Ο κίνδυνος εκτουρκισμού της Κύπρου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο κίνδυνος εκτουρκισμού της Κύπρου

Το Κυπριακό ως δίλημμα δημογραφικής ασφάλειας

Όσο η κατάσταση στο εσωτερικό ενός κράτους, στο οποίο υπάρχουν δύο τουλάχιστον διακριτές εθνότητες ή/και θρησκευτικές ομάδες, εξομοιώνεται με το άναρχο περιβάλλον σε διεθνές επίπεδο, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα εκδηλώσεως ενός διλήμματος ασφαλείας για το κράτος αυτό. Στα κράτη εκείνα, στα οποία δεν υφίστανται οι θεσμικές δομές οι οποίες διασφαλίζουν την έμμεση έστω συμμετοχή της μειονότητας στον δημόσιο βίο, παρατηρείται τάση αυτονομήσεως της μειονότητας από τις κρατικές δομές και απόπειρα διασφαλίσεως της αυτονομίας της. Η απόπειρα αυτή είναι δυνατόν να προσλάβει χαρακτήρα επιθετικό σε πολυεθνοτικά κράτη με αδύναμη θεσμική οργάνωση, καθώς η απόπειρα της μειονότητας να ενισχύσει την σχετική θέση της στο εσωτερικό του πολυεθνοτικού κράτους προκαλεί την υποβάθμιση της σχετικής θέσεως μιας άλλης εθνοτικής ομάδος εντός του ιδίου κράτους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο προκύπτει ένα δια-εθνοτικό δίλημμα ασφαλείας.

18052017-2.jpg

Νεαροί παίζουν σε μια τραμπάλα σε παιδική χαρά δίπλα στην νεκρή ζώνη, στο κατεχόμενο βόρειο τμήμα της διχοτομημένης πόλης της Λευκωσίας. REUTERS/Yiannis Kourtoglou
-------------------------------------------------------------

Η μεταβολή της δημογραφικής σχέσεως ανάμεσα στις εθνοτικές ομάδες στο εσωτερικό ενός πολυεθνοτικού κράτους εγκυμονεί δυνητικούς κινδύνους για την ασφάλεια κάποιας εκ των εθνοτικών ομάδων και είναι δυνατόν να συμβάλει στην ανάδυση ενδοκρατικών πολιτικών συγκρούσεων [11]. Η δημογραφική υποχώρηση μιας εθνοτικής ομάδος και ο συσχετισμός της εξελίξεως αυτής με το ιστορικό προηγούμενο της πολιτικής κυριαρχίας μιας άλλης εθνοτικής ομάδος επί της πρώτης συμβάλλει στην επίταση της συλλογικής ανασφάλειας της εθνοτικής αυτής ομάδος.

Η δημογραφική υποχώρηση μιας εθνοτικής ομάδος, συνήθως της κυρίαρχης από πληθυσμιακής απόψεως, είναι είτε απόλυτη είτε σχετική. Η απόλυτη δημογραφική υποχώρηση μιας εθνοτικής ομάδος αφορά στην μείωση της γεννητικότητας, ενώ η σχετική δημογραφική υποχώρηση σχετίζεται με την αναλογική αντιπροσώπευσή της στο εσωτερικό ενός κράτους. Η δημογραφική υποχώρηση προσλαμβάνεται από τα μέλη της εθνοτικής ομάδος ως δυνητική απειλή για τον πολιτικό, οικονομικό και πολιτισμικό έλεγχο της τελευταίας [12].

ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΕ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ

Τα δημογραφικά δεδομένα της Κύπρου διαμορφώθηκαν από μακροϊστορικής οπτικής από τα δύο εποικιστικά γεγονότα, τον εποικισμό ο οποίος ακολούθησε την οθωμανική εισβολή του 1571 και τον εποικισμό ο οποίος ακολούθησε την τουρκική εισβολή του 1974. Τον Δεκέμβριο του 1960, ένα έτος μετά την διακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου, ο συνολικός πληθυσμός της Κύπρου ανερχόταν σε 573.566 άτομα, εκ των οποίων το 77,1% (442.138 άτομα) ήταν Ελληνοκύπριοι, το 18,2% (104.320 άτομα) ήταν Τουρκοκύπριοι και ένα ποσοστό 4,7% (27.108 άτομα) ανήκε σε άλλες πληθυσμιακές ομάδες, όπως Μαρωνίτες και Αρμένιους [13]. Το 1974, πριν την τουρκική εισβολή ο συνολικός πληθυσμός της Κύπρου ανερχόταν σε 506.000 Έλληνες (78,9%) και 118.000 Τούρκους (18,4%).

Στο κατεχόμενο βόρειο τμήμα της Κύπρου το 2006 διαβιούσαν 256.644 άτομα, εκ των οποίων οι 178.031 πολίτες του ψευδοκράτους. Το μέγεθος του τουρκογενούς πληθυσμού –Τουρκοκυπρίων και εποίκων- στα Κατεχόμενα δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί με απόλυτη ακρίβεια. Οι σχετικές εκτιμήσεις ποικίλλουν, καθώς το μέγεθος του τουρκογενούς πληθυσμού εκτιμάται μεταξύ 300.000 (το 2010) και 500.000 ατόμων. Η επίσημη κρατική απογραφή, την οποία διενήργησε η Κυπριακή Δημοκρατία το 2011, αναφέρει ότι στο ελεύθερο τμήμα διαβιούν 838.897 άτομα. Η απογραφή, την οποία διενήργησαν το 2011 οι αρχές των Τουρκοκυπρίων στο κατεχόμενο τμήμα, προσδιορίζει τον εκεί διαβιούντα πληθυσμό σε 294.606 άτομα [14].

Στην περίπτωση της Κύπρου το δίλημμα δημογραφικής ασφάλειας ταυτίζεται με ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος ανάμεσα στον ελληνικό και τον τουρκογενή πληθυσμό. Χρησιμοποιούμε τον όρο τουρκογενής για τον προσδιορισμό του συνολικού πληθυσμού του τουρκικού πληθυσμού της βορείου Κύπρου, ο οποίος αποτελείται από: α) τους Τουρκοκυπρίους, β) τους εποίκους από την Ανατολία, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο κατεχόμενο βόρειο τμήμα της νήσου μετά το 1974 και γ) τους απογόνους των μεικτών ζευγών, τα οποία προέκυψαν από τις νομικές ενώσεις των Τουρκοκυπρίων και των επήλυδων μετά το 1974.

Η συμπερίληψη αυτή των επιμέρους στοιχείων του τουρκογενούς πληθυσμού, η συμβίωσή τους στο πλαίσιο του ψευδοκράτους και κυρίως η κοινή τουρκική εθνοτική και ισλαμική θρησκευτική ταυτότητα έχει διαμορφώσει μια κοινή συλλογική ταυτότητα παρά τις αντίθετες περί τούτου ψευδαισθήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς, η οποία εξακολουθεί να διακρίνει μεταξύ Τουρκοκυπρίων και εποίκων σε επίπεδο πολιτικής στάσης. Σε ένα δίλημμα δημογραφικής ασφάλειας, ορθότερος για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών του πληθυσμού στην Κύπρο είναι ο όρος τουρκογενής αντί του όρου Τουρκοκύπριοι. Ο όρος Τουρκοκύπριοι, άλλωστε, χάνει σταδιακά την όποια εννοιολογική εγκυρότητα διέθετε κατά το παρελθόν, καθώς οι γηγενείς και οι επήλυδες τουρκόφωνοι αποτελούν κοινή ομάδα σε επίπεδο εθνοτικών, γλωσσικών και θρησκευτικών/πολιτισμικών αναφορών, αλλά σταδιακά και πολιτικών συμπεριφορών.