Ο Τραμπ και η Ελλάδα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Τραμπ και η Ελλάδα

Υπάρχει περιθώριο για ελληνικό περιφερειακό ρόλο;

Ειδικότερα όσον αφορά στην Μεσόγειο, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η περιοχή βρίσκεται σε μια διαδικασία διαρκούς αναζήτησης μιας νέας ισορροπίας. Το επίπεδο και ο χαρακτήρας της αμερικανικής ανάμιξης στην Μεσόγειο παραδοσιακά παίζουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση του στρατηγικού περιβάλλοντος στην περιοχή. Οι ΗΠΑ είναι εδώ και πολλά χρόνια μια μεσογειακή δύναμη, με έναν ιδιαίτερο τρόπο, καθώς η στρατιωτική τους παρουσία και γεωπολιτική επιρροή δεν ήταν ένα περιστασιακό φαινόμενο κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Αν εξαιρέσει κανείς την αποτροπή του σοβιετικού κινδύνου (αν και εσχάτως ο περιορισμός του ρόλου της Ρωσίας στην περιοχή αποτελεί εκ νέου αμερικανικό στόχο), τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής παραμένουν σταθερά και περιλαμβάνουν την ομαλή ροή πετρελαίου, την προστασία του Ισραήλ, την σταθερότητα και υποστήριξη φιλικών καθεστώτων (και ιδιαίτερα της Αιγύπτου και, σε μικρότερο βαθμό πλέον λόγω πλειάδας αιτίων, της Σαουδικής Αραβίας), την καταπολέμηση της ισλαμικής τρομοκρατίας, τον περιορισμό της διασποράς των όπλων μαζικής καταστροφής και, βεβαίως, γενικότερα την διατήρηση της αμερικανικής επιρροής. Η δε πολιτική των ΗΠΑ έναντι της περιοχής αμφιταλαντεύεται παγίως (με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την Αίγυπτο και το στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον Μόρσι) μεταξύ δημοκρατίας και σταθερότητας (δηλαδή στήριξης απολυταρχικών καθεστώτων), που καταλήγει σχεδόν πάντοτε στην δεύτερη επιλογή.

Η κυρίαρχη, ίσως, άποψη στις τάξεις των Αμερικανών στρατηγικών αναλυτών (που υιοθετεί του τρόπο σκέψης του Mahan) παραμένει ότι η Μεσόγειος είναι σημαντική λόγω της εγγύτητάς της σε περιοχές κρίσεων και ότι ο ρόλος των ΗΠΑ στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Μεσογείου θα είναι εξισορροπητικός -και για το σκοπό αυτό απαιτείται απρόσκοπτη πρόσβαση στην Μεσόγειο. Θα πρέπει να γίνουν, ωστόσο, δύο πρόσθετες παρατηρήσεις: (1) στο πλαίσιο της στρατηγικής μετατόπισης προς την Ασία (Pivot to Asia), οι ΗΠΑ είχαν μειώσει τα τελευταία χρόνια τις στρατιωτικές δυνάμεις τους στην Μεσόγειο, αναμένοντας ότι το κενό θα καλύψουν οι εταίροι τους, και πιο συγκεκριμένα η ΕΕ στην βόρεια και υποσαχαρική Αφρική και συμμαχικές χώρες όπως π.χ. το Ισραήλ και η Τουρκία (κατά προτίμηση από κοινού) στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εκτίμηση αυτή δοκιμάστηκε έντονα από τις μεταγενέστερες εξελίξεις. (2) Αν και οι ΗΠΑ θα παραμείνουν στο ορατό μέλλον η σημαντικότερη δύναμη και η ΕΕ θα διατηρήσει κάποιο βαθμό παρουσίας και επιρροής στην υπό εξέταση περιοχή, η Μεσόγειος δεν θα πρέπει να θεωρείται πλέον «Δυτική λίμνη», καθώς δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα (ιδιαίτερα εφόσον προχωρήσει η υλοποίηση του εξαιρετικά φιλόδοξου γεωοικονομικού σχεδίου One Belt One Road/OBOR) αυξάνουν το γεωστρατηγικό και γεωοικονομικό ίχνος τους στην περιοχή.

ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Τα κύρια χαρακτηριστικά τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο, όσο και την Βόρεια Αφρική, είναι η ρευστότητα και η αστάθεια. Η Λιβύη, στην δίνη του εμφυλίου πολέμου και έχοντας παύσει να έχει λειτουργική κυβέρνηση, έχει μετατραπεί σε αποτυχημένο κράτος και πηγή εξαγωγής αστάθειας προς κάθε κατεύθυνση (λόγω και των παραδοσιακών διόδων επικοινωνίας με την υποσαχαρική Αφρική). Σημαντικό πρόβλημα έχει ανακύψει, εσχάτως, με τις ροές προσφύγων και μεταναστών, είτε με προέλευση την Λιβύη, είτε διαμέσου αυτής. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Αίγυπτο προκαλούν προβληματισμό και ανησυχία για το ενδεχόμενο αύξησης της πόλωσης και επανάληψης των εσωτερικών συγκρούσεων. Η κύρια πηγή ανησυχίας, βεβαίως, παραμένει η εμφύλια σύγκρουση στην Συρία, με την προστιθέμενη πολυπλοκότητα του «πολέμου δι΄ αντιπροσώπων» Σ. Αραβίας και Ιράν, καθώς και του θρησκευτικού ανταγωνισμού Σουνιτών-Σιιτών. Η συνεχιζόμενη υποστήριξη από το Ιράν, την Χεζμπολάχ και την Ρωσία και ο κατακερματισμός της αντιπολίτευσης, σημαντικό μέρος της οποίας ασπάζεται ριζοσπαστικές ιδεολογίες, έχουν επιτρέψει στο καθεστώς Άσαντ να ισχυροποιήσει την θέση του. Η ένταση στις σχέσεις Ρωσίας-Δύσης δυσχεραίνει περαιτέρω τις προσπάθειες για διπλωματική λύση του προβλήματος και η πιθανότητα «ειρηνικής» αποχώρησης του Άσαντ από την εξουσία έχει μειωθεί σημαντικά, ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες εξελίξεις στην περιοχή του Χαλεπίου. Κατά πόσον μπορεί να προχωρήσει μια διαδικασία εθνικής συμφιλίωσης και οικονομικής ανοικοδόμησης της χώρας υπό αυτές τις συνθήκες είναι εξαιρετικά αβέβαιο. Όπως δείχνει η εξελισσόμενη προσφυγική κρίση, η διεθνής κοινότητα θα συνεχίσει την προσπάθεια διαχείρισης σημαντικού αριθμού προσφύγων (ενώ οι κάθε μορφής μεταναστευτικές ροές θα αποτελέσουν μια ακόμη μεγαλύτερη μελλοντική πρόκληση για την Ευρώπη). Η δε συνέχιση της εμφύλιας σύγκρουσης στην Συρία απειλεί να αποσταθεροποιήσει και τον γειτονικό Λίβανο, και ίσως την Ιορδανία, ενώ σοβαρά προβλήματα ενδέχεται να δημιουργήσει και στην Τουρκία.

Σημαντική ανησυχία έχει προκαλέσει η δράση του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους (Daesh/ISIS/ISIL), που είναι ένα υβρίδιο μεταξύ τρομοκρατικής οργάνωσης και κινήματος εθνοδόμησης με βασική επιδίωξη την δημιουργία ενός νέου χαλιφάτου, εντός των ορίων του οποίου έχει επιβληθεί μια εξαιρετικά αυστηρή μορφή του ισλαμικού νόμου. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας «οικοδόμησης έθνους» χρησιμοποιήθηκε ένας συνδυασμός τεχνολογικών και ψυχολογικών εργαλείων, όπως μεσαιωνικού χαρακτήρα βαρβαρότητα, χρήση της τηλεόρασης και των κοινωνικών δικτύων για προπαγάνδα και εκφοβισμό, αλλά και για χρηματοδότηση και στρατολόγηση μαχητών, εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών πηγών στις κατακτημένες περιοχές, συνεργασία με σουνιτικές φυλές στο Ιράκ και αξιοποίηση τοπικών πληθυσμών για την στελέχωση υπηρεσιών στα εδάφη που ελέγχει. Παρά την απώλεια εδαφών και το ενδεχόμενο στρατιωτικής ήττας ως αποτέλεσμα ταυτόχρονων επιχειρήσεων από ΗΠΑ, Ιράκ, Κούρδους κλπ. υπάρχει έντονη ανησυχία τόσο για τις περιφερειακές συνέπειες της δράσης του ISIS, όσο και για το ενδεχόμενο ριζοσπαστικοποίησης των μουσουλμανικών κοινοτήτων που διαβιούν σε ευρωπαϊκές χώρες.