Γιατί η κυβέρνηση Trump έχει ακόμα τόσο πολλές κενές θέσεις; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η κυβέρνηση Trump έχει ακόμα τόσο πολλές κενές θέσεις;

Τι βρίσκεται πίσω από την καθυστέρηση των διορισμών
Περίληψη: 

Η βραδύτητα με την οποία προχώρησε η επιχείρηση μετάβασης, η έλλειψη εξοικείωσης με την λειτουργία του εκτελεστικού κλάδου από την πλευρά του Trump και πολλών στελεχών του Λευκού Οίκου, η άκαμπτη εστίαση στην προσωπική πίστη στον Trump και τα πολλαπλά βέτο που ασκούσαν στελέχη του Λευκού Οίκου διαφορετικών ιδεολογικών πεποιθήσεων, έχουν παρεμποδίσει τον ρυθμό των διορισμών.

Ο JAMES P. PFIFFNER είναι καθηγητής στην Σχολή Πολιτικής και Διακυβέρνησης Schar στο Πανεπιστήμιο George Mason.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, πρόσφατα ήταν στα πρωτοσέλιδα λόγω των πολλών κυβερνητικών θέσεων που έχει αφήσει κενές. Από τις 25 Απριλίου, η Γερουσία των ΗΠΑ είχε επιβεβαιώσει μόνο 26 από τους διορισμούς του Trump στον εκτελεστικό κλάδο. Από τις υπόλοιπες 1.028 θέσεις που απαιτούν έγκριση της Γερουσίας (επίσης γνωστές ως θέσεις PAS), μόλις 37 υποψηφιότητες αναμένουν ψήφισμα στην Γερουσία και 40 είχαν ανακοινωθεί αλλά δεν έγιναν επίσημα υποψηφιότητες. Όσον αφορά τις επιβεβαιώσεις, ο Trump βρίσκεται πίσω από τους πιο πρόσφατους προκάτοχους του Λευκού Οίκου. Στο ορόσημο των 100 ημερών, ο Μπαράκ Ομπάμα είχε επιβεβαιώσει 69˙ ο George W. Bush είχε 35˙ ο Μπιλ Κλίντον, 49˙ και ο George H. W. Bush, 50.

Λόγω του αυξανόμενου όγκου των διορισμών, του αυξημένου ελέγχου και της αυξανόμενης πολιτικής πόλωσης, ο ρυθμός των προεδρικών διορισμών επιβραδύνθηκε σταθερά τον περασμένο μισό αιώνα. Από το 1964 έως το 1984, το 48% των προεδρικών υποψηφίων επιβεβαιώθηκε εντός δύο μηνών. Από το 1984 έως το 1999, μόνο το 15% επιβεβαιώθηκε μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα. Ο μέσος αριθμός ημερών [2] για την πλήρωση θέσης που απαιτεί προεδρικό διορισμό και επιβεβαίωση της Γερουσίας στην διοίκηση του Ρόναλντ Ρέιγκαν ήταν 194 ημέρες και ο μέσος όρος στην διοίκηση του Τζορτζ Μπους του νεότερου ήταν 242 ημέρες.

Ο Trump έχει ήδη διαμαρτυρηθεί για τον αργό ρυθμό. «Δεν μπορείς να το κάνεις πιο γρήγορα, γιατί σε εμποδίζουν», είπε στο Fox News. «Είναι κωλυσιεργοί». [3] Παρά τους υπαινιγμούς του ότι οι αντιπολιτευόμενοι Δημοκρατικοί στην Γερουσία έχουν αποτρέψει τις προσπάθειές του να καλύψει τις βασικές θέσεις στην διοίκησή του, το γεγονός είναι ότι έχει κάνει μόνο 46 αναγορεύσεις για τις περισσότερες από 500 κορυφαίες θέσεις, λιγότερες από τους πιο πρόσφατους προκατόχους του. Όπως και σε άλλες διοικήσεις, η διαδικασία διορισμών του Λευκού Οίκου, κι όχι της Γερουσίας, ήταν η βασική αιτία της καθυστέρησης. Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που μπορούν να εξηγήσουν την καθυστέρηση, μερικοί γενικοί σε όλες τις διοικήσεις, αλλά και μερικοί μοναδικοί στην κυβέρνηση Trump.

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗΣ

Η μετάβαση στον Trump ξεκίνησε με αργούς ρυθμούς, εν μέρει επειδή λίγοι στο στρατόπεδο του Trump περίμεναν ότι θα κερδίσει τις εκλογές. Πριν από τις εκλογές, όποιοι πόροι πήγαν στην προετοιμασία της μετάβασης το έκαναν εις βάρος της εκστρατείας. Οι περισσότερες επιχειρήσεις [εξεύρεσης] των στελεχών της μετάβασης έχουν δεκάδες εργαζόμενους να δουλεύουν πολύ πριν από τις εκλογές. Αλλά λίγο μετά τη νίκη του Τραμπ, ο κυβερνήτης του Νιου Τζέρσεϊ, Κρις Κρίστι, απομακρύνθηκε από την θέση του ως διευθυντής της μετάβασης [4] και οι κατάλογοί του με τους πιθανούς υποψηφίους αχρηστεύθηκαν. Δεν ήταν παρά στα μέσα Ιανουαρίου που ο σημερινός διευθυντής πολιτικών προσλήψεων, ο Johnny DeStefano [5] συμμετείχε στην ομάδα. Ο DeStefano, ο οποίος δεν είχε καμία εκτελεστική εμπειρία στρατολόγησης πριν από την ανάληψη της θέσης του, απασχολεί σήμερα 36 υπαλλήλους που εργάζονται γι’ αυτόν -όχι σημαντικά λιγότεροι από τις προηγούμενες επιχειρήσεις προσλήψεων του Λευκού Οίκου, αλλά μια ομάδα με πολύ λιγότερη προετοιμασία από την οποία να μπορεί να αντλεί.

Ένα άλλο μέρος της πρόκλησης είναι ο τεράστιος όγκος των διορισμών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν περισσότερους πολιτικά διορισμένους από οποιαδήποτε άλλη ανεπτυγμένη δημοκρατία. Κάθε σύγχρονος πρόεδρος μπορεί να διορίσει περίπου 4.000 άτομα σε εκτελεστικές θέσεις, με τις σημαντικότερες θέσεις (εκτός από τους υπαλλήλους του Λευκού Οίκου που δεν απαιτούν επιβεβαίωση της Γερουσίας) να βρίσκονται σε υπο-υπουργικό επίπεδο, τα μέλη των οποίων είναι άμεσοι υφιστάμενοι των επικεφαλής των Υπηρεσιών. Οι διορισμοί αυτοί ανέρχονται σε περίπου 550 [1] από τις συνολικά 1.054 προεδρικές θέσεις [6] που απαιτούν επιβεβαίωση της Γερουσίας. Οι νέες διοικήσεις μπορούν επίσης να κάνουν 535 διορισμούς ανωτέρων διευθυντικών στελεχών εκτός καριέρας (ανώτατα διοικητικά στελέχη κάτω από τους εκτελεστικούς διορισμούς) και 1.392 διορισμούς «Schedule C» (χαμηλότερα στις γραφειοκρατίες), κανένας από τους οποίους δεν απαιτεί επιβεβαίωση της Γερουσίας.

Κάθε ομάδα μετάβασης πρέπει να αντιμετωπίσει μια πλημμύρα ανυπόμονων αιτούντων που ελπίζουν να ακολουθήσουν τον νέο πρόεδρο στα κορυφαία επίπεδα της κυβέρνησης. Αν και οι 87.000 αιτήσεις [7] που εισήλθαν στα κεντρικά γραφεία της μετάβασης του Trump ωχριούν μπροστά στις 300.000 αιτήσεις για θέσεις υπό τον Obama, εξακολουθούν να είναι χρονοβόρες και δύσκολο να «χτενιστούν», ειδικά λαμβάνοντας υπόψη την καθυστερημένη εκκίνηση και την έλλειψη εμπειρίας της ομάδας του Trump. Οι προεδρικοί στρατολόγοι πρέπει να αφιερώνουν ένα μεγάλο μέρος των πόρων τους σε εξέταση και έλεγχο ιστορικού. Αυτοί οι έλεγχοι απαιτούν χρόνο και προσωπικό και αποτελούν σημαντική αιτία καθυστερήσεων στην πραγματοποίηση των πολιτικών διορισμών. Οι έλεγχοι πολιτικού και προσωπικού υπόβαθρου έχουν εκτροχιάσει υποψήφιους των περισσότερων προηγούμενων προέδρων. Μετά τους ελέγχους, ο Trump απέσυρε την υποψηφιότητα του Andrew Puzder [8] στα μέσα Φεβρουαρίου για θέματα που δεν ανακαλύφθηκαν στο στάδιο της εξέτασής του για την θέση του Υπουργού Εργασίας. Επιπλέον, ένας υψηλόβαθμος βοηθός του Υπουργού Στέγασης, Ben Carson [9], απολύθηκε αφότου οι προηγούμενες επικρίσεις που είχε κάνει για τον Trump ήρθαν σε γνώση του προσωπικού του Λευκού Οίκου.

Η διοίκηση αντιμετώπισε κι άλλες προκλήσεις στην διαδικασία των διορισμών. Αν και οι περισσότεροι πρόεδροι έχουν στενές σχέσεις με τα πολιτικά τους κόμματα, η ανακήρυξη του Trump έτυχε μοναδικής αντίθεσης από την πλειοψηφία του Ρεπουμπλικανικού κατεστημένου [10], την οποία κατηγορούσε ότι ήταν συνεργός στο ότι η χώρα είχε γίνει ένα χάος. Λόγω της θέσης του ως αουτσάιντερ, ο Trump δεν ήταν καλά συνδεδεμένος με την «σκιώδη κυβέρνηση» των έμπειρων πολιτικά εξόριστων Ρεπουμπλικανών ή των μελών των δεξαμενών σκέψεων (think tankers) οι οποίοι κανονικά θα στελέχωναν μια νέα ρεπουμπλικανική διοίκηση.