πλέον μια υπαρξιακή απειλή για την Τουρκία.

Ως αποτέλεσμα, υπάρχει κάτι σαν διαρθρωτική διαβεβαίωση για τον οιονδήποτε ανησυχεί στην Ουάσιγκτον ότι μια αυξανόμενα αντι-Δυτική Τουρκία θα συνεργαστεί με μια ανακάμπτουσα Ρωσία: Όσο πιο ισχυρή και επιθετική γίνεται η Ρωσία, τόσο λιγότερο εύλογος εταίρος θα είναι για την Τουρκία.