Διαλύοντας τον μύθο του «μοναχικού λύκου» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Διαλύοντας τον μύθο του «μοναχικού λύκου»

Γιατί ο επιτιθέμενος στο Λονδίνο δεν έδρασε μόνος
Περίληψη: 

Οι στρατολόγοι και οι υποστηρικτές των τρομοκρατών ευνοούν την αφήγηση περί «μοναχικού λύκου». Θέλουν να μας κάνουν να σκεφτούμε ότι κάθε Μουσουλμάνος είναι μια δυνητική απειλή, διότι, όπως λένε, δεν μπορεί να υπάρξει «ανακωχή» μεταξύ Μουσουλμάνων και Δύσης.

H JYTTE KLAUSEN καθηγήτρια Διεθνούς Συνεργασίας στην έδρα Lawrence A. Wien στο Πανεπιστήμιο Brandeis και συνεργάτις στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard.

Η τρομοκρατική επίθεση κοντά στο Βρετανικό Κοινοβούλιο την περασμένη Τετάρτη, κατά την οποία ένας άνδρας εμβόλισε με αυτοκίνητο πεζούς στην Westminster Bridge στο Λονδίνο, παραλληλίζεται με τα επεισόδια του περασμένου έτους στο Βερολίνο και στη Νίκαια, όπου μεγάλα οχήματα χρησιμοποιήθηκαν επίσης για να σκοτώσουν πλήθη ανθρώπων. Στον απόηχο των γεγονότων αυτών, οι επιτιθέμενοι έχουν ευρέως ονομαστεί «μοναχικοί λύκοι». Αυτό είναι ένας μύθος που πρέπει να διαλυθεί [1]. Μοναχικοί δρώντες ήταν, αλλά μόνο την ημέρα της επίθεσης [2].

Στο Λονδίνο, ο δράστης έχει αναγνωριστεί ως Khalid Masood, ένας 52χρονος γεννημένος Βρετανός, ο οποίος πρόσφατα ζούσε στο Μπέρμιγχαμ, μια μεγάλη πόλη στην περιφέρεια των West Midlands. Είχε χρησιμοποιήσει διάφορα ψευδώνυμα, όπως το όνομα κατά την γέννησή του, Adrian Russell Elms (αργότερα Ajao μετά τον γάμο της μητέρας του), και είχε κάποια στιγμή προσηλυτιστεί στο Ισλάμ. Ήταν παντρεμένος και είχε παιδιά. Η αστυνομία τον είχε ερευνήσει στο παρελθόν [3] αλλά αποφάσισε ότι δεν αποτελούσε κίνδυνο για την ασφάλεια.

Την Τετάρτη το βράδυ και το πρωί της Πέμπτης, καθώς έγιναν περισσότερες συλλήψεις στο Μπέρμιγχαμ και το Λονδίνο, έγινε σαφές ότι ο Μασούντ δεν ενήργησε μόνος του [4]. Κανένας από τους άλλους υπόπτους που εμπλέκονται, εκ των οποίων υπάρχουν σήμερα τουλάχιστον 11, δεν έχουν κατονομαστεί, αλλά ασυνήθιστα, τρεις από αυτούς είναι γυναίκες. Οι συλλήψεις αυτές δείχνουν ότι ο Μασούντ ήταν μέρος ενός δικτύου τζιχαντιστών εξτρεμιστών [5] στο Μπέρμιγχαμ, το οποίο η εφημερίδα The Times σημειώνει ότι αποτελεί έδαφος στρατολόγησης για το Ισλαμικό Κράτος. Υπάρχει μια υψηλή συγκέντρωση τζιχαντιστών εξτρεμιστών εντός πέντε εκ των 23 δημοτικών τμημάτων της πόλης [6]. Ο Μασούντ είχε ζήσει στο Luton, μια πόλη βόρεια του Λονδίνου, που θεωρείται μια άλλη εστία εξτρεμισμού. Τον Φεβρουάριο, αξιωματούχοι συνέλαβαν πέντε άτομα εκεί, τα οποία είχαν ριζοσπαστικοποιηθεί από τον ιεροκήρυκα Anjem Choudary [7].

Όπως ήταν αναμενόμενο, δύο ώρες μετά την επίθεση, οι υποστηρικτές του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) ανέλαβαν την ευθύνη. Ένα online φόρουμ, το Ansar Alkhelafa Europe [8], διοικούμενο από μια ομάδα που αυτοαποκαλείται Δίκτυο Ανσάρ αλ-Μουτζαχεντίν, ήταν μεταξύ των πρώτων. Η ιστοσελίδα έχει καταχωρηθεί σε διευθύνσεις στο Roubaix, στην Γαλλία. Την ημέρα μετά την επίθεση, το πρακτορείο ειδήσεων του Ισλαμικού Κράτους, Amaq, έστειλε τα συγχαρητήριά του, αποκαλώντας τον επιτιθέμενο «έναν στρατιώτη του Ισλαμικού Κράτους». Αυτός είναι ένας καθιερωμένος όρος που χρησιμοποιείται από το ISIS. Επίσης καθιερωμένη θα ήταν μια μεταθανάτια κυκλοφορία ενός βίντεο του δράστη όπου δηλώνει την υποταγή του στον αυτο-κηρυχθέντα χαλίφη του ISIS, Αμπού αλ-Μπαγκντάντι. Αν προκύψει ένα τέτοιο βίντεο στην περίπτωση του Μασούντ, τότε μπορούμε να πούμε με κάποια βεβαιότητα ότι το ISIS είχε ενεργό ρόλο στον σχεδιασμό της επίθεσης.

Ο Anis Amri, ένας Τυνήσιος, που όργωσε με κλεμμένο φορτηγό μια πλατεία της αγοράς στο Βερολίνο στις 19 Δεκεμβρίου του 2016 σκοτώνοντας 12 ανθρώπους, ήταν μέρος ενός δικτύου αποτελούμενου από χειριστές του ISIS με βάση την Ιταλία και άλλους τοπικούς εξτρεμιστές. Μια κάμερα CCTV κατέγραψε τον Amri [9] λίγο μετά την επίθεση, να κρατά τον δείκτη του ψηλά σε μια χαρακτηριστική κίνηση του Ισλαμικού Κράτους που δείχνει την δέσμευσή του στην αιτία της οργάνωσης. Τέσσερις ημέρες αργότερα, στις 23 Δεκεμβρίου, ο Amri σκοτώθηκε σε έναν τυχαίο αστυνομικό έλεγχο σε δρόμο του Μιλάνου. Σύντομα κατέστη σαφές ότι η επίθεση είχε σχεδιαστεί προσεκτικά. Μετά τον θάνατό του, το ISIS κυκλοφόρησε ένα βίντεο [10] με αυτόν να δηλώνει την υποταγή του στον αλ-Μπαγκντάντι και να αφιερώνει το μαρτύριό του στην «ούμα», κάτι που οι τζιχαντιστές και οι ισλαμιστές μεταφράζουν ως «μουσουλμανικό έθνος». Οι γερμανικές Αρχές αργότερα εισέβαλαν σε τζαμί στην περιοχή Moabit του Βερολίνου [11] γνωστό ως Fussilet 33 (ως αναφορά σε έναν στίχο του Κορανίου), το οποίο μελετούσαν να κλείσουν από το 2015. Το τζαμί ήταν ύποπτο για στρατολογήσεις για το Ισλαμικό Κράτος και ο Amri είχε επισκεφθεί το τζαμί κατά την ημέρα της επίθεσης. Στην Ιταλία, Τυνήσιοι που ανήκαν σε έναν πυρήνα συνελήφθησαν και απελάθηκαν.

Η επίθεση της Νίκαιας στις 14 Ιουνίου του 2016, ήταν το πιο θανατηφόρο απ’ όλα τα περιστατικά που αφορούσαν μεγάλα οχήματα. Ο οδηγός, ο Mohamed Lahouaiej-Bouhlel [12], ένα Τυνησίος [13] που κατοικούσε στην Γαλλία, οδήγησε ένα φορτηγό σε πλήθη ανθρώπων που γιόρταζαν την Ημέρα της Βαστίλης στον δρόμο περιπάτου της Νίκαιας. Ογδόντα τέσσερις άνθρωποι σκοτώθηκαν και πάνω από 400 τραυματίστηκαν. Η αστυνομία έσπευσε να την ανακηρύξει ως επίθεση «μοναχικού λύκου», και είπε ότι ήταν αδύνατο να προβλεφθεί. Αλλά πέντε εβδομάδες αργότερα, ο Γάλλος εισαγγελέας της αντιτρομοκρατίας, François Molins, αποκάλυψε ότι ο τζιχαντιστικός πυρήνας σχεδίαζε την επίθεση επί μήνες, αν όχι περισσότερο. Έντεκα άνθρωποι έχουν κατηγορηθεί για συνενοχή. Και, πάλι, το Ισλαμικό Κράτος ανέλαβε την ευθύνη και φωτογραφίες του δράστη να σηκώνει τον δείκτη του στον αέρα προέκυψαν αναπόφευκτα.

Φαίνεται ότι το αρχικό ένστικτο των Αρχών είναι να αρνηθούν ότι υπήρχε αποτυχία στην αστυνόμευση –ποιος θα μπορούσε να έχουν προβλέψει, ή να προλάβει, έναν μοναχικό λύκο; Όπως είπε ο υπουργός Άμυνας, Michael Fallon, στο BBC [14], «Αυτό το είδος της επίθεσης, αυτή η επίθεση μοναχικού λύκου, χρησιμοποιώντας πράγματα από την καθημερινή ζωή, ένα όχημα, ένα μαχαίρι, είναι πολύ πιο δύσκολο να προληφθεί». Οι κυβερνήσεις προτιμούν τον μύθο της θεωρίας του «μοναχικού λύκου» έναντι άλλων εξηγήσεων, και ειδικότερα έναντι υπονοιών ότι έγιναν λάθη. Αλλά υπήρξαν σαφή πρότυπα σε όλες αυτές τις πρόσφατες επιθέσεις. Περαιτέρω, από το Molenbeek των Βρυξελλών μέχρι την περιοχή Angered του Γκέτεμποργκ, η τζιχαντιστική βία αναδύεται από γειτονιές που επίσης μάχονται συμμορίες και το εμπόριο ναρκωτικών [15].