Εξαπατημένοι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Εξαπατημένοι

Σε τι έχει δίκιο ο Donald Trump για τις συμμαχίες των ΗΠΑ
Περίληψη: 

Οι Ευρωπαίοι είναι πλήρως σε θέση να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους χωρίς την βοήθεια των ΗΠΑ, και τα παρεπόμενα οφέλη για την Ουάσιγκτον από την στρατιωτική συνεργασία, όπως η πρόσβαση σε βάσεις δεν απαιτούν την επέκταση των εγγυήσεων ασφαλείας.

Ο DOUG BANDOW είναι πρώην ειδικός βοηθός του προέδρου Ronald Reagan και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Foreign Follies: America’s New Global Empire. Είναι βασικός συνεργάτης στο Cato Institute.

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Ρεπουμπλικανός προεδρικός υποψήφιος, επέκρινε το ΝΑΤΟ σε μια σειρά από συνεντεύξεις νωρίτερα φέτος, προκαλούσε τα θεμέλια [1] της στρατιωτικής στρατηγικής των Ηνωμένων Πολιτειών. Η επίθεσή του στην συμβατική σοφία της Ουάσιγκτον [2] έχει αναστατώσει την δομή ασφάλειας των ΗΠΑ όχι λιγότερο από όσο τις ξένες κυβερνήσεις που εξαρτώνται από αυτήν, και έχει αποτελέσει αντικείμενο κριτικής από όλο το πολιτικό φάσμα [3].

Ο Τραμπ, όμως, έχει δίκιο. Η πολιτική των ΗΠΑ προς τους συμμάχους της είναι πραγματικά «παρωχημένη», όπως αποκαλεί ο Trump το ΝΑΤΟ [4]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν εξαιρετικά ασφαλείς και δεν αντιμετωπίζουν σοβαρή -πόσω μάλλον υπαρξιακή- απειλή, παρόμοια με εκείνη που στο παρελθόν έθετε η Σοβιετική Ένωση, ο εχθρός που οι περισσότερες συμμαχίες των ΗΠΑ σχηματίστηκαν για να αντιμετωπίσουν. Επιπλέον, οι ασιατικοί και ευρωπαϊκοί σύμμαχοι της Ουάσιγκτον είναι ευημερούντα και βιομηχανοποιημένα κράτη που είναι περισσότερο από ικανά να προστατεύσουν τον εαυτό τους.

Δυστυχώς, η στρατηγική των ΗΠΑ φαίνεται προς το παρόν να υποστηρίζει την ιδέα πως «ό, τι είναι, πρέπει πάντα να είναι» (whatever is, must forever be). Αλλά το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον υπερασπίστηκε χώρες εδώ και δεκαετίες, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να συνεχίσει να το πράττει επ’ αόριστον [5] ανεξάρτητα από το κόστος. Οι συμμαχίες θα πρέπει να είναι το μέσο για έναν στόχο και όχι αυτοσκοπός, και σε αυτή την περίπτωση, αυτός ο στόχος θα πρέπει να είναι η αύξηση της ασφάλειας των ΗΠΑ.

ΣΗΚΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΒΑΡΟΣ

Οι επικριτές του Trump ήταν γρήγοροι στο να επικαλεστούν τον κίνδυνο της μείωσης των στρατηγικών δεσμεύσεων των Η.Π.Α. έναντι μιας πρόσφατα διεκδικητικής Μόσχας [6]. Για παράδειγμα, ο Anthony Cordesman, στρατηγικός αναλυτής του CSIS, έχει προειδοποιήσει ενάντια [7] στο να «δοθεί η Ευρώπη στην Ρωσία». Κανείς δεν θέλει αυτό το αποτέλεσμα. Αλλά το θέμα είναι ότι η Μόσχα δεν μπορεί να έχει την Ευρώπη εκτός αν η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία διαθέτει μεγαλύτερο πληθυσμό και ΑΕΠ από ό, τι οι Ηνωμένες Πολιτείες (για να μην αναφέρουμε την Ρωσία), της επιτρέψει να το πράξει. Οι Ευρωπαίοι είναι πλήρως σε θέση να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους χωρίς την βοήθεια των ΗΠΑ, και τα παρεπόμενα οφέλη για την Ουάσιγκτον από την στρατιωτική συνεργασία, όπως η πρόσβαση σε βάσεις δεν απαιτούν την επέκταση των εγγυήσεων ασφαλείας.

Στα σχόλιά του, ο Trump έχει κυρίως ως στόχο το υψηλό κόστος των υπερπόντιων δεσμεύσεων των Ηνωμένων Πολιτειών, καταγγέλλοντας ότι οι σύμμαχοι της χώρας έχουν αθετήσει τις υποσχέσεις τους να δαπανούν περισσότερα για τις ένοπλες δυνάμεις τους και για κοινές ασκήσεις. Όπως εξήγησε στην εφημερίδα The New York Times [8] τον Μάρτιο, «το ΝΑΤΟ είναι άδικο για εμάς, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επειδή βοηθά πραγματικά [τους συμμάχους μας] περισσότερο από ό, τι τις Ηνωμένες Πολιτείες, και έχουμε πληρώσει ένα δυσανάλογο μερίδιο». Έτσι, πρότεινε την χρέωση των εθνών που εξαρτώνται από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλειά τους.

Όμως, διακυβεύονται περισσότερα από μια άδικη οικονομική επιβάρυνση. Εκτός από τα κεφάλαια, η Ουάσιγκτον παρέχει ένα δυσανάλογο μερίδιο πολεμικής ικανότητας του ΝΑΤΟ, με τις αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ να καταλαμβάνουν το 73% των αμυντικών δαπανών [9] της συμμαχίας στο σύνολό της. Ακόμα και όταν οι Ευρωπαίοι συνεισφέρουν στρατεύματα σε μια αποστολή του ΝΑΤΟ όπως στο Αφγανιστάν, χρησιμοποιούν ειδικές προβλέψεις για τον περιορισμό τους όταν αυτές οι δυνάμεις μπορούν να πολεμήσουν. Όπως παραδέχθηκε ένας υπέρμαχος του ΝΑΤΟ, ο πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου Jeffrey P. Bialos στο The National Interest [10]: «Ακόμα και με σημαντική αύξηση του προϋπολογισμού ... τα [στρατιωτικά] κενά των ικανοτήτων της Ευρώπης θα χρειαστούν χρόνια για να αντιμετωπιστούν».

Αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ αναγνωρίζουν ότι τα μέλη παραβιάζουν συστηματικά τις δεσμεύσεις τους για την αύξηση δαπανών για την άμυνα. Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Jens Stoltenberg ήταν ικανοποιημένος, ως εκ τούτου, όταν διακήρυξε τον Ιανουάριο ότι η συμμαχία κινείται προς την «σωστή κατεύθυνση».

Ωστόσο, η κίνηση δύσκολα έγινε εμφανής. Πέρυσι, οι δαπάνες από τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ μειώθηκαν ελαφρά, κατά 0,3%. Φέτος, υπήρξε μια μικρή άνοδος. Κανείς δεν περιμένει διατηρήσιμες, ουσιαστικές αυξήσεις. Ωστόσο, η κυβέρνηση Ομπάμα προτείνει να υπερτετραπλασιαστούν οι στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ στην Ευρώπη στα 3,4 δισ. δολάρια το επόμενο έτος, ως μέρος της «Πρωτοβουλίας Ευρωπαϊκής Επαναβεβαίωσης», μαζί με την ανάπτυξη μιας θωρακισμένης ταξιαρχίας.

ΕΝΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΣΧΗΜΑ PONZI

Παρά τις ενδείξεις ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραπληρώνουν, οι επικριτές του Trump ισχυρίζονται ότι οι στρατηγικές δεσμεύσεις είναι φθηνές, αφού οι σύμμαχοι βοηθούν να πληρωθεί το κόστος ανάπτυξης [των δυνάμεων] των ΗΠΑ, οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Αυτή η ξένη «υποστήριξη από το κράτος υποδοχής» καλύπτει περίπου το ήμισυ της εν λόγω δαπάνης. Για παράδειγμα, η Ιαπωνία θέτει τον χρυσό κανόνα, καταβάλλοντας 1,7 δισ. δολάρια σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τον Brad Glosserman του Pacific Forum CSIS. Άλλοι σημαντικοί σύμμαχοι, όπως η Νότια Κορέα και η Γερμανία, συμβάλλουν με λιγότερο από ένα δισεκατομμύριο δολάρια το χρόνο.